Βιβλιο

Όταν η Χιονάτη πήγε σε άλλο παραμύθι

Η Αιμιλία Πλατή, αφού για μια χρονιά διάβαζε παραμύθια σε προσφυγόπουλα, έγραψε κι ένα γι’ αυτά

Τάκης Σκριβάνος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πιο πολύ απ’ όλους θαυμάζω τους ανθρώπους που προσφέρουν τον ελεύθερο χρόνο τους για τους άλλους. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι η Αιμιλία Πλατή (ψευδώνυμο), η οποία για ένα χρόνο, δύο φορές την εβδομάδα διάβαζε παραμύθια σε δομές της Αθήνας που φιλοξενούσαν προσφυγόπουλα. Στη συνέχεια αποφάσισε να γράψει και η ίδια ένα παραμύθι, το «Παραμύθι με τα παραμύθια» (εκδόσεις 24 Γράμματα), όλα τα έσοδα του οποίου διατίθενται σε δομές για πρόσφυγες. Αυτή είναι η ιστορία του.


Πώς ξεκίνησε όλο αυτό;

Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα σκοπό να γράψω ένα παραμύθι. Την περσινή χρονιά είχα φροντίσει, μαζί με κάποιους φίλους, για τα σχολικά είδη σε δύο δομές που φιλοξενούν οικογένειες προσφύγων. Πηγαίνοντας τα πράγματα εκεί, τετράδια, γόμες, μολύβια και στιλό, σκέφτηκα ότι θα μπορούσαμε να φτιάξουμε και μια μικρή βιβλιοθήκη για να διαβάζουν τα παιδιά και κάποια εξωσχολικά παιδικά βιβλία, κυρίως παραμύθια. Έγινε κι αυτό και τότε είπα, εντάξει, υπάρχει τώρα η βιβλιοθήκη, αλλά τα παιδιά δεν ξέρουν ελληνικά. Και ρώτησα αν θα ήθελαν κάποιον να διαβάζει παραμύθια στα παιδιά. Τους διάβαζα τα κλασικά παραμύθια, τη Χιονάτη, τη Σταχτοπούτα, τον Πινόκιο, τα Τρία Γουρουνάκια, τα οποία, μάλιστα, τα παιδιά τα είχαν ξανακούσει, με άλλο όνομα ίσως, στις χώρες τους. Ήταν παιδιά από 3 έως 13 ετών, κυρίως από τη Συρία. Διάβαζα το παραμύθι στα ελληνικά, αλλά ελάχιστα καταλάβαιναν. Το κράτησα όμως αυτό, ώστε να μάθουν κάποιες λέξεις και φράσεις και να τις βάλουν στην καθημερινότητά τους, όσο καιρό θα βρίσκονται στην Ελλάδα. Μετά έλεγα το παραμύθι και στα αγγλικά, που αρκετά παιδιά καταλάβαιναν και μετά διάλεγα δύο παιδιά και τους έλεγα «θα είστε οι βοηθοί μου». Το ένα έλεγε το παραμύθι στα φαρσί και το άλλο στα αραβικά. Στο τέλος, για να δούμε αν όλοι καταλάβαμε το παραμύθι και μας έμεινε και κάτι, έφερνα μαζί μου κόλλες χαρτί και μαρκαδόρους και ζωγραφίζαμε.

Πώς ήταν η εμπειρία;
Οι πρώτες φορές ήταν δύσκολες, είχα μεγάλη ένταση, όμως ο εθελοντισμός, κυρίως το να προσφέρεις από τον δικό σου χρόνο, όχι χρήματα, σου δίνει μια αίσθηση πληρότητας. Αισθανόμουν, βέβαια, μια μεγάλη ευθύνη. Ζητούσα και από μια φίλη ψυχολόγο να με βοηθήσει να προετοιμαστώ, αν θα μπορούσα νa χρησιμοποιήσω κάποιες λέξεις, να πω, για παράδειγμα, ότι ο λύκος «σκότωσε», μήπως δεν έπρεπε να ειπωθεί αυτή η λέξη.

Και πώς αποφασίσατε να γράψετε ένα παραμύθι;
Μια φίλη μου το πρότεινε αρχικά και το έκανα. Ξέρετε, υπάρχει και το φαινόμενο, ας το πούμε έτσι, της χιονοστιβάδας, κάνεις, δηλαδή, κάτι που μπορεί να φέρει κι άλλα πράγματα. Δεν μπορείς να τα κάνεις όλα εσύ, δεν είσαι ο πιο δυνατός, μπορείς όμως να εμπνεύσεις άλλους ανθρώπους, πιο ικανούς και σε πιο σημαντικές θέσεις, και να κάνουν εκείνοι περισσότερα. Αυτό μπορεί να κάνει ένα βιβλίο.

Τι είναι το «Παραμύθι με τα παραμύθια»;
Η ιδέα είναι ότι λέγοντας ένα παραμύθι πολεμάμε το φόβο. Πρωταγωνιστής είναι ο Ισμαήλ, ένα παιδί που για να νικήσει το φόβο το δικό του και των άλλων παιδιών λέει παραμύθια. Στη Χιονάτη, ο Ισμαήλ μιλάει για ένα σπίτι μέσα στο δάσος, που μπορεί να είναι μια σκηνή, όπου ζουν εφτά νάνοι και είναι όλοι πολύ στριμωγμένοι, καθώς  χωράνε μόνο εφτά κρεβάτια, εφτά σκαμπό, εφτά ποτήρια και εφτά πιάτα. Αλλά όταν ήρθε η Χιονάτη τη δέχτηκαν και πάντα βρίσκουν χώρο για έναν καταδιωκόμενο, που ζητάει βοήθεια. Κάπως έτσι ίσως και αυτά τα παιδιά θα βρίσκουνε χώρο και για την επόμενη οικογένεια που μπορεί να μπει στη σκηνή τους, θα στριμωχτούν αλλά δεν θα αγκομαχήσουνε γι’ αυτό.

Η εικονογράφηση;
Είναι οι εικόνες που ζωγράφισαν τα παιδιά όταν τους διάβαζα τα παραμύθια, όσες από αυτές ήθελαν να μου δώσουν. Να πω κιόλας ότι επειδή είναι «κανονικές» ζωγραφιές, συνάντησα μεγάλη δυσκολία από τους εκδότες, οι οποίοι έλεγαν ότι δεν μπορεί να βγει παιδικό βιβλίο χωρίς επαγγελματική εικονογράφηση. Τελικά τα καταφέραμε. Και το βιβλίο είναι γραμμένο όπως εκείνα τα απογεύματα. Πρώτα στα ελληνικά, μετά στα αγγλικά, στη συνέχεια στα φαρσί και τέλος στα αραβικά.

Το εξώφυλλο; Έχει κι αυτό μια ιδιαίτερη ιστορία...
Είναι μια ζωγραφιά ενός κωφάλαλου παιδιού από τη Συρία, περίπου 19 χρόνων. Τον είχε γνωρίσει μια φίλη μου, στην Καβάλα. Το παιδί αυτό ζωγράφιζε συνέχεια και όταν έφυγε από την Ελλάδα, άφησε αυτό το σκίτσο στη φίλη μου, τη Χρύσα Γαλογάβρου, λέγοντας, με τη βοήθεια του πατέρα του, ότι θα ήθελε να τη δείξει στον κόσμο, να δουν οι άνθρωποι ότι κι εκείνος κάποτε πέρασε από εκεί. Το παιδί με τα μαγικά χέρια. Το σκίτσο αυτό το κάναμε και έγχρωμο, στο οπισθόφυλλο, με το σκεπτικό ότι ξεκινώντας από μια ασπρόμαυρη πραγματικότητα, διαβάζοντας το παραμύθι, μπορεί να βρει κανείς και κάποιο χρώμα.

Το «Παραμύθι με τα παραμύθια», όμως, δεν έχει το ωραίο τέλος των παραμυθιών...
Ναι. Τα παραμύθια συνήθως τελειώνουν με τη φράση «ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα». Αυτό το παραμύθι δεν τελειώνει έτσι, γιατί το προσφυγικό είναι ένα θέμα που δεν το έχουμε λύσει. Έτσι, αρχίζει από την αρχή…


Info: Όλοι όσοι συνεργάστηκαν για να εκδοθεί το «Παραμύθι με τα Παραμύθια» (εκδόσεις 24 Γράμματα) της Αιμιλίας Πλατή το έκαναν εθελοντικά και όλα τα έσοδα θα διατεθούν σε δομές φιλοξενίας προσφύγων. Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο της, το οποίο μπορείτε να παραγγείλετε και ηλεκτρονικά χωρίς έξοδα αποστολής εδώ: dyslexiashop.gr/index.php/product/122221/

Το πρώτο, με τίτλο «Ώρα μηδέν» (εκδ. Αύρα), είναι ένα μυθιστόρημα με αληθινά στοιχεία, που αναφέρεται στο σχολείο των καταστήματος κράτησης νέων Αυλώνα. Όλα τα έσοδα διατίθενται στο σχολείο.