Τζέσικα Κουρτέση: Στο Nevermind βλέπουμε την ψυχοθεραπεία ενός ζευγαριού από την κλειδαρότρυπα
Η σκηνοθέτρια και ηθοποιός εξηγεί γιατί επέλεξε να ανεβάσει σε παγκόσμια πρώτη το έργο του Roger Ennals
Η σκηνοθέτρια Τζέσικα Κουρτέση μιλάει για το θεατρικό έργο «Nevermind», λίγο πριν την πρεμιέρα της παράστασης στο Θέατρο Nous
«Δεν ακούς». «Ακούω». «Μερικές φορές δεν ξέρω πώς να είμαι παρών, χωρίς να διαλύσω κάτι». «Ώρες-ώρες μου περνάει από το μυαλό ότι ζούμε τόσο με το πρόβλημα, που πλέον το θέλουμε το πρόβλημα». «Μου λείπει. Αλλά μου λείπει αυτός που αγάπησα πραγματικά ή απλώς ήθελα ακόμη ένα πρόβλημα στη ζωή μου;». Παρακολουθώ την πρόβα της θεατρικής παράστασης «Nevermind», που σε λίγες μέρες θα ανέβει στο θέατρο Nous. Στη σκηνή, ένα ζευγάρι προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του μέσα από μια σειρά συνεδριών ψυχοθεραπείας ζεύγους. Προσπαθούν να βρουν τις λέξεις για όλα όσα δεν μπορούν να πουν. Όπως όλοι μας.
Βυθισμένη στην πολυθρόνα του θεάτρου, μπροστά μου περνούν σαν flashback σκηνές από δικές μου σχέσεις, από τα παιδικά μου χρόνια, από συνεδρίες. Είναι στιγμές που ανατριχιάζω. Στιγμές που ζορίζομαι και φορές που γελάω ή ταυτίζομαι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτό είναι ένα πολύ πραγματικό έργο. Θα μπορούσα να είμαι εγώ στη θέση τους. Οι φίλες μου. Οι γονείς μου. Όλα τα ζευγάρια που ξέρω.
Θέλω να μάθω περισσότερα. Γι’ αυτό ζητάω από τη σκηνοθέτρια της παράστασης Τζέσικα Κουρτέση, που επίσης υποδύεται έναν από τους τρεις χαρακτήρες, να μας αναλύσει όσα θα δούμε.
Συνέντευξη με την Τζέσικα Κουρτέση, σκηνοθέτρια της παράστασης Nevermind
Πες μας λίγα λόγια για τον συγγραφέα.
Ο Roger Ennals είναι άγγλος ηθοποιός κι αυτό είναι το πρώτο του έργο. Ο άνθρωπος αυτός έχει εργαστεί σε σειρές και έχει κάνει πολύ θέατρο στην Αγγλία. Μετά, αποσύρθηκε από την υποκριτική και έγραψε αυτό το έργο το οποίο δεν έχει ανέβει πουθενά – οπότε είναι παγκόσμια πρώτη. Στη μετάφραση, βέβαια, έχει γίνει μια προσαρμογή για να είναι πιο κοντά στα ελληνικά δεδομένα. Και επίσης, επειδή αυτό ήταν γραμμένο για να γίνει ταινία, άλλαξα και τη σειρά των σκηνών για να μου δέσουν εμένα καλύτερα στο πώς θα ήθελα να πάει.
Περίγραψέ μας με δικά σου λόγια το έργο, όπως το αντιλαμβάνεσαι εσύ.
Βλέπουμε εκ των έσω, δηλαδή μέσα από την κλειδαρότρυπα, τη διαδρομή ενός ζευγαριού, το πώς ξεπερνάνε ή δεν ξεπερνάνε τα προβλήματά τους, πώς τα προσωπικά τους βιώματά μπαίνουν εμβόλιμα στη σχέση τους, το πώς αυτό μπορεί να σε πάει παρακάτω ή να μην σε πάει πουθενά. Γιατί το γεγονός ότι μπαίνεις σε μια διαδικασία θεραπείας ως ζευγάρι δεν σου εγγυάται ότι μπορεί να λειτουργήσει και η σχέση. Μπορεί να είναι και ένας τρόπος να διαχειριστείς έναν χωρισμό. Ή να δεις πραγματικά πόσο μεγάλο είναι το χάσμα μεταξύ δύο ανθρώπων. Γενικά, θεωρώ ότι σε μια σχέση παίζει πολύ μεγάλο ρόλο το προσωπικό βίωμα σε σχέση με το βίωμα του άλλου, αν μπορεί αυτό κάπως να συμβαδίσει, αν γίνεται τα τραύματά μας να είναι συμβατά. Δηλαδή, να μας αντέχει ο άλλος και να τον αντέχουμε.
Γιατί διάλεξες αυτό το έργο;
Το διάλεξα γιατί ήθελα να κάνω κάτι που να με αφορά σε προσωπικό επίπεδο. Λίγο πριν πέσω πάνω στο Nevermind, διάβαζα πολύ Πίντερ, ο οποίος θίγει τις σχέσεις και τα κοινωνικά ζητήματα, αλλά με έναν υπόγειο τρόπο, μέσα από πολλές παύσεις και σιωπές. Όταν, λοιπόν, διάβασα το Nevermind, είπα «αυτό έχει μέσα πιντερικά στοιχεία!». Όπως η αμηχανία ή η σιωπή. Νομίζω πως η σιωπή και η σύνδεση των δύο αυτών ανθρώπων με έκανε να θέλω να το κάνω αυτό. Μαζί με κάτι άλλο: το Nevermind έχει πολύ ρεαλιστικούς και πραγματικούς χαρακτήρες. Είναι άνθρωποι που συναντάω κάθε μέρα – μια φίλη μου που θα έρθει να μου πει το πρόβλημά της για τη σχέση της, ένας φίλος μου αντίστοιχα. Αυτό νομίζω ήταν αυτό που με κέρδισε: η αλήθεια του πράγματος.
Εσύ βρίσκεις τον εαυτό σου σε κάποιον από τους τρεις χαρακτήρες;
Νομίζω και στους τρεις. Ακόμη και στην ψυχολόγο, ναι! Ξέρεις γιατί; Επειδή έχω κάνει και εγώ πολλά χρόνια θεραπεία, έχω περάσει από αυτή τη φάση να νιώθω ότι μπορώ να θεραπεύσω κάποιον, αντιγράφοντας λίγο την ψυχολόγο μου. Σου μπαίνει κάπως το μικρόβιο. Οπότε νομίζω και τους τρεις. Και τους τρεις τους καταλαβαίνω. Δεν ξέρω αν ταυτίζομαι απόλυτα και με τους τρεις σε όλα τα σημεία, αλλά καταλαβαίνω τη θέση τους.
Τι πιστεύεις ότι έχει να πει στον θεατή αυτό το έργο; Γιατί θα έλεγες σε κάποιον να έρθει να το δει; Πιστεύεις ότι δίνει κάποια λύση;
Σε καμία περίπτωση! (γέλια). Δεν θεωρώ ότι δίνει λύση, όχι. Αλλά θεωρώ ότι προβληματίζει πολύ. Εγώ ως θεατής σε αυτήν την παράσταση, το πρώτο πράγμα που θα σκεφτόμουν είναι: «Εγώ το έχω κάνει αυτό; Εγώ το έχω πει αυτό; Εγώ έχω υπάρξει εκεί; Λες να είμαι έτσι;». Κάπως έτσι θα το αντιμετώπιζα και νομίζω ότι κάποιος πρέπει να έρθει γιατί σε αυτή την παράσταση βλέπεις από την κλειδαρότρυπα το ζευγάρι και βλέπεις εκ των έσω ότι το πρόβλημα δεν είναι το φαγητό που μαγείρεψε ο άλλος και δεν το έκανε σωστά. Ότι όλη αυτή η απογοήτευση που ξεκινάει φαινομενικά από το φαγητό, είναι πολύ πιο βαθιά. Ότι έχουμε άλλα παράπονα και από τον εαυτό μας, και από τους γονείς μας, και από τους συντρόφους μας, τα οποία είναι πολύ πιο βαθιά, δεν ακουμπάνε στο πρακτικό ζήτημα. Αλλά, βλέπεις ότι πολλές φορές τα ζευγάρια τσακώνονται για το τίποτα. Και βγαίνει ένας θυμός και λες «τώρα αυτό από που ήρθε;». Κάτι ακουμπάει εκεί ο άλλος, το οποίο είναι πολύ δικό μας – και νομίζω το βγάζει αυτό η παράσταση.
Σε αυτό που λες, δεν πιστεύεις ότι κατά κάποιο τρόπο η παράσταση δίνει και μία λύση; Ή καλύτερα, δεν οδηγεί τον θεατή σε μία λύση;
Ναι, έχεις δίκιο σε αυτό. Ίσως μπορεί να οδηγεί σε μία λύση αν θέλουμε να πούμε ότι η λύση ξεκινάει από έναν προβληματισμό. Δηλαδή, αν πρώτα προβληματιστούμε, αν πρώτα αναρωτηθούμε τι γίνεται γύρω μας, μέσα μας, στο σύντροφό μας, στη σχέση μας. Ναι. Κατά αυτόν τον τρόπο θεωρώ ότι δίνει λύση, αλλά όχι παγιωμένη.
Τι ρόλο παίζει σε αυτό το έργο η λέξη «ενσυναίσθηση»;
Χωρίς αυτή τη λέξη δεν θα μπορούσε να είχε προχωρήσει η συνεδρία, φαντάζομαι! Κάποιες σκηνές πάνε παρακάτω εξαιτίας της ενσυναίσθησης. Γιατί η ψυχολόγος τους προκαλεί να μπούνε στη θέση του άλλου, να μπούνε στα παπούτσια του άλλου και να προσπαθήσουν να καταλάβουνε. Καμία φορά πετυχαίνει, καμιά φορά όχι. Όντως είναι μια λέξη-κλειδί αυτή. Σε κάποιες σκηνές βλέπεις ότι δεν λύνεται με τίποτα το ζήτημα, γιατί δεν μπορεί ο ένας να αντιληφθεί το θέμα του άλλου, μένει στο δικό του. Ή δέχονται την πρόκληση αυτή του να συναισθανθούν, ας πούμε, τον σύντροφο, και αυτό τους πάει ένα βήμα παραπέρα.
Προτιμάς τον ρόλο του σκηνοθέτη ή του ηθοποιού;
Και τα δύο. Ισόποσα εντελώς. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα που με γεμίζουν και τα δύο για άλλους λόγους, οπότε και τα δύο με ευχαριστούν και τα δύο με κάνουν να νιώθω με άλλο τρόπο δημιουργική. Από την πλευρά της υποκριτικής το ότι παίζω με άλλους ανθρώπους πάνω στη σκηνή και συνδέομαι, το γεγονός ότι μου δίνεται η ευκαιρία αυτής της έκφρασης και της σύνδεσης και της αλληλεπίδρασης είναι μαγικό. Και από την πλευρά της σκηνοθεσίας, εκεί μου βγαίνει σε ένα μεγαλύτερο πλαίσιο η δημιουργία. Πώς θα ήθελα αυτό να στέκεται, πώς το έχω φανταστεί; Καμιά φορά είμαι πιο αποφασιστική στη σκηνοθεσία, παρά στο υποκριτικό κομμάτι. Στο υποκριτικό έχω μια ανασφάλεια πάντα αν το κάνω καλά, ενώ στη σκηνοθεσία κάπως με πάει και το ένστικτό μου, με οδηγεί και το κείμενο, ξέρεις… κάπως έχω μια άλλη εμπιστοσύνη.
Σε αυτό το έργο ποιο ήταν το πιο δύσκολο πράγμα που είχες να αντιμετωπίσεις από την πλευρά του σκηνοθέτη;
Έγινε με έναν τέτοιο τρόπο όλη η πρόβα, δουλέψαμε τόσο πολύ σαν ομάδα, κάναμε πάρα πολλούς αυτοσχεδιασμούς… Δεν καθόμασταν, ήμασταν όρθιοι και σε κίνηση. Και αυτό γιατί θεωρούσα ότι είναι πολύ σημαντικό αυτοί οι άνθρωποι να έχουν ταξιδέψει μέσα σε αυτό, με το σώμα τους, με τις αισθήσεις τους, με όλα. Οπότε, τελικά δεν με δυσκόλεψε γιατί όλο βγήκε τόσο φυσικά και ειδικά οι σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων, κάτι που εμένα με αφορούσε πάρα πολύ. Ήθελα να φανεί ότι υπάρχει ένα ζευγάρι, ότι υπάρχει μία ρήξη και ότι υπάρχει και αγάπη παράλληλα, γιατί υπάρχει και αγάπη. Για αυτό ήθελα ακόμη περισσότερο να δέσουμε ως ομάδα, για αυτό και δουλέψαμε πολύ ομαδικά… Δεν υπήρχε καθοδήγηση του τύπου «εσύ θα πας εκεί και θα πεις αυτό». Αφεθήκαμε στη διαδικασία, κάτι το οποίο είναι και επίπονο καμιά φορά να συμβαίνει, αλλά και πολύ δημιουργικό παράλληλα. Ήταν πολύ ωραία η διαδρομή μας.
Νομίζω ότι με βοήθησε πολύ το ότι είχα αποφασίσει και είχα φανταστεί το πώς θέλω να είναι η ατμόσφαιρα. Δηλαδή τα φώτα, το ότι θα γίνεται black out, όλη την ατμόσφαιρα που ήθελα να δημιουργήσω. Δεν μπορώ να σου πω ότι σκηνοθέτησα τον εαυτό μου κάπως – από αυτοσχεδιασμούς βγήκαν όλα. Τους υπόλοιπους ηθοποιούς τους καθοδήγησα για να μιλάμε όλοι την ίδια γλώσσα και θεωρώ ότι αυτό έχει πετύχει.
Μου είπες πριν ότι όταν διάβασες το κείμενο, φαντάστηκες αμέσως πώς θα ήθελες να ήταν η σκηνοθεσία. Αυτό συμβαίνει, γενικά, όταν διαβάζεις ένα κείμενο, ως σκηνοθέτης; Ή υπήρχε μια ιδιαίτερη σύνδεση με αυτό το έργο;
Γενικά, αν συνδεθώ με κάποιο κείμενο, θα κάνω και εικόνα. Θα φανταστώ τους ανθρώπους, τη συνθήκη, πώς μπορεί να στηθεί αυτό. Γίνεται από μόνο του ό,τι και αν διαβάσω, ακόμη και αν δεν πρόκειται να σκηνοθετήσω ή να ανεβάσω κάποιο έργο. Δεν ξέρω αν συμβαίνει με τους άλλους ανθρώπους, εγώ πάντα βλέπω εικόνες όταν διαβάζω, δεν το έχω κάνει ποτέ διαφορετικά. Αν συνδεθώ, όμως, με το κείμενο. Αν έχω ερωτηματικά, αν δεν μου είναι καθαρό το τι γίνεται, εκεί πέρα υπάρχουν κάποια σκοτάδια. Στο Nevermind το μόνο σίγουρο ήταν ότι είδα ένα θεραπευτικό δωμάτιο, ακριβώς το πώς είναι φωτισμένο, ακριβώς το τι νιώθουν αυτοί οι άνθρωποι… Ήταν σαν ακτινογραφία!
Info
Το Nevermind κάνει παγκόσμια πρεμιέρα τη Δευτέρα 10 Νοεμβρίου στο Θέατρο ΝΟΥΣ. Θα παίζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη για 10 παραστάσεις.
Εισιτήρια: more.com
Θέατρο ΝΟΥΣ: Τροίας 34, Αθήνα, 210 8237333
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ:
Κείμενο: Roger Ennals
Μετάφραση -Σκηνοθεσία: Τζέσικα Κουρτέση
Μουσική: Πιέρρος Παπαδάκος
Κοστούμια: Ζωή Βαρδάκη
Φωτισμοί: Ηώ Σπηλιωτοπούλου
Βοηθός σκηνοθέτη: Άντζυ Φιλήντα
Φωτογραφίες & Trailer: Χρήστος Συμεωνίδης
Graphic Design: Στέφανος Αλεξόπουλος
Παίζουν: Φανή Ξενουδάκη, Γιάννης Σίντος, Τζέσικα Κουρτέση
Παραγωγή: NEVERMIND55 ΑΜΚΕ
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Μιλήσαμε με τον στοχαστή της σύγχρονης σκηνής, με αφορμή την παράσταση «Ολική και άμεση συλλογική επικείμενη επίγεια Σωτηρία» στο Θέατρο ΦΙΑΤ
Στιγμές από την πορεία της μεγάλης ντίβας που έμειναν ανεξίτηλες στον χρόνο
Είδαμε την παράσταση στο Hood Art Space και μιλήσαμε με τους συντελεστές για την επαφή μας με το χαμένο συναίσθημα
Εκατό χιλιάδες ευρώ τώρα ή ένα εκατομμύριο σε δέκα χρόνια; Εσύ τι θα επέλεγες; Πόσο κοστίζουν οι αρχές μας; Μπορεί μια απλή ερώτηση να διαλύσει μια σχέση;
Είδαμε την πρεμιέρα της παράστασης «Τα άνθη του κακού» στον Κάτω Χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου και μιλήσαμε στον συγγραφέα και σκηνοθέτη του έργου
Ζωντανός διάλογος στις 7 Δεκεμβρίου με τίτλο «Θέατρο Σήμερα» - Οι ώρες και οι ημέρες της παράστασης «Μνήμη | Λήθη»
Ένα έργο λόγου και εσωτερικής έντασης, μια υπαρξιακή μονομαχία για το τι αξίζει να κρατήσει έναν άνθρωπο στη ζωή
Η μεγάλη παραγωγή κάνει πρεμιέρα στις 18 Δεκεμβρίου
Οι παρουσιάσεις θα πραγματοποιηθούν από τις 15 Απριλίου έως τις 31 Μαΐου 2026
Μία πτήση. Μία έκρηξη. Μία δίκη. Οι θεατές στον ρόλο των ενόρκων.
Το αλληγορικό παραμύθι του βραβευμένου Γιάννη Ξανθούλη είναι ένας ύμνος για την αγάπη, την ισότητα, την ελευθερία, τη διαφορετικότητα και τον σεβασμό στο περιβάλλον.
Ένα αναλόγιο-μαραθώνιος για τα δικαστικά έξοδα επιζωσών έμφυλης βίας
Η νέα σατιρική κωμωδία των Θανάση Παπαθανασίου και Μιχάλη Ρέππα για την παράνοια της καθημερινότητας
Η Νικολέτα Βλαβιανού ερμηνεύει δυο μονολόγους επί σκηνής, το «Μια γυναίκα μόνη» του Ντάριο Φο και το «Η Μαμά-Φρικιό» της Φράνκα Ράμε
Μια παραβολή για τα γηρατειά, μια κωμωδία που εγείρει μια ολόκληρη σειρά προβληματισμών για τη συχνά σκληρή μοίρα των ηλικιωμένων στην κοινωνία μας
Μια μουσική κωμωδία για τα «κακώς κείμενα» του ελληνικού θεάτρου
Μια υβριδική αναμέτρηση με το πρώτο χειρόγραφο του Λιούις Κάρολ «Alice's adventures underground»
Το πρώτο έργο προσβάσιμο σε όλους είναι «Οι περιπέτειες της Αλίκης στη Χώρα των θαυμάτων»
Ο Βρετανός σκηνοθέτης διασκευάζει το έργο του Σοφοκλή μεταφέροντάς το στο σήμερα
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.