Θεατρο - Οπερα

«Η Στρέλλα σαν πολιτική πράξη είναι ήδη επιτυχία»

Ο συνθέτης Μιχάλης Παρασκάκης και ο σκηνοθέτης Γιώργος Κουτλής μιλούν για την πολυαναμενόμενη όπερα δωματίου «Στρέλλα» που ξεκινά την 1η Φεβρουαρίου
Λένα Ιωαννίδου
ΤΕΥΧΟΣ 856
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Στρέλλα»: Συνέντευξη με τον Μιχάλη Παρασκάκη και τον Γιώργο Κουτλή για την όπερα δωματίου που κάνει πρεμιέρα στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ

Έπειτα από μια περιπετειώδη διαδρομή με αναβολές, επανασχεδιασμούς και έντονες αλλά δημιουργικές αντιπαραθέσεις, η όπερα δωματίου «Στρέλλα» του Μιχάλη Παρασκάκη, σε λιμπρέτο της Αλεξάνδρας Κ*, βασισμένο στην ομώνυμη κινηματογραφική ταινία του Πάνου Χ. Κούτρα, μουσική διεύθυνση του Κωνσταντίνου Τερζάκη, σκηνικό της Εύας Μανιδάκη και σκηνοθεσία του Γιώργου Κουτλή, ανεβαίνει επιτέλους στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ. Μια συζήτηση επομένως με τους δημιουργούς αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν πρόκειται για τον συνθέτη και τον σκηνοθέτη της τολμηρής αυτής παραγωγής.

Στο ραντεβού μας έφτασε πρώτος ο Μιχάλης Παρασκάκης. Ο πληθυντικός της πρώτης γνωριμίας έγινε αμέσως ενικός και μέχρι να φτάσει ο έτερος δημιουργός, ο Γιώργος Κουτλής, πάτησα το on και η κουβέντα μας ξεκίνησε με μουσική.

 

— Μιχάλη, στο σημείωμά σου αναφέρεις ότι η «Στρέλλα» έχει οπερατική δομή. Εσύ καταπιάνεσαι με ένα δύσκολο και ίσως πιο εγκεφαλικό είδος, τη νέα μουσική, που συνήθως ο λόγος απουσιάζει. Πώς φαντάστηκες μουσικά τον κόσμο της ηρωίδας; 
Μιχάλης Παρασκάκης Έχω κάποιες αντιρρήσεις σχετικά με το αν είναι εγκεφαλική η μουσική μου, αλλά καταλαβαίνω τι λες. Όταν λέω ότι η «Στρέλλα» έχει οπερατική δομή εννοώ ότι εμπεριέχει όλα εκείνα τα στοιχεία του ρεαλιστικού δράματος που υπάρχουν συνήθως στον βερισμό, για παράδειγμα στον Πουτσίνι. Παρόλα αυτά, δεν είχα καμία πρόθεση να γράψω μια τέτοια μουσική. Είναι φυσικό, ο λόγος να μην φέρνει το ίδιο αποτέλεσμα, τουλάχιστον στο μυαλό μου, με ένα pure musical έργο. Αναγκαστικά –και σωστά– το λιμπρέτο υποβάλλει κάποιες γραμμές και πάνω σε αυτές μπορείς να κινηθείς, να πεις «αυτήν θέλω να την αναδείξω», «την άλλη να την υπονομεύσω», «την άλλη να την κρατήσω αυτούσια», ή «εδώ θέλω να προσθέσω κάτι το οποίο δεν υπάρχει στο έργο αλλά το έχω ανάγκη για να λειτουργήσει σαν γέφυρα». Η ίδια η υπόθεση αναδιαμόρφωσε το δικό μου ιδίωμα για να έρθει μετά να δέσει με τη δραματουργία.

— Υπάρχει, ωστόσο, πολύ περισσότερο συναίσθημα, πιο έντονη δραματικότητα στους κώδικες της όπερας αλλά και στην ταινία, κάτι που δεν χαρακτηρίζει τόσο τη μουσική σου – αυτό εννοούσα χαρακτηρίζοντάς την εγκεφαλική. Εδώ τα ακολούθησες;
Μ.Π. Θεωρώ ότι τα έχω ακολουθήσει αλλά δεν τα πραγματοποίησα με τον τρόπο που θα το έκανε ένας συνθέτης του βερισμού. Έχω χρησιμοποιήσει εργαλεία και κώδικες της νέας μουσικής για να φέρω ένα αντίστοιχο αποτέλεσμα, μια συναισθηματική κορύφωση. Δεν το κάνω δηλαδή με… συνταγή Πουτσίνι, αλλά με δική μου!

Έγραψες πάνω στο λιμπρέτο της Αλεξάνδρας Κ* ή δουλέψατε παράλληλα;
Μ.Π. Έγιναν και τα δύο. Το ότι προσπάθησε να με εμπλέξει από πολύ νωρίς και να έχουμε μια διαρκή επικοινωνία θεωρώ ότι ήταν μια πολύ καλή επιλογή. Δεν πήρα ένα έτοιμο λιμπρέτο για να γράψω. Η Αλεξάνδρα μού έστελνε τα προσχέδια για να δουλέψω τη μουσική, αλλά κι εγώ της ζήτησα να γράψει κάποιες εμβόλιμες σκηνές που δεν υπάρχουν στην ταινία. Επειδή το λιμπρέτο δεν είναι ποιητικό, αλλά φυσικός λόγος, τις χρειαζόμουν για να σπάσω τη μονολιθικότητά του γιατί αλλιώς θα είχαμε έναν ατέλειωτο διάλογο. Μαζί με τον Γιώργο αναδιαμορφώναμε το λιμπρέτο ξανά και ξανά και προχωρούσαμε...

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ο Γιώργος Κουτλής καταφτάνει φουριόζος. Κάνουμε ένα pause για να τον υποδεχτούμε και μπαίνει αμέσως στην κουβέντα. Από εδώ και πέρα η συνέντευξη μετατρέπεται σε ένα απολαυστικό πινγκ πονγκ συνθέτη-σκηνοθέτη.

— Δηλαδή την ώρα της δουλειάς δεν υπάρχουν στεγανά...
Γιώργος Κουτλής Ναι, μπήκαμε σε μια διαδικασία να δουλέψουμε τη «Στρέλλα» όλοι μαζί. Πρέπει να δουλέψεις ομαδικά, δεν γίνεται αλλιώς. Με τους συντελεστές,n γίνεται τέτοιο blending που από ένα σημείο και μετά, δεν θ υμάμαι ποιανού ιδέα είναι τι. Ο καθένας έχει φυσικά την ευθύνη του κομματιού του και οφείλει να το υπερασπίζεται, αλλά προσπαθούμε να δούμε σε ποιο σημείο, το δικό μου κομμάτι ενοχλεί το κομμάτι του άλλου και να βρούμε λύσεις. Το θέμα είναι να βρίσκεσαι με καλούς ανθρώπους που μπορούν να ακούνε και την πλευρά σου. Και ομολογώ ότι παρόλο που φοβόμουν πόσο έντονες μπορούν να γίνουν οι καταστάσεις όταν υπάρχουν πολλά κοκόρια –γιατί όλοι είμαστε λίγο κοκόρια– η ψυχραιμία που επικράτησε, η ηρεμία όλων των συντελεστών και η καλή τους διάθεση ήταν εντυπωσιακή και αυτό είναι που θέλω να κρατήσω πιο πολύ από τη συνεργασία μας.

Μ.Π. Μεταξύ μας βέβαια, το χαίρομαι που ανάμεσα σε όλες τις παραστατικές τέχνες υπάρχει και ένα είδος στο οποίο εγώ είμαι το πρώτο κοκόρι! (γέλια)

Γ.Κ. ...Στην όπερα, δες και την αφίσα της παράστασης, υπάρχει μια ιεραρχία που πρέπει να σεβαστείς. Δεν μπορείς να επέμβεις αυθαίρετα. Εγώ στο θέατρο κόβω, ράβω κάνω ό,τι θέλω. Εδώ δεν μπορείς να πεις δεν μ’ αρέσει αυτό, κόψτο. Δεν πάει έτσι!

— Πρόλαβες την ερώτησή μου, Γιώργο, για αυτή τη νέα σου εμπειρία. Έρχεσαι με φόρα από το θέατρο, είναι η χρονιά σου...
Γ.Κ. ...ο Μιχάλης με βρήκε πριν! Όταν είχα κάνει την πρώτη μου παράσταση στην Ελλάδα που είχε παιχτεί δέκα φορές στο Εθνικό...

Μ.Π. Που δεν είχα δει, ο Λευτέρης Βενιάδης νομίζω μου πρωτομίλησε για τον Γιώργο...

Γ.Κ. ...ναι ήταν ο συνθέτης μου στο Εθνικό. Εγώ έστειλα τότε όλες τις παραστάσεις μου –βασικά μία– μαζί με κάποιες πτυχιακές που είχα κάνει στη σχολή, να τις δει ο Μιχάλης και ο αυτός με πρότεινε.

Μ.Π. Ψέματα. Η πρώτη που ανέφερε το όνομά σου ήταν η Αναστασία Κότσαλη που είχε δει την παράσταση. Μου είχε ήδη γίνει η ανάθεση από τη Λυρική και έψαχνα να δω γύρω τι παίζει , δεν είχε ξεκινήσει ακόμα να γράφεται τίποτα. Είχα διαβάσει το μυθιστόρημα της Αλεξάνδρας Κ* «Πώς φιλιούνται οι αχινοί»...

Γ.Κ. Και την Αλεξάνδρα εσύ την έφερες!

Μ.Π. Ναι, έκανα καλό ψάξιμο, δεν μπορείς να πεις! (γέλια)

— Η όπερα είναι ένα σύνθετο είδος και η σκηνοθεσία της διαφέρει αρκετά από το θέατρο. Πόσο σε δυσκόλεψε;
Γ.Κ. Νομίζω πως βρέθηκα σε μια πολύ ειδική συνθήκη. Δεν είμαι ο σκηνοθέτης που τον κάλεσαν  να σκηνοθετήσει μια κλασική όπερα. Μιλάμε για ένα μουσικό έργο που γράφτηκε τώρα, άρα δεν μπορούσα να ακούσω τη μουσική ολοκληρωμένη. Άκουγα αποσπάσματα παιγμένα στο πιάνο και ο Μιχάλης μου εξηγούσε... Από την άλλη, κάναμε ακροάσεις και βρεθήκαμε να δουλεύουμε με ανθρώπους χωρίς μεγάλη σκηνική εμπειρία. Τα πράγματα δεν είναι απλά ακόμα και για τους έμπειρους λυρικούς. Δεν λένε τραγουδάκια, ερμηνεύουν απαιτητική, σύγχρονη μουσική. Παράλληλα, αυτό που αντιμετωπίζεις σε σχέση με το θέατρο είναι ο λιγοστός χρόνος, ειδικά εδώ που μιλάμε για ένα καινούργιο έργο. Αυτή ήταν για μένα η πιο μεγάλη δυσκολία. Το να σκηνοθετήσω μια κλασική όπερα που όλα είναι γραμμένα και όλοι ξέρουν τα λόγια τους, θα ήταν μάλλον πιο εύκολο – φαντάζομαι, δεν το έχω κάνει ακόμα...

— Σε ένα γνωστό έργο βέβαια μπαίνει πάντα το στοιχείο της σύγκρισης...
Μ.Π. Ναι, όμως εκεί, αν κάνεις λάθη, θα φταις εσύ, όχι ο χρόνος που δεν είχες. Έχεις τον έλεγχο.

Γ.Κ. Και στο θέατρο, αν σκηνοθετήσεις «Μήδεια» ή «Γλάρο», όλοι σε περιμένουν στη γωνία. Τώρα που το ξανασκέφτομαι το να κάνεις «Μήδεια», καθόλου εύκολο δεν είναι, οπότε αυτό που είπα πριν για την κλασική όπερα μάλλον ήταν μεγάλη κοτσάνα! (γέλια)

 Στη «Στρέλλα» όλα είναι μια ειδική συνθήκη. Το ότι σε ένα απαιτητικό μουσικά έργο, τους πρωταγωνιστικούς ρόλους ερμηνεύουν διεμφυλικές καλλιτέχνιδες, χωρίς, όπως είπατε, σκηνική εμπειρία, είναι μια δυσκολία που θα μπορούσε ενδεχομένως να σας απελευθερώσει;
Γ.Κ. Όχι, δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να σε απελευθερώσει...

Μ.Π. Αν αυτή η συνθήκη είχε μπει από την αρχή θα είχαμε χειριστεί διαφορετικά το έργο. Έτσι, ναι, μπορεί να σε απελευθερώσει. Όχι όμως όταν έχει ήδη γραφτεί και η νέα συνθήκη είναι διαφορετική από αυτήν που προέβλεψες.

Γ.Κ. Πρόβλεψη υπήρχε για δύο μόνο ρόλους, για τους οποίους ο Μιχάλης είχε διαμορφώσει διαφορετικά τη μουσική του, όχι όμως για τη Στρέλλα, επειδή θα «σήκωνε» μουσικά το 90% του έργου. Έπρεπε, επομένως, να γίνει μια ζύμωση, αφού το υλικό υπήρχε ήδη.

— Αλήθεια, με όσα συνέβησαν το φθινόπωρο, τις αντιδράσεις που προκάλεσε η αρχική επιλογή σας να ερμηνεύσει άνδρας τον πρωταγωνιστικό ρόλο και την απόφαση να αναβληθεί η παράσταση  προκειμένου να βρεθεί μέσω ακροάσεων μια διεμφυλική καλλιτέχνιδα για τον ρόλο της Στρέλλας, αναγκαστήκατε να αλλάξετε πολλά;
Μ.Π. Εκ των πραγμάτων έγιναν πολλές προσαρμογές.

Γ.Κ. Για να γίνει η παραγωγή και να μην ακυρωθεί, βρήκαμε μια σκηνική λύση η οποία εν τέλει με εκφράζει πάρα πολύ. Ουσιαστικά αυτό που κάναμε, με αφορμή την ίδια τη δραματουργία του έργου, ήταν να πάρουμε τον σκίουρο, που στην ταινία σχετίζεται με την παιδική ηλικία του Γιώργου, και της Μαρίας Κάλλας, το alter ego της Στρέλλας –τη θαυμάζει, την υποδύεται στις «Κούκλες», λέει κάπου «Η Κάλλας με έσωσε» – και τα κάναμε ρόλους. Είναι οι φανταστικοί φίλοι, τα avatar των δύο πρωταγωνιστών. Η Κάλλας, για παράδειγμα, εκεί που υπάρχει πληγή, έρχεται να βοηθήσει, για να μπορέσει η Στρέλλα να ζήσει αυτή τη ζωή, που τα μεγέθη της πραγματικά θυμίζουν όπερα. Είναι μια καλλιτεχνική ιδέα που προστέθηκε για πρακτικούς λόγους, αλλά τελικά ξεκλειδώνει πράγματα σε σχέση με την ίδια την ιστορία.

Μ.Π. Η ιδέα αυτή «ξεκολλάει» την όπερα από την ταινία ακόμα περισσότερο. Για μένα ο σκίουρος και η Κάλλας είναι πολύ σημαντικές οντότητες για την παράσταση. Τη βοηθούν να ξεφύγει από τον ρεαλισμό του κινηματογράφου και να περάσει σε έναν μαγικό ρεαλισμό.

— Τι γεύση όμως σας άφησε όλη αυτή η περιπέτεια;
Γ.Κ. Θεωρώ ότι άρχισε ένας πολύ ενδιαφέρων δημόσιος διάλογος. Καταρχάς είναι σπουδαίο που η «Στρέλλα» ανεβαίνει από έναν κρατικό οργανισμό όπως είναι η Λυρική, και χαίρομαι που είμαι μέρος αυτού του σημαντικού εγχειρήματος. Σκεφτόμουν όταν κάναμε ακροάσεις πόσα παιδιά μπορεί να πάρουν θάρρος και να αρχίσουν να ασχολούνται με αυτό που αγαπούν. Δεν ξέρω τι θα καταφέρουμε καλλιτεχνικά, αλλά σαν πολιτική πράξη η «Στρέλλα» είναι ήδη επιτυχία. Τώρα σε προσωπικό επίπεδο, με την περιπέτεια αυτή δεν πέρασα και πολύ καλά, δεν θα ήθελα να το ξαναζήσω…

— Η σημερινή παράσταση απέχει 13 χρόνια από την κινηματογραφική «Στρέλλα». Από τότε έχουν γίνει κάποια θετικά βήματα για την αναγνώριση των δικαιωμάτων των τρανς γυναικών. Αυτή η νέα πραγματικότητα περνά στη σκηνοθετική σας προσέγγιση; Η δική σας Στρέλλα ζει στο σήμερα ή στην εποχή της ταινίας;
Γ.Κ. Όχι, δεν υπάρχει επικαιροποίηση. Δεν χρειάστηκε καν. Κρατήσαμε τη Στρέλλα του Κούτρα. Κάναμε μεταφορά της ταινίας σε μουσικό είδος. Συμβαίνει, δε, κάτι παράδοξο. Βλέπεις για παράδειγμα μια ταινία για τον Κένεντι. Αυτός είναι το πραγματικό πρόσωπο και η ταινία φτιάχνεται πάνω στη ζωή του. Εγώ για κάποιον λόγο, νιώθω ότι η ταινία είναι η πραγματική ιστορία κι εμείς μεταφέρουμε την πραγματικότητα σε παράσταση!

— Αν δεν κάνω λάθος, είναι η πρώτη φορά που εμφανίζονται στην Εναλλακτική Σκηνή και γενικά στη Λυρική διεμφυλικές καλλιτέχνιδες. Το κοινό που θα έρθει –η παράσταση είναι όπως ακούω, sold out– προφανώς γνωρίζει τι να περιμένει. Πιστεύετε ότι η παρουσία τρανς γυναικών επί σκηνής μπορεί  να σοκάρει ένα πιο συντηρητικό κοινό;

Γ.Κ. Μακάρι να το τολμήσουν και να έρθουν. Γιατί αν σε μια παράσταση που μιλάει για αιμομιξία, σοκαριστούν στη θέα των τρανς γυναικών, τι να πω, θα πρέπει να αναρωτηθούν οι ίδιοι για τον εαυτό τους! Η αποκάλυψη της σχέσης των δύο πρωταγωνιστών είναι το κεντρικό συμβάν. Ρωτάμε ποτέ γιατί πάνε να δουν τον «Οιδίποδα»; Όχι. Γιατί να τους τρομάξει η «Στρέλλα»; Σιγά!

Μ.Π. Μα και στην κινηματογραφική «Στρέλλα», μαθαίνουμε από την αρχή ότι είναι τρανς γιατί δεν είναι αυτό το θέμα της ταινίας, όπως για παράδειγμα στο «Παιχνίδι των λυγμών», αλλά το τι γίνεται μετά. Το ότι σε κάνει δε να το ξεχάσεις, είναι τρομερό επίτευγμα.

— Επιδιώξατε να έρθετε σε επαφή με τον Πάνο Κούτρα ή τον Παναγιώτη Ευαγγελίδη πριν δουλέψετε τη δική σας οπερατική εκδοχή;

Μ.Π. Αρχικά είχα μιλήσει με τον Πάνο Κούτρα για την ιδέα να κάνω τη «Στρέλλα» όπερα και του είχε αρέσει πολύ. Με ρώτησε μόνο «τι μουσική γράφεις, αυτά τα ατονάλ;» και του είχα πει «ε, περίπου». Η απάντησή του ήταν ευτυχώς «Γράψε ό,τι θέλεις, δεν έχω θέμα».  Ήρθε αργότερα σε επαφή μαζί του η Αλεξάνδρα Κ* αλλά γενικά το άφησε πάνω μας. Ήθελε να ξέρει τι γίνεται αλλά όχι να μας ελέγχει.

Γ.Κ. Εγώ να καταλάβεις, δεν τον έχω γνωρίσει ακόμη!

— Η μουσική της ταινίας που έγραψε ο Μιχάλης ∆έλτα, σου έδωσε κάποιο στίγμα για το πού και πώς θα κινηθείς;
Μ.Π. Το πού θα μπει η μουσική, όχι. Ούτε και το τι θα είναι, γιατί έτσι κι αλλιώς η μουσική του Δέλτα ήταν διακριτική αν και πολύ λειτουργική. Έχει ένα ύφος πολύ συγκινητικό και ευαίσθητο. Δεν θεωρώ όμως ότι θα μπορούσε να δώσει κάτι.

Γ.Κ. Η μουσική του Μιχάλη έχει μέσα της αφήγηση, παίρνει θέση στην αίσθηση, την καθοδηγεί, καθορίζει την οπτική που παρακολουθείς την ιστορία και ίσως φωτίζει καλύτερα κάποιες πτυχές της ταινίας.

Μ.Π. …ναι, πολλές επιλογές μου έχουν να κάνουν με το πώς είχα νιώσει πρωτοβλέποντας την ταινία. 

— Πώς είναι η συνεργασία σας με τη Λέττα Κάππα, τη Στρέλλα σας, όπως και με τις άλλες διεμφυλικές καλλιτέχνιδες; Το γεγονός ότι βρίσκονται για πρώτη φορά στην Εναλλακτική Σκηνή και πρωταγωνιστούν σε μια σημαντική παραγωγή τις έχει τρομάξει;
Γ.Κ. Δεν ξέρω, μάλλον πρέπει να ρωτήσεις τις ίδιες αλλά είναι τόση η δουλειά που δεν νομίζω ότι έχουν προλάβει να το σκεφτούν. Μπήκαν ξαφνικά σε μια μηχανή που τρέχει με χίλια. Με πρόβες, μουσικές, σκηνικά, φωτογραφίσεις, συνεντεύξεις...

Μ.Π. Άλλοι που βρίσκονται στον χώρο το έχουν συνηθίσει και το βρίσκουν φυσιολογικό αλλά γι’ αυτές είναι ένα τεράστιο κύμα. Τις τρελαίνουμε κι εμείς, άλλες οδηγίες εγώ, άλλες ο Γιώργος... Χωρίς σκηνική εμπειρία τούς είναι δύσκολο να προβλέψουν τι λειτουργεί στην πρόβα. Παρόλα αυτά είναι πολύ συνεργάσιμες.

Γ.Κ. Αυτό που μου προξένησε μεγάλη εντύπωση ήταν ότι αν κάτι δεν πάει καλά στην πρόβα νιώθουν άσχημα και προσπαθούν ακόμα περισσότερο, γιατί δεν θέλουν να μας καθυστερούν.

— Θα παρακολουθήσουμε μια όπερα δωματίου. Τι πιστεύετε ότι μπορεί να πρόσθεσε στη γοητεία της ταινίας η μουσική και τι ίσως φοβάστε ότι μπορεί να της αφαίρεσε;

Μ.Π. Έχει μια άλλου είδους γοητεία. Δεν ξέρω αν αφαιρέσαμε ή αν της προσθέσαμε κάτι που δεν είχε. Νομίζω πως η ταινία λειτουργεί τέλεια όπως είναι, και η όπερά μας λειτουργεί τέλεια όπως είναι!

— Τώρα που φτάσατε στο παραπέντε της πρεμιέρας, αισθάνεστε ότι καταφέρατε αυτό που είχατε στο μυαλό σας, να κάνετε τη «Στρέλλα» όπερα;
Μ.Π. Εγώ νομίζω ναι, δεδομένων των συνθηκών. Κι αν θα το ξανακάνουμε ποτέ, θα είμαστε προετοιμασμένοι γι’ αυτό που έρχεται, οπότε θα το κάνουμε ακόμα καλύτερα!

Γ.Κ. Περάσαμε από Συμπληγάδες και αυτό που καταφέραμε είναι ηρωικό! Στη φάση που βρισκόμαστε, τα στοιχεία όλα είναι εκεί και από μόνα τους είναι καλά. Το πώς θα μπορέσουν τώρα η υποκριτική με τη μουσική να λιώσουν και να ενοποιηθούν, μένει να αποδειχθεί.