Θεατρο - Οπερα

Είδαμε την όπερα «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσένσκ» του Ντμίτρι Σοστακόβιτς από την ΕΛΣ

Θριαμβικά ντεσιμπέλ

Λένα Ιωαννίδου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» στην Εθνική Λυρική Σκηνή, σε σκηνοθεσία της Φανί Αρντάν, είναι μια όπερα που θα θυμόμαστε για καιρό.

Η «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» του Ντμίτρι Σοστακόβιτς ήταν για όλους ένα μεγάλο στοίχημα. Για τη Λυρική και τον Γιώργο Κουμεντάκη που πήραν το ρίσκο μιας πολυέξοδης παραγωγής για να παρουσιάσουν στο κοινό όχι ένα από τα δημοφιλή μελοδράματα του μπελκάντο αλλά μια «δύσκολη» όπερα του 20ού αιώνα. Για την ορχήστρα της που έπρεπε να αναμετρηθεί με ένα εξαιρετικά απαιτητικό έργο του σύγχρονου ρεπερτορίου. Για την ταλαντούχα Φανί Αρντάν που κλήθηκε να σκηνοθετήσει για πρώτη φορά όπερα. Το στοίχημα αυτό κερδήθηκε από όλους...

© Δ. Σακαλάκης

Την ώρα που γράφω αυτό το κείμενο στο μυαλό μου έχουν κολλήσει ένας ήχος και μια εικόνα: το οξύ, εκκωφαντικό κρεσέντο των χάλκινων πνευστών από τα πλαϊνά θεωρεία της Λυρικής και η ψηλόλιγνη μαυροντυμένη φιγούρα της Φανί Αρντάν στην ώρα της υπόκλισης, να σηκώνει συγκινημένη τα χέρια της ψηλά και να αγκαλιάζει νοερά όλους τους συντελεστές της παράστασης, τους ανθρώπους που έδωσαν σάρκα και οστά στο όραμά της.

Η υπόκλιση της Φανί Αρντάν © Χ. Ακριβιάδης

Η «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» είναι μια όπερα που σε σοκάρει με την τόλμη της και συγχρόνως σε μαγεύει με τη μουσική της. Στην παράσταση που παρακολούθησα το βράδυ της Κυριακής τα ένιωσα και τα δύο. Το πρώτο χάρη στη Φανί Αρντάν, το δεύτερο χάρη στον Βασίλη Χριστόπουλο που βρέθηκε στο πόντιουμ της ορχήστρας.

Βασίλης Χριστόπουλος © Χ. Ακριβιάδης

Το ζητούμενο για τη διάσημη γαλλίδα ηθοποιό ήταν η ωμή βία, ο ερωτισμός και οι δραματικές εκρήξεις που διατρέχουν το λιμπρέτο και τη μουσική του Σοστακόβιτς να μεταφερθούν το ίδιο ρεαλιστικά και επί σκηνής. Θέλησε οι ήρωές της να πονέσουν, να εξευτελιστούν, να δείξουν την οργή τους, το πάθος τους, τα άγρια ένστικτά τους. Και σαν να «μπόλιασε» σολίστ και χορωδία με το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο, το κατόρθωσε αποσπώντας από όλους ανεξαιρέτως αληθινά σπουδαίες ερμηνείες.

© Δ. Σακαλάκης

Η εντυπωσιακή ρωσίδα υψίφωνος Σβετλάνα Σοζντάτελεβα−η «Λαίδη Μάκβεθ» του τίτλου− έπλασε μια συναρπαστική Κατερίνα Ισμαήλοβα, γεμάτη πάθος και ορμές, έτοιμη να κάνει τα πάντα −ακόμα και φόνους− και να υποστεί τις συνέπειες, προκειμένου να απελευθερωθεί και να ζήσει τον έρωτά της. Παρακολουθώντας τις κινήσεις της και ακούγοντας την ακμαία, λαμπερή φωνή της, ένιωθες τις εσωτερικές της συγκρούσεις, την πλήξη της δίπλα στον βαρετό σύζυγο, το μίσος της για τον καταπιεστικό και λάγνο πεθερό, τον σαρκικό πόθο, τη ζήλια της για τον Σεργκέι. Έγινε η αντιηρωίδα που σε «αναγκάζει» να τη συμπαθήσεις, ακόμα και να δικαιολογήσεις τις πράξεις της − όπως ακριβώς ήθελε και ο Σοστακόβιτς.

© Χ. Ακριβιάδης

Δίπλα της, στο ρόλο «ιδανικού και ανάξιου» εραστή, ο επιβλητικός ρώσος τενόρος Σεργκέι Σεμισκούρ μάς χάρισε μια στιβαρή ερμηνεία με ένταση αλλά και λυρισμό. Εξαιρετικά πειστικός στον αντιπαθητικό ρόλο του πεθερού Μπορίς Ισμαήλοφ ο Γιάννης Γιαννίσης όπως και ο Γιάννης Χριστόπουλος ως σύζυγος-καρικατούρα Ζινόβι Ισαμήλοφ − τα θύματα της Κατερίνας. Πολύ καλές ερμηνείες έδωσαν τέλος η Σοφία Κυανίδου στο μικρό αλλά απαιτητικό ρόλο της Ακσίνια −σχεδόν βιάζεται επί σκηνής…− και η Βικτώρια Μαϊφάτοβα στο ρόλο της Σονιέτκα, της προκλητικής αντιζήλου της Κατερίνας.

© Άρης Μεσσήνης

Γύρω από τα κεντρικά πρόσωπα του έργου, η Φανί Αρντάν με τη συνδρομή των υπερταλαντούχων συνεργατών της έχτισε τον μικρόκοσμό τους − μια κοινωνία σκληρή, υποκριτική και χαιρέκακη, με εξαθλιωμένους χωρικούς, διεφθαρμένη εξουσία και απροκάλυπτη αστυνομική βία. Με το αφαιρετικό αλλά άκρως λειτουργικό πολυμορφικό υποστατικό της οικογένειας Ισμαήλοφ −φωτισμένο έξοχα σε αποχρώσεις του κόκκινου από τον Λούκα Μπιγκάτσι− που υπέγραψε ο Τομπίας Χόαϊζελ, να δεσπόζει επί σκηνής, κυρίως όμως με τα 400 εκπληκτικής αισθητικής κοστούμια των σολίστ και της χορωδίας που δημιούργησαν η διάσημη Μιλένα Κανονέρο και η Πέτρα Ράινχαρτ, μας ταξίδεψαν στην επαρχία της προεπανασταστικής Ρωσίας των Τσάρων και μας αφηγήθηκαν μια ιστορία σκοτεινή, βίαιη, δραματική αλλά και γελοία, ή, κατά τον Σοστακόβιτς, μια «τραγωδία-σάτιρα». 

© Άρης Μεσσήνης

Η «Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενσκ» αποτέλεσε όμως και κορυφαία στιγμή για την ορχήστρα της ΕΛΣ. Με την ευφυή καθοδήγηση του Βασίλη Χριστόπουλου δάμασε τη μνημειώδη μουσική σύνθεση του Σοστακόβιτς και μας αποκάλυψε όλη τη μαγεία της. Για τρεις περίπου ώρες την ακολουθήσαμε σε ένα ιλιγγιώδες ρόλερ κόστερ, με μουσικές αναβάσεις και καταβάσεις, από την αγριότητα στο λυρισμό, από τις τρυφερές μελωδίες στα θυελλώδη ιντερλούδια και τα σατιρικά ρετσιτατίβι, από τον παροξυσμό στη μελαγχολία. Η συνταρακτική πασσακάλια με το «λαχάνιασμα», τις «ανάσες», το «καρδιοχτύπι» της ορχήστρας στη σκηνή της αποπλάνησης της Κατερίνα Ισμαήλοβα, ή το ιντερλούδιο με τα χάλκινα πνευστά από τα πλαϊνά θεωρεία της αίθουσας στη σκηνή της κηδείας του Μπορίς που ανέβασαν τα ντεσιμπέλ στα ύψη, είναι μουσικές στιγμές που θα θυμόμαστε για καιρό...

© Χ. Ακριβιάδης


Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση στο Guide της Athens Voice