Μουσικη

Γιατί μου αρέσει (τόσο πολύ) η Ιουλία Καραπατάκη

Η σκηνή θέλει αλήθεια – και λίγο καύσιμο στα σωθικά

loukas-velidakis.jpg
Λουκάς Βελιδάκης
ΤΕΥΧΟΣ 964
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Γιατί μου αρέσει (τόσο πολύ) η Ιουλία Καραπατάκη
© EUROKINISSI/ΚΑΝΕΛΛΑ ΚΛΙΜΑΤΣΙΔΑ

Στις συναυλίες της Ιουλίας Καραπατάκη πηγαίνεις για να χάνεσαι. Κι αυτό σήμερα δεν είναι απλό. Είναι ανομολόγητη απόλαυση.

Κόλλησε μέσα μου ο ήχος –υποσυνείδητα, συνειδητά, δεν ξέρω–, η αίσθηση, και περισσότερο, σαν να επρόκειτο για αρχέγονο κάλεσμα που σε συνεπαίρνει και σε συγκλονίζει ψυχικά, κάτι που με κάνει να θέλω σηκωθώ και να χορέψω (ενώ δεν ξέρω να χορεύω), να σιγοτραγουδήσω κι εγώ μαζί. Προσπάθησα να καταλάβω το γιατί.Τι προκαλεί αυτή την εσωτερική ευφορία;

Ιδιαίτερες γνώσεις γύρω από την ελληνική μουσική σκηνή δεν έχω –ακούω όμως, προσέχω, κι έτυχε να πετύχω σε κάποια οθόνη την Ιουλία Καραπατάκη να τραγουδά το «Γλέντι»: ήχος νησιώτικος, ξεσηκωτικός, αλλά δεν ήταν αυτό μόνο. Κόλλησε το βλέμμα μου στην ίδια, την κυκλική της κίνηση, το χαμήλωμα του κορμιού της, τον χορό που δεν είναι χορογραφημένος (ήταν ζορμπαδίστικος), το αβίαστο χαμόγελο, τη φαινομενικά χωρίς κόπο και καμία επιτήδευση δύναμη της φωνής –έγραφα ειδήσεις, κάλυπτα τον πόλεμο στο Ιράν και άκουγα την Καραπατάκη να μου τραγουδάει «μάτια μου, εγώ για σένα έχω έρωτα που άλλο δεν αντέχω» κι όλα μού έμοιαζαν φυσιολογικά.

Γκιντίκι feat.Ιουλία Καραπατάκη - Το γλέντι I Gidiki feat.Ioulia Karapataki  - To glenti

Δεν έχω πάει ποτέ σε συναυλία της –δεν το έχω με τις συναυλίες γενικά–, δεν τη γνώριζα μέχρι προχθές, αλλά ομολογώ ότι είχε καιρό να με συνεγείρει ήχος, τραγούδι και φωνή τόσο πολύ. Κι αναρωτήθηκα…

Δεν είναι καινούργια – έκανα έρευνα. Και δεν εμφανίζεται με τρόπο που σου ζητά να την κοιτάξεις. Απλώς βγαίνει στη σκηνή, πιάνει το μικρόφωνο κι αρχίζει να τραγουδά, κι αυτό μοιάζει αρκετό. Όχι επειδή έχει τη δυνατότερη φωνή ή την πιο δύσκολη ερμηνεία, αλλά επειδή εκείνη τη στιγμή κάτι μετατοπίζεται: Μια ένταση ξεκινά να κυκλοφορεί – αδιόρατη στην αρχή, ύστερα σαρωτική. Σαν να ενεργοποιείται μια μνήμη του σώματος που δεν ξέρεις ότι έχεις.

Η Καραπατάκη δεν διαφημίστηκε, δεν την είχα ακούσει ποτέ. Δεν μπήκε από τις πόρτες των μέσων, των brands ή των επιτροπών. Παρακολούθησα πολλά βίντεο από συναυλίες της σε όλη την Ελλάδα – παντού μια ατμόσφαιρα διονυσιακή, σαν να υπάρχει μια υπόγεια συνθήκη στην οποία άπαντες συνομολογούν: Στις συναυλίες της δεν πηγαίνεις για να ανεβάσεις story, πηγαίνεις για να χάνεσαι. Κι αυτό σήμερα δεν είναι απλό – ούτε καν ως ρετρό. Είναι ανομολόγητη απόλαυση. Και το κοινό αυτό πολλαπλασιάζεται γιατί δεν καταναλώνει μουσική, τη ζει.

Το εντυπωσιακό είναι πως τίποτα απ’ όσα κάνει δεν είναι «εντυπωσιακό». Δεν υπάρχει στημένο ύφος, δεν υπάρχουν δηλώσεις, δεν υπάρχει σκηνοθεσία. Η σκηνή λειτουργεί σαν επέκταση της φωνής και του σώματός της – φυσική παρουσία, χωρίς επιτήδευση. Ο τρόπος που μεταφέρει το τραγούδι θυμίζει κάτι αρχαίο, σχεδόν τελετουργικό: μια στιγμή συλλογικής συμμετοχής, όπου ο ήχος λειτουργεί σαν αγωγός, όχι σαν επίδειξη.

Ιουλία Καραπατάκη - Νερό στη Βάρκα -  Live  Τεχνόπολη

Μέσα σε μια εποχή μουσικής υπερπαραγωγής, όπου η εικόνα προηγείται του ήχου, όπου κάθε φωνή πρέπει να πλαισιώνεται από brand identity και social media μηχανισμό, η Καραπατάκη λες και προέρχεται από άλλο σύμπαν. Ή καλύτερα: να επιστρέφει σε κάτι που υπήρχε πριν απ’ όλα αυτά. Δεν είναι vintage, δεν είναι αναβίωση. Είναι κάτι πολύ πιο άμεσο και πολύ πιο ζωντανό – η αυθεντικότητα ενός πράγματος που δεν προσπαθεί να σε πείσει για τίποτα. Σαν να επιστρέφεις σε μια αφιλτράριστη αλήθεια σου, κι αυτό από μόνο του δρα ανακουφιστικά.

Κι αυτή ακριβώς η διαφορά είναι που σαγηνεύει, εμένα τουλάχιστον. Ο παλμός που σε ξεσηκώνει. Δεν καταλαβαίνεις πότε αρχίζεις να χορεύεις, πότε σηκώνεις τα χέρια, πότε συμμετέχεις. Δεν έχει hype, έχει επίδραση. Δεν πατάει στην εποχή της, την παρακάμπτει και μετατοπίζεται σε κάτι άχρονο μα και διαχρονικό μαζί – πολύ ιδιαίτερο μείγμα.

Η Ιουλία Καραπατάκη δεν μου θύμισε κάτι άλλο – δεν παρέπεμψε τη σκέψη μου σε κάτι που είχα δει κάποτε κι έμεινε. Υπάρχει με τον δικό της τρόπο κι αυτό είναι αρκετό για να μην ξεχάσεις τη στιγμή που την άκουσες για πρώτη φορά. Και μετά να γράφεις κάτι άλλο, αλλά από μέσα σου πάλλεται ο ήχος από το «Γλέντι»: ένα είδος διονυσιακής έξαρσης. Μια αρχέγονη ανάγκη να πεταχτείς σαν ελατήριο και να μιλήσεις με το σώμα.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY