Μουσικη

Γιάννης Αγγελάκας, No Saint

Η «Ταξιδιάρα Ψυχή», μια ταινία για τον Γιάννη Αγγελάκα έδωσε στο SOUL την ευκαιρία να του μιλήσει

62222-137653.jpg
A.V. Team
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
5589-24817.jpg

Πώς προέκυψε η ιδέα για την ταινία της Αγγελι­κής Αριστομενοπούλου που πραγματεύεται τη διαδρομή σου; Αρχικά μου ζητήθηκε από την Onos Productions να συμμετάσχω σε ένα ντοκιμαντέρ που ετοιμαζόταν για λογαριασμό της ΕΤ. Εγώ δε βγαίνω σε πάνελ και «παράθυρα», τα σιχαίνομαι, αλλά αν θέλει κάποιος να μάθει για τη μουσική μας, δεν έχω πρόβλημα. Οπότε συμφωνήθηκε να έρχε­ται η κάμερα στις πρόβες. Στην πορεία γνώρισα και την Αγγελική, που την ήξερα από το «Ο χαμένος τα παίρνει όλα» του Νικολαΐδη. Η συμμετοχή της με χα­ροποίησε, γιατί απέκτησα έναν άνθρωπο εμπιστο­σύνης σε αυτό το πρότζεκτ. Το ντοκιμαντέρ αναφέ­ρεται κυρίως στο παρόν και το πρόσφατο παρελθόν. Είναι ένα ντοκιμαντέρ για την All Together Now και τα όσα μου συνέβησαν την τελευταία δεκαετία.

Το προτιμάς έτσι, αντί για μια πληρέστερη ιστο­ρική αναδρομή που θα συμπεριλάμβανε και τα χρόνια σου με τις Τρύπες;  Δε θα το έλεγα, απλώς δε μας έτυχε να προταθεί κάτι ανάλογο. Και εμένα με ενδιαφέρει ό,τι γίνεται να είναι ζεστό. Να κερδί­σει κάποιος την εμπιστοσύνη μας. Να σεβαστεί την ιστορία και το έργο μας. Η Αγγελική είχε όλα αυτά τα προσόντα. Ήταν αόρατη, ήταν παλιά γνωστή και κατέγραφε πιστά αυτό που συνέβαινε.

Θα το σκεφτόσουν να συγκατανεύσεις σε ένα ντοκιμαντέρ για τις Τρύπες; Σίγουρα πολύς κό­σμος θα το περίμενε πώς και πώς. Προτάσεις υπάρχουν πάντως. Θα δούμε.

Τι ετοιμάζεις τώρα; Μια νέα ηχογράφηση. 

Με τους Επισκέπτες; Είναι μια καινούργια δουλειά, που μπορεί να γίνει με τους Επισκέπτες είτε με μια άλλη ομάδα που θα συμπεριλαμβάνει βασικά μέλη των Επισκεπτών.

Είναι πρώιμο να μιλήσεις για το περιεχόμενό της; Ναι, είναι πολύ νωρίς.

Έχεις θέσει κάποιο χρονοδιάγραμμα; Πότε υπο­λογίζεις να κυκλοφορήσει; Το χρονοδιάγραμμα εξαντλείται όταν χαιρόμαστε να ακούμε αυτό που ηχογραφήσαμε. 

Πώς συντηρείται ένα τόσο πολυάνθρωπο σχήμα σαν τους Επισκέπτες; Είναι και δύσκολο και εξα­ντλητικό, αλλά μου δίνει μεγάλη χαρά. Έσπασα τα μούτρα μου και ταυτόχρονα έζησα πολύ ωραία χρόνια. Με ικανοποιεί το ότι συνεργάστηκα με μουσικούς που αποτελούν κομμάτι της παρά­δοσης. Με τον Ψαραντώνη, τον Ψαρογιώργη, το πολυφωνικό κουιντέτο από την Ήπειρο που ονομάζεται Διώνη, με τα χάλκινα από την Κοζάνη. Αρέσκομαι υπερβολικά να δουλεύω με παραδοσι­ακούς μουσικούς, ιδιαίτερα με όσους προωθούν την ψυχεδέλεια και τον πειραματισμό. 

Ο κόσμος πώς ανταποκρίνεται; Έγινε δημοφιλέ­στερος, ας πούμε, ο Ψαραντώνης, από τη στιγμή που τον κυκλοφόρησες στην All Together Now; Σε σχέση με το χάλι της αγοράς, η εταιρία μας στέ­κεται στα πόδια της και προχωράει. Πουλάει δίσκους και διαθέτει ικανά έσοδα ώστε να χρηματοδοτεί παραγωγές. Το ζητούμενο όμως είναι η καύλα του να κάνεις πράγματα. Πολλά από τα πράγματα που κάνουμε είναι βραδείας ανάφλεξης, θα δικαιωθούν στο πέρασμα του χρόνου. Γενικότερα, θεωρώ πως είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα εποχή, γιατί εδώ και χρόνια έχουν συναντηθεί τα ρεύματα και οι τάσεις. Προκύπτουν φοβερά κοκτέιλ ήχου, ρυθμού και κουλτούρας. Το ίδιο συμβαίνει και στους Επισκέπτες. Δεν έχουμε κολλήσει σε κάποια δεκαετία. Είμαστε απόλυτα μέσα στο 2010. Είναι, βέβαια, πιο αντερ­γκράουντ τα πράγματα. Ευτυχώς, το ίντερνετ συμ­βάλλει στην αποτελεσματικότερη προώθηση ήχων που δε θα ήταν προσβάσιμοι στο παρελθόν.

Δεν έχεις κοιτάξει καθόλου πίσω σου, από τη στιγμή που διαλύθηκαν οι Τρύπες. Βρίσκεσαι σε μια διαρκή διαδικασία εξέλιξης. Δεν άφησες τον εαυτό σου να νιώσει το μούδιασμα της διάλυσης του σπουδαίου σου γκρουπ; Οι Τρύπες ήταν η μεγάλη πραγμάτωση του εφηβικού μου ονείρου. Ο έρωτας κάποτε τελειώνει, αλλά ο αντίκτυπός του δε χάνεται. Προσωπικά είχα πάρει φόρα από το ’96. Ήδη από το «Κεφάλι Γεμάτο Χρυσάφι», έβλεπα την επερχόμενη εξέλιξή μου ως μουσικός.

Θα ήθελα να σταθώ στη συνεργασία σου με τον Νίκο Βελιώτη. Έναν πειραματιστή φτασμένο στο εξωτερικό, αλλά παντελώς άγνωστο εδώ, μέχρι τις «Ανάσες των Λύκων». Με τον Νίκο είμαστε σαν ένα σώμα. Ανταμώσαμε το 2001 για το σάουντρακ του Νικολαΐδη, και από το πρώτο κιόλας κομμάτι αναπτύχθηκε μεταξύ μας μια δυναμική. Πλέον δεν το θεωρώ καν συνεργασία. Είμαστε σύντροφοι.

Πότε σκέφτηκες για πρώτη φορά να γίνεις μου­σικός; Δεκατεσσάρων ή δεκαπέντε. Τότε που άρχι­σα να παίζω κιθάρα.

Στη Νεάπολη; Ναι, λίγο μετά τη μεταπολίτευση.

Πώς ήταν η Νεάπολη τότε; Ήταν συνοικία μουσι­κών. Υπήρχαν οι Μωβ, οι Γκρόβερ… Ήταν μια φτω­χογειτονιά με πολλή ενέργεια.

Να υποθέσω ότι δεν υπήρχε η σημερινή οικοδο­μική ανάπτυξη; Καμία σχέση. Τώρα περνάω και δεν κοιτάω. Ήταν πολύ ωραία. Και είχε και φοβερά παιδιά, ωραίες παρέες. Πολλές από αυτές, δυστυ­χώς, τις έχω χάσει τώρα.

Πού κάνατε πρόβες; Σε υπόγεια, σε περιστερώνες, όπου βρίσκαμε. Παίζαμε και με άλλες μπάντες, πριν τις Τρύπες. Και εγώ, και ο Χρήστος ο Καρράς, και ο Μπάμπης Παπαδόπουλος, ο οποίος ήρθε μαζί μας λίγο αργότερα. Το πρώτο live Τρύπες έγινε στα πανεπιστήμια. Το ’81 ή το ’82.

Το πρώτο σας άλμπουμ; Κυκλοφόρησε το 1985, από την Ano Kato του Τσακαλίδη. Ο οποίος άκουσε τα ντέμο, του άρεσαν, πλήρωσε για την ηχογράφη­ση. Τρόπος του λέγειν, ηχογράφηση, γιατί πραγμα­τοποιήθηκε σε διάστημα μόλις δυο-τριών ημερών.

Νιώθατε την αίσθηση πως φτιάχνατε κάτι ξεχω­ριστό; Ήμασταν ταρακουνημένοι έτσι κι αλλιώς, οπότε στο μυαλό μας υπήρχε η πιθανότητα να τα­ρακουνήσουμε και κάποιους άλλους. Αναλογίσου όμως ότι ξεκινήσαμε το ’85 και το μεγάλο μπαμ έγινε το ’94. Προϋποθέτει μεγάλη πίστη στον εαυ­τό σου κάτι τέτοιο. Είχαμε αναπτύξει κάποια μικρά, φανατικά ακροατήρια, τα οποία στην ουσία μας κρατούσαν ζωντανούς. 

Τι θυμάσαι από την πόλη εκείνη την περίοδο; Υπήρχε μια αίσθηση κοινότητας αλλά και αντι­παλότητες, εχθρικά στρατόπεδα. Ήταν μια εποχή φορτισμένη και, προπάντων, φορτισμένη ήταν η πόλη. Οι δρόμοι φλέγονταν, ήταν γεμάτοι κόσμο. Υπήρχαν καβγάδες, γλέντια, από όλα. Πιστεύω ότι εκείνη η περίοδος της Θεσσαλονίκης μου έδωσε μια φόρα που τη διατηρώ ακόμα. Υπέροχοι καιροί.

Καταναλώνονταν λιγότερα ναρκωτικά στο Ναυ­αρίνο σε σχέση με σήμερα; Υπήρχε η πρέζα, και μάλιστα τότε ήταν πιο μυθοποιημένη, περιβεβλη­μένη από αίγλη. Το να κάνεις πρέζα ήταν κάτι πολύ ηρωικό. Παρόλο που πολλοί δεν το πιστεύουν, εγώ δεν ενέδωσα ποτέ στην πρέζα. Δεν την έχω δοκιμάσει. Την έζησα από κοντά, ωστόσο. Και για αυτό την κράτησα μακριά μου. Έβλεπα φιλαράκια να ξεπέφτουν τόσο πολύ… Ήμουν ιδεολογικά αντί­θετος, την πολέμησα. Το θεωρούσα παράλογο να ζούνε οι άνθρωποι τη ζωή τους έτσι.

Πολιτικά πού στεκόσασταν τότε; Στο περιεχόμενο των στίχων μας. Το ΚΚΕ εγώ το είχα απομυθοποι­ήσει νωρίς, γιατί ο πατέρας μου το υποστήριζε, και έβλεπα ότι προσωπικά δε με βοηθούσε σαν άνθρω­πο. Αν θα έπρεπε να μπούμε κάτω από μια ταμπέλα, κατά κάποιο τρόπο ήμασταν αντιεξουσιαστές. Με τις ομάδες που εξέφραζαν το κίνημα όμως, φροντί­ζαμε να κρατάμε απόσταση, γιατί και εκείνοι είχαν υιοθετήσει μια ξύλινη γλώσσα που μας απέτρεπε. Κατά βάθος διέπονταν από πολιτικαντισμό.

Δεν είναι οξύμωρο; Ιδεολογίες ευφάνταστες και ποιητικές να αποπνέουν τόση μονολιθικότητα; Πρόσεξε, άλλο οι αριστεροί και άλλο η Αριστερά. Άλλο το οργανωμένο κόμμα που ελέγχει τα μέλη του και άλλο οι προσωπικές ιστορίες του κάθε αγωνιστή. Οι παλιοί αριστεροί είναι οι ωραιότεροι άνθρωποι. Οι πιο σκληραγωγημένοι και ηρωικοί.

Για να επαναπροσδιοριστούμε χρονικά, τι ακο­λούθησε το ντεμπούτο σας, το 1985; Αμέσως μετά έχουμε φύγει από τον Τσακαλίδη, είμαστε χωρίς εταιρία, και ο Σπύρος, πρώην ιδιοκτήτης του «Stereodisc», χρηματοδοτεί την ηχογράφησή μας, που έγινε στο «Αγροτικό» του Παπάζογλου. Έπειτα εμείς, έχοντας τα μάστερ στα χέρια μας, ψάξαμε για εταιρία. Ο πρώτος δίσκος είχε πουλήσει πέντε χιλιάδες αντίτυπα, ένα νούμερο που φανέρωνε προοπτικές. Πολλές εταιρίες όμως δεν ήθελαν ούτε να μας ακούσουν, μας θεωρούσαν υπερβολικά αλήτες, για να μας υπογράψουν. Σε αυτό το σημείο επεμβαίνει ο Γιάννης Πετρίδης. Ο οποίος έμαθε, ταξίδεψε ώς εδώ για να μας γνωρίσει, και με την διορατικότητα που τον διακρίνει, μας υπέγραψε.

Και γίνατε η πρώτη ελληνική ροκ μπάντα σε πολυεθνική, τη Virgin. Ναι, και μάλιστα μέσω του ανθρώπου που με μύησε με τις εκπομπές του στη μουσική. Που έκανε μια ολόκληρη γενιά να ασπα­στεί μια νέα κουλτούρα.

Θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτή μια δεύτερη πε­ρίοδος για τις Τρύπες; Το πιο σημαντικό για εμάς ήταν ότι όσο ανέβαιναν τα νούμερα των πωλήσεων, κερδίζαμε και ώρες ηχογράφησης. Ανεβάζαμε την ποιότητα των παραγωγών μας. Με αποκορύφωμα τα «Εννιά πληρωμένα τραγούδια», όπου έγινε το μπαμ και γίναμε πασίγνωστοι.

Πώς συνθέτατε; Γράφατε πρώτα τους στίχους ή τη μουσική; Με οποιονδήποτε τρόπο. Το σημαντι­κό ήταν ότι ζούσαμε ο ένας για τον άλλο.

Πρόβες καθημερινά; Αν όχι καθημερινά, τουλάχι­στον τρεις-τέσσερις μέρες τη βδομάδα τις βγάζα­με στα υπόγεια.

Ζούσατε από τη μουσική; Όοοχι! Ώς τα μέσα του ’90, αυτό το ενδεχόμενο δε μου περνούσε καν από το μυαλό. Έκανα διάφορα επαγγέλματα. Ντι τζέι, αγρότης, εργάτης, σερβιτόρος, οτιδήποτε.

Παρεμπιπτόντως, πολύ μου αρέσουν τα d.j. sets που κάνεις περιστασιακά στο «Residents». Ναι, όποιος αντέξει! 

Με μπόλικες δόσεις dub, έτσι; Το hip hop και το dub είναι μουσικές που μου αρέσει να παίζονται σε ένα μπαρ. Σπίτι ακούω και άλλα πράγματα. Ambient, noise…

Πώς ετοιμάζεις τα ντέμο σου τώρα; Με κιθάρα; Με μπάσο; Μια κιθάρα, ένα κρουστό και το λάπτοπ είναι αρκετά. Και προτιμότερα με παρέα. Μαζεύεται συχνά κόσμος στο σπίτι, και όχι πάντοτε με την επί­φαση μιας καλλιτεχνικής αναζήτησης, αν και συχνά προκύπτει ένα τραγούδι.

Η λέξη «φίλοι» προκύπτει διαρκώς στα λεγόμενά σου. Είναι σημαντικοί για εσένα; Είναι σημαντικοί όχι μόνο σαν υπόσταση, αλλά και για την έμπνευση που μου προσφέρουν.

Είσαι ένα δημόσιο πρόσωπο με διακριτικότητα και μετρημένη παρουσία, παρότι κυκλοφορείς νέες δουλειές τακτικότατα. Πώς το επιτυγχάνεις; Δεν μπορώ να το περιγράψω, γίνεται με φυσικότη­τα. Ας το αποκαλέσω γυμνασμένο ένστικτο και στέ­ρεες αρχές. Οφείλω να προωθώ τη δουλειά μου, αλλά το να γίνομαι υπερβολικός καταρχήν εξαντλεί εμένα τον ίδιο. Θέλω να στέκομαι εκεί που νιώθω σε αρμονία με τον εαυτό μου. 

Απορρίπτεις συχνά προτάσεις από τα Μέσα; Συνέχεια. Με ενδιαφέρει να κρατιέμαι υγιής, ζω­ντανός και χαρούμενος. Γιατί να υποκύπτω σε διαδικασία ανάλωσης μέσω πραγμάτων που δε με διεγείρουν;

Σε δελέασε ποτέ η ιδέα μιας πλουσιοπάροχα αμειβόμενης συνεργασίας; Δίνεις στον εαυτό σου το δικαίωμα της αρπαχτής; Ε όχι, αυτό δεν πρόκειται να το κάνω. Δε θέλω ποτέ να δω τη μουσική σαν βιοπορισμό, άσχετα αν ζω χάρη σε αυτή. Θέλω να ζω από τη χαρά της. Ειδάλλως θα προτιμούσα να την παρατήσω. Η μουσική είναι η θρησκεία μου. Της προσφέρω εαυτόν και όπου με οδηγήσει. Και μόνο που με βοηθά να στέκομαι στα πόδια μου, με γεμίζει ευγνωμοσύνη.

Η υστεροφημία σου σε ενδιαφέρει; Καθόλου. Νοιάζομαι για το παρόν και τη χαρά του σήμερα. Αν οι δουλειές μου έχουν να δώσουν κάτι στο μέλλον, τι θα με νοιάζει όταν δεν είμαι εδώ; 

Σε ανησυχεί η πτώση της δισκογραφίας; Όχι. Δε θα σταματήσει η Γη να γυρίζει, επειδή αλλάζουν τα δεδομένα της αγοράς. Οι οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες μπορεί να καμφθούν μέσω του ίντερνετ. Και να προκύψουν τα νέα ακροατήρια. Η All Together Now στηρίχτηκε από το κοινό της σε αυτές τις δύ­σκολες εποχές. Μπορεί μελλοντικά οι σχέσεις δημι­ουργών - ακροατών να γίνουν πολύ πιο ουσιαστικές. Να καταργηθούν οι μεσάζοντες, να εκλογικευθούν οι τιμές και να επικρατήσει η απλότητα. Μπορεί να φαίνεται ρομαντική τοποθέτηση, αλλά συνάμα ρεα­λιστική. Εγώ παλεύω για αυτή. Θα δούμε.

Πόσοι εμπλέκεστε στην All Together Now; Βασι­κός διαχειριστής είμαι εγώ, αλλά οι συνεργάτες δε­κάδες. Ο Τίτος Καργιωτάκης, ο Χρήστος Χαρμπίλας, ο Ντίνος Σαδίκης, ο Νίκος Βελιώτης, ο Μπίλι Μπα­χαρίδης, και ένα ευρύτερο team παιδιών που κινούνται γύρω από την εταιρία. Αρχικά, η All Together συστήθηκε για να έχουμε εμείς μια δισκο­γραφική στέγη. Στην πορεία, σκεφτήκαμε ότι θα είχε ενδιαφέρον να κάνουμε και κάποιες παραγωγές.

Δεν ήξερα ότι δραστηριοποιείσαι και σαν πα­ραγωγός. Πράγματι, έχω κάνει παραγωγή στον Ψαραντώνη και Ψαρογιώργη, τον τελευταίο μαζί με τον Βελιώτη. Μαζί με τον Τίτο και τον Χαρμπίλα διατηρούμε ένα στούντιο στο Ρετζίκι, όπου έχουν γράψει επιπλέον οι Χειμερινοί Κολυμβητές, οι Γκρό­βερ, ο Μάλαμας. Πάλι σε παρεΐστικο επίπεδο όμως. 

Σε τι φάση είσαι προσωπικά; Εκτός μουσικής φά­σης πάντως δεν είμαι, βρίσκομαι μονίμως εντός. Όλη μας η ζωή είναι αυτό. Να ταξιδεύουμε για να παίζου­με, να ηχογραφούμε, να πηγαίνουμε στην Κρήτη για να ξαναηχογραφήσουμε, και πάει λέγοντας.

Πώς σε επηρεάζει η περιρρέουσα κρίση; Πάντα με ενδιέφερε ο περίγυρός μου. Το πάρε δώσε με τη μουσική είναι, άλλωστε, από μόνο του ένα μήνυμα. Διεξάγει διάλογο.

Όταν μια χώρα χρεοκοπεί, μήπως τα μηνύμα­τα παύουν να εμπνέουν; Γιατί να μην εμπνέουν; Αν δε δηλώσουμε τώρα την παρουσία μας, πότε; Ο κόσμος όπως τον ξέραμε καταρρέει. Κατά τη γνώμη μου, είναι μια ενδιαφέρουσα, πολύ έντονη εποχή. Ίσως εντέλει επαναπροσδιοριστούν κάποιες σχέσεις, ίσως διερωτηθούμε για τις αρχές μας, για το πού φτάσαμε ο καθένας. Όταν ζορίζονται οι άνθρωποι, πλησιάζουν ο ένας τον άλλο. Ελπίζω σε ένα ουσιαστικότερο πάρε δώσε.

Σε πληροφορώ ότι πολύ ουσιαστικά πάρε δώσε υπάρχουν πάντως στο dvd της Αλεξανδράτου. Αυτό και αν έχει συνεπάρει τους ανθρώπους! Μη βλέπεις μόνο αυτά. Ο άρτος και τα θεάματα δεν είναι κάτι καινούργιο. Σκέψου διαλεκτικά. Για κάθε πορνοβίντεο υπάρχει ένας αντιστρόφως ανάλο­γος αριθμός ανθρώπων που γεννοβολούν ιδέες. Υπάρχει μια γοητεία σε αυτό. Μαζί με τον ξεπεσμό έρχεται και η ανασύσταση. 

Είναι η τηλεόραση το χειρότερο πράγμα που συμβαίνει σήμερα; Ήταν ολοφάνερο από την ώρα που δημιουργήθηκε. Είναι το μέτρο της κοινωνικής και πολιτικής μας ύπνωσης. Για τους ιστορικούς του μέλλοντος, αυτό που αποκαλεί­ται Μεσαίωνας θα φαντάζει ήπιο μπροστά στην πραγματικότητα που βιώνουμε τώρα.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΡΑΘΑΝΟΣ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: ΠΕΤΡΟΣ ΝΙΚΟΛΤΣΟΣ 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ