- CITY GUIDE
- PODCAST
-
17°
Γιατί σήμερα το ελληνικό σινεμά και θέατρο «χρωστάνε» στον Γιάννη Οικονομίδη
Η «Σπασμένη Φλέβα» έχει κόψει περισσότερα από 115.000 εισιτήρια. Τι συμβαίνει όμως πέρα από την επιτυχία και τους αριθμούς;
Γιάννης Οικονομίδης - Σπασμένη Φλέβα: Πώς ο σκηνοθέτης άλλαξε τους όρους στον ελληνικό κινηματογράφο και το θέατρο.
Η «Σπασμένη Φλέβα» του Γιάννη Οικονομίδη έγινε η ελληνική ταινία της χρονιάς μέσα σε τέσσερις σχεδόν εβδομάδες παρουσιάζοντας την Ελλάδα που μέχρι χτες αρνιόταν η επίσημη κουλτούρα, αλλά σήμερα την κοιτάει κατάματα. Ακαδημαϊκοί προσπαθούν να ερμηνεύσουν τον κόσμο του πεζοδρομίου για ένα φιλμ που ήρθε να βάλει ξανά το ερώτημα «τι είναι εμπορικό» και «τι είναι σοβαρό» στη σωστή του θέση: μαζί. Γιατί ένα σύγχρονο αστικό δράμα -με τοκογλύφο, χρέη, οικογενειακή ασφυξία κι έναν ήρωα που μετράει μέρες για να σώσει το σπίτι του- μπορεί να γίνει λαϊκό γεγονός, χωρίς να κλείνει το μάτι σε κανέναν.
Στα 58 του, ο Γιάννης Οικονομίδης δεν είναι η περίπτωση ανερχόμενου νεαρού σκηνοθέτη που θα επενδύσουν πάνω του διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ και μεγάλες εταιρείες παραγωγής. Στη Σκανδιναβία θα μπορούσε να είναι ο Ρόι Άντερσον. Στην Ελλάδα πάντως το κοινό ανταποκρίθηκε όχι από «φεστιβαλικό καθήκον» αλλά από έμπρακτη διάθεση στήριξης στις εποχές της streaming παντοκρατορίας. Τα τελευταία δεδομένα δείχνουν ότι η «Σπασμένη Φλέβα» έχει κόψει περισσότερα από 115.000 εισιτήρια μέχρι στιγμής, καταλαμβάνοντας την κορυφή του ελληνικού box-office για το 2025 στις εγχώριες παραγωγές – νούμερο που, για ελληνικό κοινωνικό δράμα, δεν είναι απλώς επιτυχία. Είναι μήνυμα.
Από εδώ ξεκινά το «γιατί χρωστάμε». Όχι γιατί πρέπει να κάνουμε λιβάνι στον δημιουργό -ο Γιάννης Οικονομίδης το αποφεύγει εξάλλου σαν διάολος- αλλά γιατί αν θέλουμε να συζητήσουμε για ελληνικό σινεμά και ελληνικό θέατρο, κατάφερε να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού.
Ο Γιάννης Οικονομίδης μας σύστησε την πραγματικότητα της «άλλης Ελλάδας». Την Ελλάδα που δεν είναι τουριστικό πλάνο, ούτε τηλεοπτική καρτ -ποστάλ. Είναι μια Ελλάδα πέρα από σκηνικά Instagram και ψευδαισθήσεις. Είναι η Ελλάδα των μικρομέγαλων αφεντικών που γκρεμίζονται, των σπιτιών που γίνονται όμηροι, των οικογενειών που λειτουργούν σαν κλειστά δωμάτια. Είναι η χώρα που έχουμε συναντήσει κι έχουμε αλισβερίσι στις γειτονιές, στις καντίνες, στους δρόμους. Και το έκανε χωρίς σαδιστική ηδονοθηρία, χωρίς συνθήματα στράτσων.
Ταυτόχρονα εξοικείωσε τους θεατές με την ακραία δραματουργία. Αυτό που κάποιοι αποκαλούν «υπερβολή», στη «Σπασμένη Φλέβα» είναι η μηχανική της τραγωδίας. Είναι ο τρόπος να πεις ότι το ελληνικό σήμερα έχει τη δομή ενός μύθου: μικρές επιλογές, μεγάλα χρέη, και μια κατάληξη που δεν συγχωρεί.
Το άνοιγμα του κινηματογραφιστή στον γυμνό ρεαλισμό και όχι στην προσεγμένη μιζέρια ή τη διαφημιστική ανηδονία δείχνει ένα σινεμά που ιδρώνει, που δεν φοβάται, που γελοιοποιείται, που εκρήγνυται. Αντί να κάνει συμβιβασμούς στη σκληρότητα του περιβάλλοντος όπου κινείται, ο Γιάννης Οικονομίδης προτιμά από την αρχή της πορείας του την ωμή ειλικρίνεια -όσο κι αν ενοχλεί- κι εκπαιδεύει με αξιοσημείωτη συνέπεια ένα κοινό να αντέχει αλήθειες, όχι μόνο «θεματάκια» ή woke ανησυχίες. Η ελληνική κινηματογραφική ιστορία προτιμούσε τις ιδεαλιστικές απεικονίσεις ή το «σουρεαλισμός και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε» όταν δεν προτιμούσε απλά τη σάχλα.
Δύο δεκαετίες και πλέον μετά το κινηματογραφικό του ντεμπούτο ο Γιάννης Οικονομίδης μετρά έξι ταινίες με επίκεντρο πάντα τον άνθρωπο και τον ηθοποιό. Όπως γνωρίζουν όσες και όσοι έχουν συνεργαστεί μαζί του, με τη δική του μέθοδο, κάνει πράξη τη θετική επιδοκιμασία στο παίξιμο με τις πιο απλές φράσεις: «πιο πάνω», «έλα», «πάμε», «τώρα», «χτύπα υστερία». Τα γυρίσματα των ταινιών του είναι τόποι συλλογικών εμπειριών και όχι τσίρκο όπου ο σκηνοθέτης κάνει τον θηριοδαμαστή.
Η «Σπασμένη Φλέβα» κατάφερε να «σπάσει» και την κατάρα που θέλει το arthouse να είναι δήθεν εσωστρεφές. Έχουμε δει αρκετές «πχιοτικές» ταινίες που δεν κατάφεραν ποτέ να αγγίξουν τους θεατές παρά τις φιλότιμες αβάντες των κριτικών - που στην τελευταία ταινία του εξάντλησαν τα αστεράκια τους μαζί με την αυστηρότητά τους. Έχει πλάκα αν το σκεφτεί κανείς, τώρα που η ταινία έχει αποκτήσει αυτή τη μεγάλη λάμψη στο μιντιακό τοπίο κι έχει επισκιάσει τις «αυθεντίες» που είναι αποκομμένες από την πραγματική ζωή ερμηνεύοντας τον κόσμο από τον ιδρυματισμό ενός γραφείου.
Υπάρχουν παρανοήσεις στο σινεμά του Οικονομίδη; Νομίζω, πως ναι. Στη «Σπασμένη Φλέβα» τα φράγκα δεν είναι το θέμα — είναι το πρόσχημα. Όπως στο «Σπιρτόκουτο» δεν ήταν το σπίτι, όπως στον «Μαχαιροβγάλτη» δεν ήταν η βία, όπως στην «Μπαλάντα της Τρύπιας Καρδιάς» δεν ήταν ο έρωτας, έτσι και εδώ το χρήμα είναι ο επιταχυντής, όχι η αιτία. Το να λες «χαζό» τον Θωμά Αλεξόπουλο είναι σαν να λες τον ήρωα του Taxi Driver, τον Τράβις Μπικλ, απλώς «ψυχασθενή». Χάνεις τη συστημική διάσταση.
Παρακολουθώντας την εργογραφία του Οικονομίδη αντιλαμβάνεσαι πώς πίσω από κάθε ιστορία υπάρχει κάτι βαθύτερο από μια καθημερινή δυσφορία ή μια αντιδραστική αντίληψη. Όταν αποφάσισε να ανεβάσει το «Στέλλα κοιμήσου» στο Εθνικό Θέατρο, δεν έκανε τον τουρίστα σε μια σκηνή αλλά απέδειξε ότι η αιχμηρή, ανθρώπινη ματιά, μπορεί να σταθεί και χωρίς κάμερα. Εκτός του ότι οι ταινίες του επηρέασαν κοσμογονικά το σύγχρονο νεοελληνικό θέατρο πρόζας και ρεαλιστικής δραματουργίας, δίνοντάς μας εξαιρετικές παραστάσεις που βρήκαν και βρίσκουν τεράστια απήχηση στο κοινό όπως αυτές των Αντώνη Τσιοτσιόπουλου, Γιώργου Παλούμπη, Γιώργου Τσουρή και Βασίλη Μπισμπίκη. Δεν είναι οι μόνοι αλλά είναι οι πρώτοι που μου έρχονται στο μυαλό. Κάπως έτσι η σκληρή γλώσσα και οι slang διάλογοι πέρασαν από το ελληνικό σινεμά στο ελληνικό θέατρο.
Μετά από πολύ καιρό είδαμε και την επαναφορά του σεβασμού στον δημιουργό. Στα βαθιά 80s και 90s, η ιδιότητα έλληνας σκηνοθέτης όταν δεν αναφερόταν σε καλτ βιντεοταινίες, παρέπεμπε σε μια «θολοκουλτούρα», για την οποία οι άνθρωποι όχι μόνο δεν ένιωθαν καμία ανάγκη να εντρυφήσουν αλλά χρησιμοποιούσαν ειρωνικά. Οι νέες γενιές, όπως φαίνεται και από τα social media, αντιμετωπίζουν με δέος και νιώθουν την ανάγκη να υποκλιθούν στους συντελεστές των ταινιών που αισθάνονται ότι δεν τους κοροϊδεύουν. Στην ελληνική κινηματογραφική βιοτεχνία όπου συχνά ο σκηνοθέτης είναι «διαχειριστής» και το σενάριο δικαιολογία, εκείνος επιμένει στην αξία της υπογραφής. Συνυπέγραψε το σενάριο με τον Βαγγέλη Μουρίκη χωρίς να το κουνάνε ρούπι από αυτά που θέλουν να εκφράσουν, επικοινώνησε το φιλμ χωρίς καταγγελτικούς δεκάρικους, κι έδωσε μια «παράλληλη ζωή» στην ταινία με την έκθεση πορτρέτων των ηθοποιών που απαθανάτισε η φωτογράφος Άννα Μαρία Χατζηστεφάνου στο «Project Φλέβα» του νεοσύστατου εκδοτικού οίκου του βιβλιοπωλείου Μπερλίν. Γιατί ένα έργο δεν είναι μόνο προβολή, πρεμιέρες, pr και showbiz χάρες, είναι και οι παράλληλες διαδρομές γύρω από τα πρόσωπα που συμμετέχουν σε αυτό. Μαζί με τους θεατές.
Αυτό το «μαζί» - το αστικό με το underground, το τραγικό με το καθημερινό, είναι ίσως η μεγαλύτερή του συνεισφορά: σοβαρό σινεμά για πολλούς. Γιατί έτσι σπάει το φράγμα, όταν ένας auter κόβει δεκάδες χιλιάδες εισιτήρια. Δεν κερδίζει μόνο ο σκηνοθέτης. Κερδίζει καλύτερες ταινίες ο θεατής. Κερδίζει η ιδέα ότι η τέχνη δεν απευθύνεται σε κλειστά κλαμπ για «μυημένους» αλλά σε όλη την επικράτεια, στη δημόσια σφαίρα, στην πιάτσα της καθημερινότητας.
Γι’ αυτό σήμερα το ελληνικό σινεμά και το θέατρο «χρωστάνε» στον Οικονομίδη. Όχι επειδή μάς έκανε πιο άνετους με τα βρισίδια ή μάς πετσόκοψε με τις ατάκες του. Το αντίθετο: μας έκανε πιο άβολους. Και τώρα, με μια «Σπασμένη Φλέβα» που πάει να γράψει τη δική της εμπορική ιστορία, επιβεβαιώνει ότι όταν η «αλήθεια» σου έχει γούστο και ειπωθεί σωστά, δεν είναι ελιτίστικη. Είναι μεταδοτική.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Η «Σπασμένη Φλέβα» έχει κόψει περισσότερα από 115.000 εισιτήρια. Τι συμβαίνει όμως πέρα από την επιτυχία και τους αριθμούς;
Χάθαγουεϊ, Χόλαντ και Πάτινσον στο καστ
How to Shoot a Ghost: Η ταινία που στοιχειώνει την Αθήνα στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Συμπρωταγωνιστεί η Αμάντα Σέιφριντ - Πρεμιέρα την Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου
Διεκδικεί 9 βραβεία - Η πλήρης λίστα υποψηφίων
Έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό μέσα από την τηλεόραση, κυρίως τη δεκαετία του 1980
Από τον Μπαράκ Ομπάμα μέχρι τη Τζέιμι Λι Κέρτις, μηνύματα οδύνης για «έναν από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες»
Το πολυαναμενόμενο ντεμπούτο μεγάλου μήκους της διακεκριμένης Κύπριας σεναριογράφου – σκηνοθέτιδας
Επιβεβαιώνει ότι ο CR7 θα εμφανιστεί στο μεγάλο φινάλε της σειράς ταινιών
Βασισμένη στο μυθιστόρημα της Αμερικανίδας συγγραφέα Μάργκαρετ Μίτσελ που κυκλοφόρησε το 1936
Η επιστροφή του Μίκυ Μάους, τα θετικά σχόλια και ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος
Η πρεμιέρα της ταινίας είναι προγραμματισμένη για τις 16 Οκτωβρίου του 2026
Η ξαδέλφη του Σούπερμαν έχει τη δική της ταινία - Πρεμιέρα τον Ιούνιο 2026
Οι πρωταγωνιστές της αρχικής σειράς ταινιών επιστρέφουν στο πολυαναμενόμενο prequel
Επιστρέφει στην ελληνική σκηνή μετά από 15 χρόνια και μιλάει για την ζωή στην Αμερική, το νέο του ρόλο στο Ριφιφί, την αχονδροπλασία και το δικαίωμα να στέκεσαι όρθιος
Ετοιμάζεται η κινηματογραφική διασκευή του κλασικού βιβλίου του Μπουλγκάκοφ
Οι δύο σταρ πρωταγωνιστούν ως ένα αρραβωνιασμένο ζευγάρι που η σχέση του δοκιμάζεται
Πρεμιέρα τον Ιούνιο του 2026 - Δεύτερη μεγάλου μήκους παραγωγή της εποχής Τζέιμς Γκαν
Ένα παράδοξο ερωτικό θρίλερ που καταφέρνει να είναι πετυχημένο στα όχι και τόσο εύκολα ανιχνεύσιμα υπαρξιακά μυστικά του
Μια φιλόδοξη και ατμοσφαιρική ταινία που ξεκινά από το μοτίβο του «cabin in the wood»
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.