Κινηματογραφος

Γιάννης Οικονομίδης: Η αδικία με απασχολεί όσο τίποτε άλλο

Το νέο του φιλμ «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» κάνει τη διαφορά σε μια εξαιρετικά δύσκολη εποχή και ο σκηνοθέτης μιλάει για όλα στην ATHENS VOICE

Κωνσταντίνος Καϊμάκης
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη του Γιάννη Οικονομίδη στην ATHENS VOICE για τη νέα του ταινία «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς».

Σε μια εξαιρετικά δύσκολη εποχή, λόγω κορωνοϊού κι όχι μόνο, ο Γιάννης Οικονομίδης με τη νέα του ταινία «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» κάνει τη διαφορά. Το φιλμ παίζεται ήδη με μεγάλη επιτυχία στην αίθουσα Άστυ της πλατείας Κοραή όπου συρρέουν οι σινεφίλ, προκαλώντας μάλιστα πολλές φορές sold out σε κάποιες προβολές.

Με δεδομένο ότι είστε ένας σκηνοθέτης όχι απλώς γνωστός αλλά ιδιαίτερα αγαπητός στο κοινό όποτε θα μπορούσε κάποιος να προβλέψει εύκολα την επιτυχία του νέου σας φιλμ, γιατί επιλέξατε να παιχτεί η ταινία σας μόνο σε μια αίθουσα;
Δεν χτύπησε το τηλέφωνό μας και δεν δεχτήκαμε μια προσφορά της προκοπής. Δυστυχώς οι άνθρωποι του κινηματογράφου δεν έχουν καμία σχέση με τους ανθρώπους του θεάτρου. Είναι συντηρητικοί σε μεγάλο βαθμό. Βολεμένοι σε μια κατάσταση που τους ξεπερνά από τη στιγμή που θα βρεθεί απέναντι τους μια ελληνική ταινία που δεν ακουμπά στο μοντέλο της τηλεοπτικής κωμωδίας και πάει να πει κάτι εναλλακτικό. Δεν μπορούν να το διαχειριστούν όλο αυτό, ούτε καν να το αξιολογήσουν. Είναι μακριά από τον κόσμο, μακριά από την ίδια την κοινωνία, κλεισμένοι στα γραφεία τους με διάφορους παρατρεχάμενους. Να στο πω απλά; Είναι στην κοσμάρα τους.

Μου είναι δύσκολο πάντως να δεχτώ ότι κάποιοι διανομείς δεν έδειξαν ενδιαφέρον για την ταινία σας.
Κι όμως. Σου λένε: «Οικονομίδης είναι αυτός, τώρα τι ταινία να έχει φτιάξει; Είναι άραγε κωμωδία ή δράμα τούτο; Και τι εισιτήρια θα κάνει, 5 ή 7 χιλιάδες; Άσε μωρέ τώρα που να μπλέκουμε». Κι αν τυχόν προχωρήσει η κουβέντα και ρωτήσεις «ρε παιδιά θα βάλετε και κάνα φράγκο να διαφημιστεί η ταινία;» απαντούν «α, όχι δεν έχουμε μπάτζετ, είναι δύσκολα τα πράγματα. Βγαίνουν και 10-12 ταινίες κάθε βδομάδα». Οπότε καταλαβαίνεις και τους κάνεις πέρα και πας μόνος σου. Βρίσκεις μια κεντρική αίθουσα και ελπίζεις ο κόσμος να ανταποκριθεί.   

© Θανάσης Καρατζάς

Όπως κι έγινε. 
Ναι, παρότι έσκασε αυτή μαλακία με τον κορωνοϊό ο κόσμος ανταποκρίθηκε. Αν μου έλεγαν πριν από τρεις μήνες ότι θα ζήσουμε κάτι τέτοιο θα έλεγα ότι είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας και δεν γίνεται. Να που όμως γίνεται και δεν έχεις πλέον να κάνεις μόνο με την οπισθοδρόμηση των ανθρώπων του σινεμά αλλά πρέπει να τα βάλεις και με αυτό τον κολωϊό. Χαίρομαι πάντως ακόμη περισσότερο κι από την επιτυχία του φιλμ επειδή η ταινία αρέσει και διασκεδάζει τον κόσμο. Μαθαίνω ότι πέφτει πολύ γέλιο στις προβολές. 

Στο θεατρικό που κάνατε, στη «Στέλλα» αφήνατε συχνά τους ηθοποιούς σας να αυτοσχεδιάζουν. Υπάρχει κάτι αντίστοιχο και στην «Μπαλάντα»;
Ναι, υπάρχει ένα πεδίο ελευθερίας που αφήνω τους ηθοποιούς να πράξουν όπως εκείνοι πιστεύουν ότι είναι καλύτερα. Αλλά γενικά όλο το πράγμα πατάει σε συγκεκριμένες συνθήκες και οδηγίες. Υπάρχουν σκηνές αυστηρές που τις ακολουθούμε κατά γράμμα και σκηνές απόλυτου ή ελεγχόμενου αυτοσχεδιασμού. Όπως η σκηνή που ο Μάνος θυμάται τον χουλιγκανίστικο εαυτό του. Παρότι την είχαμε σκιτσάρει τη σκηνή και έχουμε επισημάνει τι πρέπει να ειπωθεί, ο ήρωας είναι ελεύθερος να δώσει τη δική του παράσταση και να ανεβάσει τη θερμοκρασία με τα συνθήματα, τα βρισίδια κλπ. Την επιδιώκω αυτό την αυθεντικότητα και ελευθερία.

Ένας από τους ηθοποιούς του φιλμ, ο Στάθης Σταμουλακάτος σε μια συνέντευξη του είπε ότι δεν είστε απλός άνθρωπος.
Μα ποιος είναι; Όλοι οι άνθρωποι είναι σύνθετα όντα. Ειδικά οι καλλιτέχνες είναι ακόμη πιο περίεργα όντα για τους υπόλοιπους. Εννοώ ότι το κοινό για παράδειγμα μπορεί να ζητάει εύκολα αναγνωρίσιμους τύπους (άσπρους-μαύρους, καλούς-κακούς) κι αν κάποιος του δείξει κάτι διαφορετικό τα χάνει. Βλέπει δηλαδή έναν αρνητικό ήρωα, έναν «κακό» που όμως του ασκεί γοητεία και δεν ξέρει πώς να το επεξεργαστεί όλο αυτό. Όμως θέλει να τον βλέπει. Του αρέσει αυτό που παρακολουθεί.

Εσάς ποιοι χαρακτήρες σας έλκουν;
Αυτοί που δεν κατατάσσονται εύκολα και δεν έχουν ξεκάθαρες αποχρώσεις. Οι γκρίζοι τύποι που βρίσκονται πέρα από στερεότυπα.

Και προφανώς οι γκάνγκστερ αφού μετά από το «Μικρό ψάρι» για δεύτερη συνεχόμενη φορά βλέπουμε σε ταινία σας να καταπιάνεστε  με τον μικρόκοσμο των κακοποιών.
Εντάξει, έχει πάρα πολύ ψωμί αυτό το κομμάτι πέρα από το σινεμά ή τη λογοτεχνία. Είναι ένα σύμπαν με τρομακτική γοητεία και σκληρές αλήθειες. Ένας κόσμος ολόκληρος της κινηματογραφικής μυθολογίας, που πλάθει ατμόσφαιρα, φτιάχνει χαρακτήρες με πάθη, προσφέρει δυνατές συγκινήσεις και ανατροπές.

© Θανάσης Καρατζάς

Εδώ όμως το συνδυάζετε με την κλειστή κοινωνία της ελληνικής επαρχίας.
Ναι. Για να αποτυπώσω το γελοίο του πράγματος. Παρά την βαριά ατμόσφαιρα με τον ζόφο, το κιτς και την παρακμή όχι μόνο του ελληνικού υπόκοσμου αλλά και της νεοελληνικής κοινωνίας, εδώ πριμοδοτούμε περισσότερο το κωμικό στοιχείο και τη σάτιρα για να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα στην αποτύπωση της παράνοιας που όλοι ζούμε σήμερα. 

Στην πρώτη σας κιόλας ταινία, το «Σπιρτόκουτο» παραγωγής 2002, μου είχε κάνει εντύπωση ότι σε εκείνη της εποχή της μεγάλης ευφορίας για την Ελλάδα, που ετοιμαζόταν να ζήσει σε δύο χρόνια τον… οργασμό των Ολυμπιακών Αγώνων, εσείς χτυπάγατε το καμπανάκι δείχνοντας ανατριχιαστικά την κρίση της μικροαστικής ελληνικής οικογένειας.
Η φούσκα εκείνης της περιόδου παρουσιάζεται πιο έντονα ακόμα στην επόμενη ταινία, το «Ψυχή στο στόμα», όπου αρχίζει να φαίνεται πιο καθαρά πλέον η έλευση της κρίσης σε όλα τα επίπεδα. Τώρα δικαιώνεται η ταινία αυτή. Έχουν ανοίξει πλέον όλα τα στόματα και βγαίνουν τα λαρύγγια του κάθε φασίστα νεοέλληνα, η σκατίλα που κρύβει μέσα του ο ρατσιστής κ.α. Βλέπουμε φοβερά πράγματα σήμερα που όταν τα δείχναμε τότε τους ενοχλούσαν κι έλεγαν «τι δείχνει, μωρέ, ο Οικονομίδης; Δεν υπάρχουν αυτά τα πράγματα». 

Ποιο είναι το βασικό θέμα που σας βασανίζει και το βάζετε σε όλες τις ταινίες σας;
Η αδικία. Αυτό με τρώει, αυτό με απασχολεί όσο τίποτε άλλο. Όμως επίσης θέλω να δείξω ότι ο κόσμος μας όσο πάει και χειροτερεύει. Έχουμε πάψει να αντιδράμε σε ότι μας «χαλάει». Μοιάζουμε πλέον συμβιβασμένοι και βολεμένοι στην τακτοποιημένη καθημερινότητά μας. Όμως δεν συνειδητοποιούμε ότι με όλα αυτά έχει χαθεί η περιπέτεια από τη ζωή μας. Κι αυτό πρέπει να αλλάξει.

Επίσης ο ρόλος της γυναίκας είναι αναβαθμισμένος εδώ. Αλήθεια τι είναι η γυναίκα για σας;
Τα πάντα. Αγαπώ τις γυναίκες. Η ζωή δεν μπορεί να υπάρξει ζωή χωρίς τη γυναίκα. Είναι το μέλλον. Στις ταινίες μου, από την πρώτη κιόλας ταινία, τιμώ την γυναίκα και την αξία της, ξεμπροστιάζοντας τους άντρες.

Info
Η ταινία του Γιάννη Οικονομίδη «Η μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς» παίζεται από τις 5 Μαρτίου 2020 στις αίθουσες.