Εικαστικα

«Selfies» του Δημήτρη Χαντζόπουλου: φωτογραφίζοντας με χιούμορ το παρουσιαστικό του κόσμου μας

Γιατί selfies; Για ποιο λόγο θέλησε να χρησιμοποιήσει μία ιδιαιτέρως τρέχουσα, «μοδάτη» λέξη; Η απάντηση ούτε αυτονόητη είναι ούτε εύκολη

telis-samantas.jpg
Τέλης Σαμαντάς
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο Δημήτρης Χαντζόπουλος βγάζει τρισδιάστατες «Selfies»
«Η Συνάντηση», 2022 Ακρυλικό σε κόντρα πλακέ θαλάσσης © Χρίστος Σιμάτος

Η έκθεση «Selfies» του Δημήτρη Χαντζόπουλου και η σημασία του τίτλου για το «παρουσιαστικό» του κόσμου μας

«Αυτοφωτογραφία ή και selfie είναι η φωτογράφιση του παρουσιαστικού μας από εμάς τους ίδιους, μέσω κινητών τηλεφώνων ή ψηφιακών φωτογραφικών μηχανών. Οι selfies κοινοποιούνται συχνά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook, το Twitter, το Snapchat και το Instagram», μας πληροφορεί η ελληνική wikipedia, στο σχετικό λήμμα της.

«Selfies» ονομάζει και την έκθεση του ο Δημήτρης Χαντζόπουλος, που εγκαινιάστηκε το Σάββατο το βράδυ. Και προκύπτει το πρώτο ερώτημα: γιατί selfies; Προφανώς μπορεί η απάντηση να είναι απλούστατη: έτσι ήθελε να την πει, έτσι την είπε. Έλα όμως που εγώ, ως δημοσιογράφος, έχω ψώνιο με τους τίτλους; Που πάει να πει πως διαρκώς αναρωτιέμαι: έχει σχέση ο τίτλος με το θέμα; Μήπως το προδίδει; Είναι πιστός ή το διαστρεβλώνει για χάρη εντυπώσεων; Γιατί λοιπόν αποκαλεί «selfies» την έκθεση του ο Χατζόπουλος; Για ποιο λόγο θέλησε να χρησιμοποιήσει μία ιδιαιτέρως τρέχουσα, «μοδάτη» λέξη, για να τιτλοφορήσει μια απίστευτη πολυμορφία  ζωγραφικής και γλυπτικής, ένα εκτυφλωτικό μωσαϊκό σχημάτων και χρωμάτων, που σε υποδέχεται μπαίνοντας στην αίθουσα της Φωκίωνος Νέγρη 16; Ποιο «παρουσιαστικό μάς κοινοποιεί»;

Η απάντηση ούτε αυτονόητη είναι ούτε εύκολη. Είναι άλλωστε γνωστή η τάση του Δημήτρη Χαντζόπουλου να εκπλήσσει. Να εκπλήσσει αλλάζοντας στυλ, αλλάζοντας στόχευση, αλλάζοντας θεματολογία. Πολλοί άλλωστε, ουκ ολίγες φορές, βρίσκονται αμήχανοι εμπρός στις νέες «ανακαλύψεις», στις νέες προσεγγίσεις που επιχειρεί, είτε με τα υλικά, είτε με τους τρόπους, είτε και με τις ίδιες τις ιδέες. Προσεγγίσεις που όμως έχουν ένα σταθερό προσανατολισμό: την ανάδειξη των πολλαπλών σχέσεων που συνδέουν το άτομο με τον κόσμο που το περιβάλλει και, ταυτοχρόνως, των αντιδράσεων σ’ αυτόν το κόσμο. Είτε ο κόσμος αυτός είναι ο κόσμος της πολιτικής, ο κόσμος της γνώσης, της τέχνης – είτε απλώς των αισθήσεων. Γιατί οι αισθήσεις, οι τρόποι δηλαδή που αντιλαμβανόμαστε όσα μας περιβάλλουν* oι τρόποι με τους οποίους εισπράττουμε γεγονότα και καταστάσεις, τα εγκολπωνόμαστε αλλά και αλληλοεπιδρούμε μ’ αυτά, επιτρέποντάς τους να μας διαμορφώσουν και ταυτοχρόνως αντιδρώντας,  βρίσκονται στην καρδιά αυτού του νέου μεγάλου καλλιτεχνικού άλματος του Χατζόπουλου. Παρέα με το μεγάλο όπλο του: το χιούμορ. Το βαθύ εκείνο χιούμορ που μας βοηθάει να αντικρύζουμε την πραγματικότητα χωρίς να πτοούμαστε από τις αντιξοότητές της. Το χιούμορ της «αβάσταχτης ελαφρότητας του είναι».

Γιατί φυσικά και πρόκειται για μεγάλο άλμα, από την πλευρά του δημιουργού, όταν οι δύο διαστάσεις της ζωγραφικής του αποκτούν μια τρίτη διάσταση με τις παρεμβάσεις της γλυπτικής.  Ενώ, πολλές φορές, σε πολλά από τα εκθέματα, εμφανίζεται υποδόρια και μια τέταρτη διάσταση: η διάσταση του χρόνου.

Συναντάμε έτσι τον νεαρό Μόραλη να συνυπάρχει με τον γηραιό εαυτό του, τον Χόρχε Λουΐς Μπόρχες να συνομιλεί, στο ίδιο παγκάκι με τη Μαφάλντα, τη βασίλισσα Ελισσάβετ να ποζάρει με διαδοχικές χρωματικές βερσιόν, τον Γιάννη Τσαρούχη και τον Φώτη Κόντογλου συγκεντρωμένους στο έργο τους και χωρισμένους από ένα καβαλέτο, ένα γλυπτό όπου διακρίνεται κάποιο χαρακτηριστικό μουστάκι με τίτλο «Dali καλέ μου Dali, Dali θα κατεβώ» απέναντι από μια ψηλόλιγνη φιγούρα με τίτλο «Το πουλί που το έλεγαν Αλμπέρτο». Ενώ, ενδιαμέσως παρελαύνουν στρατηγοί και πολιτικοί με τα παράσημα και τα διάσημά τους, ελέφαντες που εισβάλλουν μέσα από καθρέφτες, συλλέκτες τέχνης που φορούν τυφλά γυαλιά στα οποία αντικατοπτρίζεται μόνο το πίσω μέρος καμβάδων, αρθρωτές, ξύλινες, κατασκευές για παιδιά, αλλά και ένας τρισδιάστατος -στην ουσία πολυδιάστατος- φόρος τιμής στον Ντέιβιντ Χόκνευ, μπροστά στην περίφημη πισίνα του με τον κολυμβητή, με τον ίδιο να ατενίζει τον ορίζοντα, ενώ κάπου στο βάθος, ως σκιά, ο εραστής του κοιτάζει προς την αντίθετη κατεύθυνση.

«Όποιους λογαριασμούς κι αν ξεκαθαρίζει ο Χαντζόπουλος με τα στοιχειά της φαντασίας του, σ’ ένα όργιο “πολυδιάστατων σκιών“, το να τριγυρίζει κανείς ανάμεσά τους προσφέρει μια υπέροχα αλλόκοτη αίσθηση. Σαν να συναναστρέφεται κωμικούς επιγόνους της ιαμβικής ποίησης, ταυτόχρονα με σύγχρονες διασημότητες της stand-up comedy -απολύτως ιλαρών στην standing up σιωπή τους», γράφει ο Πέτρος Μαρτινίδης στον κατάλογο της έκθεσης. Και, βέβαια, έχει δίκιο.

Μη χάσετε την έκθεση του Δημήτρη Χαντζόπουλου: μέσα από τις «Selfies» του θα ανακαλύψετε, πέρα από το «παρουσιαστικό» μας, και το «παρουσιαστικό» του κόσμου μας. Μέσα από ένα σχεδόν «αβάσταχτο χιούμορ».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ