Εικαστικα

Τέχνη και Κοινωνία: Ο προφήτης Αριστοτέλης και η σύγχρονη νευροεπιστήμη

Το μεγάλο προσόν της τέχνης είναι ότι συνδυάζει ιδανικά το ευχάριστο με το χρήσιμο, το τερπνόν μετά του ωφελίμου

Θανάσης Δρίτσας
Θανάσης Δρίτσας
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
sculpture-2298848_1920.jpg

Την αρχαία ελληνική άποψη για τον σημαντικό ρόλο της μουσικής στην ανάπτυξη του εγκεφάλου επιβεβαιώνουν σήμερα τα πορίσματα των μελετών της σύγχρονης νευροεπιστήμης.

Το πρόβλημα του ωραίου, της ομορφιάς θα λέγαμε απλούστερα, απασχόλησε και απασχολεί κάθε λογής ανθρώπους, ψυχολόγους, παιδαγωγούς, κοινωνιολόγους και κάθε είδος ανθρώπου που μπορεί να δεί την θέση της τέχνης και το πόσο ουσιαστικά ανθρώπινο φαινόμενο είναι η δίψα της ομορφιάς η οποία και γεννά την τέχνη (βλ. ζωγραφική, γλυπτική, θέατρο, μουσική). Υπάρχουν βέβαια δύο στάσεις απέναντι στην Οµορφιά: η πρώτη στάση περιλαμβάνει αυτούς που αισθάνονται δηλ. βλέπουν, ακούν, αγγίζουν αλλά δεν απορούν, δεν ψάχνουν. Η δεύτερη στάση περιλαμβάνει αυτούς που αισθάνονται αλλά παράλληλα απορούν, ψάχνουν το γιατί, ψάχνουν την καταγωγή, τίς ρίζες, ψάχνουν τίς κοινωνικές και ψυχολογικές σημασίες των αισθητών. Αυτοί αποτελούν και την ομάδα που μας ενδιαφέρει, αποτελούν εκείνους που μπορούν να αξιολογήσουν την τέχνη, μπορούν να μάθουν από την τέχνη, να συγκινηθούν αισθητικά. Η πρώτη οµάδα δεν µπορεί να ξεχωρίσει την ωφελιµότητα απο την αυθύπαρκτη αισθητική εμπειρία, δεν μπορεί να ξεχωρίσει το γεωμετρικό κάλλος ενός αμφορέα απο την ιδιότητά του να μεταφέρει νερό, δεν μπορεί να δει το κάλλος στη γραμμή και τα χρώματα ενός ψαριού παρά βλέπει την κατάληξή του στο τηγάνι! Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε μέσα µας ότι η αναζήτηση της ομορφιάς μέσω της τέχνης είναι κυρίως ανιδιοτελής, χωρίς πρακτική ωφέλεια.

Τα πρώτα στοιχεία τέχνης εμφανίζονται στούς πρωτόγονους λαούς. Ο πρωτόγονος άγριος ζωγραφίζει στα σπήλαια, σκαλίζει με υποτυπώδη τρόπο την πέτρα και το ξύλο, χορεύει, τραγουδάει με υπόβαθρο απλούς ρυθμούς, χρησιµοποιεί κυρίως κρουστά για τη μουσική του έκφραση. Η τέχνη όμως των πρωτόγονων λαών δεν έχει τον αμιγώς ανιδιοτελή χαρακτήρα της μετέπειτα τέχνης, δεν προσφέρει την αυτόνoµη αισθητική εμπειρία, έχει σκοπούς πρακτικούς, εξυπηρετεί τις ανάγκες της τροφής, της κατοικίας, της προστασίας από τους φυσικούς κινδύνους, υποβοηθεί την γενετήσια επιλογή, διασφαλίζει την επιβίωση μέσω της ομάδας, διευκολύνει την ένταξη στην ομάδα, την ανάπτυξη της θρησκευτικότητας και δρα περισσότερο σαν μαγεία με σκοπό τον εξιλασμό των θεών και την προστασία από τη δύναμη της άγριας φύσης. Υπάρχουν στοχαστές που πιστεύουν ότι η θρησκεία είναι το καθολικό, αρχέγονο και πρωταρχικό φαινόμενο της πνευματικής ζωής του ανθρώπου και ότι η Τέχνη βγήκε εξελικτικά, με έναν ιστορικό διαφορισμό, από τους κόλπους της θρησκείας. Τα πρώτα πράγματα που ο άνθρωπος ζήτησε να κατασκευάσει καλλιτεχνικά, να διακοσμήσει, ήταν τα αντικείμενα της λατρείας του, τα πρώτα όντα που εγκωμίασε ή εξόρκισε με χορούς, τραγούδια και ύμνους ήταν τα πνεύµατα, οι δαίμονες και οι θεοί του. Αυτή η συσχέτιση Τέχνης και Θρησκείας εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα και σε εποχές που μεσουρανούν οι μεγάλοι ιστορικοί πολιτισμοί. Τα σπουδαιότερα καλλιτεχνικά μνηµεία είναι έργα θρησκευτικού χαρακτήρα: ναοί του Καρνάκ, Παλαιά Διαθήκη, Παρθενώνας, Αγία Σοφία, η ιταλική και γερμανική μουσική του 13-18ου αιώνα, όλα είναι έργα θρησκευτικού χαρακτήρα. Τα έργα μεγάλης τέχνης χαρίζουν ψυχική ανάταση που μόνον ο γνήσια πνευματικός (θρησκευτικός) άνθρωπος γνωρίζει σε κατάσταση έκστασης ή προσευχής. Η μεγάλη τέχνη µεταμορφώνει τον άνθρωπο όπως η πίστη. Τον υψώνει πάνω απο το συνηθισμένο επίπεδο ζωής, τον ελευθερώνει από την βιοτική μέριµνα, απο τις ευτελείς ορέξεις και τις καθημερινές πρακτικές και γεμίζει την ψυχή του με εκείνη την καθαρή και μυστική αγαλλίαση που χαρίζει µε διαφορετικό τρόπο η πίστη (θρησκευτική πίστη ή γενικά πνευματική στάση ζωής θα λέγαμε προκειμένου να ξεχωρίσουμε την θρησκευτικότητα από την πνευματικότητα). Εδώ θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι η τέχνη «ενθουσιάζει» και η ετυμολογική καταγωγή της λέξης ενθουσιασμός (Εν συν Θεός) υποδηλώνει την παρουσία ενός Θεού μέσα στον άνθρωπο. Πρόκειται επί της ουσίας για κατοχή από μια «οντότητα» η οποία έχει ως αποτέλεσμα ο άνθρωπος να εγκαταλείπει την συνηθισμένη του συμπεριφορά και να πέφτει σε κατάσταση έκστασης. Ο Αριστοτέλης κάνει λόγο για ενθουσιαστικές μελωδίες και έτσι διευρύνει το θρησκευτικό σημασιολογικό πλαίσιο προκειμένου να δηλώσει μια γενικότερη συναισθηματική κατάσταση του να βρίσκεται κανείς εκτός εαυτού, σε κατάσταση έκστασης. Ο έλεος και ο φόβος που καλλιεργεί η Τέχνη είναι συναισθήματα «θρησκευτικά» με ευρεία έννοια.

Η εξέλιξη της Τέχνης λοιπόν απο τις πρωτόγονες κοινωνίες προς την περίοδο των ιστορικά σηµαντικών πολιτισμών γίνεται προοδευτική πορεία από την εξαρτηµένη τέχνη στην τέχνη που οδηγεί στην κατάκτηση μίας οµορφιάς μη-εξαρτηµένης από βιοτικούς ή πρακτικούς παράγοντες αλλά αισθητικά αυθύπαρκτης και αυτόνομης. Εδώ δεν μπορούµε να αγνοήσουμε την σημασία του Πλάτωνα στη διαµόρφωση μιάς θεωρίας για την οµορφιά που επέδρασε αποφασιστικά στην εξέλιξη της τέχνης απο την αρχαιότητα μέχρι σήµερα. Ο Πλάτων στα έργα του (Συµπόσιο, Πολιτεία, Φαίδωνα και Φαίδρο) μιλά για την ύπαρξη μίας ομορφιάς πρωταρχικής και ουσιαστικής. Σύµφωνα µε τον Πλάτωνα υπάρχει μία ιδανική μορφή του ωραίου σε ένα χώρο ξεχωριστό απο τον εμπειρικό κόσµο που έχει τον ίδιο τρόπο ύπαρξης όπως τα ιδεώδη π.χ. η Δικαιοσύνη ή οι µαθηµατικές οντότητες π.χ. οι αριθμοί και η τέλεια ισότητα. Στον Τίμαιο (47d-e) του Πλάτωνα διατυπώνεται η άποψη οτι «η μουσική αρμονία μας έχει δοθεί απο τις Μούσες σαν σύμμαχος στην προσπάθεια να επιβάλλουμε τάξη στην διαταραγμένες κινήσεις της ψυχής μας και να τις κάνουµε να μοιάζουν στο θείο πρότυπο». Στον διάλογο «Ίων» επίσης ο Πλάτων διατυπώνει την άποψή του για την δηµιουργική δύναμη του καλλιτέχνη που ορίζει σαν ανώτερη μορφή σοφίας, μια καθαρή τρέλα. Το αναμφισβήτητο χάρισμα του καλλιτέχνη (δηλ. την έμπνευση) κινεί ένα δαιμόνιο, μια θεία δύναμις και ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να δηµιουργήσει παρά σαν ενθουσιαστεί, πέσει σε έκσταση και χάσει το λογικό από μέσα του. Μάλιστα ο ποιητής χαρακτηρίζεται από τον Πλάτωνα σαν πράγµα «κούφον» (δηλ. ελαφρό), «πτηνόν» (δηλ. πεταχτό) και «δαιμόνιον».

Δεν είναι τυχαίο ότι στον αρχαίο κόσμο η μουσική κρατούσε σταθερά τη θέση της στον κορμό της παιδείας. Είναι διαχρονική, βαθυστόχαστη και επιστημονικά προφητική η θέση του Αριστοτέλη για την αξία και τον ρόλο της μουσικής στην εκπαίδευση όπως με πληρότητα εκφράζεται στο βιβλίο του «Πολιτικά» στο κεφάλαιο Θ΄. Καθορίζει ως τέσσερα (4) τα κύρια μαθήματα στα οποία πρέπει να εκπαιδεύονται οι νέοι και αυτά είναι «γράμματα» (δηλ. ανάγνωση, γραφή, γραμματική), «γυμναστική», «ιχνογραφία» και «μουσική». Η θέση του Αριστοτέλη είναι ότι η μουσική τείνει κάπως προς την αρετή επειδή (όπως η γυμναστική διαπλάθει το σώμα), διαπλάθει το ήθος αλλά επίσης εκπαιδεύει τη φρόνηση και μαθαίνει τον άνθρωπο να απολαμβάνει σωστά και να περνάει ευχάριστα τις ώρες της ανάπαυσης. Και μάλιστα ο Αριστοτέλης έχει συλλάβει τους δύο τρόπους που ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τη μουσική δηλαδή και ως «παιδεία» (δηλ. εκπαιδευτικό εργαλείο) και ως «παιδιά» (δηλ. παιχνίδι και ευχαρίστηση).

Ο Αριστοτέλης, προφητικά παραπέμπει στα πορίσματα της σύγχρονης νευροεπιστήμης. Θεωρεί ότι η μουσική ασκεί μεγαλύτερη παιδαγωγική επίδραση όταν ο ίδιος ο νέος συμμετέχει σε αυτήν ως εκτελεστής. Εδώ μάλιστα ο Αριστοτέλης προβαίνει σε έναν παραλληλισμό που αποτελεί εξαιρετικό δείγμα μιας σύγχρονης αντιμετώπισης παιδαγωγικής ψυχολογίας. Αναφέρει ότι όπως λειτουργεί στα παιδιά το κρόταλο (πλαταγή) του Αρχύτα που τους δίνουν να παίζουν για να μην σπάνε τα πράγματα στο σπίτι παρόμοια λειτουργεί και η μουσική παιδεία για τους περισσότερους νέους αφού η ηλικία αυτή είναι από τη φύση της ανήσυχη. Τολμώ να χαρακτηρίσω τον Αριστοτέλη πρωτοπόρο (πολύ «ροκ» για την εποχή του!!) σε σχέση με τον Πλάτωνα ο οποίος ήταν πολύ αυστηρός όσον αφορά τον παιδαγωγικό ρόλο της μουσικής.Έχει επιστημονικά αποδειχθεί σήμερα ότι τα παιδιά που ξεκινάνε νωρίς να μαθαίνουν μουσική (6-7 ετών) αποκτούν μεγαλύτερη ικανότητα συγκέντρωσης, καλύτερη μνήμη, μεγαλύτερη μαθηματική ικανότητα, αποκτούν πειθαρχία στη μελέτη τους και αποκτούν μεγαλύτερη κινητική δεξιότητα και  ανεξαρτησία κινήσεων. Επίσης τα παιδιά που συμμετέχουν σε ορχήστρες ή χορωδίες μαθαίνουν να συνεργάζονται καλύτερα με άλλα παιδιά και να αποκτούν μεγαλύτερη δυνατότητα ακρόασης του διπλανού τους ανθρώπου άρα και μεγαλύτερη ικανότητα επικοινωνίας. Επιπλέον στοιχεία από μια μακροχρόνια επιστημονική μελέτη στις ΗΠΑ έδειξαν ότι νέοι που μαθαίνουν μουσική γίνονται λιγότερα συχνά χρόνιοι χρήστες ναρκωτικών σε σχέση με νέους που δεν έχουν μουσική εκπαίδευση. Οι σύγχρονες μελέτες με απεικονιστικές τεχνικές του εγκεφάλου (βλ. PETscan) αποδεικνύουν ότι η μακροχρόνια μουσική εκπαίδευση οδηγεί σε μεγαλύτερη ανάπτυξη περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με γνωστικές αλλά και κινητικές δεξιότητες.

Ο ογκόλιθος Αριστοτέλης είχε αντιληφθεί ότι μέσω της μουσικής εκπαίδευσηςαναπτύσσεται ο «Νους» και έτσι η κοινωνία στελεχώνεται με άτομα που διαθέτουν πολλαπλές δεξιότητες, δεν ήταν καθόλου τυχαίο ότι οι αρχαίοι έλληνες τοποθετούσαν την μουσική στον κορμό της παιδείας. Την αρχαία ελληνική άποψη για τον σημαντικό ρόλο της μουσικής στην ανάπτυξη του εγκεφάλου επιβεβαιώνουν σήμερα (2.500 χρόνια μετά) τα πορίσματα των μελετών της σύγχρονης νευροεπιστήμης. Η σημερινή Ωδειακή παιδεία κατευθύνει περισσότερο τους σπουδαστές στο πως να πετύχουν μια επαγγελματική θέση στην κοινωνία μέσω της μουσικής παρά στο να καλλιεργήσει μια περισσότερο εγκύκλια-κοινωνική στάση έτσι ώστε ο κάθε νέος να αποκτήσει πολλαπλές δεξιότητες μέσω μουσικής. Πιστεύω ότι οι σύγχρονες ηγεσίες των υπουργείων Παιδείας ή Πολιτισμού δεν έχουν καν αντιληφθεί την αξία της μουσικής εκπαίδευσης ως κοινωνικού αγαθού. Η προσωπική μου παρατήρηση, μετά από διαλέξεις που έχω δώσει σε μουσικά σχολεία της χώρας, είναι ότι οι μαθητές των μουσικών σχολείων είναι περισσότερο δραστήρια, αισιόδοξα και δημιουργικά παιδιά σε σχέση με μαθητές άλλων σχολείων. Ίσως όλα τα σχολεία θα πρέπει κάποτε να γίνουν μουσικά και ίσως στο μέλλον η καλλιτεχνική παιδεία να αναλάβει ένα περισσότερο ενεργό ρόλο στην εκπαίδευση σε σχέση με τα τρέχοντα στερεότυπα. Το μεγάλο προσόν της τέχνης είναι ότι συνδυάζει ιδανικά το ευχάριστο με το χρήσιμο, το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Εντυπωσιάζει ο μέγας Αριστοτέλης όταν διατυπώνει (στα Πολιτικά Θ΄) την άποψη ότι η μουσική παιδεία συνδυάζει το πρακτικό, το χρήσιμο και  την «αβλαβή χαρά».

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ