Design & Αρχιτεκτονικη

Η Αθήνα του Κυρίου Κρίτωνα

Ένα ταξίδι στην Αθήνα-και-εκτός, γεμάτο προσωπικές ιστορίες, λαβωματιές, έρωτες και ερειπωμένα σπίτια

Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 850
15’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Kirios Criton: Ο art & interior designer μιλάει για τη ζωή του, τις επεμβάσεις, τα σχέδια και την τέχνη του με αφορμή τη συλλεκτική έκδοση ενός βιβλίου-έκπληξη.

Πριν το Kirios Criton, υπήρχε ο Κρίτων. Έτσι τον ξέραμε όταν κυκλοφορούσε και έλαμπε στα κλαμπ της Αθήνας, ένας από τους πιο ωραίους Αθηναίους. Παιδί των 80s, με τη μακριά του φράντζα και την αγορίστικη, «ποδοσφαιρική» του κίνηση, όργωνε τους δρόμους και τα στέκια, ερωτευόταν, χόρευε γυμνός αργά όταν έκλειναν οι πόρτες στα μπαρ, ήταν ένας άνθρωπος που ρουφούσε τη ζωή και τη μετέτρεπε σε αυθεντικότητα και πρωτοτυπία – έτσι όπως εκφράστηκαν αυτά στις μετέπειτα δουλειές του σαν σχεδιαστής, είτε με τη συνεργασία του με τον αρχιτέκτονα Πάνο Παπαμακάριο σαν Epemvassiscritonpanos, είτε μόνος του σαν Kirios Criton: «κύριος του εαυτού μου» όπως λέει ο ίδιος σε μία συζήτηση-ποταμό που είχαμε μαζί του. Ένα ταξίδι στην Αθήνα-και-εκτός, γεμάτο προσωπικές ιστορίες, λαβωματιές, έρωτες, ερειπωμένα σπίτια που γίνονταν γκαλερί, γκαλερί που γίνονταν διάδρομοι απογείωσης της φαντασίας του, σχέδια για σπίτια γνωστών Αθηναίων και για τα κτίρια του Πάνου Ζουγανέλη που ζητούσαν τη δική του ελληνική μεταμοντέρνα γραμμή, αντικείμενα, σύμβολα, παραμύθια, χιούμορ, θράσος και τόλμη, όλα όσα συναρμολογούν αυτό το μοναδικό πρόσωπο.

Μιλάει με δύναμη σαν να έχει γράψει δεκάδες βιβλία αυτογνωσίας (μάλιστα βιβλία του έχουν εκδοθεί από την Οδό Πανός του Γ. Χρονά): «Δεν ήθελα παρά να ζήσω αυτό που από μόνο του επιθυμούσε να βγει από μέσα μου. Να πάψω να σχεδιάζω τα “θέλω” και με μια μονοκονδυλιά να χτίζω τα “μπορώ”». Η αλήθεια είναι ότι καμία ετικέτα δεν ταιριάζει στον Κύριο Κρίτωνα που, ανάμεσα σε σπουδές στις γραφικές τέχνες, το ελεύθερο και αρχιτεκτονικό Σχέδιο στη σχολή Δοξιάδη, εσωτερική αρχιτεκτονική και interior design στη σχολή ΑΚΤΟ, και φωτογραφία, σπουδή και χρήση καθρέπτη με εξειδίκευση στον φωτισμό, στη Γαλλία, συνδυάζει και το ενδιαφέρον του για θέματα ψυχολογίας με αναφορές στη μόδα, στην ποίηση, στην αρχιτεκτονική και στη μοίρα – σε αυτό που πρόκειται να συμβεί και όλα συνηγορούν να γίνει. Λατρεύει τον Διάλογο και τις λέξεις, το βιβλίο του έχει τον τίτλο ΝΑΙ+ΟΧΙ. «Όλα τα δεινά του κόσμου οφείλονται σε αυτές τις δύο μοναδικές λέξεις και τη λανθασμένη διαχείρισή τους» λέει. Το 1999 σχεδίασε το περιβόητο εστιατόριο της εποχής, Αριστερά-Δεξιά, στην έξοδο του οποίου υπήρχε η γκαλερί Exit. Εκεί έκανε και την έκθεση «Μεγάλα λόγια + λεξικό ανοησίας», βασισμένη στη χρήση της ελληνικής γλώσσας και των λανθασμένων πιστεύω. Το Αριστερά-Δεξιά υπήρξε το πρώτο «σοβαρό» εστιατόριο, με ανοιχτή κουζίνα, με ατμόσφαιρα που θύμιζε πολεμικό καταφύγιο. «Από εκεί ξεκίνησαν όλες οι τσιμεντοκονίες που βλέπεις τώρα παντού» λέει ο Κρίτων.

Δεν του αρέσει να μιλάει με ξένες λέξεις, αγαπάει τα λογοπαίγνια, συχνά τα γράφει σαν μεγάλα σλόγκαν σε βιτρίνες και τοίχους, επάνω σε αντικείμενα και σε καταλόγους εκθέσεων. Δεν πουλάει τα έργα του, επιλέγει σε ποιες συλλογές να ανήκουν. Ή τα διαθέτει σε ειδικά καταστήματα, πολλές φορές τα στήνει μόνο για μια νύχτα και τα διαλύει. Κι αν αυτό ακούγεται αρκετά ερωτικό, είναι γιατί και ο ίδιος φέρει υπερήφανα τα τραύματά του από έρωτες παθιασμένους. Μιλάει και δακρύζει, θυμάται ημερομηνίες και μέρη. Συνεπής στις αναφορές του, στα αντικείμενα από το πατρικό του σπίτι, στα λόγια, τις αναμνήσεις. Θυμάται τα Πετράλωνα και την ταινία «Συνοικία το όνειρο», το Κερατσίνι, τη Νίκαια, και την Παραγκούπολη που σχεδίασε μέσα στο wine bar «Θα σε κάνω βασίλισσα» στην Ιερά Οδό. Ώρες ώρες μιλάει σαν δεκαπεντάχρονο, λέει φράσεις όπως «ξόδεψα όλα μου τα χρήματα», πετάει στην κουβέντα ονόματα δεκάδες, σκηνές από ταινίες, μέρη της Αθήνας που ανακάλυψε και διοργάνωσε καλλιτεχνικά events που δεν θα μπορούσε κανείς να φανταστεί. Π.χ.: «Το 2002 σχεδίασα την πρώτη για την Αθήνα One Off Gallery. Πίσω από τη Μητρόπολη Αθηνών, στην έξοδο του πολεμικού καταφυγίου, γεννήθηκε το Bunker. Με μια εγκατάσταση και videoart του Λαβυρίνθου σε ευθεία γραμμή. Με ένα δαχτυλίδι Τoros (Ταύρος), εφαρμοσμένο σαν σπόρος-αντίδοτο στο έδαφος της γκαλερί». Τα έργα του είναι το ίδιο συναρπαστικά όσο και ο τρόπος που τα διηγείται. Από τη συλλογή με την εγκατάσταση των τιρμπουσόν στο οινοποιείο του Κων/νου Μπουτάρη, μέχρι τα 12 κουτάλια, ένα για κάθε μήνα, μέχρι το κόκκινο κραγιόν της Κοκκινοσκουφίτσας που συνόδευε την πρόσκληση για μία έκθεσή του.

Kirios Criton: Τα πρώτα χρόνια

Κορυδαλλός, δημοτικό, γυμνάσιο. Στο μάθημα των τεχνικών, με θέμα το δάσος όταν όλα τα παιδάκια ζωγράφιζαν κίτρινους ήλιους και πράσινο γκαζόν, ο μικρός Κρίτων πήρε μαύρα, άσπρα και γκρι κραγιόνια και ζωγράφισε ένα καμένο δάσος και πήρε μηδέν. Όταν οι ανήσυχοι δάσκαλοι τον ρώτησαν γιατί το έκανε, απάντησε «Αυτό το δάσος είδα όταν πηγαίναμε με τη γιαγιά και τη μαμά μου διακοπές στον Χάρακα. Ένα καμένο δάσος». Το επόμενο βήμα του ήταν να ζητάει από τη μητέρα του επίμονα να τον γράψει στη Σχολή Δοξιάδη. Και το κατάφερε. Και διέσχιζε την Αθήνα, από τα λεωφορεία και την άγρια τότε Κουμουνδούρου, να περνάει μέσα από του Ψυρρή, το Σύνταγμα, να ανεβοκατεβαίνει εκείνη την ανηφόρα της Δημοκρίτου, επί δύο χρόνια. Όταν έκλεισε η σχολή-φυτώριο της εποχής, άρχισε τη διαδρομή μέχρι τη ρώσικη εκκλησία στη Φιλελλήνων, κοντά στο New Hotel του Ηumberto Campana, σε ένα παλιό κτίριο στην οδό Σουρή, εκεί που είναι τώρα το Wine by the Glass. Εκεί ήταν η σχολή ΑΚΤΟ – και εκεί, πριν την ΑΚΤΟ, έκανε τα περιβόητα mobile πάρτι του το Jungle Club του Χρήστου Καλοπίτα.

Ο Κρίτων με προλαβαίνει: «Ας μιλήσουμε για τους ομοφυλόφιλους της εποχής. Γνώριζα από πάρα πολύ νωρίς τι μου συμβαίνει. Από 5 ετών είχα μία δυσάρεστη εμπειρία με τον ξάδερφό μου που με σημάδεψε και μεγαλώνοντας “κουμπώθηκα”. Στο δημοτικό ήμουν πάρα πολύ κλειστός. Δεν είχα επικοινωνία με τα παιδιά, ήμουν πιο πολύ με τα κορίτσια, παρόλο που ο πατέρας μου με προόριζε για ποδοσφαιριστή γιατί ήταν και πρόεδρος του ποδοσφαιρικού ομίλου Κορυδαλλού. Είχα και καλή γάμπα και κουτουπιέ (γέλια). Με έπαιρνε μαζί του στο Καραϊσκάκη, γιατί ήταν Ολυμπιακός φυσικά, κι εγώ πήγαινα για τα πατατάκια και τις πορτοκαλάδες που ήταν σε κάτι πλαστικά κίτρινα μπουκαλάκια στο σχήμα του πορτοκαλιού. Τα Μίκι Μάους τότε για μένα ήταν απαγορευμένα. Τα διάβαζα μέσα στα σχολικά βιβλία. Τα θεωρούσανε “αμερικανιά”. Ο πατέρας μου ήταν Βενιζελικός, άρα καταλαβαίνεις».

Τα σημάδια του έρωτα

«Στα 14 μου ερωτεύτηκα έναν Γάλλο και με ένα αυτοκίνητο από το Aleco’s βρέθηκα στο Παρίσι. Έκλεψα τις υπογραφές των γονιών μου σε ένα χαρτί εξουσιοδότησης ότι έχω το ελεύθερο να βγάλω διαβατήριο λέγοντάς τους ότι είναι για κάτι σχετικό με το σχολείο – σιγά μη διαβάζανε και καταλαβαίνανε τι υπογράφουν. Κι έτσι έφυγα με τον Ρεζίς, εξ’ ου και αυτά (δείχνει κάτι ραβδωτά σημάδια στο μπράτσο του), καψίματα που έκανα εγώ στον εαυτό μου, για να καταλάβω τι σημαίνει προδοσία. Μεγάλη ιστορία. Το θέμα είναι ότι εγώ στα 14 μου, έφυγα, ανέπνευσα από τον Κορυδαλλό και το “τι πρέπει να γίνεις”. Και βρέθηκα στη Σαλόν-σουρ-Σων, ανάμεσα σε Παρίσι και Λιών. Εξαιρετική περιοχή, έμαθα πολλά πράγματα εκεί. Μέχρι που έκανα και σεμινάρια για φωτισμό με τον καθρέφτη, γιατί εκεί ακριβώς εφευρέθηκε και η φωτογραφία».

«Ο Ρεζίς ήταν ένας άνθρωπος που είχε βγει για “κυνήγι”. Όλα αυτά που λένε για τον “ελληνικό τουρισμό” είναι μαλακίες. Σε όλη την Ελλάδα τότε, όλοι ερχόντουσαν για hunting. Το έκαναν και ο Yves Saint Laurent και ο Moschino, όπως όταν πήγαιναν στην Τυνησία και στο Μαρόκο. Ας μη γελιόμαστε, μια τέτοια χώρα είμαστε. Έτσι κι ο Ρεζίς, με έβαλε στους ώμους του ως ένα ελάφι και με πήγε ως θήραμα, ως “κάτι ωραίο” που βρήκε και σκότωσε στο κυνήγι του εν Ελλάδι. Εγώ είχα ερωτευθεί αληθινά, ήταν ο πρώτος μου μεγάλος έρωτας, και νόμιζα ότι κι αυτός με είχε ερωτευθεί. Αυτός όμως με πήγε εκεί για να κάνει επίδειξη. Στους συχωριανούς του εκεί, δεν είναι και καμιά μεγάλη πόλη, αλλά ιδιαίτερα στον εραστή του που δεν ήξερα ότι είχε. Ήθελε να του κάνει τη ζωή δύσκολη. Όταν έφθασα εγώ εκεί, ο εραστής έλειπε στο Παρίσι».

«Έμεινα εκεί λίγο, μετά γύρισα στην Ελλάδα και όταν την άλλη χρονιά ξαναπήγα, με τις δικές μου οικονομίες, Χριστούγεννα, φτάνω στο σπίτι, χτυπάω, μπαίνω και είναι μέσα το ζευγάρι. Και έγινε το έλα να δεις. Οι δυο τους σπάσανε όλο το σπίτι. Αυτές οι λαβωματιές, τα σημάδια, είναι τα δώρα που έκανα στον εαυτό μου για να θυμάμαι τι σημαίνει προδοσία. Είναι πέντε σημάδια, πέντε γράμματα, όσα στη λέξη Αγάπη, δηλαδή Ρεζίς. Πέντε σημάδια με καμένη σε στόφα κουζίνας λεπίδα μαχαιριού. Μόνος μου, μεθυσμένος, Πρωτοχρονιά, αυτός έλειπε γιατί ήταν και ντι-τζέι εκτός από ανθοπώλης, και εγώ έκαψα το χέρι μου. Ήρθαν μετά οι φίλοι του να με πάρουν να πάμε να τον βρούμε και έφριξαν, δεν μπορούσαν ούτε στο Πρώτων Βοηθειών να με πάνε γιατί ήμουν 14 χρονών. Θα τον πηγαίναν μέσα».

Επιστρέφοντας από τη Γαλλία και τελειώνοντας την ΑΚΤΟ το 1978, ο Κρίτων γνωρίζεται με τον Πάνο Παπαμακάριο και αρχίζει η φιλία τους που θα τον οδηγήσει στη διακοπή της αναβολής του από τον στρατό («γιατί πήγε και ο Πάνος δόκιμος αξιωματικός»). Στον Αυλώνα, ο Κρίτων τα βρίσκει δύσκολα και κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, πιστός στις μοιραίες και αυτοκαταστροφικές αποφάσεις του. Τον προλαβαίνουν αλλά αυτό ισοδυναμεί με Στρατοδικείο. Κι έτσι, «μου περνάνε χειροπέδες και πέρασα και από τις φυλακές Κορυδαλλού, ως προφυλακισμένος για να με δικάσουνε μετά από 15 μέρες στο Στρατοδικείο, για την απόπειρα αυτοκτονίας. Το έζησα κι αυτό. Αλλά εκεί μέσα είχα και από τις άλλες εμπειρίες, αυτές που δεν λέγονται, από αυτές του φίλου μου του Ζαν Ζενέ. Που τον είχα διαβάσει πριν, αλλά τον έζησα στις φυλακές».

Kirios Criton - Epemvassis

«Mε τον Πάνο βρεθήκαμε να έχουμε ένα σπίτι, το γνωστό σπίτι με τις Καρυάτιδες, στην Ασωμάτων. Εκείνο το μπαλκόνι με τις Καρυάτιδες ήταν το υπνοδωμάτιό μας. Έτρεμε όλο το σπίτι όταν περνούσαν τα λεωφορεία. Το άλλο κακό, ήταν ακόμα εν ενεργεία το Γκάζι και δεν μπορούσαμε ούτε τα παράθυρα να ανοίξουμε, δεν μπορούσες να αναπνεύσεις. Γι’ αυτό και ήταν υποβαθμισμένη περιοχή. Μόλις έκλεισε το Γκάζι άρχισε να αναπτύσσεται. Δεν θα το πιστέψεις, μέσα σε εκείνο το σπίτι διάβασα το “Τρίτο Στεφάνι” του Ταχτσή. Και ταυτίστηκα απόλυτα με την αυλή του σπιτιού που υπάρχει μέσα. Πολύ λίγοι φίλοι ζήσαν αυτό το σπίτι μαζί μας, ο Αλέκος, ο Ζαν Πιέρ, ο Μίλτον… Ζήσαμε μόνο δύο χρόνια εκεί, με σκοπό να το φτιάξουμε, αλλά ήρθε η κυρία που το είχε και μας είπε να φύγουμε γιατί θα το απαλλοτριώνανε για να γίνουν ανασκαφές εκεί για να βρουν τον τάφο του Περικλή; κάτι τέτοιο. Ποτέ δεν έγινε αυτό, το σπίτι πέρασε στο Δημόσιο και κάποια στιγμή το έκαναν και κλαμπ – ντροπή τους!

Κι έτσι βρήκαμε τη Δημοφώντος που από τα Πετράλωνα καταλήγει στο Πιλοποιείο του Πουλόπουλου το οποίο τότε ήταν ερείπιο. Το όνειρό μας ήταν να μαζέψουμε λεφτά να το πάρουμε και να το φτιάξουμε. Το βιβλίο που βγάζω λοιπόν, “φτιάχτηκε” εκεί, στη Δημοφώντος. Έχει μέσα πέντε μεταμορφώσεις εντελώς διαφορετικές η μία από την άλλη, εκείνου του χώρου. Οι καλλιτέχνες έχουν ένα στούντιο, έναν καμβά και δημιουργούν. Εμένα η δική μου παλέτα, το καβαλέτο μου, ήταν ότι έβαφα το σπίτι και του άλλαζα χρώματα, έπιπλα, τα πάντα. Ήταν το ατελιέ μου. Εκεί έγινε κάτι μαγικό, εκεί αποφασίσαμε με τον Πάνο να κάνουμε και μία εταιρεία design, την Epemvassis. Οι πρώτοι που το κάναμε, όλα τα γράμματα κολλημένα: Epemvassiscritonpanos. Και κάνουμε αυτό το ρημάδι το σπίτι μια σούπερ έκθεση με “επεμβάσεις” σε έπιπλα. Το βράδυ στρώναμε το κρεβάτι και κοιμόμασταν και το πρωί το διπλώναμε για να έρχονται οι φοιτητές από τη Σχολή Καλών Τεχνών του Πολυτεχνείου να μας δούνε, επισκέπτες κλπ.

Μία από τις πρώτες σημαντικές δουλειές που πήρε το σχεδιαστικό δίδυμο ήταν η διαμόρφωση του εστιατορίου-μπαρ Μπαλτάζαρ, το οποίο παρουσίασε ο Ταχυδρόμος –με διευθύντρια τότε τη Ρούλα Μητροπούλου– σε 6 σελίδες, σπουδαίο γεγονός μια και το περιοδικό τότε ήταν «η Βίβλος της Αθήνας» όπως λέει ο Κρίτων. «Και γινόμαστε σε ένα βράδυ διάσημοι, αδειάζει η Ράτκα – κάθε φορά που κάναμε ένα μαγαζί, άδειαζε η Ράτκα».  

Παράλληλα, ο Κρίτωνας γίνεται ένα πλάσμα της πόλης. «Γνώρισα και την περιοχή του Θησείου, του Ψυρρή και τα πέριξ. Την Κουμουνδούρου, την Ευριπίδου. Δύσκολες περιοχές και επικίνδυνες το βράδυ, τότε. Τη σκοτεινή πλευρά της Αθήνας τη δοκίμασα μία φορά, είδα ότι δεν ταιριάζουμε και την άφησα. Στα γκέι μπαρ πήγαινα. Μου άρεσε και συνεχίζει να μου αρέσει το φλερτ. Οι άνθρωποι όμως σήμερα κάνουν τα connections μέσα από τα Facebook κλπ. Στην απευθείας επικοινωνία καταλαβαίνεις καλύτερα τον άνθρωπο. Γύριζα στο Mad στην Πλάκα, λίγο παραπάνω στο Trip, στα Ζώδια, στο Ζακαρέ, στο Aleco’s Island στο Κολωνάκι. Το κέντρο της νύχτας όμως τότε ήταν η Πλάκα».

Η ονομασία Kirios Criton ξεκινάει από το ’89, με τον θάνατο του πατέρα του και τη διάλυση της εταιρείας με τον Π. Παπαμακάριο. Το πεπρωμένο τον οδηγεί να γίνει Kirios του εαυτού του και μία από τις πρώτες εικαστικές δουλειές του παρουσιάζεται στο πρώτο γκουρμέ εστιατόριο της Ελλάδας και της Αθήνας, το Precieux στην Πινδάρου, ένα υπέροχο νεοκλασικό στην είσοδο του οποίου, στο πεζοδρόμιο, είχε στηθεί τέντα για να προσφέρονται στους καλεσμένους στρείδια και σαμπάνιες πριν μπουν μέσα, στο υπερθέαμα: Ένα «βίντεο γουόλ», από τηλεοράσεις όπου προβαλλόταν ένα βίντεο με τίτλο «1999, πέρα από το καλό και το κακό» με body art επάνω σε ένα νέο πρόσωπο που τον είχε ανακαλύψει και φέρει ο φωτογράφος ο Τάκης Διαμαντόπουλος από το Παρίσι, τον Αντώνη Φραγκάκη.

Μία από τις πολυσυζητημένες δουλειές των Epemvassiscritonpanos ήταν το ’85, το ζαχαροπλαστείο Fresh του Στέλιου Παρλιάρου, στην οδό Σέκερη στο Κολωνάκι. Ένας μίνιμαλ χώρος πολυτελείας σε ύφος post modern, με μάρμαρα και γυαλί και τα γλυκίσματα τοποθετημένα να επιδεικνύονται «σαν κοσμήματα» έλεγαν πολλοί. «Και σαν νεκροτομείο, έλεγαν πολλοί άλλοι», συμπληρώνει ο Κρίτωνας. «Επειδή είχαμε τα μαρμάρινα συρτάρια για τα γλυκά, αλλά αυτή ήταν η λογική: τα γλυκά έρχονται φρέσκα, μπαίνουν στο πρώτο συρτάρι. Περνάει η πρώτη μέρα, μπαίνουν στο δεύτερο συρτάρι. Στο τρίτο συρτάρι πια, έχει πεθάνει το γλυκό. Το τρίτο συρτάρι πάει στα σκουπίδια, το δεύτερο συρτάρι το μοιράζεστε αναμεταξύ σας. Γι’ αυτό κέρδισε ο Στέλιος. Όταν έλεγε ότι ήταν fresh, ήταν φρέσκο».                                                                                       

Ο Κρίτωνας, οργώνοντας την Αθήνα –με το πόδι και το αεικίνητο μάτι που έβλεπε κτίρια, χώρους, σημεία και ιδέες να ξεπηδούν από αυτά– έχει γνωρίσει όλες τις αλλαγές της. «Στο Κολωνάκι, όταν ήμουν στο κατάστημα της Ουτοπίας, δεν υπήρχε τίποτα στη γειτονιά. Ένα μανάβικο μόνο. Ήταν γειτονιά. Μετά άρχισαν να ξεφυτρώνουν ένα ένα τα καταστήματα για να γίνει η πιάτσα όπως εξελίχθηκε. Νεοκοσμοπολίτικη πιάτσα έγινε από το ’90 και μετά. Πριν, όταν ακούγαμε ότι κάποιος άνοιξε μαγαζί στην Αναγνωστοπούλου λέγαμε “πωπω, πού πήγε και το άνοιξε, στο βουνό;”. Μέχρι να αναπτυχθεί η Σκουφά, ας πούμε, η ακριβώς παράλληλή της, η Τσακάλωφ, ήδη θεωρούνταν μακριά. Η δε Πατριάρχου Ιωακείμ ήτανε ξεχασμένη από τον θεό. Η Σκουφά είχε κίνηση επειδή ένωνε τα Εξάρχεια, τη Νεάπολη και το Κολωνάκι».

«Τα Εξάρχεια τα γνώρισα όταν πήρα το Φλοράλ του Κωνσταντίνου, απέναντι από το Βοξ και του άλλαξα τα φώτα. Το ήθελα γιατί ήταν εκεί η Μπλε Πολυκατοικία που για μένα ήταν ένα σημαντικό αρχιτεκτόνημα, αγαπούσα και τον Yves Klein, ήταν και η πρώτη εκδοχή του λουλακί χρώματος του Yves Klein μέσα στην περιοχή. Το μαγαζί το ονόμασα Φλοράλ-Λιμπεράλ και του έδωσα στιλ με λουλούδια, make love not war, ένα χίπικο ύφος αλλά με αναφορές στην Κίνα».

Ήταν η χρυσή εποχή του Κολωνακίου. Shopping & clubbing. Μπαρ, εστιατόρια, café, νέοι άνθρωποι που συνεργάζονταν με τον Κρίτωνα, με τις συλλογές του να πουλιούνται μέσα από το κατάστημα της Λιάνας Βουράκη ή και της Λίνας Κυριαζάκου, την Ουτοπία, ενώ δουλεύει πια για διαφημίσεις, για image making, για βιτρίνες όπως στο Meli Interiors και στα show-rooms του Γιάννη Δελούδη. Το 1994 ανοίγει το Never On A Sunday, την γκαλερί που ήταν ανοιχτή μόνο Κυριακές με τα εγκαίνια να γίνονται 9 Μαρτίου, μέρα που θάβεται στο Α΄ Νεκροταφείο η Μελίνα Μερκούρη. «Αφού μου τηλεφωνούσαν και μου έλεγαν, δεν αναβάλλεις τα εγκαίνια;».

Στου Ψυρρή, που ήταν τότε έρημος τόπος, ο Κρίτωνας έστησε το περίφημο, πενταώροφο Lobby μέσα στο στενάκι της οδού Αυλητών. Ένα multi-club με κάθε όροφο αφιερωμένο σε άλλο στιλ, άλλο κοινό, άλλη διάθεση. Το υπόγειο είχε γίνει γκέι κλαμπ, ενώ στον 5ο όροφο, στη «Σοφίτα» έπαιζε ελληνικά η Ναταλία Γερμανού. Στο ισόγειο ήταν το Heroes’ Cafe και ανεβαίνοντας έβρισκες δωμάτια: του Andy Warhol. Ένα άλλο δωμάτιο ήταν αφιερωμένο στη Madonna όπου υπήρχε μόνο ένα κρεβάτι και γινόταν το πατείς με πατώ σε για το ποιος θα κάνει κράτηση εκεί. Ακολουθούσαν τα δωμάτια του Pedro Almodοvar, του Walt Disney, του Philippe Starck και του Moschino που ήταν και προσωπικός φίλος του Κρίτωνα.

Ο ίδιος θυμάται άλλη μία μοιραία ιστορία: «Είχα κάνει και επίδειξη του Moschino στον Λυκαβηττό, στον μεγάλο ανοιχτό χώρο, και μέσα στο θέατρο είχε στηθεί μία τέντα σαν τσίρκο όπου έγινε το πάρτι. Τότε ο Moschino ερωτεύθηκε τον φίλο μου. Τον κόλλησε AIDS και πεθάνανε και οι δύο. Αυτό μου στοίχισε πιο πολύ. Αλλά επεξεργάστηκα το αίσθημα της απώλειας κι έτσι εμπνεύστηκα όλη τη συλλογή που σχεδίασα με τίτλο “Γευσιγνωσία” με τα 12 κουτάλια. Ξεκίνησα από ένα κουτάλι που ήταν ένα δάκρυ. Ήταν μετά από το τηλεφώνημα από το Παρίσι, όταν η αδερφή του μου είπε ότι πέθανε. Μέσα σε 15 λεπτά είχα κάνει όλη τη συλλογή. Νιώθω ότι ήταν το δώρο του προς εμένα».                                                       

Τα μαγαζιά, οι χώροι, οι ιδέες συνεχίζονται. Το ’96, σχεδιάζει τις «Χάντρες» της Πλατείας Ασωμάτων και κάνει μόδα να πετάνε χαρτοπετσέτες στους τραγουδιστές. Στο «Άτομο» παρουσιάζει μία περφόρμανς, τον Μεγάλο Αυνανιστή, με μία τεράστια κουρτίνα φτιαγμένη από άσπρα σλιπάκια, ενώ υπήρχε σκηνή σαν του Καραγκιόζη που πίσω της εξελισσόταν ένας ανδρικός αυνανισμός ενώ ακουγόταν η Ειρήνη Παπά να τραγουδάει από το άλμπουμ «666» των Aphrodite’s Child. Το παραλιακό υπερ-κλαμπ «Under-Water», όπως Underwear, ήταν ένας «ναός» φτιαγμένος όλος, εξωτερικά, από πορσελάνινα ουρητήρια. «Ήταν το πρώτο «κοσμικό» γκέι κλαμπ» λέει ο Κρίτωνας. Στα μπαρ υπήρχαν μπιντέδες με παγάκια για σαμπανιέρες, οι σερβιτόροι κυκλοφορούσαν με τα σλιπάκια (αργότερα έγινε θέμα και τους ντύσανε με στρατιωτικές στολές) ενώ ο Κρίτωνας, στα πάρτι, τους πασάλειβε με αφρό ξυρίσματος (σαντιγί) στο πρόσωπο και αντί να τους ξυρίζει, τους έγλειφε. «Εγώ αυτά τα θεωρούσα ζωή. Δεν τα θεωρούσα ούτε πρόκληση, ούτε προβολή. Περφόρμανς. Οι άνθρωποι, ό,τι έχει σχέση με ερωτισμό στην περφόρμανς το θεωρούνε πρόστυχο και σκανδαλιστικό. Και θεωρούν καλύτερα αυτά που κάνει η Αμπράμοβιτς. Πρώτον, εγώ δεν έκοβα εισιτήρια για να τα κάνω και δεύτερον δεν έκανα ποτέ μου κάτι για να προβληθώ, δεν υπήρξαν ποτέ φωτογραφίες. Έ-ζη-σα αυτά που έκανα. Η Αμπράμοβιτς δεν τα ζει, τα ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΙ».

Το βιβλίο Kirios Criton

Σήμερα, ο Kirios Criton συνοψίζει σε ένα πολυτελές βιβλίο ζωής (30χ25 cm με 512 σελίδες, Graphic Design Σταυριέλενα Δημητρακοπούλου), την αισθητική, τις ιδέες και την τέχνη του, το οποίο εκδίδει το Copelouzos Family Art Museum, των παλαιών φίλων του Κρίτωνα, Σάντυ και Δημήτρη Κοπελούζου. Μία εντυπωσιακή διαδρομή με εξαίρετα αντικείμενα, απρόβλεπτα και δύσκολο να τα δει κανείς αλλού γιατί βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές, όπως το «Φέρετρο της Μπέτι Ντέιβις». Ένα σούπερ-camp έργο που δημιούργησε ο Κρίτων επάνω σε σχέδιο που έκανε ειδικά για την έκθεση DUO ο –επίσης καλός του φίλος– Thierry Mugler: μία τεράστια lounging πολυθρόνα-γόβα πολυτελείας με επένδυση σατέν καπιτονέ (όπως στα φέρετρα) στην οποία η παλαιά σταρ του Χόλιγουντ θα έπινε τη σαμπάνια της ή απλώς θα πέθαινε. «Γιατί μόνο μέσα σε ένα τακούνι θα μπορούσαν να τη θάψουν. Και μάλιστα, όρθια».