Πολιτικη & Οικονομια

Γιατί μιλάμε διαρκώς για «κρίση»;

Ακόμα και σε περιόδους ειρήνης και σχετικής ευημερίας, γίνεται λόγος για κρίση. Γιατί; Μήπως κάνουμε κατάχρηση του όρου;

portrait-322469_1920_2.jpg
Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κρίση

Κρίση: Η αρχική έννοια του όρου και η απομάκρυνση από αυτήν, η υπερχρησιμοποίηση για ό,τι συμβαίνει και το στοίχημα των κοινωνιών μπροστά στις κρίσεις.

Η σύντομη απάντηση στο ερώτημα αν υπερχρησιμοποιούμε τον όρο «κρίση» είναι ότι σε κάθε καινούργια αναγγελία «κρίσης» πρόκειται συνήθως για κρίση διαφορετικής φύσεως, κι ότι, στην πραγματικότητα, εννοούμε «δυσκολίες», «απρόβλεπτα γεγονότα» ή προβλήματα, τη λύση των οποίων πρέπει να επεξεργαστούμε. Η πιο αναλυτική απάντηση προκύπτει από το ότι η ατομική και κοινωνική ζωή είναι, έτσι κι αλλιώς, μια ασταθής κατάσταση από την οποία δεν μπορούν να αποκλειστούν ποτέ οι αρνητικές αλλαγές, οι αλλαγές που συμβαίνουν απότομα, με ελάχιστη ή καθόλου προειδοποίηση. Οι κρίσεις είναι δοκιμασίες ή έκτακτες ανάγκες. Πράγματι, συχνά, πολύ συχνά, κόμματα και παρατάξεις είτε υπερβάλλουν ως προς το μέγεθος αυτών των δοκιμασιών ή τις δημιουργούν για πολιτικούς σκοπούς.

Η έννοια του όρου έχει απομακρυνθεί από την αρχαία ελληνική. Ίσως βρίσκεται πιο κοντά στην αγγλική που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην ιατρική για να περιγράψει ένα σημείο καμπής στην εξέλιξη μιας ασθένειας, μια αλλαγή που υποδηλώνει είτε ανάκαμψη είτε θάνατο. Σήμερα όταν μιλάμε για «κρίση» αναφερόμαστε σε σύνθετα συστήματα –οικογένεια, οικονομία, κοινωνία– όχι σε απλά συστήματα όπως είναι π.χ. ένα μηχάνημα: ένα μηχάνημα δεν διέρχεται «κρίση»∙ δυσλειτουργεί, καταστρέφεται ή ξαναπαίρνει μπρος. Αντιθέτως, ένα σύνθετο σύστημα για τη δυσλειτουργία του οποίου υπάρχουν πολλές και αλληλοεπικαλυπτόμενες αιτίες, διέρχεται «κρίση», πράγμα που σημαίνει ότι κάποια γεγονότα ή σειρά γεγονότων δημιουργούν αβεβαιότητα και εγείρουν απειλές (αληθινές ή φανταστικές). Οι κρίσεις των σύνθετων συστημάτων απαιτούν αποφάσεις για αλλαγές οι οποίες είτε θα μετασχηματίσουν το παλιό σύστημα, είτε θα το αντικαταστήσουν με καινούργιο. Αν δεν απαιτείται τέτοιου είδους αλλαγή, πιθανότατα η κατάσταση να μην περιγράφεται ως κρίση, αλλά ως αποτυχία.

Εκτός από τις φυσικές κρίσεις που είναι εγγενώς απρόβλεπτες (ηφαιστειακές εκρήξεις, τσουνάμι κ.λπ.), τις περισσότερες κρίσεις τις δημιουργούν οι άνθρωποι. Ως εκ τούτου, το «απροσδόκητο» στοιχείο σημαίνει ότι απλώς δεν καταφέρνουμε να παρατηρήσουμε την αρχή των συνθηκών κρίσης. Αυτή η αδυναμία είναι η άλλη όψη της τάσης μας να βλέπουμε παντού επικίνδυνες κρίσεις ή να τις προαναγγέλλουμε, όπως είπα, για λόγους πολιτικής εκμετάλλευσης. Η άρνηση να δούμε τις κρίσεις και η παρανοειδής πρόσληψή τους οφείλονται στα ίδια ψυχικά χαρακτηριστικά: επιτρέπουμε στον εαυτό μας να εξαπατηθεί∙ έχουμε την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει ζωή χωρίς «κρίσεις» ∙ νιώθουμε είτε άκρατη αισιοδοξία, είτε σταθερή απαισιοδοξία.

Σε ό,τι αφορά τις οικονομικές κρίσεις, δηλαδή τις απότομες μεταβάσεις σε ύφεση, παίρνουν τεράστια δημοσιότητα επειδή συνδυάζονται με ποικίλες κοινωνικές κρίσεις: μια τραπεζική κρίση ή μια νομισματική κρίση δεν είναι μόνο «χρηματική». Όσο για την κατάχρηση του όρου οφείλεται στο ότι οι απότομες μεταβάσεις σε ύφεση δεν σημαίνουν ότι το πριν και το μετά είναι ρόδινο: πριν και μετά την οικονομική κρίση του 1994 στο Μεξικό, οι Μεξικανοί ήταν και παρέμειναν φτωχοί∙ το ίδιο μπορούμε να πούμε για την οικονομική κρίση της Αργεντινής (1999–2002) ή της Ελλάδας (2010-2018). Άρα, μπαίνουμε συχνά στον πειρασμό να ταυτίζουμε την κρίση με μια χρόνια δύσκολη κατάσταση.

Η κρίση δεν συνεπάγεται αυτομάτως καταστροφή. Καταστροφή συμβαίνει όταν η ανθρώπινη ευπάθεια επιδεινώνεται από την έλλειψη σχεδιασμού ή την ελλιπή διαχείριση της έκτακτης ανάγκης. Σε πλείστες περιπτώσεις, μια κατάσταση απειλής, αυξημένου άγχους, πιθανής βίας και πεποίθησης ότι οποιαδήποτε ενέργεια θα έχει εκτεταμένες συνέπειες, η καταστροφή αποτρέπεται: η ατομική και συλλογική στρατηγική διαχείρισης κινδύνων μάς προστατεύει, θεωρητικά, από ένα ευρύ φάσμα καταστάσεων, όπως τα ακραία καιρικά φαινόμενα, οι ξαφνικές αλλαγές στην απασχόληση και στην οικονομική κατάσταση, τα έκτακτα περιστατικά υγείας, μακροχρόνιες ασθένειες και η κοινωνική ή οικογενειακή αναταραχή. Όλα αυτά μπορούν να συμβαίνουν επανειλημμένως – και συνήθως συμβαίνουν, με σύντομα ή λιγότερο σύντομα διαλείμματα κανονικότητας. Η οδυνηρή βίωση των κρίσεων είναι, στην πραγματικότητα, αυτό που δημιουργεί την κατάχρηση του όρου: αν αποδεχτούμε ότι η ζωή είναι επίλυση προβλημάτων και όχι μια υπόσχεση παραδείσου, η φιλολογία περί κρίσεων πιθανότατα θα περιοριστεί σε εκείνα τα απροσδόκητα δυσάρεστα γεγονότα που απαιτούν έκτακτη δράση. Η πανδημία Covid-19 είναι μια τέτοια περίσταση η οποία προκαλεί έντονα συναισθήματα (φόβο, άγχος) και κινητοποιεί αμυντικούς μηχανισμούς στα άτομα (άρνηση, καχυποψία), ενώ απαιτεί ατομικές και συλλογικές αποφάσεις, καθώς και συστήματα στήριξης τα οποία θα εμποδίσουν την επέκταση των προβλημάτων υγείας σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας.

Το στοίχημα των κοινωνιών μπροστά στις κρίσεις είναι να τις αναγνωρίζουν εγκαίρως, να μπορούν να διακρίνουν τις μεγάλες από τις μικρότερες, να επισημαίνουν τις αιτίες και να προβλέπουν με σχετική ακρίβεια τις επιπτώσεις τους τις οποίες καλούνται να περιορίσουν όσο αυτό είναι δυνατό. Το προπαγανδιστικό σφυροκόπημα περί κρίσεων δεν προωθεί θετικούς κοινωνικούς στόχους: όσο περισσότερο μιλάμε για κρίσεις, όσο τις αντιμετωπίζουμε σαν συμφορές και όχι σαν αναπόφευκτες καταστάσεις της ζωής, τόσο δυσκολότερα παίρνουμε ψύχραιμες αποφάσεις. Η ισορροπία και η κανονικότητα είναι πάντοτε σχετικές, ποτέ απόλυτες – εξάλλου, η συνειδητοποίηση μιας κρίσης σπανίως ταυτίζεται με την έναρξή της, ακόμα και με το αποκορύφωμά της: για παράδειγμα, στη δεκαετία του 1980 η μόλυνση του περιβάλλοντος ήταν, από πολλές απόψεις, χειρότερη από ό,τι είναι σήμερα∙ ο ρατσισμός ήταν απείρως πιο εκτεταμένος∙ η θέση των γυναικών πιο προβληματική – αλλά, τα σχετικά κινήματα προσλαμβάνουν όλα αυτά τα ζητήματα ωσάν να επιδεινώνονται.

Με λίγα λόγια, ως πολιτική κρίση δεν μπορεί να θεωρείται οποιαδήποτε κατάσταση που απέχει από το να είναι ειδυλλιακή: πολιτική κρίση είναι ένα πραξικόπημα, μια επανάσταση, ένας πόλεμος ή μια περίοδος ακυβερνησίας. Ομοίως, ανθρωπιστική κρίση είναι μια κατάσταση λιμού, λοιμού ή μαζικού εκτοπισμού: η ανθρωπιστική κρίση δεν ταυτίζεται με την πτώχευση. Οικολογική κρίση είναι η κατάσταση που ακολούθησε το ατύχημα στο Τσερνόμπιλ ή στο Φουκουσίμα, όχι η χρόνια ρύπανση. Τέλος, η σημερινή «ενεργειακή κρίση» δεν είναι κρίση ενέργειας αλλά κρίση τιμών της ενέργειας: αν διακρίνουμε αυτές τις αποχρώσεις πιθανότατα θα καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε πιο αποτελεσματικά τις δυσκολίες που, αναπόφευκτα, θα εμφανίζονται ξανά και ξανά.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ