Πολιτικη & Οικονομια

Εχθές είδα ένα όνειρο

Στη γιορτή αυτή μαέστρος θα είναι ο «εθνικός» μας Μίκης

89714-201619.JPG
Νίκος Καραχάλιος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
ΚΟΡΩΝΟΙΟΣ ΕΠΙΔΗΜΙΑ ΠΑΝΔΗΜΙΑ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΠΙΤΙ ΓΚΡΑΦΙΤΙ ΤΑΡΑΤΣΑ ΤΕΧΝΗ
© EUROKINISSI/ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ο εορτασμός μιας απρόσμενης επιτυχίας, απέναντι στον πιο ύπουλο εχθρό, τον αόρατο κορωνοϊό Covid-19

Γεγονός: Εχθές το βράδυ είδα ένα όνειρο. Ξυπνώντας με μια πολύ γλυκιά αίσθηση, αναρωτήθηκα αν τελικά αυτός ο ιός που εμφανίστηκε τόσο απρόσμενα και άλλαξε τόσο ξαφνικά την καθημερινότητά μας, μπορεί τελικά να έχει και κάποιες θετικές επιπτώσεις στη ζωή μας.

Παράδοξο: Είναι κάτι που όταν κοιμάμαι μου συμβαίνει σπάνια. Ποιο; Το να ονειρεύομαι. Στο «ξύπνιο» μου γίνεται πολύ πιο συχνά… (πρόβλημα;) Όχι οι new age gurus, που θεωρούν απαραίτητο το day dreaming. Όμως, στο σκληρό στίβο της πολιτικής οι «ονειροπόλοι» θεωρούνται «αιθεροβάμονες» και οι «οραματιστές» συνήθως χαρακτηρίζονται με μια δόση ελαφράς ειρωνείας -«ρομαντικοί». Γιατί; Γιατί οι περισσότεροι δεν απεχθάνονται τις αλλαγές, πολύ περισσότερο τις μεγάλες ανατροπές  που έχει ανάγκη ο τόπος μας. Επομένως, οι οραματιστές καθίστανται αυτομάτως «υπερφίαλοι» και όσοι βλέπουν το μέλλον είναι «εκτός εποχής». Anyway…

Επιτέλους, έστω και με καθυστέρηση 30 ετών, [βάσει Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου] υποχρεώθηκα να προσαρμοστώ ως κοινωνικά υπεύθυνος πολίτης στην ορθή εντολή αυτοαπομόνωσης. Την αντιμετώπισα ως διπλή πρόκληση, “Corona Challenge”. Ένα κατασταλτικό φάρμακο για την υπερκοινωνικότητά μου και την αναπάντεχη πολυτέλεια του καλού ύπνου, ως απάντηση  στην χρόνια αϋπνία που με βασανίζει. Ακούγοντας ευλαβικά τις συμβουλές του κυρίου Τσιόδρα, του φίλου μου Νίκου Χαρδαλιά και του Σπύρου Παπαδόπουλου «Μένω πλέον κι εγώ Σπίτι» και από τις συνήθεις 4-5 ώρες, που ήταν το όριό μου στην προ Covid-19 εποχή, ξαπλώνω χωρίς εργασιομανείς τύψεις και προτεσταντικές ενοχές, 7-8 ώρες κάθε βράδυ. Τέρμα τα εσπρεσάκια στον Pete με την παρέα των «7 Σοφών», (μας λείπει πολύ ο «αδελφός μου» Γιώργος Μαυροσκώτης) τα μπαράκια και οι βόλτες στο Κολωνάκι! Ομολογώ πως έχω αρχίσει να απολαμβάνω την αλλαγή στις ρουτίνες μου. Προφανώς θα κάνουν και καλό στην υγεία μου (προς το παρόν έτσι φαίνεται…) χωρίς να παίρνω βέβαια όρκο, και να προκαλώ επισκέψεις του «αόρατου» ιού.

Δίνω λοιπόν χώρο και χρόνο στα όνειρα, αφήνω ανοιχτή κάθε βράδυ την «κερκόπορτα» του μυαλού μου και αυτά σαν νέοι καλοί και συνεπείς «φίλοι» με επισκέπτονται τακτικά (τι μαγική εμπειρία!).

Έτσι στο εργένικο (άλλαξε-ντύσου-μπες-βγες) σπίτι/ξενοδοχείο της Νέας Μάκρης απέκτησα παρεούλα και το σημαντικότερο: έχω -προσώρας- την ψυχική ηρεμία να μην βλέπω εφιάλτες. Τα Zoumberi Islands είναι μια μικρή, αλλά ζωογόνος όαση απομόνωσης, μέσα στη ζοφερή έρημο μοναξιάς που μας έχει περικυκλώσει.

Αντίθετα, με τον διάσπαρτο φόβο για τα χειρότερα, -που όλοι οι επίσημοι φορείς δειλά-δειλά ομολογούν πως έρχονται σύντομα- «βρισκόμαστε στο τέλος της αρχής του Γολγοθά», είπε ο Πρωθυπουργός-, εχθές το βράδυ «είδα» κάτι πολύ, μα πολύ όμορφο…

Το 1ο όνειρο: Το καλό όνειρο (άραγε ποια λέξη είναι το αντίθετο του «εφιάλτη»;) ξεκίνησε με την εικόνα μιας πλωτής ξύλινης εξέδρας, που κυμάτιζε ελαφρά στο σούρουπο, μέσα σε μια καταγάλανη θάλασσα. «Αναγνώρισα» αμέσως το Μικρό Καβούρι, τη μεγάλη παραλία στην «πλάτη» του Αστέρα. Ταυτόχρονα «άκουσα» μια φωνή, που με πήγαινε πίσω στα ανέμελα εφηβικά χρόνια της δεκαετίας του ‘80. Ανήκε στον αγαπημένο της γενιάς μου, τον Λουκιανό Κηλαηδόνη. Τραγουδούσε με τη Μαργαρίτα Ζορμπαλά και την Αφροδίτη Μάνου, το «Πάρτι στη Βουλιαγμένη». Κάποια στιγμή μετά τον «Φτωχό και μόνο καουμπόι» «ακούστηκε» -αναπόφευκτα- το «Θα κάτσω σπίτι», το απόλυτο hit των «κορωνοημερών». Τότε, το μακρινό 1983, (Σάββατο 25 Ιουλίου) είχαν συγκεντρωθεί για την πρωτότυπη συναυλία στο ελληνικό Woodstock πάνω από 50.000 άνθρωποι! Αρκετοί μάλιστα είχαν βουτήξει στη θάλασσα και κολυμπούσαν, γύρω από την εξέδρα της μπάντας, που έπλεε ήρεμα στα 20 μέτρα από την ακτή. Οι περισσότεροι είχαν ξαπλώσει στην αμμουδιά και απολάμβαναν τη μουσική και τη ζεστή βραδιά. Τους μουσικούς και τους τραγουδιστές τους μετέφεραν με βαρκούλες από το Ναυτικό Όμιλο. Οι παιχνιδιάρικες μελωδίες της «Μπανιέρας» («δυο-δυο») και της «Κρουαζιέρας» («στα νησιά») του Βαγγέλη Γερμανού έκαναν δεξιούς και αριστερούς να ξεχνούν τις διαφορές της Μεταπολίτευσης και να χαλαρώνουν αναπολώντας μεράκια και κοινές αγάπες. 

Οι φωνές τους με πήραν από το χέρι, με ανέβασαν ψηλά στον Αττικό ουρανό και με παρέσυραν με ασφάλεια σε ένα ταξίδι πάνω από τους αναπάντεχα έρημους δρόμους της Αθήνας. Λες και όσοι κάτοικοι της Πρωτεύουσας δεν βρίσκονταν εκείνο το ξεχωριστό βράδυ στη Νότια Παραλία, είχαν κατακλύσει το χώρο μέσα και γύρω από το λαμπρά φωτισμένο Καλλιμάρμαρο.

Νέα έκπληξη! Εκεί ήταν ο Διονύσης Σαββόπουλος να παίζει τη «Συννεφούλα». Ο Νιόνιος είχε αρχίσει ήδη να ξεσηκώνει τον κόσμο: «να μας έχει ο Θεός γερούς και να ξεφαντώνουμε με χορούς λυτρωτικούς»…

Αμέσως μετά εμφανίστηκαν μαζί οι δύο θρύλοι της ελληνικής μουσικής. Ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Χατζηδάκης. Με το που πάτησαν  στη σκηνή, το Στάδιο σείστηκε από τα χειροκροτήματα. Ο νους μου γύρισε μισό αιώνα πριν, το 1961, στη μια και μοναδική φορά που είχαν βρεθεί πάλι μαζί στην κοινή ιστορική τους συναυλία στο Θέατρο Κεντρικόν της παιδικής γειτονιάς μου, της Κυψέλης.

Ο κόσμος ήξερε απ’ έξω τα τραγούδια τους. Ήταν τ’ αγαπημένα ολόκληρης της «Ρωμιοσύνης». Οι φωνές του πλήθους σχημάτισαν τη μεγαλύτερη χορωδία που είχε γνωρίσει ποτέ ο τόπος μας. Μίκης και Μάνος ήταν οι μπροστάρηδες. Η τραχιά φωνή του πρώτου κυριαρχούσε στο βαρύτονο background. Όταν μάλιστα εμφανίστηκαν οι άλλοι δύο γίγαντες του ελληνικού λαϊκού πενταγράμμου, ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης έγινε κυριολεκτικά σεισμός. Οι μαρμάρινες κερκίδες τραντάχθηκαν!

Το «αεικίνητο» όνειρο με μετέφερε σαν αστραπή στη Ρώμη του 1990, λίγο πριν την έναρξη του Παγκόσμιου Κυπέλου. Καμία σχέση με τη σημερινή Αιώνια Πόλη,  που βιώνει μια ανείπωτη τραγωδία. Το ιστορικό «Κοντσέρτο των Τριών Τενόρων», (Λουτσιάνο Παβαρότι, Πλάσιντο Ντομίνγκο και Χοσέ Καρρέρας) στα Λουτρά του Καρακάλλα, σήμαινε το ξεκίνημα μιας πορείας θριάμβου για τη Squadra Azzura, την εθνική τους ομάδα, που τελικά ήταν αυτή που κατέκτησε το πολύτιμο τρόπαιο.

Επιστρέφοντας στην ελληνική πρωτεύουσα, «έβλεπα» μια άλλη Γαλανόλευκη να κόβει το νήμα καταταλαιπωρημένη, αλλά ζωντανή και όρθια, τερματίζοντας έναν εξαντλητικό Μαραθώνιο θανάτου.

Είχαμε αντέξει!

Τα είχαμε καταφέρει ενωμένοι με μια -σπάνια για το λαό μας- επίδειξη ομόνοιας και συνεργασίας!

Τώρα ήταν η ώρα να το χαρούμε, να ξεδώσουμε επιτέλους μετά από τόσους μήνες εγκλεισμού!

Η «Ομάδα των Τεσσάρων» συνέχισε να τραγουδά κομμάτια χαραγμένα στην ψυχή όλων μας: το «Ένα το χελιδόνι», το «Μυρίζει ο Κόσμος Γιασεμί» και τόσα πολλά άλλα που μας συντρόφευαν για χρόνια στις καλές και τις κακές στιγμές της ζωής μας. Αυτά διαμόρφωσαν τη μουσική μας ταυτότητα από την τελευταία εθνική δοκιμασία, τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, τραγούδια πιο «πιστοί φίλοι» και από τους «κολλητούς» και από τις «γυναίκες» μας.

Γι’ αυτό κανείς δεν ήθελε να τελειώσει η υπέροχη συναυλία. Όταν πολύ μετά τα μεσάνυχτα έφθασε στο τέλος, έκλεισε τόσο μαγικά όσο άρχισε με τη βελούδινη Νανά Μούσχουρη. Πώς θα ταίριαζε σε μια νύχτα με Πανσέληνο; «Πάμε μια βόλτα στο Φεγγάρι»…

Η ευχή: Αυτά ονειρευόμουν εχθές. Σήμερα το πρωί ευχόμουν πόσο πολύ θα ήθελα η πρώτη μέρα μετά την καραντίνα να μας βρει όλους ζωντανούς. Θα μοιάζει με την Απελευθέρωση από τους Γερμανούς το ’44. Δεν την έζησα, αλλά μου την έχει διηγηθεί η μητέρα μου που τότε ήταν μικρό κοριτσάκι 7 ετών. Φανταζόμουν μια μοναδική εικόνα: να έχουμε ξεχυθεί νέοι, γέροι και παιδιά, αγόρια και κορίτσια, σε ένα διονυσιακό γλέντι στις πλατείες της πόλης μας. Χαμογελαστοί, γεμάτοι θετική ενέργεια, να κατεβαίνουμε σαν ένα τριάκτινο αστέρι γεμάτοι ενθουσιασμό τη Συγγρού από το Βορρά, το Ποτάμι από τα Δυτικά, την Ποσειδώνος από τα Νότια, για να ανταμώσουμε στο «νέο κέντρο» της πόλης, στη θάλασσα του Φαληρικού Δέλτα, τραγουδώντας με τη Μελίνα τα «Παιδιά του Πειραιά».

Το 2ο Όνειρο: Ονειρεύομαι λοιπόν ένα ακόμη πάνδημο πάρτι νίκης, που δεν θα μοιάζει με όνειρο, όπως το πρώτο. Θα είναι πραγματικό. Δεν θα ‘χει προηγούμενο, γιατί θα είναι ο εορτασμός μιας απρόσμενης επιτυχίας, απέναντι στον πιο ύπουλο εχθρό, τον αόρατο Covid-19. Μια δοκιμασία που πήγε να γονατίσει όχι μόνο εμάς τους Έλληνες, αλλά ολόκληρη την ανθρωπότητα και δεν τα κατάφερε. Νίκησε η δύναμη της θέλησής μας!

Στη γιορτή αυτή μαέστρος θα είναι ο «εθνικός» μας Μίκης. Μπροστάρης σε ένα τελευταίο ιστορικό μπιζάρισμα. Και θα την παρακολουθούν από ψηλά ο Μάνος, ο Λουκιανός, ο Στέλιος, ο Γρηγόρης και τα άλλα «παιδιά».

Με αισιοδοξία,

Νίκος Καραχάλιος

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ