Πολιτικη & Οικονομια

Γιατί παίρνουμε τόσο κακές αποφάσεις

Η φαινομενική αδιαφορία –ή και ενεργητική απέχθεια– των γύρω μας για την αλήθεια εξηγείται. Κανείς δεν νοιάζεται για την αλήθεια.

27009-103916.jpg
Θοδωρής Γεωργακόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 399
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
23675-52498.jpg

«New Scientist»: Γιατί εμείς οι άνθρωποι παίρνουμε μερικές φορές τόσο κακές, παράλογες αποφάσεις;

Είμαστε όντα ατελή, δεν υπάρχει αμφιβολία περί αυτού. Έχουμε προβλήματα δομικά, ντεφό ουσιαστικά, στον πυρήνα του είναι μας μέσα. Θυμήσου τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι και τη Δρέσδη. Σκέψου αυτούς που δέρνουν μετανάστες και το ναυάγιο του Costa Concordia. Δες τα αποτελέσματα των πρόσφατων ελληνικών εκλογών. Δες όλα τα αποτελέσματα των ελληνικών εκλογών.

Κάτι δεν πάει καλά με τα μυαλά μας.

Κι αυτό δεν είναι μια δικιά μου ιδέα, μηδενιστικοί μισανθρωπικοί αφορισμοί ενός παλαβού. Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο. Έχουν γίνει έρευνες.

Πρόσφατο άρθρο του «New Scientist», εκτενέστατο, αναφέρεται αποκλειστικά σ' αυτό το θέμα: Γιατί εμείς οι άνθρωποι παίρνουμε μερικές φορές τόσο κακές, παράλογες αποφάσεις; Γιατί λειτουργούμε έτσι;

Είναι παράλογο. Κανονικά η ανθρώπινη εξέλιξη που μας έδωσε τη λογική και την ευφυΐα και την ανθρώπινη γλώσσα και τη Σκάρλετ Τζοχάνσον θα έπρεπε να μας ωθεί προς τη χρησιμοποίηση της πρώτης. Να την επιβραβεύει. Στην πράξη δεν γίνεται καθόλου αυτό. Δύο επιστήμονες, οι Μέρσιερ και Σπέρμπερ του πανεπιστημίου της Πενσιλβάνιας και του «Κεντροευρωπαϊκού Πανεπιστημίου» της Βουδαπέστης αντίστοιχα, εξέδωσαν πέρυσι ένα συναρπαστικό άρθρο που υποστηρίζει μια ρηξικέλευθη θεωρία: Ότι οι άνθρωποι δεν ανέπτυξαν τη νοημοσύνη για να βρίσκουν την καλύτερη λύση σε κάθε πρόβλημα, αλλά για να νικάνε στις διαφωνίες. Εξελικτικά δεν τους ήταν χρήσιμη για να βρίσκουν την αλήθεια, αλλά για να βρίσκουν τα πιο πειστικά επιχειρήματα και, όπως ξέρει όποιος έχει παρακολουθήσει ελληνικό talk show ή έχει διαβάσει ανακοίνωση των Ανεξάρτητων Ελλήνων, τα πιο πειστικά επιχειρήματα στις αντιδικίες δεν είναι απαραίτητα και τα πιο λογικά.

Σύμφωνα με τους Μέρσιερ και Σπέρμπερ, δηλαδή, οι σοφιστές είχαν πιάσει το πραγματικό νόημα. Τσάμπα τους κορόιδευε ο Σοπενάουερ.

Η ιδέα εξηγεί πολλά. Η φαινομενική αδιαφορία –ή και ενεργητική απέχθεια– των γύρω μας για την αλήθεια εξηγείται. Κανείς δεν νοιάζεται για την αλήθεια.  Όλοι θέλουν μόνο να τους αναγνωρίζεται το δίκιο, κι ας μην το έχουν πραγματικά. Είναι φυσιολογικό. Εξελικτικά αναμενόμενο. Στο DNA μας.

Έχει ενδιαφέρον και ο μηχανισμός αυτής της λειτουργίας. Σε ένα πρόσφατο άρθρο του στον «New Yorker» ο δημοσιογράφος και νευροβιολόγος Τζόνα Λέρερ συνοψίζει τη δουλειά διαφόρων ψυχολόγων πάνω στο θέμα στο εξής: «Όταν οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν μια αβέβαιη κατάσταση δεν εξετάζουν προσεκτικά τα δεδομένα ή ανατρέχουν σε στατιστικά. Αντίθετα, η γνώμη τους εξαρτάται από μια σειρά από διανοητικές συντομεύσεις που συχνά τους οδηγούν σε ανόητες αποφάσεις». 

Οι συντομεύσεις αυτές είναι πολλές, η μια πιο ύπουλη από την άλλη, νοητικές λακκούβες στις οποίες πέφτουμε ηθελημένα κι επανειλημμένα. Η «προκατάληψη της επιβεβαίωσης» είναι μια τέτοια: Το φαινόμενο κατά το οποίο τείνουμε να αποδεχτούμε ως αληθινά στοιχεία μεμονωμένα ή λανθασμένα που συμβαίνει να συμφωνούν με μιαν άποψη που έχουμε ήδη, και την επιβεβαιώνουν στα μάτια μας. Υπάρχει επίσης η τάση να επιλέγουμε προϊόντα με πολύ περισσότερα χαρακτηριστικά από όσα χρειαζόμαστε, ή η ανικανότητα να εγκαταλείψουμε προσπάθειες όταν είναι προφανές ότι μας κοστίζουν ακριβά και δεν έχει νόημα να τις συνεχίσουμε. O διάσημος ψυχολόγος Ντάνιελ Κάνεμαν (που κέρδισε Νόμπελ Οικονομίας, παρακαλώ) εξέδωσε σχετικό βιβλίο πέρυσι με τ’ όνομα «Thinking, Fast and Slow» στο οποίο αναλύει όλες αυτές τις συντομεύσεις και τα κόλπα που χρησιμοποιεί το μυαλό μας.

Μία που μου άρεσε πολύ είναι η τρομερή επίδραση που έχει ο τρόπος με τον οποίο μας παρουσιάζονται διάφορες επιλογές στην τελική μας απόφαση. Σε ένα πείραμα του Κάνεμαν (και του Έιμος Τσβέρσκι) που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Science» ζητήθηκε από ανθρώπους να φανταστούν ότι σε μια πόλη 600 κατοίκων ξεσπά μια μολυσματική ασθένεια και να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο τρόπους αντιμετώπισης:

Τον τρόπο Α, που θα σώσει σίγουρα τη ζωή 200 ανθρώπων ή

Τον τρόπο Β, που έχει 1 στις 3 πιθανότητες να σώσει και τους 600 και 2 στις 3 πιθανότητες να μη σώσει κανέναν.

Οι περισσότεροι επέλεξαν τον Α.

Όταν όμως άλλαξε η φρασεολογία, παρατηρήθηκε ότι άλλαξαν και τα αποτελέσματα. Όταν τους είπαν δηλαδή ότι με τον τρόπο Α 400 άνθρωποι θα πεθάνουν σίγουρα και με τον τρόπο Β υπάρχει 1 στις 3 πιθανότητες να μην πεθάνει κανείς και 2 στις 3 να πεθάνουν όλοι (το ίδιο με πριν), οι περισσότεροι επέλεξαν τον Β τρόπο, παρόλο που και στις δύο περιπτώσεις οι επιλογές ήταν ολόιδιες ίδιες. Αρκούσε να αλλάξει η διατύπωση, για να αλλάξει και η απόφαση.

Και το πιο σημαντικό απ' όλα: Αυτές τις διανοητικές συντομεύσεις οι άνθρωποι δεν τις αποφεύγουν με την ευφυΐα. Αυτή η ροπή στο βολικό παραλογισμό δεν είναι ίδιον μόνο των ηλιθίων, των αμόρφωτων και των ψεκασμένων. Ίσα ίσα. Ο Τζόνα Λέρερ αναφέρει στο άρθρο του πρόσφατη έρευνα επιστημόνων από το πανεπιστήμιο Τζέιμς Μάντισον και το πανεπιστήμιο του Τορόντο που αποκαλύπτει πως οι έξυπνοι άνθρωποι είναι πιο επιρρεπείς στις συντομεύσεις αυτές από τους λιγότερο έξυπνους.

Ο ίδιος ο Κάνεμαν –νομπελίστας, θυμίζω– είχε γράψει στο βιβλίο του πως η μελέτη όλων αυτών των συντομεύσεων που χαντακώνουν τη λογική δεν τον είχε βοηθήσει καθόλου να τις ξεπεράσει και να παίρνει καλύτερες αποφάσεις. Ήταν αυτός που τις είχε καταλάβει και καταγράψει, βραβευμένος επιστήμονας, διάνοια, και έκανε τα ίδια λάθη και τις ίδιες παράλογες επιλογές που κάνουμε όλοι. Ο δε Τζόνα Λέρερ, ο ευφυής συντάκτης του «New Yorker», ο συγγραφέας και νευροβιολόγος, αποδείχτηκε ότι το κείμενο που έγραψε στον «New Yorker» ήταν εν μέρει αντιγραφή ενός κειμένου που είχε γράψει πέρυσι στη «Wall Street Journal». Ξέσπασε ένα μικρό σκάνδαλο σχετικά κι έπεσε το ίντερνετ απάνω του να τον φάει.

Οπότε καταλαβαίνεις: Αν ακόμα και οι ιδιοφυΐες παίρνουν αποφάσεις σαν Έλληνες ψηφοφόροι, το συμπέρασμα είναι αμείλικτο. Η ανθρωπότητα δεν έχει καμία ελπίδα.

www.georgakopoulos.org/

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ