Πολιτικη & Οικονομια

Κοινωνικο-οικονομική κρίση και Ψυχική Υγεία

115006-643623.jpg
Δημήτρης Αναγνωστόπουλος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
21839-53109.jpg

Η κοινωνικο-οικονομική κρίση επηρεάζει τη ψυχική υγεία με δύο αλληλοτροφοδοτούμενους τρόπους. Πρώτον εξασθενεί τους προστατευτικούς παράγοντες που συμβάλουν στην ανάπτυξη και τη διατήρηση της και δεύτερον ενισχύουν και αυξάνουν τους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση ψυχικών διαταραχών. Ενδεικτικά αναφέρουμε καταστάσεις της σημερινής πραγματικότητας που εμπίπτουν στα ανωτέρω: εργασιακή ανασφάλεια, εισοδηματική αβεβαιότητα, ανεργία, ελαστικές μορφές εργασίες, υπερχρέωση νοικοκυριών, άστεγοι, στεγαστική αβεβαιότητα, αύξηση κοινωνικών ανισοτήτων, φτώχεια, κοινωνικός αποκλεισμός ιδιαίτερα των ευπαθών ομάδων, αδυναμία ελέγχου της ζωής του ατόμου και αβεβαιότητα για τη μελλοντική του κατάσταση. Όλα αυτά συμβάλλουν στην σημαντική αύξηση της ψυχιατρικής νοσηρότητας στο σύνολό της και είναι επαρκώς μελετημένα και τεκμηριωμένα από την επιστημονική κοινότητα κατά την έρευνα των κρίσεων διαχρονικά. Ιδιαίτερα έχει δειχθεί η σημαντική αύξηση της κατάθλιψης και των αποπειρών αυτοκτονίας και της αυτοκτονίας και η συσχέτιση τους με την ανεργία και την εργασιακή ανασφάλεια. Επίσης η ευθεία συσχέτιση ανάμεσα στο πλούτο μιας χώρας με το επίπεδο της ψυχικής υγείας του πληθυσμού.

Σε περιόδους κρίσεως έχει παρατηρηθεί το εξής απαράδεκτο αλλά και μακροπρόθεσμα αντιπαραγωγικό φαινόμενο: ενώ οι απαιτήσεις σε υπηρεσίες ψυχικής φροντίδας αυξάνονται, εξαιτίας των περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες, η παροχή τους μειώνεται. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου που συντηρεί και χειροτερεύει διαρκώς το επίπεδο της ψυχικής υγείας.

Ένα από τα πιο βασικά ψυχικά παράγωγα της κρίσης είναι το γενικευμένο αίσθημα αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Αυτό επηρεάζει ατομικές και ομαδικές κοινωνικές συμπεριφορές των ενηλίκων που διαμορφώνουν ένα αρνητικό περιβάλλον για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη της ευπαθέστερης των κοινωνικών ομάδων που είναι τα παιδιά και οι νέοι.

Το καθολικό δικαίωμα των πολιτών στην ψυχική υγεία είναι υποχρέωση της Πολιτείας να το εξασφαλίζει χωρίς οποιαδήποτε διάκριση. Η ψυχική και η σωματική υγεία είναι συνδεδεμένες τόσο μεταξύ τους όσο και με το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον. Γι αυτό το ζήτημα της Ψυχικής Υγείας εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο πολιτικής Υγείας που έχει σαν κύριο στόχο την προάσπιση της υγείας και την πρόληψη της ασθένειας.

Είναι βασική προϋπόθεση η ανάπτυξη μιας σειράς κοινωνικών πολιτικών που καταπολεμούν την ανεργία, διαμορφώνουν ρεαλιστικές διεξόδους και προσδοκίες για το μέλλον, υπερασπίζονται το περιβάλλον, ενισχύουν τη συνοχή και το ρόλο της οικογένειας, αναδεικνύουν την εκπαίδευση ως «αγωγή ψυχής» και ξαναδίνουν στον εκπαιδευτικό την αξία του Δάσκαλου, σε αντιπαράθεση με την ιδεολογία «της μοναδικής αλήθειας», του “life-style” και των φορέων τους, εμπεδώνουν το αίσθημα ασφάλειας στην καθημερινή διαβίωση, αποκαθιστούν την αξία του ατόμου μέσα στη συλλογικότητα, ξαναφέρνουν στο προσκήνιο την δημοκρατία και καταργούν τις διακρίσεις. Όλα αυτά διαμορφώνουν το απαραίτητο ευνοϊκό πλαίσιο για την ανάπτυξη και τη διατήρηση της ψυχικής υγείας.

Προτεραιότητα έχει η ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας ψυχικής υγείας που να καλύπτει το σύνολο του πληθυσμού και δίνει ιδιαίτερη σημασία στην έγκαιρη ανάπτυξη πολιτικών ψυχικής υγείας που στοχεύουν στη συνολική μείωση προοπτικά της ψυχικής νοσηρότητας. Γι αυτό είναι αναγκαία η ανάπτυξη των παιδοψυχιατρικών υπηρεσιών παράλληλα με την έμφαση στην εκπαίδευση και την πολιτική πρόνοιας για τα παιδιά.

Σε ότι αφορά την ισχύουσα πολιτική ψυχιατρικής περίθαλψης το μείζον πολιτικό διακύβευμα είναι να μην εγκαταλειφθεί η ψυχιατρική μεταρρύθμιση. Aντίθετα, xρειάζεται η ολοκλήρωση της με την χάραξη μιας επείγουσας στρατηγικής που θα θέτει τις προτεραιότητες και θα προσδιορίζει τους φορείς και τα μέσα υλοποίησης της. Ο κύριος άξονας αυτής της πολιτικής είναι η μετατόπιση του κέντρου βάρους από την αποασυλοποίηση στην πρόληψη και την αντιμετώπιση των νέων ασθενών. Οι αντικειμενικές δυνατότητες για αυτό υπάρχουν.

Βασικά στοιχεία που απαιτούνται για τον σχεδιασμό είναι η δημιουργία βάσης καταγραφής των στοιχείων και η αξιολόγηση τους για το τι έχει γίνει μέχρι σήμερα. Η συνεργασία των φορέων υγείας, πρόνοιας, παιδείας κι όλων όσων εμπλέκονται στην υλοποίηση της πολιτικής ψυχικής υγείας, στη βάση ενός κοινού σχεδίου δράσης και στόχων. Η ορθολογική και διαφανής αξιοποίηση των πόρων που προβλέπονται για την ψυχική υγεία κι όχι η μεταφορά τους σε άλλες δράσεις, όπως γίνεται μέχρι σήμερα. Επίσης η αξιοποίηση της περιουσίας των ψυχιατρικών ιδρυμάτων για τους σκοπούς της πολιτικής ψυχικής υγείας κι όχι η εκποίηση τους προς αλλότρια συμφέροντα.

Η οργάνωση των υπηρεσιών χρειάζεται να δώσει προτεραιότητα στις κοινοτικές υπηρεσίες ψυχικής υγείας και στην ανάπτυξη εξειδικευμένων υπηρεσιών για ειδικές κατηγορίες διαταραχών (πχ. αυτισμός). Οι υπηρεσίες πρέπει να καλύπτουν το σύνολο της χώρας και να χρησιμοποιούνται βάσει των αναγκών κι όχι της οικονομικής δυνατότητας των χρηστών. Η αποδοτικότητα τους να αξιολογείται με ποιοτικούς δείκτες κι όχι αποκλειστικά με οικονομικά κριτήρια. Ακόμη να εξασφαλίζουν το συνεχές της αναγκαίας περίθαλψης και να είναι λειτουργικά ενταγμένες στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Η πρόληψη και η αντιμετώπιση της εξάρτησης από τις ναρκωτικές ουσίες απαιτεί την ανάπτυξη όλων των επιστημονικά τεκμηριωμένων μορφών θεραπείας, ταυτόχρονα με πολιτικές που συμβάλλουν στη μείωση των δυσμενών κοινωνικών παραγόντων που ευνοούν την διάδοση και εξάπλωση της χρήσης τους.

Είναι επείγουσα ανάγκη να αναγνωριστεί το έργο των εργαζόμενων στο χώρο της ψυχικής υγείας και να εξασφαλιστεί το δικαίωμα τους σε σταθερές συνθήκες εργασίας καθώς και η συνεχή τους εκπαίδευση ως στοιχειώδεις προϋποθέσεις για να μπορούν να ανταποκρίνονται στο έργο τους. Παράλληλα, ιδιαίτερη σημασία έχουν τα δικαιώματα των χρηστών των υπηρεσιών ψυχικής υγείας, των οικογενειών τους και των συλλογικών τους οργάνων. Η συμμετοχή τους στη διαμόρφωση της πολιτικής ψυχικής υγείας είναι ουσιαστική κι αναντικατάστατη.

Σήμερα η περικοπή των γενικών δαπανών για την υγεία και την πρόνοια, οδήγησε στη συρρίκνωση των ούτως ή άλλως ανεπαρκών ψυχιατρικών υπηρεσιών του ΕΣΥ και στη κατάργηση ή μείωση ουσιαστικών πολιτικών μέριμνας για τις ευπαθείς ομάδες πληθυσμού όπως πχ παιδιά με νοητική υστέρηση ή αναπτυξιακές διαταραχές. Επιπρόσθετα κονδύλια εξασφαλισμένα από την Ε.Ε. για την ψυχική υγεία μεταφέρθηκαν για να χρησιμοποιηθούν αλλού. Αυτή η ενέργεια από την πολιτική ηγεσία της Υγείας έμπρακτα δείχνει πόσο στενά συνδεδεμένη είναι η παρούσα οικονομική κρίση με την οπισθοχώρηση σε αντιδραστικές πολιτικές στιγματισμού και παραμέλησης της ψυχικής διαταραχής.

Αν πραγματικά μας ενδιαφέρει η έξοδος από την κρίση προς το συμφέρον της πατρίδας μας και των ανθρώπων της, τότε πρέπει να διεκδικήσουμε και να ακολουθήσουμε τον αντίθετο από τον εφαρμοζόμενο δρόμο των περικοπών των κοινωνικών δαπανών, που στη περίπτωση της Ελληνικής Ψυχιατρικής οδηγεί στη οριστική κατάρρευση του μεγαλύτερου μεταδικτατορικά δημοκρατικού εγχειρήματος στο χώρο μας, αυτό της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης. Αντίθετα πρέπει να συνταχθούμε με εκείνους που υποστηρίζουν ότι για να βγει η χώρα και η Ε.Ε. από τη κρίση χρειάζεται επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, βασικότερο συστατικό του οποίου είναι το ψυχικό κεφάλαιο.


 *Ο Δημήτρης Αναγνωστόπουλος είναι Επίκουρος Καθηγητής Παιδοψυχιατρικής, Ιατρικής Αθηνών υποψήφιος με τη Δημοκρατική Αριστερά στη Β΄ Αθηνών

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ