Πολεις

Θεσσαλονίκη: «Πρώτη Ύλη»

Προλαβαίνεις ακόμα: Από 17 έως 20 Οκτωβρίου, στις 21.00, στην Αποθήκη 15, Λιμάνι Θεσσαλονίκης

Στέφανος Τσιτσόπουλος
ΤΕΥΧΟΣ 409
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Από τον Σεπτέμβρη, που ξανάπιασα το πρωινό ραδιόφωνο, ροβολάω από Άνω Πόλη για πλατεία Αριστοτέλους, τώρα που ο καιρός είναι ακόμα καλός, με τα πόδια. Εκεί γύρω στις 7 με 7:15 βλέπω κάτι μαγικό: μέρα και νύχτα ανταμώνουν ιδανικά, πρωινό φως και ψίχουλα από τα αστέρια που επιμένουν να λαμπυρίζουν, λούζουν τον Θερμαϊκό και τα καράβια του. Δεν τραβάω ποτέ από τον ίδιο δρόμο, άλλοτε το κόβω από το Πειραματικό της Αγίας Σοφίας και άλλοτε από τα ερείπια της Ρωμαϊκής Αγοράς.

Αλλά η κατάβαση έχει πάντα κάτι μαγικό, η Θεσσαλονίκη είναι και γαμώ τις μαχμουρλίδικες πόλεις, αργεί να ξυπνήσει, δυο μήνες τώρα όλοι εμείς οι πρωινοί τύποι είμαστε μετρημένοι στα δάκτυλα. Ο κύριος που πάντα με ένα καρβέλι ψωμί ταΐζει τα περιστέρια και μονολογεί στο παγκάκι της Αριστοτέλους, δίπλα από το αρτοποιείο-landmark της εισόδου προς Καπάνι. Η Περσεφόνη και η Όλγα που φτιάχνουν τους καφέδες στο «Σπιτικό», γωνία της πλατείας με τη Βασιλέως Ηρακλείου. Και γάτες, δεκάδες γάτες, ειδικά αυτές τις μέρες που η Καθαριότητα του δήμου κάνει κόνξες και τα σκουπίδια ξεχειλίζουν από παντού, τα ψιψίνια κάνουν πάρτι. Το παραδέχτηκε και ο Μπουτάρης κατά τον απολογισμό της θητείας του, πως δηλαδή ηττήθηκε κατά κράτος, δεν του βγήκαν τα κόλπα.

Συζητήθηκε πολύ ο απολογισμός αυτός. Ακόμα κάποιοι του την έχουν στημένη, αρνούνται να παραδεχτούν πως τους νίκησε, ψάχνουν ευκαιρία για να γκρινιάξουν. Δεν χρειάζεται να είσαι και μάντης για να δεις τη φάτσα τους, τώρα που έμαθαν πως ο κυρ-Γιάννης ανακηρύχτηκε δήμαρχος του μήνα από το μη κερδοσκοπικό ίδρυμα City Mayors (σ.σ. Σεπτέμβριο ήταν ο Νεοϋορκέζος Μπλουμπέργκ και τον Αύγουστο σκόραρε ο τρελο-Λονδρέζος Τζόνσον). Αιτία ήταν, βέβαια, και τα φετινά 47α Δημήτρια. Μπήκαν με φόρα και σχεδόν απογειώθηκαν με την παράσταση «Πρώτη Ύλη» του Παπαϊωάννου στο λιμάνι. Πήγα το Σάββατο κι έμεινα έκθαμβος. Δυο σώματα, ίχνος οπτικοακουστικών εφέ, μόνο αναπνοές, κινήσεις, σχεδόν μπορούσες να ακούσεις το θρόισμα του μαύρου κοστουμιού του και το σύρσιμο των ποδιών τους πάνω στη σκηνή.

Πριν την παράσταση σκάναρα το πλήθος. Γηραιές αστές κυρίες και προχώ παιδιά, πέρλες και σταράκια ένα πράμα σε απόλυτη αρμονία. Πολιτισμένος κόσμος, για πρώτη φορά νομίζω εδώ και χρόνια δεν χτύπησε ένα κινητό κατά τη διάρκεια της παράστασης, μυσταγωγία σκέτη. Κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Το γράφω αυτό, γιατί δεν έχω όρεξη να προβώ σε κανενός είδους ανάλυση περί του τι ήθελε να πει, τι εννοούσε, τι ήταν όλο αυτό το εννοιολογικό παραμύθι-performance. Γιατί χοροθέατρο με την κλασική έννοια δεν είναι η «Πρώτη Ύλη». Αλλά σε μια εποχή που ο ελληναρισμός και η ελληνοαρλούμπα βγήκαν στους δρόμους και κάνουν παιχνίδι, νομίζω πως η ελληνικότητα που έβγαλε ο Παπαϊωάννου ήταν σκέτο βάλσαμο. Το ευγενές σαν από την Ιωνία ταξίμι, το βρέξιμο με το λάστιχο, απομεινάρι θαρρείς μνήμης παιδικών καλοκαιριών που καταβρέχτηκαν σε κήπους, τα τζιτζίκια, που ορκίζομαι πως τα άκουσα, ήταν ένα συμπυκνωμένο μεθοδικά κομμάτι της παράστασης που δεν με νοιάζει τι ήθελε να πει, γιατί το ζητούμενο είναι ο συναισθηματικός αντίκτυπος της στιγμής και όχι οι αναλύσεις. Το τέλος της «Πρώτης Ύλης» ήταν εξίσου συγκλονιστικό. Το πώς τα δύο σώματα έγιναν ένα, αλληλοσυμπληρώθηκαν, ένωσαν την αναπηρία τους συγκροτώντας μια αγάπη, ένα σφιχταγκάλιασμα.

Έξω είχε πέσει νύχτα, και για άλλη μια φορά το πλήθος «των κοκάλινων σκελετών» (a.k.a. χιπστερομάνι) με εξέπληξε: συζητούσαν για την παράσταση, προβληματίζονταν, «ξέρεις», «νομίζω», «ήθελε να πει», «εσύ τι λες;». Μακάρι έτσι να πάει και το Womex 12, από 17 έως 21 Οκτωβρίου. Πέντε ήπειροι, επτά σκηνές, πενήντα συγκροτήματα, ημερίδες, film market, Μεξικό, Βαλκάνια, Φινλανδία, κι ωχ αμάν, αμάν, γιατί καταφθάνουν μέχρι και οι Café Aman Istanbul. Προσωπική τρελή και μεγάλη αγάπη οι Kottarashky & The Rain Dogs, που το τραγούδι τους “Demoni” το έχω λιώσει στο ράδιο. Εκεί που κάθε μέρα ανοίγω μικρόφωνο και θυμάμαι πού πήγα, τι είδα, τι άκουσα, τι περιμένω και πόσο κοσμοπολίτισσα δείχνει η Θεσσαλονίκη τις στιγμές που ξεκολλάει από την μπαγιατίλα, τη μικροψυχία και τη μιζέρια, ενθυμούμενη πως ήταν λίκνο κάποτε και σταυροδρόμι πολιτισμών και πολιτισμών.

n