Κατοικιδια

Η ιστορία του Μάρκου: Πώς βρήκα τον σκύλο μου που είχε χαθεί

«Από το Σιάτλ μέχρι τη Μελβούρνη, άνθρωποι αγωνιούσαν για τον Μάρκο! Τους ευχαριστώ όλους για τις αναδημοσιεύσεις»

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη
ΤΕΥΧΟΣ 913
12’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Χάθηκε ο σκύλος μου - Πώς τον βρήκα. Το τσιπάκι, οι αναρτήσεις στα social και οι έρευνες για τον εντοπισμό του

Το βράδυ της προηγούμενης Παρασκευής προς Σάββατο, βράδυ που έλειπα από το σπίτι μου στο Λαγονήσι, άνοιξε η γκαραζόπορτα του κήπου και βγήκαν έξω τα δύο από τα τρία μου σκυλιά: η Μπρούνα το λυκόσκυλο, ετών 9, και ο Μάρκος το μπασταρδάκι μας, ετών 11, τυφλός.

Η Μπρούνα είναι μεγάλη αλήτισσα. Την είχα σώσει, αδέσποτη, από τα χιόνια, πριν 3 χρόνια και μου φαίνεται ότι ακόμα δεν έχει λησμονήσει την ελεύθερη ζωή της ―την έχω ξαναπιάσει να προσπαθεί να φύγει όταν ανοίγει η γκαραζόπορτα και μια φορά που ο μηχανισμός είχε βραχυκυκλώσει (μετά το γυρίσαμε στο χειροκίνητο αλλά, όπως βλέπετε, το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο, δυστυχώς), είχε ξεπορτίσει νυχτιάτικα παρόλο που ήμασταν στο σπίτι. Την ψάχναμε ώρες μες στα μαύρα μεσάνυχτα μέχρι να την βρούμε στο παλιό σιντριβάνι κάποιου εγκαταλελειμμένου σπιτιού, με το νερό πιο ψηλά από το μπόι της, να μην μπορεί να βγει. Είχα βουτήξει μέσα να την βγάλω αγκαλιά, πατώντας πάνω σε πλαστική λευκή καρέκλα από αυτές που πουλάνε απ’ τις καρότσες, που είχαν αφήσει οι άγνωστοι γείτονες στον κήπο τους. 40 κιλά στο ζετέ. Not bad at all.

Γενικά της Μπρούνας της αρέσει το νερό. Είναι η μόνη από τα τρία σκυλιά μου που μπαίνει με λαχτάρα και φόρα στη θάλασσα. Η Λέιλα (ετών 8, ροτβαϊλεράκι βούτυρο) τη χαζεύει από την ακτή βρέχοντας της πατούσες της. Κι ο Μάρκος είναι υδροφοβικός.

Τότε με το βραχυκύκλωμα της γκαραζόπορτας, η Μπρούνα είχε πάρει μαζί της και τον Μάρκο. Θα περίμενε κανείς ότι κύριος αυτός, ουδέποτε αδέσποτος μετά τους 6 πρώτους μήνες της ζωής του και τυφλός ων, δε θα ξεμυτούσε αλήτικα· αλλά το λέει φαίνεται η καρδούλα του. Θα περίμενε επίσης κανείς ότι ακολουθεί τη φίλη του με τη μυρωδιά ― αλλά όχι. Το κάνει ακούγοντας το γαύγισμά της. Κι αυτό ήταν ένα από τα στοιχεία που με βοήθησαν να τον εντοπίσω όταν χάθηκε το προηγούμενο ΣΚ. Θα μάθετε γιατί συντόμως.

Επιστρέφοντας λοιπόν το Σάββατο το πρωί από την Αθήνα και βρίσκοντας την γκαραζόπορτα μισάνοιχτη και τη Λέιλα κλαμένη λες κι είχε φάει ξύλο (δεν είχε, απλώς είναι πολύ dramatic χαρακτήρας) ― τρελάθηκα. Άρχισα αμέσως να ψάχνω τους τριγύρω δρόμους, τους λόφους, τα χέρσα χωράφια τριγύρω. Πήγα εκεί που τους είχα βρει όταν το είχαν ξανασκάσει πριν ενάμιση χρόνο. Πήγα στις γνωστές τους βόλτες. Τίποτα.

Επόμενο βήμα: το τοπικό pet shop. Εκεί, ένα στοιχείο επιτέλους! Κάποιος τα είχε δει το πρωί του Σαββάτου να διασχίζουν τη λεωφόρο Καλυβίων στο ύψος του περιπτέρου του Ολυμπιακού Χωριού (της Ολυμπιακής, όχι των Ολυμπιακών) και να κινούνται προς την Αγίας Τριάδος.

*

Info break: Η Αγ. Τριάδος είναι ένας πολύ μακρύς δρόμος παράλληλος με τον δικό μας. Ξεκινάει ένα χιλιόμετρο βορειότερα του σπιτιού μας και καταλήγει ένα χιλιόμετρο πιο κάτω από εμάς. Μας χωρίζει μια ρεματιά, ως επί το πλείστον πυκνόφυτη, μη προσβάσιμη και μη προσπελάσιμη,πάνω από την οποία ―στις αρχές του δρόμου― περνάει μια γέφυρα για τ’ αυτοκίνητα. Πρώτη αποστολή λοιπόν: να χτενίσουμε όλη αυτήν την οδό και τους κάθετους σε αυτήν δρόμους―ακόμα και τα αδιέξοδα που βγαίνουν ψηλά πάνω από το ρέμα.

Μια ακόμα μικρή παρένθεση για να καταλάβετε τη γεωγραφία της περιοχής: το ρέμα αυτό ξεκινάει λίγο πιο κάτω από τα Καλύβια Θορικού και φτάνει μέχρι τη θάλασσα. Έχει μήκος περίπου 5χλμ.. Το καλοκαίρι είναι ξερό αλλά το χειμώνα και την άνοιξη κατεβάζει νερό. Το περπατούσα μικρή με τα ξαδέρφια μου αλλά έκτοτε όχι μόνο έχει πυκνώσει σε σημείο που πολλές φορές δε βλέπεις στο ένα μέτρο μπροστά σου από τις καλαμιές, τους ράμνους και την πυκνή βλάστηση, αλλά χρησιμοποιείται και με χίλιους δυο αυθαίρετους, αυθεντικά ελληνικούς τρόπους από τους γύρω ιδιοκτήτες: άλλοι έχουν καλλιεργήσει την κοίτη του για λαχανόκηπους· άλλοι βάζουν εκεί τα κοτέτσια τους, άλλοι τα μπάζα που τους περισσεύουν. Πολλοί έχουν κλείσει την πρόσβαση σε αυτό με χτιστό μπετόν, άλφα μπλοκ, συρματοπλέγματα, καδρόνια. Άλλοι έχουν πίσω πόρτες που βγάζουν ακριβώς πάνω του.(Δεν ξέρω τι κάνουν όταν φουσκώνει. Και φουσκώνει αρκετά. Νομίζω τους σώζει ότι οι όχθες του μπορούν να φτάσουν και τα τρία μέτρα φυσικό ύψος προς τα γύρω χωράφια. Τι πιο χρήσιμο για να κρύψεις στις πλαγιές του χίλια δυο πράγματα, συμπεριλαμβανομένων των λάστιχων που μεταφέρουν το νερό της ρεματιάς στο χωράφι σου για να ποτίζεις δωρεάν…)

*

Τέλος πάντων, πίσω στον Μάρκο και τη Μπρούνα. Σάββατο μεσημέρι ακόμα.

Επόμενο βήμα: αφισούλες με τη φωτογραφία τους και το τηλέφωνό μου. Αρχίζω να τις κολλάω σε όλες τις κολώνες, στα ΚΑΦΑΟ, στα σκουπίδια. Σε κάθε μέρος που πήγαινα έβλεπα και την αφίσα της σκυλίτσας «Φρέγια» που έχει χαθεί εδώ και μήνες στο Λαγονήσι κι ο ιδιοκτήτης της ακόμα δεν την έχει βρει. Ένα γλυκό, προσεγμένο, φροντισμένο σκυλάκι, τσιπαρισμένο, στειρωμένο―όλα σωστά. Κι όμως η Φρέγια πουθενά. Λες κι άνοιξε η γη και την κατάπιε.

Η Φρέγια, μετά από 6 μήνες την αναζητούμε ακόμα, 698 801 8966

Μετά, ανάρτηση στο Φέισμπουκ, σε άλλα κοινωνικά δίκτυα, σε σελίδες φιλοζωικών ενώσεων και του Δήμου Σαρωνικού. Μηνύματα σε φίλους που ζουν στην περιοχή με φωτογραφίες, να τα προωθήσουν σε άλλους φίλους κι αυτοί σε άλλους κ.ο.κ., να έχουν όλοι τα μάτια τους ανοιχτά στην περιοχή. Ύστερα πάλι πάνω κάτω τους δρόμους με τα πόδια, μετά με το αυτοκίνητο.

Τίποτα. Μέχρι που κατά το σούρουπο, όταν εγώ ακόμα γυρνούσα με τα πόδια και ξελαρυγγιαζόμουν να φωνάζω Μπρούνα! Μάρκο!, το πρώτο θαύμα: επιστρέφει η Μπρούνα. Μόνη της. Και βρεγμένη.

Το μυαλό μας πάει αμέσως στη θάλασσα, που της αρέσει τόσο. Της κάνουμε αγκαλιές, την ταΐζουμε, την χαϊδεύουμε, την αφήνουμε να κοιμηθεί στο μαξιλάρι της και κατεβαίνουμε ―η μητέρα μου κι εγώ― στη θάλασσα. Ψάχνουμε, φωνάζουμε, δίνουμε καινούργιες αφίσες (μόνο με τον Μάρκο πια) σε όλα τα καφέ και τα καταστήματα της γειτονιάς, από ΟΠΑΠ μέχρι φαρμακεία. Νυχτώνει. Η μητέρα μου φεύγει, την ενοχλεί η υγρασία. Έρχονται η Δήμητρα με τον Αχιλλέα, φίλοι καρδιακοί, να βοηθήσουν έστω και μες στη νύχτα, αλλά κυρίως να μου κάνουν παρέα να μην κοιμηθώ μόνη με την απουσία του Μάρκου να γεμίζει το σπίτι ασφυκτικά.

*

Back up: Τον Μάρκο τον έχω από 4 μηνών κουτάβι. Τον είχαμε βρει κάτω από ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο στην Επανομή Χαλκιδικής, ένα μικρό κουτάβι, ματωμένο και γδαρμένο από τη μία του πλευρά, είχε συρθεί κάτω από ένα αυτοκίνητο. Προσπάθησα να τον βγάλω αλλά ούρλιαζε από τον πόνο. Με λίγη προσπάθεια και την καρδιά μου πέτρα στις φωνές του το μάζεψα κάτω από το αμάξι. Κοιμήθηκε στο πάτωμα δίπλα στο κρεβάτι εκείνο το βράδυ· και την επομένη, πριν καν ακόμα πάμε στο νοσοκομείο να κάνει η μητέρα μου την επέμβαση που έπρεπε να κάνει, περάσαμε από το κτηνιατρείο και τον αφήσαμε να διαγνωστεί. Μαζί με τα νοσοκομειακά αποτελέσματα αργότερα μέσα στη μέρα, μάθαμε κι ότι ο Μάρκος είχε αποκολλημένη ουρά, εκδορές σε όλη τη δεξιά πλευρά του σώματός του και μια σφαίρα από αεροβόλο φυτεμένη δύο χιλιοστά δίπλα στη σπονδυλική του στήλη. «Αν σας πω τι έχει» μας είχε προειδοποιήσει ο κτηνίατρος στο τηλέφωνο, «δε θα τον ξαναφήσετε ποτέ στο δρόμο.»

Κι έτσι ακριβώς έγινε. Μετά από 4 χειρουργεία, καταφέραμε να σώσουμε τη σπονδυλική του στήλη, τη λεκάνη και τα πόδια του, αλλά όχι το ένα του ματάκι: δεν είχαμε άλλα λεφτά γι’ αυτό, ήταν 2013, ο πατέρας μου θα έφευγε λιγότερο από τρεις μήνες αργότερα, κι η Ελλάδα θα τραβούσε για πολλά ακόμα χρόνια τον Γολγοθά της. Όμως ένα μήνα πιο μετά, ύστερα από φυσιοθεραπείες και τη θερμή φιλοξενία των φίλων μας, το κουτάβι Μάρκος κατέβηκε μαζί μας με το αυτοκίνητο στην Αθήνα. Στα Τέμπη έκανε την πρώτη του στάση να μυρίσει φύση και ποτάμι. Τον έχω σε φωτογραφία χαρωπό με το καινούργιο του λουράκι, με τη γλώσσα έξω. Κι εμείς οι γατάνθρωποιαποκτήσαμε, για πρώτη φορά, σκύλο!

Ο Μάρκος κουτάβι

*

Resuming: 11 χρόνια αργότερα, ξύπνησα την Κυριακή το πρωί, χαράματα ακόμα, και βγήκα να κολλήσω κι άλλες αφίσες προς τη θάλασσα. Η Δήμητρα με τον Αχιλλέα το ίδιο. Κανένα νέο ακόμα. Συνέχιζα να βλέπω παντού τις αφίσες της Φρέγια, που είχε ανοίξει η γη και την είχε καταπιεί· άρχισα να φοβάμαι το ίδιο και για τον Μάρκο. Μα κανείς δεν τον είχε δει μετά από εκείνο το πρωινό του Σαββάτου; 35 κιλά σκυλί, τρομαγμένο, τυφλό, δεν περνάει απαρατήρητο.

Το μεσημέρι λαμβάνω ένα μήνυμα στο κινητό: ο Θωμάς είναι ειδικός εκπαιδευτής σκύλων που ιχνηλατούν χαμένα ζώα. Μέχρι τότε είχα νομίσει ότι οι σκύλοι-ιχνηλάτες εκπαιδεύονταν να αγνοούν τις μυρωδιές άλλων σκύλων, ακριβώς για να μπορούν να συγκεντρώνονται μόνο στην εύρεση ανθρώπων. Είχα κάνει λάθος. Ευτυχώς ο Θωμάς είδε τις αναρτήσεις μου στο Φέισμπουκ και μου έγραψε. Κλείσαμε ραντεβού για εκείνο το απόγευμα, να φύγει λίγο η ντάλα του μεσημεριού για να μπορέσει να δουλέψει με ευκολία η σκυλίτσα του η Άλμα, ένα γλυκύτατο και έξυπνο Μαλινουά που, μυρίζοντας το κολάρο του Μάρκου (δεν το φορούσε για μεγάλη μου τύχη/ατυχία, γιατί του είχα βάλει την προηγουμένη της εξαφάνισής του αμπούλα κατά των ψύλλων στο σβέρκο του) έπιασε τη μυρωδιά του από το Ολυμπιακό Χωριό ―το τελευταίο μέρος που ξέραμε ότι τον είχαν δει με σιγουριά― και την ακολούθησε κατά μήκος της λεωφόρου Καλυβίων προς τη θάλασσα. Στο pet shop σταμάτησε έκανε γύρες ξανά και ξανά, πάνω-κάτω, και ξαναγυρίσαμε στο αμάξι. «Δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν» είπε ο Θωμάς. «Είτε η σκύλα χάνει τα ίχνη γιατί έχει σηκώσει αυτόν τον δυνατό, αναθεματισμένο βοριά· είτε ο Μάρκος πήγε μόνο μέχρι το pet.»

Ζήτησα μια τελευταία χάρη: θα μπορούσαμε να κατεβούμε μέχρι τη ρεματιά εκεί κοντά στην αρχή της Αγ. Τριάδας; Φυσικά. Κατεβήκαμε από τη δεξιά μεριά της γέφυρας. Η Άλμα κάτι σα να μύρισε κατά μήκος της όχθης, αλλά μετά η ρεματιά «φράκαρε» από φρύνα και καλαμιές και δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε. Ξανανεβήκαμε στη γέφυρα, πήραμε τον δρόμο των αυτοκινήτων, το σκυλί έμοιαζε να ακολουθεί κάτι. Στην πρώτη κάθετο που έβγαζε πάνω από τη ρεματιά, έστριψε προς το ρέμα. Ακολουθήσαμε με προσμονή. Και ξαφνικά ― στοπ. Αδιέξοδο. Οι γύρω γείτονες είναι χτίσει και κόψει οποιαδήποτε πρόσβαση προς την κοίτη. Άρα το σκυλί δεν είχε πάει από εκεί.

Να μην τα πολυλογώ,δεν καταφέραμε να βρούμε τον Μάρκο με τη βοήθεια της Άλμα. Ούτε με τη βοήθεια της Μπρούνας, που την κατέβασα στη θάλασσα και της ζήτησα να μας οδηγήσει σε αυτόν (μία στο εκατομμύριο). Άλλο ένα βράδυ αγωνίας για εκείνον και για μας.

Τη Δευτέρα το πρωί, απ’ τα χαράματα, κατέβηκα με τη Λέιλα ξανά στην παραλία. Χιλιόμετρα ολόκληρα να ψάχνουμε, να φωνάζω. Κι άλλες αφίσες,κι άλλη ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα, ακόμα πιο μακριά,στα Καλύβια, στη Γαλάζια Ακτή, στον Άγιο Δημήτριο. Μια πληροφορία με έστειλε σχεδόν μέχρι τοΚίτσι ― μια απόσταση που ο τυφλός Μάρκος αδύνατον να είχε διανύσει, πόσο μάλλον όταν δεν είχε πάει ποτέ του από εκεί. Κι όμως. Η απελπισία με έφτασε μέχρι εκεί.

Κι αυτό ακριβώς διαπίστωνα συνεχώς ότι είχε συμβεί και στους ιδιοκτήτες της Φρέγια: είχαν κολλήσει αφισούλες της από τη Βάρκιζα μέχρι τα Καλύβια και από το Λαγονήσι μέχρι τη Σαρωνίδα ― μιλάμε για μια ακτίνα 10 χιλιομέτρων!

Αλλά η Φρέγια άφαντη. Κι ο Μάρκος επίσης.

Ώσπου το μεσημέρι χτυπάει το κινητό μου με άγνωστο αριθμό. Μια γυναίκα είχε δει την ανάρτησή μου στο Φέισμπουκ και θυμηθεί ότι το  μεσημέρι του Σαββάτου (πάλι) τα σκυλιά είχαν μπει στον κήπο τους και, μην γνωρίζοντάς τα οι άνθρωποι, τα είχαν διώξει. «Πού;» ρωτώ. «Στο Ολυμπιακό Χωριό, έφυγαν προς την Αγίας Τριάδας». Το ίδιο ακριβώς γεωγραφικό στίγμα. «Και να σας πω και κάτι; Ο τυφλός σκυλάκος μπερδεύτηκε και δεν μπορούσε να βγει από τον κήπο και τον καθοδηγούσε το λυκόσκυλο με τα γαυγίσματά του.»

Το μυαλό μου πήρε φωτιά: 1. Μήπως η Μπρούνα δε βράχηκε από τη θάλασσα, μα είχε μπει στο νερό της ρεματιάς; 2. Κι αν τον άφησε κι έφυγε και, μην μπορώντας να την ακούσει πια, ο Μάρκος είχε μείνει εκεί γύρω;

Μήπως η Άλμα το Μαλινουά είχε προσπαθήσει να μας πει κάτι, τελικά;

Στο τηλέφωνο ο φίλος μου ο Βασίλης: «Έρχομαι! Θα σκανάρουμε την περιοχή σα να είμαστε CIS! Με τον χάρτη. Θα ανταλλάξουμε στίγμα τοποθεσίας, εσύ θα πηγαίνεις από τη μία, εγώ από την άλλη, θα μπούμε σε όλα τα χέρσα χωράφια, θα πάρουμε όλους τους δρόμους που βγαίνουν από την Αγίας Τριάδος προς τη ρεματιά, θα σκαρφαλώσουμε αν χρειαστεί, θα μπούμε μέσα, θα τον βρούμε!»

Δύο ώρες αργότερα, έχοντας καταστρώσει σχέδιο, συμβουλευτεί τον χάρτη, δώσει οδηγίες ο ένας στον άλλον, ξεκινάμε την περιπέτεια: να κατεβαίνουμε όσο πιο συχνά γίνεται στο ρέμα και να το ακολουθήσουμε ως τη θάλασσα αν χρειαστεί, μπαινοβγαίνοντας από τα παραπλήσια χωράφια. Κατεβαίνουμε ακόμα και με τα τέσσερα αν χρειαστεί, αν κόβεται η δίοδος σκαρφαλώνουμε έξω και ξαναμπαίνουμε όσο πιο σύντομα γίνεται. Μέσα-έξω. Όσο  πάει. Ο Βαγγέλης πήρε τις αδιέξοδες οδούς που έβγαζαν ψηλά πάνω από το ρέμα. Εγώ τα χέρσα χωράφια.

Ξεκίνησα να κατεβαίνω το πρώτο χωράφι μετά τη γέφυρα, προς τα εκεί που η Άλμα δεν είχε καταφέρει να περάσει. Κατέβαινα και φώναζα· τσιμουδιά. Ξανά και ξανά. Τίποτα. Μια ώρα να κατέβω μέσα στο ρέμα, μέσα στο νερό. Ξαναφώναξα. Και τότε, ξαφνικά, ένας λυγμός. Και γυρίζω αριστερά μου, και βλέπω τον υδροφοβικό Μάρκο, εγκλωβισμένο πίσω από κάτι καλαμιές, σε μια μικρή λωρίδα χώματος, με μπροστά του μια μεγάλη λίμνη νερό, με την κοίτη του ρέματος να σηκώνεται στα τρία μέτρα ύψος ένθεν κι ένθεν, να προσπαθεί να περάσει ο μισός μέσα από το νερό, ο μισός να κρατιέται από τους χωμάτινους τοίχους γύρω του,  για να έρθει προς το μέρος μου. Και να γλιστράει.

Ήταν ζωντανός! Αμέσως δυο τηλέφωνα: Βασίλη, τον βρήκα, έλα πίσω στο παρκαρισμένο αυτοκίνητο και κατέβα στη ρεματιά!  Και, Μαμά! Τον βρήκα, τον βρήκα, είναι ζωντανός!

Μπήκα στο νερό μέχρι την κοιλιά με τα ρούχα, με το κινητό στο στόμα, πήρα τον σκυλάκο μου αγκαλιά (δεν έσπασα ρεκόρ, ο Μάρκος είναι 5 κιλά λιγότερο από την Μπρούνα) και σιγά σιγά, με δυσκολία, βγήκαμε την ακτή. Ο Μαρκούλης τρέκλιζε από την προσπάθεια να σταθεί έξω από το νερό τόσες μέρες, τα πόδια του δεν τον κρατούσαν, είχε αμυχές και πληγές από την προσπάθεια να σκαρφαλώσει τα τρία μέτρα χώματος. Ήταν εξαντλημένος.

Τι είχε συμβεί; Προφανώς είχαν μπει με την Μπρούνα στη ρεματιά πιο ψηλά και προχωρώντας, έφτασαν σε αυτό το σημείο. Πίσω δεν μπορούσαν να πάνε· και για να προχωρήσουν έπρεπε να κολυμπήσουν. Η Μπρούνα κολύμπησε. Ίσως να προσπάθησε να πείσει τον Μάρκο να την ακολουθήσει με τις φωνές της, αλλά ο Μάρκος είναι υδροφοβικός. Κι έτσι εγκλωβίστηκε. Η Μπρούνα γύρισε σπίτι, μπορεί και να ήθελε να μας «πει» πού ήταν ο φίλος της, αλλά εμείς την είδαμε βρεγμένη και θεωρήσαμε ότι είχε πάει στη θάλασσα ― από την αντίθετη μεριά! Πόσες ώρες θα είχαμε γλιτώσει αν επιμέναμε να ψάχνουμε στο μόνο μέρος που μας είχαν πει ότι τα είχαν δει από το Σάββατο το πρωί; Δεν ξέρω. Αλλά ότι τον βρήκα κι ότι τον έσωσα δεύτερη φορά στη ζωή του, το θεωρώ ένα μικρό θαύμα.

Στην επιστροφή μας στο σπίτι, ο Βασίλης έβαλε τα κλάματα από την ένταση και την χαρά του. Νομίζω κι άλλοι πολλοί φίλοι, που ―όταν τους ενημέρωσα ότι βρέθηκε― μου εξομολογήθηκαν ότι κρατούσαν την ανάσα τους. Από το Σηάτλ μέχρι τη Μελβούρνη, άνθρωποι αγωνιούσαν για τον Μάρκο! Τους ευχαριστώ όλους για τις αναδημοσιεύσεις: κάποια από αυτές είδε και η κυρία στο Ολυμπιακό Χωριό και με το τηλεφώνημά της με ξαναγύρισε στη σωστή περιοχή έρευνας. 

(Ο φίλος Κυριάκος είχε ρίξει στο τραπέζι ακόμα και την ιδέα να σηκώσουμε drone με θερμική κάμερα, για να διαπιστώσουμε αν το  σκυλί έχει εγκλωβιστεί στη ρεματιά. Λίγο πριν τον βρούμε, είχα βρει το drone·αλλά όχι θερμική κάμερα. Αλλά μα την πίστη μου, ακόμα κι αυτό θα έκανα.)

*

Όταν ξεκίνησα, την επομένη, να πηγαίνω από κολώνα σε ΚΑΦΑΟ και από μαγαζί σε μαγαζί για να ξεκολλήσω τις αφισούλες του Μάρκου, είχα ένα ανάμεικτο συναίσθημα: μια πραγματική χαρά για το γνήσιο ενθουσιασμό με τον οποίο οι καταστηματάρχες μάθαιναν την εύρεσή του, και μια μελαγχολία που αναγκαζόμουν να αφήσω κολλημένες τις αφίσες της Φρέγιας, που ακόμα δεν έχει βρεθεί.

Γι’ αυτό, σας παρακαλώ κι από εδώ: κοιτάξτε τις φωτογραφίες της καλά-καλά. Έχει χαθεί εδώ και μήνες, μπορεί να βρίσκεται οπουδήποτε στην Αττική πια, για να μην πω στην Ελλάδα. Μοιραστείτε αυτό το άρθρο, ή τη φωτογραφία με τα στοιχεία της, στα κοινωνικά δίκτυα και με όσους περισσότερους φίλους μπορείτε. Μπορεί η δική σας ανάρτηση (ή τα δικά σας μάτια) να γίνουν αφορμή να γυρίσει σπίτι της. Τρία βράδια αγωνιούσε ο Μάρκος μόνος του. Δεν μπορώ να φανταστώ τι έχει περάσει η Φρέγια…

Αν εντοπίσετε τη Φρέγια, παρακαλώ καλέστε τον ιδιοκτήτη της, 698 801 8966

*

Υ.Γ. 1. Ο Μάρκος έχει τσιπάκι. Όταν τον έχασα, πήγα στο τοπικό Τμήμα Ασφαλείας και δήλωσα την εξαφάνισή του· έκανα το ίδιο και στον κτηνίατρό μου. Ο κτηνίατρος διαπίστωσε ότι, επειδή το τσιπ του ήταν από το 2013 και καταχωρημένο στον Κτηνιατρικό Σύλλογο, ΔΕΝ ήταν καταχωρημένο στο νέο Μητρώο! Προσοχή λοιπόν: όσοι έχετε τσιπ πριν του 2016, που άρχισαν να δηλώνονται στους Δήμους, ελέγξτε ότι τα ζώα σας είναι περασμένα στο νέο Μητρώο! Αλλιώς, αν τα χάσετε, το τσιπ δε θα μπορεί να εντοπισθεί!). Όταν πάλι βρέθηκε, ξαναπήγα στην αστυνομία για να «κλείσει» η υπόθεση· το ίδιο έγινε και ηλεκτρονικά, στο Μητρώο, μέσω του κτηνιάτρου μου.

Υ.Γ. 2. Ψάχνουμε ακόμα τη Φρέγια, μετά από 6 μήνες. Είναι σχεδόν 4 ετών, 35-40 κιλά, φιλική, στειρωμένη και τσιπαρισμένη. Αν την έχετε δει, παρακαλώ καλέστε στο 698 801 8966