Health & Fitness

Όσο τα πόδια μου βαστούν…

Η στήλη για το τρέξιμο στην πόλη

Αγγελική Κοσμοπούλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Είναι φορές που η διαδρομή βγαίνει απρόσκοπτα. Τα βήματα είναι άνετα, η διάθεση ξεκούραστη και το σώμα πορεύεται εύκολα, αβίαστα. Τρέχεις ανάλαφρα χωρίς να καταλαβαίνεις από κόπο, φεύγεις μπροστά. Κι είναι άλλες που βαριανασαίνεις απ’ την αρχή, τα πόδια σέρνονται, βαρυγκομάς κι εύχεσαι να τελειώσει.

Στις καλές μέρες επιστρέφεις με χαρά που ξεχειλίζει –είναι η νικηφόρος αίσθηση στο σώμα που αθροίζεται στην ευφορία της ψυχής. Τέτοιες μέρες δεν αναρωτιέσαι γιατί. Δεν ψάχνεις τα συστατικά της χαράς. Απλώς τη χαίρεσαι, τη νιώθεις ως το μεδούλι. Τη ζεις, κι ας μην κρατάει πολύ, παροδικές όπως είναι συνήθως οι χαρές. Μα στις δύσκολες μέρες, σε απασχολεί. Σε βαραίνει. Η απογοήτευση κρατάει και βασανίζει.

Τα σκεφτόμουν αυτά σήμερα, επιστρέφοντας από την κυριακάτικη δρομική έξοδο. Χτες βράδυ έτρεχα άνετα, με ούρια διάθεση -στην άσφαλτο κι έπειτα στο καρβουνόχωμα του καλλιμάρμαρου, κι έπειτα πάλι στην άσφαλτο. Χωρίς σκοπό, σε μια βόλτα όμορφη κι ανοιξιάτικη, με τα βήματα να οδηγούν εύκολα όπου πηγαίνουν πρώτα το βλέμμα και η καρδιά Επέστρεψα με τη λιγωτική χαρά που έχουν κάποτε οι διαδρομές της άνοιξης, ανάμεσα σε ανθισμένες νεραντζιές, σε αγκαλιασμένα ζευγάρια κι ένα αθηναϊκό φως που πέφτει αργά, σαν να αποφεύγει να τελειώσει. Μα σήμερα, στην καθιερωμένη διαδρομή της Κυριακής, την κατεξοχήν αθηναϊκή ανάμεσα στα μνημεία που αγαπώ, δεν «τραβούσα». Τα χιλιόμετρα έβγαιναν, μα με ένα μικρό αγκομαχητό, αδικαιολόγητο από το ρυθμό μου. Κι ήταν μάλλον οι σκέψεις που έτρεχαν μαζί μου.

Τον τελευταίο καιρό, με διάφορες αφορμές, έτυχε να ακούσω για πρόσωπα που τα ξέρω από καιρό –συνοδοιπόρους στην ηλικία μου κυρίως – τη μισητή φράση «κοίτα πώς έγινε». Έτυχε κάποτε να την πω κι εγώ από μέσα μου, συνήθως αντικρύζοντας κορίτσια που άλλοτε έλαμπαν και άστραφταν, να έχουν γκριζάρει στα χρόνια. Έτσι την είπα μέσα μου και χτες, με αφορμή μια τυχαία συνάντηση στο δρόμο, την ώρα που έμπαινα τρέχοντας στο Καλλιμάρμαρο.

Δεν είναι η εμφάνιση το θέμα. Ο χρόνος τρέχει και είναι αμείλικτος. Γράφει άθελά μας στο κοντέρ και χαράζει στην όψη μας. Είναι περισσότερο μια ορισμένη διάθεση που έπειτα, σε δεύτερο χρόνο, αρχίζει να γράφει και στην όψη - να την αλλάζει. Είναι οι πραγματικές δυσκολίες, που δεν είναι λίγες (αν κρίνω εξ ιδίων), και που φωτογραφίζονται πάνω μας. Και είναι και η κούραση που αθροίζει ο καιρός –κούραση που αμβλύνει τη διάθεση να κρατήσουμε ζωντανό τον καλό εαυτό μας.

Την κούραση την βλέπω συχνά επάνω μου. Αφήνει σημάδια μόνιμα, «της ηλικίας». Μ΄αυτά μαθαίνω να ζω, εξ ανάγκης. Στις καλές μέρες προσπαθώ να τα βλέπω σαν σημάδια μιας πλούσιας ζωής –σαν τα ταξιδιωτικά αυτοκόλλητα στις παλιές βαλίτσες που κάποτε μαρτυρούσαν τις διαδρομές. Μα κάποτε την νιώθω να μπαίνει λίγο πιο μέσα, να αναζητά θέση υποδόρια, να θέλει εκεί να μείνει. Σ΄αυτό αντιστέκομαι. Δεν το θέλω. Δεν θέλω να ορίσει αυτή τις μέρες μου. Κι όταν μπαίνει στο αίμα λίγο-λίγο, σαν την αμφισβήτηση, τόσο την παλεύω ορμητικά, όσο μπορώ, πριν προλάβει να βρει θέση μόνιμη.

Σήμερα, στην επιστροφή, ανεβαίνοντας τη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, εκεί που κάπως αργούσαν τα βήματα, σκεφτόμουν ακριβώς αυτό, με αφορμή τη χτεσινή συνάντηση. Είναι μέρες που τρέχεις ελαφριά και απρόσκοπτα, σαν να μην έγραψε ο χρόνος στο σώμα. Μέρες πιο βαριές, που νιώθεις την κούραση μα προσπαθείς να την υπερβείς, που κάνεις ένα βήμα πίσω για να τελειώσεις τη διαδρομή. Και μέρες που νιώθεις να σε τρώει κάτι που λέει πως «κάποτε κι εσύ» μπορούσες, έτρεχες, ανέβαινες, φορούσες.. -ο κατάλογος είναι μακρύς. Σ΄αυτό αντισκτέκομαι. Ναι, είναι πράγματα που δεν με πειράζει να τα αφήσω, καθώς έκλεισαν τον κύκλο τους. Μα είναι κι άλλα, σαν τις διαδρομές μου, που θέλω να τα προσπαθώ, γιατί ακόμα με ορίζουν. Εκεί δεν κάνω εκπτώσεις. Η επιλογή είναι καθημερινή. Θέλω να είμαι δρομέας ή αντέχω να είμαι «πρώην δρομέας»; Θέλω, γι’ αυτό το προσπαθώ. Με αφετηρία που αλλάζει κάθε φορά, όπως λίγο αλλάζει και ο πήχυς. Με διάθεση «όσο τα πόδια μου βαστούν στο δρόμο να με βγάζει», όπως λέει το τραγούδι του Μίλτου που συχνά με συντροφεύει. Ναι, με αυτό για οδηγό –οδηγό που συγχωρεί τις κακές στιγμές και βάζει πάντα πλώρη για τα καλύτερα.