Health & Fitness

Τι μας οδηγεί στις αποφάσεις που παίρνουμε;

Η απάντηση βρίσκεται στη νευροεπιστήμη

Νικολέττα Σταμάτη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Fanny Cazettes εξηγεί στο World Economic Forum τις εγκεφαλικές λειτουργίες που μας οδηγούν στην τελική λήψη αποφάσεων και για τα πιο μικρά ζητήματα.

Καμιά φορά το πώς παίρνουμε αποφάσεις αποτελεί μυστήριο. Ειδικά αν μιλάμε για αποφάσεις μικρής φαινομενικά σημασίας, όπως το πόσες φορές θα αφήσουμε το τηλέφωνο να χτυπήσει πριν το κλείσουμε ή το πόσο θα επιμείνουμε στην προσπάθειά μας να ανάψουμε έναν αναπτήρα που κολλάει.

Το μυστήριο αυτό έχουν προσπαθήσει να το αποκωδικοποιήσουν θεωρητικοί επιστήμονες διαφορετικών κλάδων, όπως η ηθική και η φιλοσοφία, αλλά στο τέλος της ημέρας οι πιθανότητες λένε ότι οι απαντήσεις βρίσκονται κάπου στην νευροεπιστήμη. Με βάση, λοιπόν, την τελευταία η Fanny Cazettes προσπάθησε να μας ξεμπλέξει το κουβάρι της λήψης αποφάσεων και να μας εξηγήσει τι είναι αυτό που μας κάνει να επιμένουμε ή να παρατάμε τα πράγματα.

Για να μας εξηγήσει την όλη διαδικασία όσο το δυνατόν καλύτερα στο κείμενό της για το World Economic Forum, χρησιμοποιεί το προαναφερθέν παράδειγμα του αναπτήρα, όπου συναντάμε το δίλημμα του πόσες φορές θα προσπαθήσουμε να τον ανάψουμε. Το πρώτο βήμα, προφανώς, είναι η βασική πληροφορία του αν υπάρχει ή όχι φλόγα, αφού ανάλογα αυτήν θα βιώσουμε συναισθήματα, όπως ικανοποίηση (αν υπάρχει) ή έκπληξη (αν δεν υπάρχει), συναισθήματα που έρχονται ως αποτέλεσμα του συστήματος επιβράβευσής μας και έχουν ως επακόλουθο την κινητοποίηση του κυκλώματος επιβράβευσης, το οποίο θα καθορίσει και τις επόμενες επιλογές μας.

Αν υπάρξει φλόγα, η συνέχεια είναι εύκολη, κάνεις ότι προγραμμάτιζες έτσι κι αλλιώς να κάνεις με αυτήν. Το δίλημμα έρχεται στην περίπτωση που δεν δεις φλόγα. Το πρώτο πράγμα που θα συμβεί είναι να μπουν σε δράση οι γνωστικές σου ικανότητες, που θα προσπαθήσουν να ξεκαθαρίσουν αν το πρόβλημα είναι η έλλειψη υγρού στον αναπτήρα ή η πίεση που του ασκείς. Αν θεωρήσεις πιο πιθανό το δεύτερο από το πρώτο, τότε η επόμενή σου κίνηση μάλλον θα είναι το να ξαναπροσπαθήσεις.

Τώρα, βέβαια, δημιουργείται ένα νέο ερώτημα: Πόσο χρόνο θα ξοδέψεις στην προσπάθεια να τον ανάψεις; Αυτό, σύμφωνα με την Cazettes, εξαρτάται από το πόσο πεισματάρης είσαι, το οποίο με τη σειρά του εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τα επίπεδα σεροτονίνης στον οργανισμό σου, αφού αυτή σχετίζεται με την υπομονή και την επιμονή που έχουμε ως άνθρωποι.

Τα παραπάνω προέκυψαν σε μεγάλο βαθμό από ένα πείραμα που η Cazettes πραγματοποίησε μαζί με άλλους επιστήμονες στο Champalimaud Centre for the Unknown στη Λισαβόνα. Σε αυτό έβαλαν στη θέση του ανθρώπου με τον αναπτήρα ποντίκια και στη θέση της φλόγας νερό, ώστε να παρατηρήσουν τις βασικές πτυχές της λήψης αποφάσεων. Ο Pietro Vertechi που ηγούταν του πειράματος αναφέρει: «Μεταφράζοντας μία δύσκολη διαδικασία λήψης απόφασης (π.χ. Μετά από πόσες αποτυχίες θα πρέπει να τα παρατήσουμε και να αλλάξουμε στρατηγική;) σε ένα φυσιοκρατικό πλαίσιο (αναζήτηση τροφής ή νερού), μπορούμε να μελετήσουμε τη γνωστική λειτουργία σε έναν παραλληλισμό ποντικιών και ανθρώπων. Όπως ακριβώς και στο ισοδύναμο φυσιοκρατικό σενάριο, το ζώο λαμβάνει πολλά διαφορετικά ερεθίσματα (από το χρώμα του κουτιού μέχρι την μυρωδιά του πειραματιστή ή την γεύση του νερού), από τα οποία τα περισσότερα είναι άσχετα με το προς επίλυση πρόβλημα. Η μαθηματική μοντελοποίηση ποιες είναι οι σημαντικές μεταβλητές που το υποκείμενο πρέπει να παρακολουθήσει (όπως ο αριθμός των διαδοχικών αποτυχημένων προσπαθειών). Μπορούμε έπειτα να εξετάσουμε ποιες εγκεφαλικές περιοχές κωδικοποιούν αυτή την πληροφορία και πώς». Το τελευταίο αυτό, βέβαια, κομμάτι βρίσκεται σε εξέλιξη, οπότε δεν γνωρίζουμε ακόμα τι θα προκύψει από αυτό.

Γιατί, όμως, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τον τρόπο, με τον οποίο παίρνουμε αποφάσεις; Η Cazettes απαντάει πάνω σε αυτό: «Μία καλύτερη οπτική των νευρικών μηχανισμών που ηγούνται των επιλογών μας θα μπορούσε να αποκαλύψει τι οδηγεί τους ανθρώπους στο να επιμένουν να κάνουν κάτι ανεξαρτήτως του ρίσκου. Μία τέτοια τάση μπορεί να καταλήξει σε γνωστικές δυσλειτουργίες που συνδέονται με τον εθισμό και άλλες ψυχαναγκαστικές διαταραχές. Έτσι, το να κατανοήσουμε τις νευρικές διαδικασίες που ελέγχουν τις συμπεριφορικές προσαρμογές θα μπορούσε να έχει τεράστιες επιπτώσεις στην κοινωνία. Από την άλλη, η έλλειψη επιμονής απέναντι στις αντιξοότητες είναι ένα από τα σημάδια διαταραχών σχετικών με την κατάθλιψη. Παρά το γεγονός ότι η σεροτονίνη είναι ο βασικός στόχος των αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, η ακριβής λειτουργία της παραμένει ένα αίνιγμα. Εξετάζοντας τον μηχανιστικό ρόλο αυτής της οργανικής ένωσης αναφορικά με τις αποφάσεις και τις εκούσιες πράξεις, ελπίζουμε να αποκαλύψουμε έναν νέο θεμελιώδη ρόλο αυτής της οργανικής ένωσης που θα μπορούσε πιθανώς να οδηγήσει σε καινοτόμες θεραπευτικές στρατηγικές».