Life

Ένας άλλος άνθρωπος

O χρόνος που χρειαζόμαστε για να διαμορφώσουμε την εντύπωσή μας για τους άλλους, όταν τους βλέπουμε για πρώτη φορά, είναι ένα δέκατο του δευτερολέπτου.

romanos-gerodimos.jpg
Ρωμανός Γεροδήμος
ΤΕΥΧΟΣ 908
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Οι μηχανισμοί που μας οδηγούν σε αυθαίρετες παραδοχές για τους άλλους. Οι θεωρίες της ντροπής και της βίας
H εικόνα είναι φτιαγμένη με το πρόγραμμα Bing.

Οι μηχανισμοί που μας οδηγούν σε αυθαίρετες παραδοχές για τους άλλους. Οι θεωρίες της ντροπής και της βίας

Το ραντεβού μου ήταν στις 14.50. Τρέχοντας σαν τον Τομ Κρουζ από το σπίτι στο μετρό και μετά από τα έγκατα του μετρό στη γέφυρα του Γουεστμίνστερ και από εκεί παραδίπλα στο νοσοκομείο, κατάφερα να αργήσω μόνο δέκα λεπτά. Όρμησα ιδρωμένος στο ενδοκρινολογικό του 3ου ορόφου όπου επικρατούσε η απόλυτη ησυχία. Όλοι ήταν αποχαυνωμένοι από την αναμονή, ή και από τη ζωή.

Τρεις θέσεις στα αριστερά μου καθόταν μια γυναίκα γύρω στα 60. Δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά με το που η ματιά μου έπεσε απάνω της, και χωρίς προφανή λόγο, ένιωσα κατευθείαν ένα κύμα ενστικτώδους αντιπάθειας, σαν κάτι πάνω της να με έκανε trigger. Πώς γίνεται μερικοί άνθρωποι να πυροδοτούν αρνητική χημεία μέσα μας μόνο με την ύπαρξή τους στον ίδιο χώρο; Η καημένη η γυναίκα δεν έκανε τίποτα που να μου δίνει το δικαίωμα να την αντιπαθήσω. Δεν ενοχλούσε κανέναν. Κάθε άλλο. Καθόταν αμίλητη, αγέλαστη, σχεδόν ακούνητη στη θέση της. Ίσως αυτό να ήταν το πρόβλημα.

Τα πάντα πάνω της εξέπεμπαν μια αυστηρότητα. Το μακρύ μαύρο παλτό της, κάπως υπερβολικά ζεστό και επίσημο για την εποχή και την περίσταση, ήταν σφιχτά δεμένο στη μέση. Τα μισογκριζαρισμένα μαύρα μαλλιά της ήταν σφιχτά πιασμένα πίσω. Ακόμη και το πρόσωπό της ήταν σφιχτό. Τα φρύδια ελαφρά ανασηκωμένα, σαν να είναι έτοιμα να σε κατακρίνουν. Σίγουρα αυτό ήταν το πρόβλημα.

Η νοσοκόμα φώναξε το όνομά της. Δυστυχώς δεν το πρόσεξα για να επιβεβαιώσω τη θεωρία μου ότι η γυναίκα αυτή ήταν από την Ελλάδα. Σηκώθηκε από τη θέση της κρατώντας τη μαύρη, δερμάτινη τσάντα της και με βήμα σταθερό, υπερήφανο, πήγε στο γραφείο της γιατρού. Για να είμαι ειλικρινής, εκείνη τη στιγμή λυπήθηκα τη γιατρό. Σκέψου τώρα να πρέπει να μιλήσεις με αυτή τη γυναίκα. Να μάθεις τα πιο προσωπικά της δεδομένα. Να πρέπει να απαντήσεις τις ερωτήσεις της. Να τη συμβουλέψεις.

Κάπου εκεί είπα να βάλω ένα τέλος στον παραλογισμό.

Η γυναίκα αυτή δεν μου είχε κάνει απολύτως τίποτα. Ήταν απλώς ένας άλλος άνθρωπος. Και μάλιστα ασθενής στο νοσοκομείο, στην ίδια κλινική με εμένα. Αν μη τι άλλο θα έπρεπε να νιώθω τουλάχιστον κάποια ψήγματα αλληλεγγύης, όπως ένιωθα για τους άλλους ασθενείς τριγύρω μας.

Πίεσα τον εαυτό μου να θυμηθεί τα βασικά μαθήματα της θεωρίας της ντροπής και της βίας, και τα περσινά εργαστήρια που κάναμε με ηθοποιούς του θεάτρου για το σώμα και το πρόσωπο. Κάθε συναίσθημα θυμού ξεκινάει από ένα πραγματικό ή φανταστικό περιστατικό ταπείνωσης ή/και ανισότητας. Το ότι η γυναίκα αυτή είχε σηκωμένα τα φρύδια έκανε υποσυνείδητα εμένα να νιώθω ότι με κρίνει, ότι με ειρωνεύεται∙ ότι η ίδια έβαζε τον εαυτό της υπεράνω των άλλων τριγύρω της. Αυτό όμως δεν ήταν μια αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά μια ενστικτώδης, μαθημένη δική μου αντίδραση.

Κάπου εκεί προσπάθησα να χωρίσω τα τσανάκια μας: το τι είναι δικό μου, από το τι είναι δικό της. Η αντίδρασή μου έλεγε πολλά για εμένα –για τα δικά μου συναισθήματα και ανασφάλειες, για τα δικά μου triggers– και απολύτως τίποτα για τη γυναίκα αυτή, με την οποία, στο κάτω-κάτω, δεν είχα καν μιλήσει. Ακόμη κι αν με κατέκρινε, εγώ γιατί να θυμώσω; Την ανάγκη της έχω;

Τότε ήταν που πέρασε απ’ το μυαλό μου και μια άλλη σκέψη. Αν τελικά δεν το είχα φανταστεί, αν ίσχυε η υποψία μου ότι η όλη εμφάνισή της, η γλώσσα του σώματος, εξέπεμπε μιαν αυστηρότητα, μιαν ανωτερότητα, μιαν απόρριψη των άλλων τριγύρω της, γιατί εκείνη να νιώθει την ανάγκη να φτιάξει την εικόνα της έτσι; Μήπως προσπαθούσε να πείσει τον ίδιο της τον εαυτό; Μήπως ένιωθε και εκείνη ότι οι άλλοι την κρίνουν – να, όπως εγώ καλή ώρα; Μήπως η εμφάνισή της ήταν τελικά μια ασπίδα προστασίας, ένας αμυντικός μηχανισμός που έκρυβε, όχι τη βεβαιότητα της ανωτερότητας, αλλά τον φόβο της κατωτερότητας; Μήπως προσπαθούσε να βάλει τάξη στη ζωή της; Μήπως κατέκρινε η ίδια τον εαυτό της;

Δεν νομίζω ότι όλα αυτά τα σκέφτηκα για να νιώσω εγώ καλύτερα, ανώτερος. Όπως οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες προώθησαν 46 διαφορετικές θεωρίες συνωμοσίας στη Δύση μετά την επίθεσή τους με νόβιτσοκ στο Salisbury, ούτως ώστε να μην ξέρουμε τι να πιστέψουμε, να μη μας ενδιαφέρει πια η έννοια της αλήθειας, έτσι κι εγώ προσπάθησα να σκεφτώ όλα τα δυνατά ενδεχόμενα γι’ αυτή τη γυναίκα ώστε να βραχυκυκλώσω τον μηχανισμό που κάνει αυθαίρετες παραδοχές για τους άλλους ανθρώπους χωρίς να έχει ιδέα για τη ζωή τους.

Ποτέ δεν θα μάθω τι σκεφτόταν αυτή η γυναίκα. Και ευτυχώς δεν θα μάθει ούτε και εκείνη τι σκεφτόμουν εγώ. Γιατί αυτό πραγματικά δεν το θέλει κανείς.

Ερευνητές του Princeton το 2006 διαπίστωσαν ότι ο χρόνος που χρειαζόμαστε για να διαμορφώσουμε την εντύπωσή μας για τους άλλους, όταν τους βλέπουμε για πρώτη φορά, είναι ένα δέκατο του δευτερολέπτου. Απ’ ό,τι, δε, φαίνεται, ακόμη κι αν δαπανήσουμε περισσότερο χρόνο παρατηρώντας τους αυτό συνήθως δεν αλλάζει την πρώτη μας εντύπωση· απλώς προσπαθούμε να την επιβεβαιώσουμε. Έχει επανειλλημένως αποδειχθεί ότι η σωματική ομορφιά και ειδικά το όμορφο πρόσωπο –ένα προϊόν γονιδίων, τύχης και κοινωνικών συνθηκών στο οποίο έχουμε από ελάχιστο έως καθόλου έλεγχο– αποτελεί ένα από τα πιο ισχυρά προνόμια που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος για να κερδίσει τη συμπάθεια και την εμπιστοσύνη των άλλων. 

 

 

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ