Life

Καλοκαιρινές ιστορίες #4: Ένα κι ένα κάνουν πάντα δύο;

Ποιο ήταν το «ένα»; Ποιο ήταν το άλλο «ένα» και ποιο το συμπερασματικό «δύο»;

89714-201619.JPG
Νίκος Καραχάλιος
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Καλοκαιρινές ιστορίες #4: Ένα κι ένα κάνουν πάντα δύο;
© Nathan Ziemanski / Unsplash

Ο Νίκος Καραχάλιος μοιράζεται μια ιστορία με φαινομενικά παράδοξα γεγονότα και ανορθόδοξες σκέψεις.

Ένα κι ένα κάνουν πάντα δύο;

Από μικρός απορούσα.

Όλοι επιμένουν πως «έτσι είναι τα πράματα».

Όλοι ή σχεδόν όλοι

«Ακόμη και ένα παιδάκι του Δημοτικού το ξέρει. Εσύ γιατί επιμένεις ν’ απορείς και ν’ αμφιβάλεις;»

Μάλλον δεν είμαι πολύ ξύπνιος. Ίσως δεν στροφάρω όπως οι άλλοι. Πώς κατάφερα να τελειώσω το σχολείο και μετέπειτα το πανεπιστήμιο ένας Θεός το ξέρει… και μάλιστα «αριστούχος». Περίεργη που είναι η ζωή! Γεμάτη αντιφάσεις. Το ίδιο και οι σκέψεις μου…

«Μη μιλάς πολύ» με συμβούλευαν. «Η σιωπή είναι χρυσός…»

«Είσαι κουτός; ή θες να φαίνεσαι χαζός;» Αυτά με «ορμήνευαν» γεμάτοι αγωνία για το πνεύμα αντιλογίας οι άνθρωποι του περιβάλλοντός μου. Η αλήθεια είναι ότι μεγαλώνοντας συνειδητοποιούσα πως αυτά που μου μάθαιναν στο σπίτι και στο σχολείο δεν είχαν και πολύ μεγάλη εφαρμογή «εκεί έξω» στη ζωή. Αρχές, αξίες αλλά και γεγονότα που τα θεωρούμε δεδομένα ανατρέπονται στην πράξη ή αποδομούνται αν σκαλίσεις έστω και λίγο την επιφάνειά τους.

Πολλές φορές αναρωτιόμουν πώς συμβαίνουν κάποια «πράγματα» και ρωτούσα. Οι ερωτήσεις γι’ αυτό ενοχλούσαν και έμεναν αναπάντητες. Όμως πάντα επέμενα και προσπαθούσα συνήθως να εξετάσω πιο βαθιά, να βρω απαντήσεις μόνος μου. Όταν τα συμπεράσματα δεν άρεσαν στους άλλους, παλαιότερα τα έκρυβα. Φοβόμουν μην τσακωθώ και παράχωνα τις ιδέες αυτές στο πίσω μέρος του μυαλού μου.

Έτσι συνήθισα να μην πολυμιλάω, αλλά ολοένα και περισσότερες φορές τώρα πια δεν αντέχω απ’ όλα αυτά τα παράξενα που συμβαίνουν γύρω μου. Γι’ αυτό και πλέον τα γράφω. Ένα από αυτά τα καθημερινά περιστατικά θα μοιραστώ λοιπόν μαζί σας.

Τελευταία αναμειγνύω ολοένα και περισσότερο κάποια φαινομενικά παράδοξα γεγονότα με κάποιες ανορθόδοξες σκέψεις. Κάνω αυτό που λένε out of the box «συνειρμούς». Δεν ξέρω αν μου κάνει καλό. Προσέξτε λοιπόν και θα μου πείτε τη γνώμη σας στο τέλος.

Σχεδόν όλα όσα έμαθα στο σχολείο τα έχω ξεχάσει. Αυτά που μας δίδαξαν στη σχολή τα μπερδεύω. Και αυτά που μας λέει η τηλεόραση μου προκαλούν ακόμη μεγαλύτερη σύγχυση…

Ειδικά κάποια που σκαρφαλώνουν και βγαίνουν από την «ξεχνιέρα*». Αντιπαραβάλω (δύσκολη λέξη) με αυτά που μας λέγανε στη Νομική, ένας Παυλόπουλος (πρέπει να έγινε και Πρόεδρος της Δημοκρατίας κάποτε!) και ένας Αλιβιζάτος (μεγάλο κεφάλι και αυτός).

Ακούστε την ιστορία μας.

Ήταν καθημερινή. Θα ήμουν στο γραφείο αν δεν είχε καθιερωθεί η τηλεργασία.

Η συνήθως πολύβουη παραλία μας ήταν σχεδόν έρημη. Ο ήλιος ήταν δυνατός, αλλά δεν έκαιγε. Ο αέρας φύσαγε βοριάς, αλλά ήταν αδύναμος. Η θάλασσα θα μπορούσε να ήταν λάδι, αλλά ρυτίδιαζε.

Την είδα να έρχεται από μακριά. Ήταν ξανθιά με γαλανά μάτια, μαυρισμένη. Φορούσε ένα ροζ μπικίνι με λευκή μπορντούρα. Μια μακριά ατίθαση κοτσίδα έβγαινε από ένα ροζ baseball cup με στρασάκια που έγραφαν LOVE.

Ακούγεται σαν φαντασίωση, αλλά δεν είναι. Τις περισσότερες φορές τα γεγονότα μας ξεγελούν και πολύ περισσότερο οι λέξεις. Η παραπάνω περιγραφή ήταν μια τέτοια άσκηση. Μάλλον σας ξεγέλασα.

Θα μπορούσε να είναι η Barbie. Κάτι τέτοιο δεν σκεφθήκατε; Ένα golden sexy girl να πλησιάζει. Αυτό θα επιθυμούσαν οι περισσότεροι άνδρες.

Αλλά –δυστυχώς– δεν ήταν, γιατί ήταν η Ασημίνα.

Έχει σημασία το όνομα;

Ίσως, γιατί ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός, αλλά δεν είναι και ανάξιο λόγου.

Πού το ήξερα;

Λάθος ερώτηση.

Πού την ήξερα;

Αν δεν με απατά η μνήμη μου, την είχα πρωτοπαρατηρήσει πριν 30 χρόνια σε μία από τις ελάχιστες εμφανίσεις μου στη Νομική.

Θα μπορούσε η Ασημίνα να είναι η Barbie ή έστω να ήταν κάποτε σαν τη Barbie;

Όχι!

Κατηγορηματικά όχι!

Γιατί;

Τρεις οι λόγοι:

Ο πρώτος: είναι σίγουρα 50+ ετών, ενώ η κούκλα της Mattel είναι άχρονη.

Ο δεύτερος: δεν μοιάζει με την θεά, τη Margot Robbie. Η ηθοποιός είναι η πιο σέξι γυναίκα στον πλανήτη αυτή τη στιγμή, ενώ η συμφοιτήτριά μου είναι σήμερα –και μάλλον θα είναι και για πάντα– υπέρβαρη. Δεν είναι κακό να γράφουμε πως κάποιος-α είναι ευτραφής και ας φωνάζουν οι φανατικοί της πολιτικής ορθότητας πως δεν πρέπει να γίνονται τέτοιου τύπου σχόλια.

Τρίτον: έχει άποψη, είναι αυτό που λένε οι αγγλομαθείς «outspoken», ενώ η Barbie έχει μόνο ένα αστραφτερό χαμόγελο τύπου Colgate. Αυτό το τελευταίο πώς το εντόπισα; Αφού ούτε έβγαζε πύρινους λόγους στα αμφιθέατρα του κτιρίου της Σόλωνος, ούτε αρθρογραφούσε στο «Νομικό Βήμα».

Εξέφρασε ευθέως την άποψή της όταν σταμάτησε μπροστά μου, με κοίταξε στα μάτια και άρχισε να μιλάει.

Επισημαίνω το γεγονός, γιατί επί χρόνια είχαμε μόνο ένα τυπικό «γεια», αλλά και γιατί τοποθετήθηκε κατευθείαν στο πιο hot topic των ημερών, σαν να συνέχιζε μια παλαιότερη συζήτησή μας. «Συμφωνώ απόλυτα με όσα σε έλεγες προχθές για τον Κασσελάκη!»

Εξεπλάγην, γιατί από το Μάιο αποφεύγω συστηματικά τις δημόσιες πολιτικές τοποθετήσεις.

«Πού;»

«Εδώ στην παραλία. Μίλαγες με μια φίλη σου. Καθόμουν παραδίπλα και σε άκουσα».

«Α!»

Δεν το σχολίασα, όπως δεν θα σας πω και τι έλεγα, αφού και το κείμενο είναι χρονογράφημα και το «φαινόμενο Στέφανος» τρεντάρει. Το υπεραναλύουν οι πάντες και θα προκαλεί hot debates επί μακρόν.

Η Ασημίνα όμως συνέχισε… Δεν ξέρω αν είχε όρεξη για bonding. Αναρωτήθηκα πώς τώρα πέρασε την αδιόρατη γραμμή που μας χώριζε, ενώ πάντοτε κρατάγαμε μια τυπική απόσταση. Μήπως ξαφνικά αναγνώρισε στο πρόσωπό μου μία αδελφή ψυχή;

Πριν προλάβω να βρω τη σωστή απάντηση κοίταξε ψηλά.

Ο δικός της συνειρμός με τον φέρελπι πολιτικό αρχηγό μάλλον είχε προκληθεί από ένα ατμοσφαιρικό φαινόμενο…

Έδειξε τον ουρανό και διατύπωσε κάτι που έμοιαζε περισσότερο με ρητορικό ερώτημα λέγοντας: «και ύστερα προσπαθούν να μας πείσουν ότι δεν μας ψεκάζουν;».

Καθώς η παλιά συμφοιτήτρια γύρισε την πλάτη και απομακρυνόταν πρόσθεσε: «είναι απλό: ένα κι ένα κάνουν δύο!».

Απόρησα με τη σειρά μου. Ποιο ήταν το «ένα»; Ποιο ήταν το άλλο «ένα» και ποιο το συμπερασματικό «δύο»;

Σε κάθε άλλη περίπτωση δεν θα έμπαινα καν στον κόπο να σηκώσω το βλέμμα. Όμως το ύφος της σε συνέχεια του σχολίου για την Κασσελακειάδα με έκανε προς στιγμήν να πιστέψω πως κάπου εκεί θα υπήρχαν οι εξηγήσεις για το «φαινόμενο Στέφανος». Τον έχω και ικανό να εμφανιστεί και με κανένα kite-surfing…

Κοιτάζω και τι βλέπω!

Όντως ξεχώριζαν κάποια σύννεφα σαν σύμβολα. Είχαν σχηματιστεί στον ουρανό δύο πολύ ευδιάκριτα Χ, ακριβώς από πάνω μας!

Λες;

«Stop!» Μια εσωτερική φωνή με σταμάτησε από το ν’ αναλύσω λογικά τον «συλλογισμό» της.

Όμως αν ήταν chem-trails, τα αεροσκάφη που τα είχαν αφήσει δεν θα έπρεπε να είχαν συγκρουστεί;

«Stop ξανά!»

Μην μπεις σ’ αυτό το τριπάκι…

Μην προσπαθείς να τετραγωνίσεις τον κύκλο.

Δεν θα ξεχάσω μια από τις πρώτες φορές που ήρθα σε επαφή με μία ανάλογη θεωρία εκτός πλαισίου στη θητεία μου στο Στρατό. Ποιος φαντάρος δεν έχει «υποπτευθεί» ότι «μας ποτίζουν με “αντικούκου” για να καθόμαστε ήσυχοι;»

Στα mid-90s στο πιο ορθολογικό Λονδίνο επικρατούσε πανικός με τη Νόσο των Τρελών Αγελάδων. Τρώγαμε ως άφραγκοι φοιτητές κάτι burgers της συμφοράς και η σκανδαλοθηρική SUN προσπαθούσε να μας πείσει πως θα πάθουμε εγκεφαλοπάθεια… Ευτυχώς για εμάς οι φόβοι αυτοί διαψεύστηκαν.

Λίγο μετά και πριν το 2000 ακόμη και τα mainstream media επέμεναν πως θα διαλυθούν οι υπολογιστές μας από τον «ιό της χιλιετίας». Διαψεύστηκαν.

Όταν μερικά χρόνια αργότερα έκανα μια σοβαρή κοινωνική έρευνα που είχε ως βασικό εύρημα πως το 36% των Ελλήνων πιστεύει πως «ζουν ανάμεσά μας» και οι λευκές γραμμές στον ουρανό είναι αποδείξεις ψεκασμού», κατάλαβα πως η συνωμοσιολογία έχει εδραιωθεί και έχει γίνει πλέον κομμάτι της ζωής μας.

Θεώρησα δικαίωμα των συνανθρώπων μου να ασπάζονται ριζοσπαστικές, ατεκμηρίωτες, ακόμη και ανεδαφικές θεωρίες, ειδικά αν αυτές δεν επηρεάζουν τη ζωή των υπολοίπων. It’s their point of view.

Πιο πρόσφατα, στην εποχή του κορωνοϊού, όταν τα πράγματα σοβάρεψαν, δεν πήρα δημοσίως σκληρή θέση ούτε υπέρ του ενός, ούτε υπέρ του άλλου στρατοπέδου. Έκανα τα εμβολιάκια μου για να μπορώ να ταξιδεύω, αλλά ταυτόχρονα θεωρούσα υπερβολικό το μέτρο των καθολικών lockdowns. Η επιστημονική κοινότητα -ειδικά οι εκπρόσωποί της στα τηλεπαράθυρα- δεν με έπειθαν πλήρως, αλλά δεν είμαι ιολόγος στη Wuhan για να έχω τεκμηριωμένη άποψη. Αποφάσισα λοιπόν to go with the flow.

Και εκεί που νόμιζα ότι είχα ηρεμήσει με αυτά τα άλλες φορές χαριτωμένα και άλλες κρίσιμα διλήμματα, εκεί που πίστευα πως είχε επανέλθει η ζωή μου σε μια κανονικότητα και ότι επιτέλους θα πορευτούμε για λίγο με ορθολογισμό σε αυτή τη Βαλκανική γωνιά της Ευρώπης, νάσου η Ασημίνα!

Προβληματίστηκα ελαφρώς. Δεν ήταν το τί είπε. Αλλά πως έγινε στο μυαλό της η διασύνδεση δύο φαινομενικά ασύνδετων θεμάτων Steph + Chem Trails. Ο συνειρμός της με έβαλε σε σκέψεις, καθώς το αυτονόητο «1+1», που ήταν έως και προσβλητικό για το new entry στο πολιτικό σκηνικό της Μεταδημοκρατίας μας.

Προσπάθησα ν’ αποπροσανατολίσω τη σκέψη μου και στράφηκα στο βιβλίο που είχα μπροστά μου: «Γαλαξίας στην Τσέπη» [του πολύ ενδιαφέροντος νέου συγγραφέα Γιώργου Μελιόπουλου (Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2021)].

Τι το ήθελα;

Αντί να ξεφύγω έμπλεξα πάλι…

Να σου πάλι οι αντιφάσεις και τα παράδοξα.

Τι έγραφε στο οπισθόφυλλο;

«Μπορεί κανείς να υπερβεί τον ντετερμινισμό με μια αλοιφή για τις πληγές; Τι θα γινόταν αν δεν σταματούσε η βροχή; Θα βούλωναν οι τρύπες του πολιτισμού μας ή θα γινόμασταν ελεύθεροι ξανά;

[Δεν αναφέρεται στις πλημμύρες της Θεσσαλίας]. Σε αυτά τα ερωτήματα θα επιχειρήσει να δώσει απάντηση ο νεαρός πρωταγωνιστής, ο Αργύρης που συναντά στην πορεία του έναν τηλεπωλητή που μιλάει μια άγνωστη γλώσσα σε ένα πύργο χωρίς είσοδο και μάλλον έχει βρει τη λύση για όλα μας τα προβλήματα».

Τι το ‘θελα να τα διαβάσω τώρα αυτά;

Όταν μάλιστα οι απόψεις για το βιβλίο διίστανται, όπως αναγράφεται από τις κριτικές στο back cover.

«Ό,τι καλύτερο έχω διαβάσει». (Άγνωστος)

«Μαλακία μου φάνηκε». (trous 46G9)

Είναι πια η κοινωνία μας τόσο μπλεγμένη;

Βρισκόμαστε σε πλήρη σύγχυση;

Ο κόσμος μας είναι πια τόσο πολυπολικός, που έχουμε γίνει και εμείς διπολικοί;

Γύρισα και κοίταξα τον Μάκη που καθόταν αμίλητος δίπλα μου. Κάπνιζε τα Καρέλια του.

Ευτυχώς που είχε εμφανιστεί και αυτός και είχα έναν συνομιλητή.

«Άκουσες. Πες μου».

Τράβηξε μια τελευταία ρουφηξιά και αποφάνθηκε: «ένα πάντως είναι σίγουρο… Αν πηγαίνουμε κάπου, δεν πάμε καθόλου καλά!»

«Μάκη μου, να σε ρωτήσω κάτι τελευταίο; Ένα κι ένα δεν κάνουν δύο;»

«Όχι πάντα… εξαρτάται… από το πώς το βλέπει κανείς…»

Κοίταξα ξανά τον ουρανό.

Τα δύο ΧΧ είχαν εξαφανιστεί!

Δεν τα έβλεπα πια…

Πού να είχαν πάει; Μήπως τελικά ένα κι ένα δεν κάνουν πάντα δύο;

Νέα Μάκρη

27.9.23

*Σημείωση: η λέξη «ξεχνιέρα» είναι γλωσσικό δάνειο από το δέκατο πέμπτο μυθιστόρημα της Σώτης Τριανταφύλλου «Σικελικό Ειδύλλιο» (Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα, 2021).

Η «ξεχνιέρα» είναι ένα νοητικό κασσελάκι όπου αποθηκεύονται ιδέες και αναμνήσεις. Αυτό το σημείο του εγκεφάλου μας βοηθάει στην αποσυμπίεση από αρνητικές σκέψεις και τα συναισθήματα που αυτές παράγουν.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ