Πολιτικη & Οικονομια

Το Μνημείο του Αγνώστου Πολίτη

Ο συμβολισμός του Μνημείου και οι τιμές στους νεκρούς

Βαγγέλης Ακτσαλής
Βαγγέλης Ακτσαλής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Το Μνημείο του Αγνώστου Πολίτη
© Κώστας Τζούμας / Eurokinissi

Μήπως δίπλα στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη να κατασκευάσουμε ένα ακόμα για τον Άγνωστο Πολίτη;

Τον Δεκέμβριο του 1944 εκεί πέσαν οι σφαίρες που απετέλεσαν τη θρυαλλίδα ενός καταστροφικού εμφυλίου πολέμου. Τον Απρίλη του 1967 εκεί μπροστά οι ερπύστριες θέσαν όλη τη χώρα «στο γύψο»- και τη μισή «στην κατάψυξη»- για μια επταετία. Το 2011 μπορεί η πλατεία μπροστά στο μνημείο να χωρίστηκε σε άνω και κάτω, αμφότερες όμως είχαν για κοινό τους γνώρισμα τις - ευτυχώς εικονικές - κρεμάλες.

Το 2025 σειρά είχε ένα αυτοσχέδιο «μνημείο» για τους νεκρούς των Τεμπών. Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα μνημείο που θα έπρεπε να μας ενώνει, όπως αυτό του άγνωστου στρατιώτη και κατά προέκταση η ευρύτερη πλατεία Συντάγματος, αποτελεί πεδίο αντιπαράθεσης και εθνικού διχασμού.

Μνημείο και Μνήμη

Πριν λίγα μόλις χρόνια ένας μεσήλιξ συνδικαλιστής προκάλεσε την θυμηδία του πανελλήνιου, όταν κατά τη διάρκεια μιας «παράστασης διαμαρτυρίας» εναπόθεσε αμέριμνα και αναπαυτικά το υπόδημά του επί του μνημείου. Η εικόνα του φέροντος γυαλί ηλίου κ γιλέκο ανδρός, ο οποίος νωχελικά θώπευε το κομπολόι του αυταπατώμενος πως «αγωνίζεται για τα (όποια μικροσυντεχνιακά) δίκια του» - ενώ στην πραγματικότητα βεβήλωνε το μνημείο απάντων των πεσόντων κατά τους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες - δικαίως προκάλεσε γενικευμένη μήνη, αφού αποτύπωσε εμφατικά την παντελή έλλειψη ιστορικής μνήμης, εθνικής συνέχειας και πατριωτικής ενσυναίσθησης.

Αποτελεί πλέον κοινοτυπία το κλισέ πως εντός του εθνικού μας γονιδιώματος ενυπάρχει το σπέρμα της εθνικής διχόνοιας, που μας στερεί τη δυνατότητα συνεννόησης ακόμα και για τα στοιχειώδη, όπως φερ’ ειπείν το πού αποσκοπεί και τί (θα έπρεπε να) συμβολίζει ένα μνημείο αφιερωμένο στον άγνωστο στρατιώτη, ή το ποια θα ήταν η δέουσα τιμωρία των ενόχων ενός τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος και τι θα οφείλαμε να διδαχθούμε (και να πράξουμε) εξ αυτού.

Το ορόσημο των Τεμπών

Τα Τέμπη θα κατατρέχουν το συλλογικό μας υποσυνείδητο για χρόνια, διότι τόσο οι αιτίες του δυστυχήματος, όσο και η κατοπινή του αντιμετώπιση συνοψίζουν με το δραματικότερο τρόπο νεοελληνικές παθογένειες που ούτε τα τρια μνημόνια και η δεκαετής Κρίση δεν κατάφεραν να αγγίξουν. Συγκεκριμένα, η ελληνική κοινωνία έστω υποσυνείδητα αναγνωρίζει πώς φέρει μέρος της ευθύνης επειδή επί δεκαετίες ανέχεται - αν δεν υποθάλπει - ένα πελατειακό κράτος που διορίζει στη θέση (κυριολεκτικά) κλειδί του σταθμάρχη έναν ακατάλληλο πρώην(;) αχθοφόρο, με μόνο του εχέγγυο το ότι «είναι του κόμματος».

Επιπλέον, ανέχεται ο συγκεκριμένος ακατάλληλος «σταθμάρχης» να διαχειρίζεται το πλέον - αν όχι μοναδικό, δεδομένης της απίσχνασης των ελληνικών σιδηροδρόμων - κομβικό σημείο, εκείνο του σταθμού της Λάρισας, χωρίς επίβλεψη, επειδή σε λίγο θα τελείωνε η βάρδια του έτερου (και εμπειρότερου) επόπτη-σταθμάρχη, ο οποίος «ήθελε να πάει σουβλάκια στα παιδιά του», εξ ου και απουσίαζε από τη θέση του, εκθέτοντας τις ασφαλείς μεταφορές στα χέρια ενός τραγικά ανεπαρκή, όπως απεδείχθη, «συναδέλφου» του.

Και τέλος, επειδή ανέχτηκε (ή και στήριξε) ένα πολιτικό προσωπικό που στο βωμό του αθέμιτου κέρδους καθυστέρησε για μια ολόκληρη οκταετία την υλοποίηση της σύμβασης 717 (προκειμένου αυτή να υπερκοστολογηθεί), που αφορούσε την (επιδοτούμενη από την ΕΕ) τηλεδιοίκηση των σιδηροδρόμων, που κατά γενική ομολογία θα είχε αποτρέψει τη σύγκρουση των δυο αμαξοστοιχιών.

Πώς τιμούμε τα θύματα;

Ο καλύτερος - και πιο έμπρακτος - τρόπος να σεβαστούμε τη μνήμη των νεκρών είναι να αποτρέψουμε την υποτροπή, την επανάληψη παρόμοιων θανάσιμων συμβάντων. Προκειμένου να συμβεί αυτό απαιτείται μια ενδελεχής ενδοσκόπηση ώστε να αντιληφθούμε με την προσήκουσα υπευθυνότητα, ψυχραιμία και νηφαλιότητα αφενός τί και αφετέρου ποιος ευθύνεται για το συγκεκριμένο περιστατικό, ώστε να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα και να απονεμηθεί πραγματική δικαιοσύνη στους ηθικούς και φυσικούς αυτουργούς του συμβάντος.

Στην περίπτωση των Τεμπών δυστυχώς συνέβη ακριβώς το αντίθετο: επανειλημμένες έρευνες κοινής γνώμης καταδεικνύουν συντριπτικές πλειοψηφίες που θεωρούν πως από πλευράς της κυβέρνησης υπήρξε απόπειρα συγκάλυψης των ευθυνών και απόκρυψης των ενόχων του δυστυχήματος, αντί της αποκάλυψής τους.

Οι χειρισμοί που ακολούθησαν, με τις παλινωδίες (ακόμα και του ίδιου του πρωθυπουργού) σχετικά με το (πιθανό) παράνομο φορτίο και το «μπάζωμα» του τόπου του δυστυχήματος επέτειναν την αντίληψη της κοινωνίας για την παταγώδη αποτυχία του (εξαγγελμένου) «επιτελικού κράτους» εκ μέρους μιας κυβέρνησης που κόπτεται περισσότερο για την επικοινωνιακή αντιμετώπιση, παρά την πάταξη των παθογενειών που οδήγησαν στο δυστύχημα.

Από την άλλη μεριά σύσσωμη η αντιπολίτευση - ακόμα και η αξιωματική που όφειλε να λειτουργήσει πιο «θεσμικά», ενισχύοντας την αξιοπιστία της - έσπευσε σε ένα κρεσέντο δημαγωγίας, συνωμοσιολογίας και εχθροπάθειας, που όπως αποδεικνύουν και οι δημοσκοπήσεις αν δεν την έβλαψαν, πάντως σίγουρα δεν την ωφέλησαν (για να μην αναφέρουμε και το κατά πόσο ήταν ηθικά ορθή η εκμετάλλευση των Τεμπών για ιδιοτελή, μικροπολιτικά συμφέροντα). Αιτία αυτής της πρακτικής ήταν (και παραμένει) η έλλειψη πραγματικού εναλλακτικού αφηγήματος, σχεδίου και οράματος, αφού στην γενικευμένη και αυτονόητη λαϊκή απαίτηση για «καλύτερο Κράτος» απαξάπασα η αντιπολίτευση αντιτείνει είτε το «περισσότερο Κράτος» (τα σπαράγματα της αριστεράς), είτε «το δικό μας Κράτος» (οι παραφυάδες της «λαϊκής δεξιάς»).

Κι εμείς;

Και κάπου εκεί ανάμεσα παραμένει ηθικά μετέωρο και πολιτικά εκκρεμές το υγιές, μη κρατικοδίαιτο, πλειοψηφικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, εκείνο που έχει μάθει να μοχθεί και να εργάζεται για να συντηρεί ένα Κράτος που δεν νοιάζεται να υπηρετεί την κοινωνία, αλλά αποκλειστικά να αυτοσυντηρείται εις βάρος της.

Οι αιώνια αδικημένοι «άγνωστοι πολίτες»: μήπως εκεί δίπλα στο μνημείο του αγνώστου στρατιώτη να κατασκευάζαμε και ένα αντίστοιχο για αυτόν τον πολίτη; Ρητορικό το ερώτημα, μιας και η επίσημη ελληνική Πολιτεία, εκπροσωπούμενη μάλιστα από τον ανώτατο πολιτειακό της άρχοντα, έκανε πρόσφατα τα αποκαλυπτήρια ενός - ανεπίδεκτου αισθητικού σχολιασμού - «μνημείου των μικρομεσαίων» (sic), απαξιώνοντας πλήρως την ίδια την έννοια της λέξης «μνημείο».

Ως ένδειξη ελάχιστης αυτογνωσίας, τουλάχιστον θα μπορούσαμε είτε σε αυτό, είτε στο έτερο, αντιστοίχου αισθητικής και νοοτροπίας «μνημείο των νεκρών της ΕΡΤ», να αναγράφαμε ως απόσταγμα της παρούσας εθνικής μας νοοτροπίας και απαύγασμα της πρακτικής μας κάτι που μας χαρακτηρίζει: «όταν δεν ξέρεις πού θέλεις να πας, όλοι οι δρόμοι είναι λάθος».

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY