Πολιτικη & Οικονομια

Ιντεάλ: το ταμπού της νοσταλγίας των δυναστικών «αιώνιων εφήβων»

«Αρνούνται να κοιτάξουν γύρω τους και να δουν ότι οι νεότερες γενιές έχουν υποκαταστήσει το σινεμά με οθόνες διαφόρων διαστάσεων»

img_0317_1.jpg
Σταμάτης Ζαχαρός
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο κινηματογράφος Ιντεάλ
© ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ/EUROKINISSI

Ο Σταμάτης Ζαχαρός γράφει για το «τέλος εποχής» του ιστορικού κινηματογράφου Ιντεάλ, τον μαρασμό του σινεμά και τις αντιδράσεις.

Ήταν οι πρώτες ημέρες της πρώτης φοράς αριστερά, όταν σε μια σύσκεψη για τον Αστέρα της Βουλιαγμένης εκφράστηκαν αντιρρήσεις από ένα στέλεχος του κόμματος, αναφορικά με τη μεγαλειώδη επένδυση στην Αθηναϊκή Ριβιέρα. Οι αντιρρήσεις δεν αφορούσαν στον υπερπολυτελή χαρακτήρα του ξενοδοχείου. Ούτε φυσικά στις παρεμβάσεις ώστε να υποδέχεται mega yachts. Η ώριμη κυρία εξέθεσε στους τεχνοκράτες τις αναμνήσεις της από την εφηβεία. Τότε που σκαρφάλωναν στα βράχια του «λαιμού» για να κάνουν γυμνισμό στις πεντακάθαρες ακρογιαλιές του Σαρωνικού. Με την ισχύ που της έδωσε η λαϊκή ψήφος και τον ενθουσιασμό της αριστερής διακυβέρνησης, απαίτησε (και πέτυχε) η παραλία του υπερπολυτελούς θερέτρου να είναι δημόσια. Τουλάχιστον να έχει πρόσβαση «ο λαός». Μην μπορώντας να της χαλάσει κανείς χατίρι και μπροστά στο πρόσχημα της λαϊκής βούλησης, βρέθηκε μια μεσοβέζικη λύση. Η παραλία μπορεί να είναι προσβάσιμη έστω και αν απαιτούνται γνώσεις ειδικών δυνάμεων για να φτάσεις και να απλώσεις την πετσέτα δίπλα από τους μεγιστάνες.

Αυτή την ιδεοληψία μιας γενιάς που έκανε την αμφισβήτηση μόδα, συνεχίζουν να πληρώνουν ακόμη και σήμερα οι νεότερες γενιές. Οι σαραντάρηδες του ’80 θυμούνται τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα στο σκοτάδι των αθηναϊκών σινεμά. Οι πιο «ψαγμένοι», «σπούδασαν» την ιδεολογία τους μέσω του σελιλόιντ. Σήμερα, απαιτούν να μην κλείσουν τα σινεμά. Απλώς διότι τους θυμίζουν τη χαμένη τους νιότη. Οι αιώνιοι έφηβοι, δεν δέχονται καμία άλλη εξήγηση ή διαπραγμάτευση. Αγωνίζονται με λύσσα, όπως εκπαιδεύτηκαν να κάνουν στη μεταπολίτευση.

Ήταν οι άνθρωποι αυτοί που στο παρελθόν απαίτησαν και πήραν τα ηνία από τις προηγούμενες γενιές. Πράγμα ανήκουστο μέχρι τότε. Αμφισβήτησαν την κοινωνική ιεραρχία. Σήμερα αρνούνται να παραδώσουν τα «σκήπτρα» στις ανάγκες των επόμενων γενεών. Θεωρούν ότι οι δικές τους αναμνήσεις είναι ταμπού. Θέλουν τα πράγματα να θυμίζουν τα χρόνια της δικής τους αθωότητας και με τον ίδιο τσαμπουκά με τον οποίο εκδίωξαν τους πατεράδες τους, «προγκάνε» τα θρασίμια που έχουν διαφορετική άποψη από την -εννοείται σωστή- δική τους.

Αυτοί οι άνθρωποι και η νοσταλγία τους είναι η ιδεολογική βάση πίσω από τη λυσσαλέα αντίδραση για το υποτιθέμενο κλείσιμο του Ιντεάλ. Αρνούνται να κοιτάξουν γύρω τους και να δουν ότι οι νεότερες γενιές έχουν υποκαταστήσει το σινεμά με οθόνες διαφόρων διαστάσεων. Οι πιτσιρικάδες -μετά τα καρτούν που βλέπουν συνοδεία των γονιών τους- δεν έχουν την ίδια λαχτάρα για σινεμά με τη δική μας γενιά. Είναι λογικό. Μεγάλωσα σε σπίτι χωρίς τηλεόραση και όταν αγοράσαμε πρώτη φορά ήταν περί τις 24 ίντσες και ασπρόμαυρη. Εννοείται ότι ήθελα να παρακολουθήσω κάτι στη «μεγάλη οθόνη». Δεν είχα εναλλακτική.

Τα παιδιά μου σήμερα έχουν πρόσβαση σε οθόνες κάθε διάστασης. Από κινητές συσκευές μέχρι υπολογιστές και τηλεοράσεις από 40 μέχρι 70 ίντσες. Χώρια τα στιβαρά ηχοσυστήματα που τις συνοδεύουν. Έχουν πρόσβαση σε ένα τεράστιο σύστημα διαμοιρασμού ταινιών. Εμείς περιμέναμε καμιά φορά την ΕΡΤ να προβάλλει κάποιο αριστούργημα για να το γράψουμε στο βίντεο και αυτό αφού είχαμε ήδη ενηλικιωθεί.

Τον «δίκαιο αγώνα των σινεφίλ» είναι φυσικό να υποστηρίζει η αντιπολίτευση. Όχι επειδή νοιάζεται για την τέχνη. Μιλάμε άλλωστε για ανθρώπους που θεωρούσαν τον «Νονό» αμερικανιά και αρνούνταν να δουν Τζέιμς Μποντ επειδή έκανε προπαγάνδα κατά της μαμάς Ρωσίας. Παρακολουθούσαν Αιζενστάιν και ιρανικό σινεμά, κάνοντας ότι καταλαβαίνουν τα βαθύτερα νοήματα. Ξίνισαν όμως με τις «Zωές των άλλων» και θεώρησαν ότι το «Dr. Strangelove» ήταν κατασκεύασμα της CIA. Θα υποστήριζαν όμως οτιδήποτε θα έπληττε την κυβέρνηση και ακόμη περισσότερο θα υποστήριζαν με θέρμη να μην αλλάξει τίποτα από τον βολικά φτιαγμένο κόσμο τους. Αυτόν ξέρουν, αυτόν θέλουν να διατηρήσουν. Η αλλαγή μπορεί και να τους αφανίσει άλλωστε.

Δυστυχώς γι’ αυτούς αλλά και για τους ιδεολόγους-λουδίτες, δεν υπάρχει κάποιο σκοτεινό σχέδιο πίσω από το κλείσιμο του Ιντεάλ και των λοιπών «σινεμάδων». Καμία διεθνής συνωμοσία των σιωνιστών και καμία εντολή από τους Ανουνάκι δεν επέβαλε τον μαρασμό του σινεμά. Τον ξεπέρασε η εποχή και οι τεχνολογικές εξελίξεις. Τα εισιτήρια μειώθηκαν και δεν ευθύνονται μόνο οι πλατφόρμες. Τα σενάρια άρχισαν να εξαντλούνται. Οι μεγάλοι συγγραφείς υπεραναλύθηκαν και κάθε αγαπημένη θεματολογία στοιχειώνονταν από παλαιότερα αριστουργήματα. Πώς να γυρίσεις ταινίες για το Βιετνάμ μετά το «Πλατούν», πόση σπουδή πάνω στον θάνατο μπορείς να πετύχεις μετά την «7η σφραγίδα»; Υπάρχουν φυσικά και εξαιρέσεις που λάμπουν σαν διαμάντια πάνω στο πανί. Οι Ασιάτες κινηματογραφιστές έδειξαν ότι πιο απλές ιστορίες μπορούν να ειπωθούν με λυρισμό ή ωμότητα και να μετατραπούν σε αριστουργήματα.

Ακόμη πιο δυστυχώς γι’ αυτούς, η μεμψιμοιρία για το «τέλος εποχής» αντικρούεται πανεύκολα καθώς το ιστορικό Ιντεάλ θα συνεχίσει σύμφωνα με τις πληροφορίες των νέων ιδιοκτητών να προβάλλει ταινίες. Όμως θα αποκτήσει ξανά ζωή. Δεν υπάρχει πλέον ενδιαφέρον για τη λαϊκή απογευματινή της Τετάρτης. Ίσως την ίδια ώρα να υπάρχει ενδιαφέρον για την παρουσίαση ενός βιβλίου ή για μια συζήτηση. Δεν ξέρω πώς μπορεί κανείς να υποστηρίζει με τόση θέρμη την παρακμή ενός άλλοτε πανέμορφου σινεμά, το οποίο πέρασε τις δύο τελευταίες του δεκαετίες με ελάχιστους επισκέπτες; Πώς θα γίνει βιώσιμο ένα τόσο μεγάλο και δαπανηρό κτίριο αν δεν προσαρμοστεί στις κατευθύνσεις μιας νέας εποχής. Στα θέλω των νεότερων και πιο δραστήριων γενεών;

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ