Πολιτικη & Οικονομια

Θετικές διακρίσεις: Η λύση στο πρόβλημα χειρότερη από το πρόβλημα

Οι θετικές διακρίσεις στον εργασιακό χώρο προκαλούν την αντεπίθεση των λευκών ανδρών

portrait-322469_1920_2.jpg
Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Το σύστημα των θετικών διακρίσεων, η όξυνση των αντιθέσεων και το στοίχημα των δημοκρατικών κοινωνιών.

Το σύστημα των θετικών διακρίσεων, η όξυνση των αντιθέσεων και το στοίχημα των δημοκρατικών κοινωνιών.

Το σύστημα των θετικών διακρίσεων που εφαρμόζεται σε πολλές δυτικές χώρες από τη δεκαετία του 1960 βάλλεται σήμερα από παντού: ακόμα και άτομα που προωθούνται στις επιχειρήσεις και στον κρατικό μηχανισμό επειδή είναι γυναίκες, γκέι, ανάπηροι ή «έγχρωμοι», αισθάνονται αμηχανία - σαν να τους λένε κατάμουτρα ότι δεν αξίζουν αλλά ότι η διοίκηση τούς κάνει ένα δώρο. Η ισότητα στον χώρο της εργασίας σχετίζεται όλο και λιγότερο με την ένταξη, τη «συμπερίληψη» και την ποικιλομορφία: οι θετικές διακρίσεις απαξιώνουν τις γυναίκες, τους Μαύρους, τους queer, τους οποίους πολλοί αντιμετωπίζουν με δυσπιστία: μήπως πήρε τη συγκεκριμένη θέση μέσω ποσόστωσης; Μήπως του/της δόθηκε αύξηση χωρίς να την αξίζει πραγματικά;

Τέτοια πράγματα συμβαίνουν συχνά. Κι εκτός από τη δυσπιστία και τη δυσαρέσκεια που μπορεί να προκαλούν σε όσους δεν «προωθούνται», δεν φαίνεται να αυξάνουν την παραγωγικότητα, ούτε να βελτιώνουν τις ανθρώπινες σχέσεις στις επιχειρήσεις. Ακόμα και οι New York Times το ομολογούν: στη στήλη του, ο Jesse Singal παραδέχεται ότι «δεν υπάρχουν δεδομένα που να επιβεβαιώνουν ότι οι θετικές διακρίσεις ευνοούν τη λειτουργία των επιχειρήσεων». Ο Singal υπονοεί ότι οι θετικές διακρίσεις οξύνουν τις αντιθέσεις και διαβρώνουν την αξιοκρατία: ήδη, οι ομάδες που μένουν πίσω -οι λευκοί άνδρες για παράδειγμα- οργανώνονται κάνοντας λόγο για διακρίσεις εναντίον τους. Αυτή η δυσαρέσκεια τούς έχει σπρώξει προς την πιο απλοϊκή δεξιά στις ΗΠΑ, στη Γαλλία, στη Βρετανία και στις σκανδιναβικές χώρες όπου έχει αρχίσει να κερδίζει έδαφος η ιδέα του «φτάνει πια» όχι μόνο για τις θετικές διακρίσεις, αλλά και για τις διαφορετικές κουλτούρες. Στη Σουηδία και στη Δανία όπου έχει συσσωρευτεί μεγάλος αριθμός μεταναστών, μια από τις συνιστώσες της ξενοφοβίας είναι ακριβώς αυτή η πολιτική υπερ-ανεκτικότητας που, αν και έχει στόχο την κοινωνική ένταξη των νεοφερμένων, καταλήγουν σε δηλητηριώδεις απογοητεύσεις στον εργασιακό χώρο. Με τη σειρά τους, οι απογοητεύσεις εντείνουν την ξενοφοβία.

Υπάρχει επιπλέον ένα ανθρωπολογικό λάθος. Οι άνθρωποι, όλοι οι άνθρωποι, βλέπουν στους συνανθρώπους τους λιγότερο το χρώμα του δέρματος και περισσότερο την πολιτιστική του ταυτότητα: ένα «λευκό» παιδί συνδέεται ευκολότερα με ένα «μαύρο» παιδί που μιλάει τη γλώσσα του παρά με ένα άλλο «λευκό» παιδί που μιλάει μια ξένη γλώσσα. Η έμφαση στη φυλή είναι μια διοικητική απόφαση και μπορεί να θεωρηθεί κενή περιεχομένου όταν δεν λαμβάνεται υπόψη ο ταξικός-οικονομικός παράγοντας του κάθε ατόμου. Το ίδιο ισχύει και για τις θετικές διακρίσεις υπέρ των queer και των γυναικών - επιπλέον, οι γυναίκες δεν αποτελούν μειονότητα και λόγω μητρότητας απολαμβάνουν κάποιων διευκολύνσεων στην εργασία· πράγμα που αν συνδυαστεί με θετική διάκριση μπορεί να προκαλέσει έκρηξη στον εργασιακό χώρο. Η ποικιλομορφία δεν θα έπρεπε να είναι στόχος, αλλά μάλλον ένα από τα μέσα για να επιτευχθεί ισορροπία στις σχέσεις, καλύτερη λειτουργικότητα και υψηλότερη παραγωγικότητα. Το στοίχημα των δημοκρατικών κοινωνιών είναι οι ίσες ευκαιρίες για όλους, όχι το βόλεμά τους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ