Πολιτικη & Οικονομια

Οι άνθρωποι που φοβούνται ένα μυθιστόρημα που δεν έχουν διαβάσει

«Από τα ισχυρότερα παραδείγματα έλλειψης επιχειρημάτων είναι η διαρκής επίκληση στον Όργουελ και το 1984»

41586-784579.jpg
Μάνος Βουλαρίνος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Οι άνθρωποι που φοβούνται ένα μυθιστόρημα που δεν έχουν διαβάσει

Ο Μάνος Βουλαρίνος σχολιάζει τη διαρκή επίκληση στον Τζορτζ Όργουελ και το μυθιστόρημα «1984» στον δημόσιο διάλογο και την πολιτική αντιπαράθεση

Δεν νομίζω ότι θα γράψω κάτι φοβερά πρωτότυπο αν αναφερθώ στο πόσο προβληματικός είναι ο «δημόσιος διάλογος» για πολιτικά θέματα και πόσο προβληματικά είναι τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται. Πολύ συναίσθημα, μπόλικα φαντάσματα (και ζόμπι και βρικόλακες) του παρελθόντος, ελάχιστη λογική και ακόμα λιγότερο πρακτικό πνεύμα είναι τα συστατικά κάθε πολιτικής συζήτησης ακόμα και όταν συμμετέχουν «ειδικοί». Σκεφτείτε μόνο πόσες φορές έχετε ακούσει το επιχείρημα «έχει χυθεί αίμα» λες και η αιματοχυσία μετατρέπει αυτό που την προκάλεσε σε κάτι ιερό που πρέπει να μείνει αναλλοίωτο εις τους αιώνας των αιώνων (παρεμπιπτόντως δεν υπάρχει τίποτα για το οποίο να μην έχει χυθεί αίμα, άνθρωποι πολέμησαν και σκοτώθηκαν ακόμα και στο όνομα του ναζισμού ή της φυλετικής καθαρότητας και ελπίζω κανείς να μην θεωρεί ότι η δουλεία πρέπει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό επειδή χύθηκε αίμα για την υπεράσπισή της).

Γενικώς υπάρχει πρόβλημα επιχειρημάτων, πιθανότατα επειδή η πλειονότητα των δημοσιολογούντων αντιμετωπίζει τα πολιτικά και κοινωνικά θέματα με τον ίδιο τρόπο που βλέπει σίριαλ: ως μια ενδιαφέρουσα νοητική-ψυχολογική άσκηση που δεν επηρεάζει την καθημερινότητά της και άρα δεν την αφορά πρακτικά. Κάτι σαν γονείς που υπερασπίζονται τις καταλήψεις στα δημόσια σχολεία ενώ τα παιδιά τους πάνε σε ακριβά ιδιωτικά. Έτσι τα επιχειρήματα δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, αλλά με την ψυχολογική τοποθέτηση αυτού που επιχειρηματολογεί και/ή του κοινού του.

Από τα ισχυρότερα παραδείγματα έλλειψης επιχειρημάτων είναι η διαρκής επίκληση στον Όργουελ και το «1984». Μόλις την Παρασκευή ξανακούσαμε για «οργουελιανή δυστοπία», αυτή τη φορά από τον Αλέκση που κι αυτός χρησιμοποίησε το επιχείρημα-μπαμπούλας για μια σειρά θεμάτων που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια: κάμερες σε δημόσιους χώρους, παρακολουθήσεις, πανεπιστημιακή αστυνομία, επιβολή του νόμου κλπ. Δηλαδή όλα τα σημάδια που δείχνουν πως ο Μεγάλος Αδερφός είναι εδώ κι εμείς είμαστε ήρωες στο «1984». Μόνο που το «1984» είναι μυθιστόρημα. Πολύ ενδιαφέρον, πολύ επιδραστικό, αλλά μυθιστόρημα. Και είναι κάπως στενάχωρο να υπάρχουν άνθρωποι που, αντί για λογικά επιχειρήματα, χρησιμοποιούν μυθιστορήματα. Πολύ περισσότερο όταν οι ίδιοι είναι φορείς των ιδεών που καταγγέλλουν αυτά τα μυθιστορήματα.

Βλέπετε, το «1984» δεν είναι ένα μυθιστόρημα που καταγγέλλει τις παρακολουθήσεις από τις μυστικές υπηρεσίες, τις κάμερες σε δημόσιους χώρους, την επιβολή του νόμου ή την ύπαρξη κανόνων γενικότερα. Είναι ένα μυθιστόρημα που καταγγέλλει τον ολοκληρωτισμό και άρα και τον κομμουνισμό (η δε «Φάρμα των Ζώων» που προηγήθηκε, είναι κανονικό αντικομμουνιστικό μανιφέστο). Οι κίνδυνοι που περιγράφει δεν προέρχονται από τη χρήση της τεχνολογίας στην επιβολή του νόμου και τη δράση των υπηρεσιών ασφαλείας αλλά από τη χρήση της τεχνολογίας και τη δράση των υπηρεσιών ασφαλείας σε ολοκληρωτικά καθεστώτα. Το ερώτημα στο οποίο απαντά το «1984» δεν είναι «τι γίνεται όταν το κράτος χρησιμοποιεί την τεχνολογία για την επιβολή του νόμου και την ασφάλεια;» αλλά «τι γίνεται όταν την εξουσία αποκτούν κομμουνιστές ή εθνικοσοσιαλιστές;». Γιατί προφανώς το πρόβλημα ποτέ δεν είναι ο νόμος, η ασφάλεια και η τεχνολογική εξέλιξη (όλα αυτά είναι το ζητούμενο κάθε κοινωνίας) αλλά ο νόμος, η ασφάλεια και η τεχνολογική εξέλιξη σε χέρια που κινούνται από μυαλά τα οποία δεν αγαπούν ιδιαιτέρως την αστική δημοκρατία. Κάμερες σε δημόσιους χώρους και μυστικές υπηρεσίες που δεν ενημερώνουν τους παρακολουθούμενους έχουν και το Ηνωμένο Βασίλειο και η Κίνα, αλλά το πρώτο είναι μια αστική δημοκρατία της οποίας οι κάτοικοι ζουν ελεύθεροι και η δεύτερη μια κομμουνιστική δικτατορία που ήταν το ίδιο καταπιεστική και εξοντωτική και χωρίς τη βοήθεια της τεχνολογίας.    

Όποτε, καθίσταται απορίας άξιο όχι μόνο το πώς είναι δυνατόν κάποιοι συμπολίτες να χρησιμοποιούν ως μπαμπούλα (ή να φοβούνται ειλικρινώς) ένα μυθιστόρημα και την «οργουεαλιανή δυστοπία» ως επιχείρημα, αλλά και το πώς είναι δυνατόν αυτοί κυρίως να είναι άνθρωποι που νοσταλγούν, υπερασπίζονται, ονειρεύονται τα καθεστώτα εναντίον των οποίων γράφτηκε το «1984». Μια ανάγνωση ίσως τους βοηθούσε. Και μπράβο τους.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ