Πολιτικη & Οικονομια

Βενιζέλος: Παράνομες οι παρακολουθήσεις των ηγετών του στρατεύματος

Αναλυτικά η ομιλία του - Η απάντηση για το «Μένουμε Ευρώπη;»

Newsroom
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Παρέμβαση Ευάγγελου Βενιζέλου για υποκλοπές: Παράνομες οι παρακολουθήσεις των ηγετών του στρατεύματος

Ο Ευάγγελος Βενιζέλος μίλησε για την υπόθεση των υποκλοπών στην εκδήλωση που διοργανώθηκε στο αμφιθέατρο του Ινστιτούτου Γκαίτε, με το ερώτημα «Μένουμε Ευρώπη;» και υπότιτλο «Υποκλοπές, Δικαιώματα και Κράτος Δικαίου».

Ο πρώην πρόεδρος το ΠΑΣΟΚ σημείωσε ότι η γνωμοδότηση του Ισίδωρου Ντογιάκου χορηγήθηκε κάθ' υπέρβαση της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ενώ κάλεσε τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς για τις παρακολουθήσεις.

Η παρέμβαση Βενιζέλου για τις υποκλοπές

«Οι οπαδοί της ισότητας όλων ενώπιον των παρακολουθήσεων απογοητεύτηκαν, φοβάμαι, από το ν. 5002/22 που υιοθέτησε τη βασική μου θέση για ειδικές εγγυήσεις προκειμένου να αρθεί το απόρρητο των επικοινωνιών πολιτικού προσώπου.

Οι οπαδοί της πανοπτικής ΕΥΠ απογοητεύτηκαν, φοβάμαι, από τον ν. 5002/22 που υιοθέτησε τη βασική μου θέση ως προς τη στενή και αυστηρή τυποποίηση των λόγων εθνικής ασφάλειας.

Με τον νόμο 5002/2022 η δυνατότητα ενημέρωσης του υποκειμένου της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών για λόγους εθνικής ασφαλείας, που είχε καταργηθεί το 2021, επανήλθε υπό τον περιορισμό ότι έχει παρέλθει τριετία (διάστημα που σε πολλές περιπτώσεις ενδέχεται να παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας). Η σχετική αρμοδιότητα ανατίθεται σε τριμελή επιτροπή συγκροτούμενη από δυο εισαγγελικούς λειτουργούς και τον Πρόεδρο της ΑΔΑΕ.

Προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι αυτή η ρύθμιση απαγορεύει πλέον στην ΑΔΑΕ να ασκεί ελέγχους στην ΕΥΠ και τους τηλεφωνικούς παρόχους, όχι για να ενημερωθεί ο παρακολουθούμενος, αλλά η Βουλή και ο εισαγγελέας εφόσον διαπιστώνεται η τέλεση εγκλήματος που πρέπει να αναγγελθεί.

Όμως ο ν. 5002/2022 προβλέπει στην παρ. 6 του άρθρου 8 ότι : «Ο Πρόεδρος της Α.Δ.Α.Ε. ενημερώνει για θέματα άρσεων απορρήτου επικοινωνιών τον Πρόεδρο της Βουλής, τους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή και τον Υπουργό Δικαιοσύνης.».

Και συνέχισε: "Πρόκειται για ρητή και προσωπική αρμοδιότητα του Προέδρου της ΑΔΑΕ, η παράλειψη άσκησης της οποίας θα συνιστούσε παράβαση καθήκοντος. Επιπλέον οι αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ που προβλέπονται στον ιδρυτικό της νόμο διατηρούνται αλώβητες, πλην της αρμοδιότητας της σχετικής με την ενημέρωση του παρακολουθηθέντος.

Η νέα αυτή ρύθμιση θα ελεγχθεί προφανώς δικαστικά ως προς τη συνταγματικότητά της και την συμβατότητά της με την ΕΣΔΑ από τα εθνικά δικαστήρια και το ΕΔΔΑ μετά από προσφυγές θιγόμενων.

Ο εκτελεστικός του Συντάγματος νόμος, ακόμη και αν το προβλέπει ρητά, δεν μπορεί να ευνουχίσει μια συνταγματικά προβλεπόμενη ανεξάρτητη αρχή που περιβάλλει ως θεσμική εγγύηση θεμελιώδες δικαίωμα που εισάγεται μάλιστα ως «απολύτως απαραβίαστο». Η θεμελίωση του θεσμικού ρόλου της ανεξάρτητης αρχής και στο Δίκαιο της ΕΕ ( κατά το οποίο η ΑΔΑΕ λειτουργεί παραπληρωματικά με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα) θέτει ακόμη υψηλότερο φραγμό στον εθνικό νόμο και πολύ περισσότερο την ερμηνεία του.


Η 1/2023 Γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του ΑΠ, όπως είχα την ευκαιρία να αναλύσω, χορηγήθηκε κάθ/υπέρβαση της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του Εισαγγελέα του ΑΠ και, όπως κατέστη αντιληπτό, δεν μπορούσε να στερήσει την ΑΔΑΕ από τις ελεγκτικές της αρμοδιότητες. Επεσήμανε απλώς ότι ενημέρωση των θιγόμενων μπορεί πλέον να γίνει από την τριμελή επιτροπή.

Οι έλεγχοι της ΑΔΑΕ διενεργήθηκαν και το άρθρο 8 παρ. 6 του νωπού νόμου 5002 / 2022 εφαρμόστηκε εις πείσμα όλων εκείνων που στρουθοκαμηλίζουν.

Όταν ο Πρωθυπουργός παραδέχθηκε την παρακολούθηση Ανδρουλάκη, στις 8.8.2022 δήλωσε, «Παρότι όλα έγιναν νόμιμα, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών υποτίμησε την πολιτική διάσταση της συγκεκριμένης ενέργειας. Ήταν τυπικά επαρκής, όμως πολιτικά μη αποδεκτή. Δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί, προκαλώντας ρωγμές στην εμπιστοσύνη των πολιτών στις Υπηρεσίες Εθνικής Ασφάλεια»

Όταν στις 11.12.2022 είδαν το φως της δημοσιότητας πληροφορίες για παρακολούθηση υπουργών και υψηλών ηγετικών στελεχών των ενόπλων δυνάμεων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε ότι,

«Η ελληνική Δικαιοσύνη προχωρά τη διερεύνηση, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου διακυβέρνησης από τον ΣΥΡΙΖΑ και των όσων σχετικών αναφέρονται σε αυτήν, με την αμέριστη συνδρομή των κρατικών αρχών, ώστε να διαλευκανθεί κάθε πτυχή, ακόμα και το εάν στο εσωτερικό της ΕΥΠ αναπτύχθηκαν δραστηριότητες εκτός πλαισίου.

Από τη στιγμή, πάντως, που ο Πρωθυπουργός αντέδρασε, με τον γνωστό τρόπο, στην περίπτωση της νόμιμης επισύνδεσης του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη, είναι αδιανόητο να υπονοείται ότι τελούσε σε γνώση του ή, πολύ περισσότερο, ότι είχε δώσει εντολή να παρακολουθούνται άνθρωποι που συμπορεύεται μαζί τους επί δεκαετίες ή και κρατικοί αξιωματούχοι, μαζί με τους οποίους αντιμετώπισε επιτυχώς μείζονα ζητήματα για την Πατρίδα».

Κατανόησα τη δήλωση αυτή του κυβερνητικού εκπροσώπου ως παραδοχή της παρακολούθησης υπουργών και κρατικών αξιωματούχων από μια ΕΥΠ που δρα «εκτός πλαισίου» χωρίς γνώση του πρωθυπουργού του και εποπτεύοντος υπουργού . Βαρυσήμαντη παραδοχή που ελπίζω να την έχει προσέξει η εισαγγελική αρχή.

Τώρα δυστυχώς ο έλεγχος της ΑΔΑΕ επιβεβαιώνει μεταξύ άλλων τη μακρά παρακολούθηση για λόγους εθνικής ασφάλειας, ηγετικών στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, τεταγμένων στην υπεράσπιση της εθνικής ασφάλειας !

Προκύπτει συνεπώς μείζον ζήτημα αφενός εθνικής ασφάλειας, αφετέρου λειτουργίας του κράτους δικαίου και σεβασμού του Συντάγματος.

Αυτές οι παρακολουθήσεις ήταν νόμιμες ή παράνομες; Μια πράξη δεν καθίσταται νόμιμη όταν φέρει τα εξωτερικά στοιχεία της νόμιμης πράξης αλλά παραβιάζει το Σύνταγμα και τον νόμο, στερείται αιτιολογίας και δεν σέβεται την αρχή της αναλογικότητας. Συνεπώς οι παρακολουθήσεις των ηγετών του στρατεύματος ήταν παράνομες. Αν ήταν νόμιμες, δεν έπρεπε τα συγκεκριμένα πρόσωπα να παραμένουν και μάλιστα επί μακρόν στην ηγεσία του στρατεύματος.

Ποιος άκουσε ή διάβασε το υλικό των παρακολουθήσεων; Ποιος ήταν αποδέκτης των ενημερωτικών δελτίων; Ποιος έδωσε και ποιες εξηγήσεις στα πρόσωπα αυτά; Ποιο ήταν το κίνητρο και το ζητούμενο της μακράς παρακολούθησης;

Ποιος γνωρίζει καλύτερα από πχ τους αρχηγούς των επιτελείων των ΕΔ τι συνιστά επιλογή εθνικής ασφάλειας; Προφανώς όχι μια εισαγγελέας εγκατεστημένη στην ΕΥΠ. Δέχομαι ότι γνωρίζει καλύτερα από τους αρχηγούς των επιτελείων ο εκάστοτε πρωθυπουργός. Αλλά όταν ο πρωθυπουργός δηλώνει άγνοια και καταγγέλλει «εκτός πλαισίου» λειτουργία της ΕΥΠ και της εισαγγελέως, τι πρέπει να πούμε εμείς ως πολίτες, ως νομικοί, ως καθηγητές του Δικαίου;

Τι πρέπει να πω εγώ ως πρώην αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών και ως πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας;

Δεν μπορεί η θεσμική αντιμετώπιση του ζητήματος των υποκλοπών να είναι αυτή. Δεν αρκεί η απάντηση, «γινόντουσαν και πριν παράνομες ή αμφίβολης νομιμότητας παρακολουθήσεις, ακόμη και υπουργών». Δεν αρκεί η απάντηση ότι «δημοσκοπικά το ζήτημα έχασε το ενδιαφέρον του και δεν επηρεάζει τις εκλογικές συμπεριφορές». Δεν αρκεί η απάντηση, «παραιτήθηκαν οι κκ. Δημητριάδης και Κοντολέων και ανέλαβαν την ευθύνη». Ποια ευθύνη και σε ποιο θεσμικό επίπεδο. Δεν αρκεί η παραπομπή στις προκαταρκτικές εξετάσεις που επί μήνες διενεργεί η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών χωρίς εμφανές αποτέλεσμα και γνωστό χρονοδιάγραμμα. Δεν αρκεί η ΑΔΑΕ που υπονομεύεται και συκοφαντείται με ακραίο τρόπο. Δεν αρκεί η ΑΠΔΠΧ που ήδη εξέδωσε την πρώτη απόφασή της για το Predator. Δεν αρκεί ο κοινοβουλευτικός έλεγχος στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης . Δεν θα αρκούσε ούτε η ομαλή και εντατική λειτουργία της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.

Το ζήτημα της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, του κύρους της και του απορρήτου των επικοινωνιών της που είναι ουσιαστικά στρατιωτικές επικοινωνίες απαιτεί να διαμορφώσει άμεσα μια εύλογη τεκμηριωμένη απάντηση ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και να ενημερώσει αξιόπιστα τουλάχιστον τους αρχηγούς των κομμάτων».