Πολιτικη & Οικονομια

Οι μεγάλες εκπαιδευτικές αλλαγές στην Ελλάδα φέρουν τη σφραγίδα του ΠΑΣΟΚ

Η πιεστική πραγματικότητα αναδεικνύει το γεγονός ότι η συζήτηση για τις νομοθετικές αλλαγές στην Παιδεία δεν χωρά αναβολές

Φραγκίσκος Παρασύρης
Φραγκίσκος Παρασύρης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Σχολική αίθουσα
© EUROKINISSI/ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα στην Ελλάδα και η κεντροαριστερή πρόταση διακυβέρνησης από το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής.

Οι κοινοβουλευτικές εργασίες, τούτες τις μέρες, για το Nομοσχέδιο για την Παιδεία, δίνουν τη δυνατότητα για έναν αναστοχασμό γύρω από την έννοια, το εύρος και το βάθος των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, ξεκινώντας από αυτές που πραγματικά αποτέλεσαν τομή στην πορεία της χώρας. Στην ιστορική αυτή αποτίμηση κάθε πολιτικός ή ακαδημαϊκός δάσκαλος, κάθε εκπαιδευτικός και κάθε πολίτης δικαίως χρησιμοποιεί ως αφετηρία τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Τον πολιτικό που αντιμετώπιζε την εκπαίδευση ως προσωπικό ζήτημα, επειδή αποτελούσε τη βάση του συνολικού μεταρρυθμιστικού του σχεδίου. Άλλωστε, όπως, δήλωνε ο ίδιος «η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση πρέπει να συνομιλεί με την κοινωνία. Τον απασχολούσε η μόρφωση των πολιτών και τον ενδιέφερε η διάχυση της στοιχειώδους και μέσης μόρφωσης […], σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού».

Με την πάροδο των χρόνων αντιλαμβανόμαστε πως η πιεστική πραγματικότητα, αναδεικνύει το γεγονός ότι η συζήτηση για τις νομοθετικές αλλαγές στην Παιδεία δεν χωρά αναβολές. Δεν υπάρχει περιθώριο για άσκοπες αντιπαραθέσεις και πολύ περισσότερο δεν χωρούν μικρο-κομματικοί χειρισμοί. Η συνολική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού τοπίου της χώρας αποτελεί εθνική προτεραιότητα και γι’ αυτό επιβάλλει να αναζητήσουμε κοινούς τόπους στις πολιτικές μας αντιλήψεις. Ο φόβος και μόνο της ταύτισης δεν πρέπει να μας ωθεί αντανακλαστικά στην υιοθέτηση διαμετρικά αντίθετων θέσεων, ιδιαίτερα σήμερα που η κοινωνική πραγματικότητα απαιτεί από το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής μια πραγματιστική και αποτελεσματική κεντροαριστερή πρόταση διακυβέρνησης κόντρα στον ψευδομεταρρυθμισμό της Ν.Δ. και τις εξωπραγματικές θέσεις της Αριστεράς.

Στη συζήτηση για την Παιδεία, που τείνει να λάβει ιδεολογικά χαρακτηριστικά και να οδηγήσει στα πολιτικά χαρακώματα τις πτέρυγες της βουλής, ο δικός μας πολιτικός χώρος, προσέρχεται από θέση ισχύος. Οι γενναίες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της μεταπολίτευσης φέρουν τη σφραγίδα του ΠΑΣΟΚ και των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου, του Κώστα Σημίτη και του Γιώργου Παπανδρέου. Από το Νόμο Πλαίσιο του ’82 με το αίτημα για δημοκρατία στα πανεπιστήμια, για την οξυγόνωση των ΑΕΙ με το άνοιγμα στη κοινωνία και την προστασία της διακίνησης ιδεών, μέχρι το νόμο του Πέτρου Ευθυμίου με την εισαγωγή των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων στο χάρτη της Ανώτατης Εκπαίδευσης, αλλά και μέχρι το νόμο της Άννας Διαμαντοπούλου το 2011 που χαρακτηρίστηκε ως υπόδειγμα πολιτικής συναίνεσης με την ψήφισή του από 255 βουλευτές, γίνεται αντιληπτό πως η συναίνεση για την Παιδεία, προσλαμβάνει ιστορικό χαρακτήρα.

Τη δεδομένη χρονική στιγμή, η νομοθετική πρόταση της κας Κεραμέως δεν απαλλάσσεται από τις μόνιμες κακοδαιμονίες του πολιτικού κόστους, την απουσία οράματος και το έλλειμμα κοινωνικής πειθούς. Το υπό συζήτηση νομοσχέδιο δεν θα καταφέρει να επιβάλλει μια ριζικά διαφορετική δυναμική στην εκπαίδευση, δίνοντάς του τα χαρακτηριστικά που θα το μετέτρεπαν σε ένα πεδίο συναίνεσης. Πολύ περισσότερο, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν μετατοπίζει τη δημόσια συζήτηση για την ανώτατη εκπαίδευση στο παγκόσμιο περιβάλλον της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης, των νέων τεχνολογιών, του επαναπροσδιορισμού της παγκοσμιοποίησης, της κλιματικής αλλαγής, των νέων βιοϊατρικών προκλήσεων, της νέας «ανθρώπινης κατάστασης» που αναδείχθηκε κατά την παρατεινόμενη περίοδο της πανδημίας.

Και επειδή η Παιδεία είναι ένας τομέας πολιτικής προσανατολισμένος στο μέλλον και φορτισμένος από την εθνική διάσταση, η φράση που αποδίδεται στο Διονύσιο Σολωμό πως « το Έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές» αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα για τον πολιτικό κόσμο σήμερα. Γιατί πρέπει να αναλογιστούμε πως, τουλάχιστον στον τομέα της Παιδείας, οφείλουμε να ξεπεράσουμε την «ελληνική αμφιταλάντευση» και να συμφωνήσουμε πως πρέπει να προστατέψουμε ιδιαίτερα τα ελληνικά ΑΕΙ, από τις δυνάμεις τη συντήρησης ή της ριζοσπαστικοποίησης. Γιατί παραμένουν θεσμοί υψηλού κύρους, θερμοκοιτίδες μεγάλου διανοητικού κεφαλαίου, μηχανισμοί που διασφαλίζουν ένα μεγάλο βαθμό κοινωνικής κινητικότητας. Να συμφωνήσουμε, επίσης, πως η μεταρρύθμιση στην Παιδεία είναι μια διακηρυγμένη προτεραιότητα που σταματά από μια διαχρονική αναβλητικότητα, γιατί «τη χειροβομβίδα» πρέπει να την παραλάβει ο επόμενος. Και επειδή το ένα πέμπτο και αυτού του αιώνα μας αποχαιρετά, ας κινηθούμε γρήγορα για την αλλαγή, για το μέλλον της Ελλάδας.

Οι μεγάλες εκπαιδευτικές αλλαγές στην Ελλάδα φέρουν τη σφραγίδα του ΠΑΣΟΚ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ