Πολιτικη & Οικονομια

Κι αν μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι;

Από την κρίση χρέους, στην πανδημία, και τελικά στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, η Ελλάδα πιάστηκε απροετοίμαστη.

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
μικρή ελληνική σημαία
Το μεγάλο στοίχημα της ελληνικής ανθεκτικότητας μπροστά στις κρίσεις που θα ακολουθήσουν © CJ GUNTHER / EPA

Σχόλιο για τις απανωτές κρίσεις που αντιμετώπισε η Ελλάδα, και το στοίχημα της ανθεκτικότητας μπροστά σε ό,τι μπορεί να ακολουθεί.

Τα τελευταία χρόνια η χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με κρίσεις που δοκίμασαν σκληρά τις αντοχές της. Η μεγαλύτερη ήταν προφανώς η οικονομική κρίση του 2009. Ακολούθησε, μια δεκαετία αργότερα, η υγειονομική κρίση. Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά στην τρίτη μεγάλη κρίση, τον πόλεμο που ξέσπασε ανησυχητικά κοντά μας.

Και οι τρεις κρίσεις μας αιφνιδίασαν και για τις τρεις η χώρα ήταν απροετοίμαστη. Κάθε μία από αυτές άλλωστε μείωνε τις αντοχές μας για την επόμενη. Όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση η Ελλάδα είχε ήδη χρέος στο 100% του ΑΕΠ. Γρήγορα έγιναν ορατά και τα όρια του οικονομικού μας μοντέλου. Το χαμηλό παραγωγικό δυναμικό, η μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές και η περιορισμένη συμβολή των εξαγωγών στο ΑΕΠ, συνέβαλαν στο να παγιδευτούμε στον φαύλο κύκλο της ύφεσης.

Η οικονομική κρίση περιόρισε με την σειρά της την δυνατότητα της χώρας να αντιμετωπίσει την υγειονομική κρίση. Ένα υποστελεχωμένο ΕΣΥ, με άμεση ανάγκη ενίσχυσης των υποδομών του, ήταν πολύ δύσκολο να ανταποκριθεί στις χιλιάδες νοσηλείες που προκάλεσε ο κόβιντ. Οδήγησε ταυτόχρονα σε δαπάνες πολλών δισεκατομμυρίων οι οποίες επιβάρυναν ακόμα περισσότερο το ήδη υπερβολικό δημόσιο χρέος. Ένα χρέος το οποίο βέβαια αποτελεί σήμερα τροχοπέδη για την αντιμετώπιση των κοινωνικών επιπτώσεων που προκαλεί η εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία και η συνακόλουθη η ενεργειακή κρίση. Πόσα ακόμα δισεκατομμύρια μπορεί να δοθούν για την ενίσχυση της κοινωνίας χωρίς να οδηγηθούμε ξανά στον κίνδυνο της χρεοκοπίας;

Σε όλα αυτά θα μπορούσαμε να προσθέσουμε μια τέταρτη εν δυνάμει κρίση στις σχέσεις με την Τουρκία η οποία μπορεί να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή με απρόβλεπτες συνέπειες. Και σίγουρα μια πέμπτη κρίση, την κλιματική η οποία υποβαθμίζει το περιβάλλον κι έχει φτάσει να κοστίζει, σχεδόν κάθε χρόνο, όχι μόνο χρήματα αλλά και ανθρώπινες ζωές.

Φυσικά δεν ήταν μόνο η Ελλάδα απροετοίμαστη. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην αρχή της πανδημίας η Ευρώπη συνειδητοποίησε ότι δεν είχε αποθέματα ούτε μπορούσε να προμηθευτεί άμεσα, χειρουργικές μάσκες. Για να μην πούμε πόσο έτοιμη ήταν να αντιμετωπίσει την κρίση χρέους ή πόσο έτοιμη είναι σήμερα να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες. Πριν από λίγες ημέρες η πρωθυπουργός της Εσθονίας Κάγια Κάλας εξήγησε σε συνέντευξη της το «μάντρα», την εμβληματική ιδέα, πίσω από τις πολιτικές αποφάσεις της χώρας: «Να είσαι έτοιμος για όλα κι αν τίποτα κακό δεν συμβεί τότε όλα καλά, εκπλαγήκαμε θετικά». «Τι κάνουμε αν μείνουμε χωρίς ηλεκτρικό, είπε χαρακτηριστικά, τι γίνεται αν μείνουμε χωρίς ίντερνετ, πώς θα πληρώνουμε τις συντάξεις;»

Στα δικά μας τα αυτιά μια τέτοια προσέγγιση στην πολιτική ακούγεται σχεδόν εξωπραγματική. Δεν πρόκειται για «σχέδια έκτακτης ανάγκης», τέτοια έχουμε πολλά, τουλάχιστον στα χαρτιά. Πρόκειται περισσότερο για νοοτροπία. Αν μπορούσα να το εκφράσω απλοϊκά θα ήταν ότι ανά πάσα στιγμή περιμένουν να συμβεί το χειρότερο. Δεν προγραμματίζουν μόνο για τους κινδύνους που ξέρουν αλλά και γι αυτούς ή κυρίως γι αυτούς, που δεν τους περιμένουν. Έτσι, δεν ψάχνουν τι περισσεύει για να προλάβουν να το μοιράσουν πριν το βρει η επόμενη κυβέρνηση, αλλά δημιουργούν μαξιλάρια για την δύσκολη στιγμή.  Αν αναζητούσαμε το «μάντρα» της δικής μας χώρας, τότε σίγουρα αυτό δεν είναι η προετοιμασία για τα χειρότερα. Είναι μάλλον το αντίθετο: ξόδεψε όσα περισσότερα μπορείς σήμερα κι αύριο έχει ο Θεός. Κι αυτό, όπως έδειξε η οικονομική κρίση, ίσχυε για το κράτος, για τις επιχειρήσεις, ενδεχομένως και για πολλούς εξ ημών.

Το ζήτημα δεν είναι στενά οικονομικό. Σίγουρα ο στόχος να επιστρέψουμε σε πρωτογενή πλεονάσματα την επόμενη χρονιά δεν μπορεί να τεθεί σε αμφισβήτηση. Την ίδια στιγμή ωστόσο μέρος της αντοχής μιας κοινωνίας είναι και η προστασία όσων υποφέρουν οικονομικά, ιδίως σε στιγμές κρίσης όπως σήμερα. Το ζητούμενο λοιπόν είναι μια συνολική στρατηγική ανθεκτικότητας που θα πρέπει να διαπερνά και να αποτελεί το κριτήριο για τις επιμέρους πολιτικές. Ανθεκτικότητα σαν απάντηση στην αβεβαιότητα την πολιτική, την κλιματολογική και την οικονομική. Με αυτή την έννοια δεν είναι ένα οικονομικό πρόγραμμα αλλά ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων και θεσμικών παρεμβάσεων. Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι το ευρωπαϊκό πρόγραμμα από το οποίο περιμένουμε το μάνα των 17,5 δισεκατομμυρίων, δεν ονομάζεται απλώς ταμείο ανάκαμψης αλλά Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Γι αυτό και χρηματοδοτεί παρεμβάσεις όπως η ενίσχυση των συστημάτων υγείας ή ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους που δεν έχουν πάντα στενό οικονομικό αποτέλεσμα.

Μπορεί η ανθεκτικότητα να αποτελέσει μέρος του δημόσιου διαλόγου; Έχουμε μια γενιά πολιτικών πολλοί από τους οποίους έχουν περάσει δια πυρός και σιδήρου τα τελευταία χρόνια. Το να είσαι πολιτικός την εποχή των μνημονίων ήταν μια σκληρή επιλογή με μεγάλο προσωπικό κόστος. Σε ορισμένες περιπτώσεις δυσανάλογο των πλεονεκτημάτων που απολαμβάνει ένας πολιτικός πρώτης γραμμής. Θα περίμενε λοιπόν κανείς ότι ένας τέτοιος προβληματισμός θα ήταν η πρώτη τους προτεραιότητα. Άλλωστε είναι ορατός πια ο κίνδυνος να περάσουμε σε μια Βουλή με ασταθείς κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες οι οποίες θα προϋποθέτουν συνεργασίες. Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε απαιτούν με άλλα λόγια ευρύτερες συναινέσεις και θα έπρεπε να είναι οι πρώτοι που το καταλαβαίνουν. Αυτό μέχρι να παρακολουθήσει την ανταλλαγή «επιχειρημάτων» στη Βουλή ή στις πρωινές εκπομπές. Τότε πολλοί ασφαλώς θυμούνται την ρήση του Ταλεϋράνδου για τους Βουρβόνους: δεν έμαθαν τίποτα, δεν ξέχασαν τίποτα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ