Πολιτικη & Οικονομια

Κέντρο ή δεξιά του Κυρίου; Το δίλημμα

Εδώ και χρόνια το Κέντρο είναι αυτό που δίνει τη νίκη στις εκλογές.

kyriakos-mpermperidis.jpg
Κυριάκος Μπερμπερίδης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
 O πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης μιλάει κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Πολιτικής Επιτροπής του κόμματος
© ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΜΗΤΣΟΣ

Σχόλιο για την τρέχουσα πολιτική επικυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη, τη σημασία του πολιτικού κέντρου και την κινητικότητα στο πολιτικό σκηνικό.

Τον Ιούλιο του 2019 το βασικό αίτημα μεγάλου μέρους της κοινωνίας ήταν να επιστρέψει η χώρα στην κανονικότητα, αφήνοντας πίσω τα μολυβένια χρόνια της κρίσης και των μνημονίων που έφεραν τυχοδιώκτες, λαϊκιστές και στοιχεία του κοινωνικού περιθωρίου, στην εξουσία.

Η απαίτηση αυτή έγινε τελικά πλειοψηφικό ρεύμα στο οποίο -βοηθούντος και του κεντρώου προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη- συνέπραξαν σε μεγάλο βαθμό και οι υγιείς μεταρρυθμιστικές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ και της ευρύτερης κεντροαριστεράς.

Ήταν κατά κάποιο τρόπο ένας ιστορικός συμβιβασμός αλά γκρέκα.

Παρά το γεγονός ότι ο Σύριζα δεν υπέστη τότε στρατηγική ήττα, ο βασικός στόχος επετεύχθη. Η Νέα Δημοκρατία σχημάτισε αυτοδύναμη κυβέρνηση ευρείας αποδοχής που εγγυήθηκε την πολιτική σταθερότητα τουλάχιστον σε ορίζοντα τετραετίας.  

Έκτοτε, και παρά τη φυσιολογική φθορά μετά από 2,5 χρόνια στην εξουσία και την τεράστια και πρωτοφανή υγειονομική κρίση με ό,τι αυτή συνεπάγεται, ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραμένει βασικά πολιτικά επικυρίαρχος.

Ως προς αυτό, δεν είναι άσχετο και το γεγονός ότι ο Σύριζα δεν συνήλθε ποτέ από την ήττα του 2019, δεν αναστοχάστηκε τις αιτίες της, δεν συνειδητοποίησε ότι οι προτεραιότητες της κοινωνίας άλλαξαν, συνέχισε απεναντίας να πολιτεύεται με όρους 2010-2014. Όμως οι νωπές ακόμα μνήμες από την πενταετή διακυβέρνηση της χώρας και οι μετεκλογικές του αντιφάσεις, κατέστησαν τον Σύριζα ένα φθαρμένο πολιτικό προϊόν που βρίσκεται πια σε αποδρομή.  

Ούτε όμως και το ΚΙΝΑΛ υπό την ηγεσία της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά κατάφερε να εκπέμψει πειστικό πολιτικό λόγο, ελκυστικό σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα.

Η απουσία αξιόπιστης αντιπολίτευσης αλλά και η παράταση και επιδείνωση της πανδημίας που διέψευσε τις αρχικές προσδοκίες, οδήγησε και την κυβέρνηση σε λάθη και αστοχίες παρ’ όλο που οι επιδόσεις της στους βασικούς τομείς όπως η ψηφιοποίηση του κράτους, η εξωτερική πολιτική και άμυνα, οι επενδύσεις, οι μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, τα μεγάλα έργα υποδομών, οι μειωμένες ροές στο μεταναστευτικό αλλά και το εμβολιαστικό πρόγραμμα, ήταν εξαιρετικές και το συνολικό πρόσημο απολύτως θετικό.

Στον αντίποδα, το τέλος του πρώτου κύματος έφερε χαλάρωση και η διαχείριση του δευτέρου και του τρίτου δεν ήταν τελικά η καλύτερη δυνατή. Οι πυρκαγιές του καλοκαιριού, εκτός από τις φωτιές στα δάση, αναζωπύρωσαν επίσης τα ερωτήματα για το κατά πόσο η κυβέρνηση αυτή μπορεί να θεραπεύσει τις χρόνιες παθογένειες του κράτους, όπως υποσχέθηκε. Κανείς φυσικά δεν περίμενε να γίνουμε Ελβετία η Σιγκαπούρη μέσα σε μόλις δυο χρόνια, ούτε όμως περίμενε να γίνουν στάχτη και 1 εκατομμύριο στρέμματα όταν μάλιστα υπήρχαν και επαρκείς ενδείξεις για επικείμενες ασύμμετρες απειλές, κλιματικές η όχι.

Ο ανασχηματισμός που ακολούθησε ήταν άκαιρος, αχρείαστος και τελικά εξελίχθηκε σε φιάσκο.

Μεταξύ άλλων, έδωσε την εντύπωση ότι το καράβι στρίβει προς τα δεξιά και πάγωσε τον κόσμο της κεντροαριστεράς που εμπιστεύτηκε ανεπιφύλακτα Μητσοτάκη το 2019 για τη διακυβέρνηση της χώρας. Το κεντρώο προφίλ άρχισε σταδιακά να θαμπώνει.

Επιπλέον, η αίσθηση απουσίας άμεσης πολιτικής απειλής έφερε επίσης αλαζονεία και άρχισαν να εμφανίζονται κάποια νοσηρά φαινόμενα που η κοινωνία ήλπιζε ότι θα εκλείψουν.

Βουλευτής της πλειοψηφίας διόρισε για παράδειγμα μια ιδιοκτήτρια λουκουματζίδικου από τη Σάμο, ως υποδιοικήτρια στο νοσοκομείο Ικαρίας. Η διορισθείσα τον ευχαρίστησε δημοσίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, γιατί «την υποστήριξε δεύτερη φορά» όπως είπε. Αποκαλύφθηκε ότι την πρώτη φορά, την είχε διορίσει στη διοικούσα επιτροπή του τοπικού κέντρου υγείας.

Απολύτως συμπαθής φυσικά η τάξη των λουκουματζήδων μόνο που εμείς δεν είχαμε υποσχεθεί ακριβώς αυτό στον κόσμο όταν μιλάγαμε για αυστηρά αξιοκρατικές επιλογές στο δημόσιο τομέα και τερματισμό των πρακτικών του παρελθόντος.

Και πιο πρόσφατα, οι διθυραμβικές νεκρολογίες ενός εν ενεργεία υπουργού και ενός βουλευτή για τον εκλιπόντα Αιτωλίας και Ακαρνανίας που υπήρξε ωστόσο σκληρός αρνητής και συμβούλευε τους πιστούς να μη φορούν μάσκες στις εκκλησίες και να μην εμβολιάζονται.

Η αντίληψη του να τα έχεις καλά με την Εκκλησία δεν είναι καθόλου άγνωστη στην ελληνική πολιτική σκηνή, αυτό όμως που ξενίζει και αποπνέει κυνισμό είναι το να κλείνεις έμμεσα το μάτι και σ’ ένα κομμάτι της κοινωνίας που για πολλούς και διαφόρους λόγους παραμένει σε υστέρηση και δεν πιστεύει ούτε στην αξία των εμβολίων, ούτε καν στον κορωνοϊό.

Πολλώ δε μάλλον όταν αυτό συμβαίνει και σε μια περιοχή που πλήρωσε και πληρώνει βαρύτατο τίμημα με εκατοντάδες θανάτους ανεμβολίαστων πολιτών.

Το συμπέρασμα είναι ότι καθώς η πολιτική είναι μια κατ’ εξοχήν δυναμική διαδικασία που μπορεί ανά πάσα στιγμή να επηρεαστεί από αστάθμητους και εξωγενείς παράγοντες, η τρέχουσα πολιτική επικυριαρχία Μητσοτάκη δεν μπορεί πια να θεωρείται καθόλου δεδομένη, τουλάχιστον στο βαθμό και την έκταση που αυτό ισχύει σήμερα.

Οι εξελίξεις στο ΚΙΝΑΛ με την εκλογή της νέας ηγεσίας δημιουργούν κινητικότητα στο πολιτικό σκηνικό και υπό προϋποθέσεις μπορούν να αλλάξουν τους όρους του παιχνιδιού.

Το επίδικο είναι πάντα ο χώρος της κεντροαριστεράς που παρουσιάζει πια πολλούς επίδοξους διεκδικητές, γαμπρούς και νύφες.

Και η λεγόμενη Δεξιά του Κυρίου μπορεί να είναι μεν μια βολικότατη επιλογή για κάποιους πολιτευτές της επαρχίας, όμως εδώ και χρόνια το Κέντρο είναι αυτό που δίνει τη νίκη στις εκλογές.

Σε τελευταία ανάλυση το δίλημμα είναι επίπλαστο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ