Πολιτικη & Οικονομια

Η ασυναρτησία της «αριστερής» βίας

27011-59252.JPG
Σακελλάρης Σκουμπουρδής
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
72493-145967.jpg

Ο ξυλοδαρμός του Νίκου Μαραντζίδη πέρασε δραματικά απαρατήρητος ως πολιτικό γεγονός, ως δείγμα εκφυλισμού της δημοκρατίας. Όχι τόσο γιατί δεν γράφτηκαν αρκετά κείμενα κατά και υπέρ του διαβήματος. Αλλά, κυρίως και κατά τα συνήθη, γιατί οι ένθεν και ένθεν σχολιασμοί διέτρεξαν τροχιές ασύμβατες. Πάλι δεν συναντήθηκαν ποτέ. Εν τάξει, εμείς εδώ το χρέος μας απέναντι στο εθνικό ισλάμ το κάναμε την περασμένη εβδομάδα («Μεταστάσεις της Δικτατορίας του κατιναριάτου»). Όποιος αντιστέκεται στο σκότος αντιπαθεί και τους ξυλοδαρμούς, μάλιστα αδιακρίτως διεύθυνσης και φοράς της μπούφλας.

Εδώ ας αντιμετωπίσουμε το σκεπτικό της λαϊκισμένης ελληνικής πλειονότητας, με το οποίο συστηματικά διαφωνούμε, αλλά ποτέ τα επιχειρήματά μας δεν διασταυρώνονται. Από το εκθετήριο των πολλών καταγραφών, οι συντάκτες των οποίων δεν πολυχαλάστηκαν για το συγκεκριμένο βάρβαρο γεγονός, κρατήσαμε ενδεικτικά δύο χαρακτηριστικές. Η πρώτη («Η σαπουνόπερα με τον Μαραντζίδη» του Γιάννη Μακρυγιάννη) ήταν κενολόγα, μισαλλόδοξη, εμπρηστική, εξαιρετικό δείγμα κίτρινου αυριανολαϊκισμού. Η δεύτερη καταγραφή, ήταν στο περιοδικό unfollow: «Ο Ν. Μαραντζίδης, η Αριστερά» και η απόλαυση ενός ξυλοδαρμού» από τους Αυγουστίνο Ζενάκο και Χρήστο Νάτση. Διέθετε ευπρέπεια και στοιχειώδη σοβαρότητα και θα μας απασχολήσει εδώ, γιατί αξίζει να βρει κανείς ποιο ακριβώς είναι το σημείο όπου χάνονται μεταξύ τους το φως και το σκότος (ό, τι και αν νομίζει το καθένα ότι είναι). Άρα, πού πρέπει το φως να ψάξει να βρει το σκότος, για να το προκαλέσει σε μονομαχία, πιέζοντάς το σε υποχώρηση;

Το βασικό σκεπτικό τους είναι ότι η «Αριστερά», που την αντιλαμβάνονται ως Αριστερά, κακώς εγκαλείται από τη δεξιά και από το «ακραίο κέντρο» (ακραίο ως «νεοφιλελεύθερο»;) γιατί τάχα δεν καταδικάζει τη βία. Αφού την καταδικάζει. Όχι όμως την βία μεταξύ πολιτών (όπως η περίπτωση Μαραντζίδη), αλλά την «συστημική βία», όπου δηλαδή το «σύστημα» ασκεί βία κατά των πολιτών.

Ένα έμπειρο μάτι εδώ θα διακρίνει αμέσως την ανεπάρκεια της ματαιόδοξης μεγαλοέπειας των συντακτών. Πρώτα από όλα γιατί δεν γνωρίζουν ότι σε μια δυτική δημοκρατική χώρα (ακόμα και μπανανέ), γενικός κανόνας λειτουργίας είναι η έννοια του κράτους δικαίου. Και αυτό κάνει αυτονόητο ότι εδώ την αποκλειστική προνομία της βίας την έχει το κράτος.

Συνεπώς αν υπάρχει καταστολή από το κράτος εις βάρος κάποιων πολιτών, πραγματοποιείται στο πλαίσιο της δημοκρατικής ζωής, της οποίας όργανο είναι οι δυνάμεις καταστολής, ακόμα και αν κατά 40% ψηφίζουν ναζί. Και ποτέ δεν είναι αποδεκτή η βία από άτομα ή ομάδες, γιατί καταλύει τη δημοκρατία, αν και για τους θεωριοπλάστες συντάκτες είναι ανεκτή και αδιάφορη. Και όταν το κράτος ασκεί άδικη βία, ειδικά σε μια μπανανία όπως εμείς, υπάρχει ο βασικός δημοκρατικός τρόπος να αποδοθεί δικαιοσύνη, ώστε εφεξής η επανάληψη της αδικίας να γίνεται όλο και πιο δύσκολη.

Καλό παράδειγμα δίνουν δύο διαφορετικές περιπτώσεις. Από τη μία, οι καθαρίστριες που ζητούν επαναπρόσληψη δικαίως διαμαρτύρονται για την καταστολή που τρώνε, από τη στιγμή που πέτυχαν μια υπέρ τους δικαστική απόφαση. Και αντιδρούν στην ασέβεια του κράτους απέναντι σε αυτή την δικαστική απόφαση. Και από την άλλη, οι ίδιες καθαρίστριες, που έδιναν τον ίδιο «αγώνα» πριν από αυτή την απόφαση, όπως και σχεδόν όλοι οι «κοινωνικοί αγωνιστές», όταν πάνε μπουλουκηδόν και απαιτούν, με βίαιο τραμπουκά, εκεί και τότε, να δουν τον υπουργό, επειδή κρίνουν ότι έχουν χίλια δίκια. Και όταν τα ματ τους απωθούν, φωνάζουν μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι...

Το δεύτερο στοιχείο αδυναμίας της ανάλυσης προκύπτει από τη διατύπωση των συντακτών. Δεν αναφέρονται σε κρατική βία, αλλά σε «συστημική» βία. Δηλαδή δεν τα έχουν με το κράτος, αλλά με το «σύστημα»… Αυτό το εθνικό αστείο βέβαια το έχουμε συχνά εξηγήσει στο παρελθόν. Πρόκειται για την κορυφαία πιπεριά που πιπιλάει ο ενιαίος «αντισυστημικός» και «αντικαθεστωτικός» φοβικός εθνολαϊκιστικός ψεκασμένος «αντιμνημονιακός» Ανεξυριζαυγιτισμός.

Σύμφωνα με αυτόν, εμείς είμαστε οι καλοί επαναστάτες και γκαγκάν γκαγκάν πολεμάμε τους κακούς «καθεστωτικούς» και «συστημικούς». Μάλιστα αυτοί οι κακοί παρακολουθούν «συστημικά και καθεστωτικά ΜΜΕ» και ο κόσμος έτσι είναι σχισμένος στα δύο. Στο μαύρο και στο άσπρο. Δεν δικαιούσαι να μην ανήκεις σε ένα από τα δύο, γιατί δεν υπάρχει γκρίζο. Ή άσπρο ή μαύρο, σε κάποιο θα ανήκεις υποχρεωτικά. Ή με εμάς ή με τα λιοντάρια.

Εδώ πάλι αγγίζουμε τη δομή, τον πυρήνα του προβλήματος που έχουν όλων των ειδών οι κολλημένοι ταλιμπανικοί μανιχαϊσμοί. Όλοι τους έχουν εμάς τους καλούς και τους άλλους τα λιοντάρια και κάνουνε κιμά τη λογική. Αν θεωρείς άθλιο το να δέρνεται κάποιος στη μέση του δρόμου για τις ιδέες του, τότε δεν μπορεί, θα κράταγες φασιστικό τσεκούρι μαζί με τον Βορίδη. Ο συνειρμός είναι επιβεβλημένος. Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι είμαστε σε πόλεμο. Δια ταύτα, η ζωή μας περικλείεται στις λέξεις «Ή εμείς, ή αυτοί!». Το παλιό βλακώδες πνεύμα του κνιτισμού, δηλαδή, που έλεγε ή είσαι με τον εργάτη ή με τον αστό, δεν γίνεται να πεις ούτε με τον ένα ούτε με τον άλλο...

Τα νάματα της «αριστερότητας», που έκαναν την πολιτική μας σκέψη να αργεί επί δεκαετίες και οδηγήσαν μια γενιά στα πιο βαθιά χασμουρητά, έχουνε κάψει τους εθνικούς μας σκληρούς δίσκους. Για μας εδώ, περισσότερο και από κάθε άλλη μπανανία, εθνικό δόγμα δεν είναι το αριστοτέλειας κοπής «ρωτώντας πας στην πόλη», αλλά «του Έλληνος ο τράχηλος απολαμβάνει σφαλιάρες από τον αφέντη του, αλλιώς θα τον κάψει ο θεός». Όθεν και η θεωρητικοποιημένη «αντισυστημική» πιπερολογία του υπό εξέταση κειμένου, πέρα από την κουλτούρα να φύγουμε ασυναρτησία του.

Και εδώ φτάνουμε στην ολοκλήρωση της ασυνάρτητης ανάλυσης. Στο ότι κάνουμε πως δεν ξέρουμε ότι ΤΟ Σύστημα στον τόπο μας είναι ένα τρομακτικά εκτεταμένο διεφθαρμένο Πελατειακό Ιδιωτικό Παρακράτος, με το οποίο συνδέεται ευθέως η πλειονότητα του ελληνικού λαού και εσχάτως καθοδηγείται ΚΑΙ από την «Αριστερά». Όπου λίγοι ευμεγέθεις παρασιτικοί πελάτες και πολλοί λιμοκοντόροι ψιλικοκατζήδες απομυζούν τον πλούτο της φορολόγησης της ιδιωτικής παραγωγής και τον υπερδανεισμό.

Αυτή η υπερφορολόγηση και ο υπερδανεισμός οδηγεί στις συχνές χρεoκοπίες όλων των μπανανιών, που βρίσκουν άλλοθι στον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό, τον νεοφιλελευθερισμό, όπως και στον θλιβερό τόπο μας. Άλλωστε, ποτέ δεν μπορεί αυτή η βλακώδης ανάλυση να εξηγήσει γιατί δεν φαλιμεντάρει η Δανία, που ενώ έχει καθεστώς ελευθερίας και αλληλεγγύης, έχει όλα αυτά τα κακά του Σατανά, λιμούς, καπιταλισμούς και καταποντισμούς, ενώ εμείς πάμε από χρεoστάσιο σε χρεoκοπία. Τι ακριβώς κάνει τα έρμα και ψοφάνε;

Αυτή η ανάλυση είναι αδιανόητη στους ουγκ μαρξιστές λενινιστές λαστ γήαρ. Γι’ αυτούς (ανακλαστικά και για όλο τον Ανεξυριζαυγιτισμό) βία είναι τα νεοφιλελεύθερα μνημόνια των τοκογλύφων. Εδώ έρχεται καπάκι και ο κ. Κατρούγκαλος, η ανάλυση του οποίου δεν υπολείπεται σε ποιότητα του κειμένου που προαναφέραμε. Ο κ. καθηγητής, ακόμα απλοϊκότερα, κινείται στο κάτι σε Λένιν πνεύμα, όπως είχαμε αναλυτικά περιγράψει πέρσι («Κατρούγκαλος, όπως «Αριστερά» και άκρα» ).

Πρακτικά σου λέει, εφόσον διαφωνείς με ένα νόμο, δικαιούσαι να εκδηλώσεις ανυπακοή. Δηλαδή, ο καθένας παίρνει άδεια από τη σημαία και εφαρμόζει όλους τους νόμους που γουστάρει. Τους υπόλοιπους δεν τους εφαρμόζει, γιατί δεν γουστάρει. Και άμα τον πολυζορίσετε, περνάει από τη γραμμή Κατρούγκαλου στην γραμμή Διαμαντόπουλου. Και τότε η ανυπακοή του ολοκληρώνεται σε ένοπλο αγώνα, που φυσικά δεν έχει σχέση με την τρομοκρατία, γιατί εσείς που τα λέτε αυτά, δεν χαμπαριάζετε ότι υπάρχει και καλή βία και κακή βία. Η κακή είναι τρομοκρατία και η καλή είναι ένοπλος αγώνας. Γίδια, ε γίδια. Και όλα αυτά ισχύουν αντικειμενικά, γιατί αν ξέρατε σε ποια ιερά κείμενα τα έχω διαβάσει, θα με καταλαβαίνατε κάπως καλύτερα.

Προφανώς, «ακραίο κέντρο», θεωρεί το unfollow όλους εμάς που είμαστε τόσο ακραίοι, ώστε να μην δεχόμαστε ότι υπάρχει καλή και κακή βία. Και λέμε ότι δεν κάνουμε μαγαζί ούτε με Μπαλτάκους ούτε και με Διαμαντόπουλους, τους οποίους όλους αυτούς τους θεωρούμε μέρος του Ποικιλόχρου Ακροδεξιού Φαινομένου. Και λέμε και ότι πιο Δεξιά από τον Λαϊκισμό δεν έχει. Τόσο ακραίοι είμαστε δηλαδή.

Επί πλέον, όταν ο λαϊκισμός προσπαθεί -για να επιβληθεί καλύτερα- να σφυρίξει και λίγη βία, τότε γίνεται Ακροδεξιός. Και λέμε επίσης ότι η διαχωριστική γραμμή είναι ποιος είναι υπέρ της ανοχής στη μπούφλα και ποιος είναι ανυποχώρητα απέναντί της. Αν λες ότι δεν χάλασε ο κόσμος, που έπεσε και μια ψιλή, είσαι ακροδεξιός, τελεία και παύλα. Γιατί είσαι κατά της δημοκρατίας και αυτό είναι ούλτρα αντεπαναστατικό. Δια ταύτα λοιπόν και μας λένε «ακραίο κέντρο». Τι δεν καταλαβαίνεις;


Υ.Γ. 1 Η παντελής μαλάκυνση των αισθητηρίων και των κριτηρίων της «Αριστεράς», που οδήγησε στην χωρίς αιδώ σύσταση του Αντιμνημονιακού Ανεξυριζαυγιτισμού, δεν παίζεται… Και όμως, θα ήταν αυτονόητο ακόμα και τώρα, να εξαιρεθούν κάθε συμμαχίας οι ναζί. Να μην επαναληφθεί το περσινό άγος, όπου μέσα στις χρυσαυγίτικες κάλπες για τη λίστα Λαγκάρντ, έπεσαν δεκάδες συριζαίες ψήφοι κατά του Βενιζέλου… Να φτιαχτεί μια σταθερή και ανυποχώρητη υγειονομική ζώνη, όπου δεν χωράνε οι ναζί. Το δε φοβερότερο είναι ότι όταν κάνεις κριτική στους «αριστερούς» για τέτοια ζητήματα, το πρώτο που σου απαντούν είναι ότι είσαι λακές του Βορίδη…

Υ.Γ. 2 Για όσους εδώ το ‘χουν να μας πουν «τέτοια έλεγε και ο Πάγκαλος» περί του πώς τα φάγαμε, παραπέμπουμε στο κείμενο «Ο κλέψας του κλέψαντος και το Αυτομαστίγωμα»

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ