Πολιτικη & Οικονομια

Ας γίνουμε γιορτή ο ένας για τον άλλο

Θα πέσουμε με τα μούτρα στις γιορτές, το σεξ, την επαφή με τους άλλους, ή μας έμεινε κουσούρι από τον ενάμιση χρόνο εγκλεισμού;

myrsini-gkana.jpg
Μυρσίνη Γκανά
ΤΕΥΧΟΣ 789
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Πανδημία

Σχόλιο για την μετά την πανδημία συνθήκη και τη «γιορτή» της ζωής

Στη φρέσκια μεταπανδημική συνθήκη (ίσως είναι καλύτερα να την ονομάσουμε μετα- λοκντάουν συνθήκη, μια που καθόλου σίγουροι δεν είμαστε ότι ξεμπερδέψαμε), ένα από τα ερωτήματα που επανέρχονται διαρκώς είναι αν θα πέσουμε με τα μούτρα στις γιορτές, το σεξ, την επαφή με τους άλλους, ή αν μας έμεινε κάποιο κουσούρι από τον ενάμιση χρόνο εγκλεισμού και θα χρειαστούμε ένα διάστημα προσαρμογής μέχρι να επιστρέψουμε σε μια κατάσταση που θα θυμίζει την προηγούμενη ζωή μας.

Κρίνοντας από τις συζητήσεις κατά τη διάρκεια των λοκντάουν, όπου όλοι ονειρεύονταν πάρτι και γιορτές και υπόσχονταν ότι θα είναι το πρώτο πράγμα που θα έκαναν μόλις θα αποκτούσαμε και πάλι την ελευθερία μας, ένας έξωθεν παρατηρητής θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι πριν την έλευση της πανδημίας περνούσαμε τον χρόνο μας σε γιορτές όπου διασκεδάζαμε πραγματικά. Θα σκεφτόταν, ίσως, ότι είχαμε διατηρήσει την ικανότητα να γιορτάζουμε έτσι που να ξεχνάμε ότι είμαστε μόνοι, θλιμμένοι/θλιβεροί και θα πεθάνουμε, και ότι καταφέρναμε, για λίγο έστω, να αποβάλλουμε το βάρος της ύπαρξής μας.

Ο δυτικός άνθρωπος, όμως, όπως σημειώνει ο Μισέλ Ουελμπέκ στις «Παρεμβάσεις 2020», έχει χάσει εντελώς την αίσθηση της γιορτής, έχει τόσο έντονη συναίσθηση του εαυτού του, είναι τόσο αποκομμένος από τους άλλους, που δεν καταφέρνει ποτέ να φτάσει πραγματικά σε ένα σημείο έκστασης και απέκδυσης του εαυτού, να αγγίξει τη ζωώδη φύση του δηλαδή, που απλώς αντιδρά ενστικτωδώς στα ερεθίσματα των αισθήσεων.

Η Δύση διατηρεί μια θολή ανάμνηση της πρωτόγονης ζωής της, και ακόμα και γι’ αυτή την τόσο βασική ανθρώπινη ανάγκη, δημιουργεί διαρκώς μια επιθυμία που ποτέ δεν μπορεί να ικανοποιηθεί. Πώς ήταν πραγματικά οι γιορτές πριν την πανδημία; Αμήχανα λικνίσματα που δεν επιτρέπεται να εξελιχθούν σε κάτι παραπάνω, ενώ κρατούσαμε σφιχτά στο χέρι το ποτήρι με το αλκοόλ, ελπίζοντας ότι θα μας οδηγήσει, κάποια στιγμή, στην πολυπόθητη χαλάρωση. Σφιγμένα χείλη και σώματα που έκριναν και κρίνονταν διαρκώς, δεμένα από τον φόβο ότι θα εκτεθούν. Ακόμα και η χρήση ουσιών απαιτεί μια αληθινή διάθεση να αφεθεί κανείς για να πετύχει τον σκοπό της, διαφορετικά απλώς ενισχύει το κλείδωμα.

Σε εποχές περισσότερο παγανιστικές, η γιορτή λειτουργούσε ως δικλείδα ασφαλείας που επέτρεπε να ξεφεύγει κανείς, σε τακτά διαστήματα και ελεγχόμενο περιβάλλον, από την (απαραίτητη για τη λειτουργία μιας κοινωνίας) αυτοσυγκράτηση και την εκλογίκευση της καθημερινής ζωής. Ήταν ένα ξέσπασμα απελευθερωτικό, μια επικοινωνία με την παράλογη και ανεξέλεγκτη πλευρά μας, μια διαδικασία στην οποία έμπαινε κανείς αποφασισμένος.

Σε αυτή την ανάμνηση σίγουρα πατάει ο Ρολάν Μπαρτ όταν, στα «Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου» αναφέρεται στη γιορτή, στο πώς «το ερωτευμένο υποκείμενο ζει κάθε συνάντηση με το αγαπημένο πλάσμα σαν μια γιορτή» για να κλείσει το συγκεκριμένο κείμενο με το ερώτημα «(Για σας, λοιπόν, δε σημαίνει τίποτε το να είστε η γιορτή για κάποιον;)».

Σημαίνει, και μάλιστα σημαίνει πολλά, τόσο πολλά, ίσως, που δεν θα τα καταφέρουμε ποτέ, ακριβώς επειδή δεν νιώθουμε τη γιορτή πουθενά. Όσο παραμένουμε ένα λούνα παρκ με την πόρτα κλειστή και τα φώτα σβηστά, ας μην τρέφουμε αυταπάτες ότι κάποιος θα μαντέψει τα απίθανα παιχνίδια που κρύβουμε και θα έρθει να μας φωταγωγήσει και να φωτιστεί μαζί μας. Όσο δεν ανοίγουμε τις πόρτες διάπλατα στη ζωή από φόβο ότι θα εκτεθούμε, δεν θα τις ανοίξουμε για κανέναν, δεν θα γιορτάσουμε, δεν θα γίνουμε γιορτή. Θα περιφερόμαστε όπως πάντα από πάρτι σε πάρτι αναζητώντας το πιο εντυπωσιακό, το πιο διασκεδαστικό, και θα επιστρέφουμε πάντα στο σπίτι μόνοι και βαρύθυμοι για να ξυπνήσουμε την επόμενη μέρα με φρικτό πονοκέφαλο.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ