Πολιτικη & Οικονομια

Μετά τη γιορτή: Μια φευγαλέα αίσθηση ενότητας

Ίσως έχει έρθει πια ο καιρός να αγαπήσουμε το μείγμα που μας χαρακτηρίζει

35183-103893.jpg
Γιώργος Παναγιωτάκης
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
ethniki-pinakothiki-1821-epanastasi.jpg
Συμεών Σαββίδης, «Γύρω γύρω όλοι», 1908, Λάδι σε ξύλο, Εθνική Πινακοθήκη

Η γιορτή για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 και το μείγμα σοφίας και ανοησίας, πάθους και ωχαδερφισμού, αλτρουισμού και έπαρσης.

Πάει και αυτό. Οι επίσημοι προσκεκλημένοι έφυγαν, τα άλογα της παρέλασης επέστρεψαν στους στάβλους τους, η πρόεδρος της επιτροπής για τα 200 χρόνια από το 1821 έβγαλε -λογικά- τον ντουλαμά της και οι φωτογραφίες με τα τσολιαδάκια που είχαν γεμίσει το Facebook άρχισαν να κατεβαίνουν.

Ήταν ένας σχετικά ικανοποιητικός εορτασμός. Κυρίως γιατί, χάρη μάλλον και στην πανδημία, το ταρατατζούμ δεν ήταν όσο θηριώδες προμηνυόταν. Κρατήθηκε σ’ ένα μέτριο προς χαμηλό επίπεδο το οποίο άφησε λίγο χώρο στην αγνή (ή αφελή, ο καθένας διαλέγει ό,τι θέλει) εθνική συγκίνηση. Εντάξει, αστοχίες υπήρξαν. Κάποιοι ειδικοί στη μουσική, για παράδειγμα, υποστηρίζουν πως η φωνή της «διεθνούς φήμης σοπράνο» (που μάλλον δεν ήταν σοπράνο) φαλτσάριζε επίμονα. Ίσως όμως να έφταιγε ο παγωμένος αέρας εκεί πάνω στην Ακρόπολη. Άλλοι, ειδικοί στην τέχνη αυτοί, θεωρούν ότι η επιλογή της μισοτελειωμένης Πινακοθήκης για την ξενάγηση των επισκεπτών μας (οι οποίοι, μην ξεχνάμε, έχουν στα πόδια τους την Τέιτ, το Λούβρο και το Ερμιτάζ) δεν ήταν η ενδεδειγμένη. Από την άλλη, όμως, η Ακρόπολη είναι Ακρόπολη και ένα διεθνές φάλτσο δεν μπορεί να τη μειώσει, ενώ ο Γύζης, ο Βρυζάκης και οι υπόλοιποι κλασικοί, θα μας βγάζουν πάντα ασπροπρόσωπους.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ήταν μια γιορτή αποκομμένη από τους βασικούς εορτάζοντες -τους απλούς ανθρώπους. Μια γιορτή περιχαρακωμένη σε έρημους δρόμους και μεγάλες άδειες αίθουσες, όπου οι υψηλοί καλεσμένοι περιφέρονταν ή έτρωγαν σε απόσταση ο ένας από τον άλλον φίνα φαγητά, ακούγοντας τους ήχους του βιολιού ενός διάσημου καλλιτέχνη, ενώ γύρω  τους  ακροβολίζονταν ελεύθεροι σκοπευτές και πάνω από το κεφάλια τους πετούσαν drones και ελικόπτερα. Όμως φταίει σε μεγάλο βαθμό και η πανδημία. Αν δεν ήταν αυτή, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους επίσημους και σε εμάς τους υπόλοιπους θα υπήρχε μεν (πάντα υπάρχει) μα θα ήταν λιγότερο ισοπεδωτική.           

Το καλό ήταν ότι για πρώτη φορά οι τσακωμοί που επαναλαμβάνονται σαν παράλληλα μάντρα κάθε χρόνο τέτοια μέρα (περί ύπαρξης ή μη του κρυφού σχολειού, περί της ακριβούς ημερομηνίας ενάρξεως του Αγώνος, περί των αλβανικών ριζών πολλών πρωταγωνιστών της επανάστασης, κλπ) φέτος ατόνησαν. Ίσως γιατί λόγω και της στρογγυλής επετείου πλανιόταν κάτι μεγαλύτερο στον αέρα, κάτι περισσότερο υπαρξιακό. Η φευγαλέα αίσθηση, ίσως, ότι αυτή η συλλογική ταυτότητα που χτίστηκε πετραδάκι πετραδάκι μέσα στα διακόσια χρόνια, δεν περιέχει μόνο στιγμές δόξας και την ανάμνηση των μεγάλων θυσιών που έκαναν οι προγονοί μας για να ζούμε όπως ζούμε εμείς τώρα. Περιέχει και τις διαφορές μας και τους τσακωμούς μας και τις αιώνιες αδυναμίες μας. Τις αντιφάσεις και τις εμμονές μας. Ακόμη και τα καραγκιοζιλίκια μας. Γνωρίζουμε πια πως με αυτά θα πορευόμαστε στους δύσκολους καιρούς που έρχονται. Είναι ένα αξεδιάλυτο μείγμα μεγαλείου και χαμέρπειας, σοφίας και ανοησίας, πάθους και ωχαδερφισμού, αλτρουισμού και έπαρσης, εξωστρέφειας και μίρλας που είναι αποκλειστικά δικό μας. Και που ίσως έχει έρθει πια ο καιρός να το αγαπήσουμε.              

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ