Πολιτικη & Οικονομια

Καταπέλτης το Γραφείο Προϋπολογισμού: Απογοητευτική η εικόνα της οικονομίας της Ελλάδας

Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για νέα περίοδο ύφεσης και εκτιμά ότι δεν θα πιάσουμε τους στόχους  

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή προειδοποιεί ότι η ελληνική οικονομία παραμένει σε μία ασταθή κατάσταση που απειλεί να μετατραπεί σε νέα ύφεση. Χαρακτηρίζει, μάλιστα, «απίθανη την ανάπτυξη 2,7% που πρόβλεπε ο Προϋπολογισμός για το 2017» και αποκαλεί τη γενική εικόνα της οικονομίας απογοητευτική.

«Οι πιέσεις στην ιδιωτική κατανάλωση, η κατάσταση στις επενδύσεις, οι εξαγωγές που αδυνατούν να παίξουν τον ρόλο ατμομηχανής, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και των οφειλών των ιδιωτών προς το Δημόσιο έρχονται σε αντίθεση με τις προσδοκίες που επενδύθηκαν στο τρέχον μνημόνιο και επομένως μπορεί να οδηγήσουν σε ολική ανατροπή των δεδομένων του με απρόβλεπτες συνέπειες», αναφέρει η έκθεση του Γραφείου του Προϋπολογισμού.

Αποδίδει την οικονομική αστάθεια σε εσφαλμένους χειρισμούς, σε καθυστερήσεις στην κοινωνική πολιτική, στην ανάπτυξη - ιδιωτικοποιήσεις και στη φορολογία που, όπως σχολιάζεται στην τριμηνιαία έκθεση, προκάλεσαν αβεβαιότητες.

Οι συντάκτες της έκθεσης εκτιμούν ότι οι μεταρρυθμίσεις σε πολλούς τομείς θα μπορούσαν να είχαν προχωρήσει ανεξάρτητα από τη διαπραγμάτευση. Αναφέρεται στο θέμα των «κόκκινων δανείων», το οποίο θα μπορούσε να είχε λυθεί ασχέτως θεσμών και διαπραγμάτευσης και θα εξομάλυνε την κατάσταση στο τραπεζικό σύστημα, ή να διευρύνει τη φορολογική βάση μειώνοντας το αφορολόγητο όριο, ή να επιταχύνει μερικές συμβολικά σημαντικές ιδιωτικοποιήσεις. 

«Θετικό πρώτο βήμα» η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η μελλοντική έξοδος της χώρας στις αγορές χαρακτηρίζει την επίτευξη προκαταρκτικής συμφωνίας με τους θεσμούς.

Αναλυτικά η έκθεση αναφέρει ότι τo πρώτο τρίμηνο του 2017 η οικονομία της χώρας δεν επέστρεψε σε στέρεη ανάκαμψη, παρά τις προσδοκίες που είχαν διατυπωθεί επίσημα.  Η κατάσταση παραμένει ασταθής και «απειλεί να μετατραπεί σε νέα ύφεση». Ως προειδοποίηση γι' αυτό το ενδεχόμενο το Γραφείο αναφέρει τη «στασιμότητα που καταγράφθηκε το 2016 (0,0% σε πραγματικούς όρους) και ιδιαίτερα η πτώση του ΑΕΠ κατά 1,1% (ΕΛΣΤΑΤ) το τέταρτο τρίμηνο του 2016 (ετήσια βάση, έτος αναφοράς 2010 με εποχική και ημερολογιακή διόρθωση), κυρίως λόγω της μεγάλης πτώσης του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου (-13,8%)» καθώς και την αρνητική τάση που δημιουργήθηκε το τελευταίο τρίμηνο της προηγούμενης χρονιάς μεταφέρθηκε στο πρώτο τρίμηνο του 2017 (carry-over effect)».

Το Γραφείο Προϋπολογισμού ανησυχεί ότι αν η επιβράδυνση επιβεβαιωθεί, θα αμφισβητηθούν και οι προβλέψεις του προϋπολογισμού για φορολογικά έσοδα και πρωτογενή πλεονάσματα. Εκτιμά ότι όσο δεν αλλάζει το παραγωγικό πρότυπο, η ελληνική οικονομία κινδυνεύει να παγιδευτεί σε μια στασιμότητα διαρκείας.

 «Πιο συγκεκριμένα, την τελευταία τριετία διαπιστώνουμε οριακή θετική μεταβολή του ΑΕΠ τον πρώτο ενάμιση χρόνο και οριακή αρνητική μεταβολή τον δεύτερο γύρω από το μηδέν και με μεγαλύτερη μεταβλητότητα. Ενδεικτικό για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές είναι ότι το ΔΝΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τι προβλέψεις του για ανάπτυξη. Ας σημειωθεί ότι σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου και αν δεν εφαρμοσθούν έγκαιρα μέτρα για την ενίσχυση της ανάπτυξης, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί κατά το ΔΝΤ, το 2022, σε 1%» σημειώνει.

Η έκθεση σημειώνει ότι ανοιχτά παραμένουν τα διαρθρωτικά προβλήματα και από πλευράς δαπανών. «Στην πλευρά των δαπανών είναι κυρίως αφενός μεν η διαπλοκή και η διαφθορά που ακόμα προκαλούν υψηλό κόστος σε υποδομές και προμήθειες και αφετέρου η προβληματική κατανομή των κοινωνικών δαπανών», επισημαίνεται.

Η έκθεση καταλήγει ότι δεν έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες συγκράτησης ή και μείωσης των κρατικών δαπανών κάτι που μένει να δείξει η επανεξέτασή τους που έχει ήδη δρομολογήσει το υπουργείο Οικονομικών με ευθύνη του κ. Χουλιαράκη.