Πολιτικη & Οικονομια

Ζητείται ένα ισχυρό φιλελεύθερο κόμμα

27207-103923.jpg
Λεωνίδας Καστανάς
ΤΕΥΧΟΣ 549
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
301245-228935.jpg

Δεν περιμέναμε το τεχνικό πρόβλημα που ματαίωσε τις εσωκομματικές εκλογές για να διαπιστώσουμε τη βαθιά κρίση που μαστίζει εδώ και χρόνια το κόμμα της ΝΔ. Ούτε την ποιότητα της τετράδας των υποψηφίων αρχηγών, ούτε την ένταση και το ύφος της εσωκομματικής διαπάλης. Οι τρεις απανωτές εκλογικές ήττες από το ΣΥΡΙΖΑ, με κατεβασμένα χέρια, απλά επιβεβαιώνουν τη βαθιά κρίση ιδεολογικής και πολιτικής ταυτότητας.

Aπό την πρώιμη μεταπολίτευση η ΝΔ μετεξελίχτηκε σε ένα κόμμα υπεράσπισης του κρατισμού και της κλειστότητας της ελληνικής κοινωνίας. Ενώ τα συγγενικά της ευρωπαϊκά χριστιανοδημοκρατικά κόμματα αναζητούσαν πολιτική διέξοδο στην ανοιχτή οικονομία και το φιλελευθερισμό ως αντίδοτο στη σοσιαλδημοκρατία, εκείνη υπερασπίζονταν τα δικαιώματα των εργολάβων του δημοσίου, το μεγάλο κράτος, τους αδιαφανείς διορισμούς, την πολιτική των επιδομάτων, τη συνδιαλλαγή με τη συνδικαλιστική νομενκλατούρα, τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος και, ως εκ τούτου, τη διαφθορά και τα μεγάλα ελλείμματα. Έχοντας ως βασικό ανταγωνιστή το ΠΑΣΟΚ επέλεξε να το αντιμετωπίσει στο δικό του γήπεδο μετρώντας μεγάλες ήττες. Σήμερα ακούγεται και είναι βάσιμο ότι ο ισχυρός παράγοντας στη ΝΔ είναι ακόμα ο Κ. Καραμανλής. Αυτός που εκλέχτηκε με κεντρικό σύνθημα την «επανίδρυση του κράτους» και κατάφερε να ανεβάσει την αναλογία χρέους προς ΑΕΠ από το 97% στο 130%, εκτοξεύοντας τις δημόσιες δαπάνες. Να διορίσει σε 5 χρόνια γύρω στους 120.000 στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ανεβάζοντας τον αριθμό των κρατικών υπαλλήλων στα 1,2 εκατ. ψυχές.

Με τέτοια πολιτική παρακαταθήκη, ο Α. Σαμαράς ως αρχηγός τοποθετεί τη ΝΔ στο αντιμνημονιακό τόξο με τα αλήστου μνήμης «ΖΑΠΠΕΙΑ 1, 2, 3» για να υπογράψει μετά ως πρωθυπουργός το δεύτερο μνημόνιο. Δεν αμελεί όμως να διαφυλάξει κατά το δυνατόν τα προνόμια των οικονομικών ελίτ και των οργανωμένων συντεχνιών. Να καθυστερήσει τις βαθιές μεταρρυθμίσεις, να παίζει κρυφτούλι με την τρόικα, να αποφύγει το κλείσιμο της συμφωνίας με τους δανειστές και, τέλος, να παραδώσει τη χώρα στον ΣΥΡΙΖΑ με τα γνωστά αποτελέσματα. Μάλιστα, στα μέσα της θητείας του, επιχειρεί την ανανέωση δίνοντας υπουργικούς θώκους σε ότι πιο λαϊκίστικο και παρωχημένο διέθετε ο κομματικός του πάγκος, ανακόπτοντας το έστω και ασθενές μεταρρυθμιστικό ρεύμα που είχε αναγκαστικά υποστηρίξει. Εκείνη την περίοδο η ΝΔ αναδεικνύεται σε δεξιό αντίγραφο του ΣΥΡΙΖΑ και προσπαθεί να διασωθεί παίζοντας όμως και πάλι στο γήπεδο του αντιπάλου της. Είναι η εποχή που ο αρχηγός της σχίζει καθημερινά μνημόνια, κατά δήλωσή του. Οι μετέπειτα απανωτές ήττες ήταν αναπόφευκτες. Όταν ένα παραδοσιακό φιλοευρωπαϊκό κόμμα υιοθετεί την αντιμνημονιακή ρητορική του αντιδυτικισμού, τότε προκαλεί σύγχυση στους ψηφοφόρους, εκχωρεί την ιδεολογική ηγεμονία στον αντίπαλο, αποσυσπειρώνεται και ηττάται. Ενίοτε και πεθαίνει.

Η ζημιά που έκανε η ΝΔ στην πολιτική λειτουργία της χώρας δεν έχει εκτιμηθεί όσο θα ’πρεπε στο δημόσιο διάλογο. Η ανάγκη των φιλοευρωπαίων πολιτών να βρουν μια ισχυρή πολιτική έκφραση ως αντίδοτο στη «συριζαϊκή διαπραγμάτευση» και το επικείμενο Grexit, έσπρωξε κάτω από το χαλί την πολιτική ταυτότητα του κόμματος που εκπροσωπούσε την ευρωπαϊκή Ελλάδα. Παρόλη τη συγκρουσιακή ρητορική ήταν εμφανές ότι η ΝΔ δεν είχε σχέδιο για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση, γι’ αυτό και της ήταν αδύνατο να αντιμετωπίσει τις ανεδαφικές υποσχέσεις των αντιπάλων της. Κατέφυγε στα έωλα κόλπα περί του μπαμπούλα της Αριστεράς που είχαν πεθάνει από καιρό.

Αρνήθηκε σκανδαλωδώς να αλλάξει τον εκλογικό νόμο καταργώντας το απαράδεκτο μπόνους των 50 εδρών, αποδεικνύοντας ότι μαζί με τη στρατηγική είχε δραπετεύσει και η στοιχειώδης τακτική από το κόμμα. Το ευφυές σχέδιο του Τσίπρα να επιλέξει ως κυβερνητικό εταίρο ένα ακροδεξιό μόρφωμα, ορκισμένο εχθρό της ΝΔ, και να αναδείξει τον εθνολαϊκισμό ως βασική ιδεολογική του αιχμή, ακύρωσε τη διεισδυτικότητα της ΝΔ στις θιγόμενες από την κρίση κοινωνικές ομάδες και διέρρηξε τις παραδοσιακές σχέσεις του κόμματος με τα συντηρητικά λαϊκά και αγροτικά στρώματα. Ο νέος εθνικισμός απαιτούσε σύγκρουση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και εκείνη δεν ήταν πλέον ο κατάλληλος πωλητής του.

Η πολιτική σκηνή σε αυτή την τόσο κρίσιμη περίοδο βρέθηκε χωρίς ίχνος σοβαρού, φιλελεύθερου μεταρρυθμιστικού πολιτικού λόγου. Η ανάγκη ανοίγματος της ελληνικής κοινωνίας στην καινοτομία και τον ανταγωνισμό υπηρετήθηκε αναγκαστικά από σκόρπιες και ισχνές ομάδες διανοουμένων που δεν είχαν εκ των πραγμάτων πανελλαδική ακτινοβολία. Δοθέντων ότι το ΠΑΣΟΚ δεν κατάλαβε και πολλά από τη συντριβή του, το εγχείρημα των «58» ναυάγησε και το ΠΟΤΑΜΙ δεν αντιλήφθηκε το πραγματικό πολιτικό κενό, ο πολιτικός διάλογος στερήθηκε του μεταρρυθμιστικού αιτήματος. Και η ΝΔ πλήρωσε και πληρώνει ακριβώς αυτό. Από τη μία, η πλήρης αδυναμία της να διαμορφώσει νέα φιλελεύθερη ιδεολογία και να διατυπώσει προτάγματα για μια σύγχρονη ευρωπαϊκή Ελλάδα έφερε το παιχνίδι στα μέτρα του αντιπάλου της. Δηλαδή, στις υποσχέσεις ολικής επαναφοράς στην επίπλαστη ευημερία και στο ποιος μπορεί να την πραγματώσει. Από την άλλη, η αδιαφορία της για την ποιότητα της Δημοκρατίας επέτρεψε να αναπτυχθούν στις παρυφές της ακροδεξιά ριζοσπαστικά έως φιλοναζιστικά μορφώματα. Ένα φιλελεύθερο κόμμα πρέπει να υπερασπίζεται πρωτίστως το φιλελεύθερο αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα της Δημοκρατίας.

Σήμερα, αυτή η ΝΔ, με αυτό το πολιτικό προσωπικό, δεν έχει αντιπολιτευτικό λόγο, βρίσκεται παγιδευμένη στην εικόνα της. Το μόνο που μπορεί να αιτηθεί είναι η κατάργηση των μνημονίων που και αυτή βέβαια ψήφισε. Πρέπει να κλείσει και πάλι το μάτι στους πολίτες υποσχόμενη «διορθώσεις» προς όφελος πολυπληθών ομάδων συμφερόντων. Δύσκολα θα γίνει πιστευτή σε καθεστώς σκληρού μνημόνιου. Από την άλλη, δύσκολα μπορεί και να πείσει προβάλλοντας ένα μεταρρυθμιστικό προφίλ, όταν ελάχιστα στελέχη της το πιστεύουν και ακόμα λιγότερα ξέρουν πώς να το σχεδιάσουν και να το επικοινωνήσουν. Ο εθισμός στον κρατισμό και τον παλαιοκομματισμό κάνει το κόμμα ανίσχυρο ακόμα και έναντι ενός ανεπαρκούς αντιπάλου. Διότι οι πραγματικές αρχές του κόμματος, αυτές που διαπαιδαγωγούν τα μέλη και τα στελέχη του και όχι αυτές που διατυπώνονται στα προγράμματα, είναι αδύνατον πια να αποτελέσουν οδηγό της χώρας. Ο τελευταίος που τις υπερασπίζεται είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και αυτός διαπιστώνει ότι δεν θα τον πάνε μακρυά.

Αυτά όμως είναι τα πολιτικά επιφαινόμενα. Σημαντικά, αλλά όχι η μήτρα της καχεξίας του φιλελευθερισμού στην Ελλάδα. Η απουσία μιας σύγχρονης προοδευτικής και υγιούς οικονομικής ελίτ είναι η αιτία. Όταν οι μεγάλοι οικονομικοί παράγοντες τρέφονται από τις σχέσεις τους με το κράτος και τα κόμματα, ωφελούνται από φωτογραφικές διατάξεις, επιβιώνουν ως προμηθευτές του δημοσίου και ελέγχουν το εκλογικό σώμα με ιδιόκτητα μέσα μαζικής ενημέρωσης είναι αδύνατον να ριζώσει φιλελεύθερη ιδεολογία και να αναπτυχθούν αντίστοιχα πολιτικά σχήματα. Χωρίς μια εύρωστη παραγωγική αστική τάξη ποιος θα απαιτήσει την ανάπτυξη των υποδομών για να υποστηρίξει τις επενδύσεις του; Ποιος θα απαιτήσει ή και θα κατασκευάσει ισχυρό εκπαιδευτικό σύστημα ώστε να διαμορφώσει αγορά εξειδικευμένου προσωπικού; Ποιος θα απαιτήσει σταθερό και δίκαιο φορολογικό σύστημα και πάταξη της διαφθοράς ώστε να επιτρέψει την ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού; Ποιος θα συμβάλει στη δημιουργία ενός αντίστοιχου πολιτικού κόμματος, όχι για να προωθήσει τα συμφέροντά του κάτω από το τραπέζι, αλλά για να εγκαταστήσει τους όρους διεξαγωγής ενός κατά το δυνατόν καθαρού παιχνιδιού και τα αναγκαία θεσμικά αντίβαρα στην αδιαφάνεια και τη συνδιαλλαγή;

Δεν ισχυρίζομαι ότι τα φιλελεύθερα πολιτικά μοντέλα και οι ανοιχτές ανταγωνιστικές κοινωνίες είναι ιδανικές. Απλά δεν έχουμε ανακαλύψει άλλα καλύτερα, μέχρι στιγμής. Ο δρόμος της δουλείας που επιβάλει ο ολοκληρωτισμός έχει κλείσει από καιρό, αν εξαιρέσουμε τη Βόρεια Κορέα. Ο δρόμος της ελευθερίας και της χειραφέτησης απαιτεί και ανάλογα πολιτικά σχήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ του παρωχημένου «ντεμέκ σοσιαλισμού» και η ΝΔ του μεταπρατικού καπιταλισμού οδηγούν την ελληνική κοινωνία ολοένα και βαθύτερα προς την παρακμή και την απομακρύνουν αργά αλλά σταθερά από την ευρωπαϊκή οικογένεια.

Τι απομένει; Η ίδρυση ενός φιλελεύθερου κόμματος είναι η μόνη επιταγή. Αναγκαστικά πρέπει να γίνει ανάποδα. Δυνάμεις από τη φιλελεύθερη συνιστώσα της Νέας Δημοκρατίας, και το μεσαίο χώρο, ίσως και τη left liberal Αριστερά είναι καιρός να δουν σοβαρά το πολιτικό τους μέλλον, το μέλλον της χώρας και να συμπράξουν. Συμφωνούν χοντρικά στο κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο, στη φύση του κράτους που μπορεί να το υπηρετήσει, στο εκπαιδευτικό σύστημα που πρέπει να το τροφοδοτεί. Σημαντικό τμήμα της Αγοράς και των διανοουμένων θα το υποστηρίξει.

Εκεί έξω υπάρχει τουλάχιστον ένα 30% που αισθάνεται πολιτικά ανέστιο. Τα πρόσφατα γεγονότα της σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών απέδειξαν ότι επί της ουσίας δεν υπάρχει αντιπολίτευση. Η Ελλάδα αφού κατανάλωσε άφθονο τριτοκοσμικό αριστερισμό θα θελήσει στο άμεσο μέλλον να αποτοξινωθεί με κάτι πιο ορθολογικό, κάτι φιλελεύθερο. Εδώ που φτάσαμε δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Απομένει η ανάληψη πρωτοβουλίας. Καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν προχώρησε χωρίς ένα σοβαρό φιλελεύθερο πυλώνα. Επιτέλους, κάποιοι πρέπει να κάνουν την απόπειρα και στη χειμαζόμενη Ελλάδα.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ