Ελλαδα

Ψηφιακός μετασχηματισμός της δικαιοσύνης: Παρεμβάσεις 6 νέων δικηγόρων του ΔΙΚΤΥΟΥ

«Ποια είναι κατά την άποψή σας η πρώτη προτεραιότητα όσον αφορά την ψηφιοποίηση στην Δικαιοσύνη;»

32014-72458.jpg
A.V. Guest
14’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ψηφιακός μετασχηματισμός της δικαιοσύνης: Παρεμβάσεις νέων δικηγόρων

Η ελληνική δικαιοσύνη στην ψηφιακή εποχή: Οι παρεμβάσεις έξι νέων δικηγόρων του ΔΙΚΤΥΟΥ για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη

Με αφορμή την εσπερίδα με τίτλο «Δικαιοσύνη και Ψηφιακός μετασχηματισμός - Πού βρίσκεται η Ελλάδα» που οργάνωσε το ΔΙΚΤΥΟ για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, η οποία παγματοποιήθηκε την Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2024 με σκοπό να γίνει σαφής η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα, να κατατεθούν προτάσεις για την επιτάχυνση του Ψηφιακού Μετασχηματισμού της Δικαιοσύνης και να επικοινωνηθούν οι νεότερες αναλύσεις και έρευνες στο ευρύ κοινό, έξι νέοι δικηγόροι απαντούν στην ερώτηση «Ποια είναι κατά την άποψή σας η πρώτη προτεραιότητα όσον αφορά την ψηφιοποίηση στην Δικαιοσύνη;».

Η ελληνική δικαιοσύνη στην ψηφιακή εποχή: Οι παρεμβάσεις των 6 νέων δικηγόρων του ΔΙΚΤΥΟΥ

Ψηφιοποίηση, Αυτοματοποίηση και Τεχνητή Νοημοσύνη στη Δικαιοσύνη: Νέοι Ορίζοντες Αλλαγής

Δρ. Μαρία-Ωραιοζήλη Κουτσουπιά

Δρ. Μαρία-Ωραιοζήλη Κουτσουπιά, Δικηγόρος Βρυξελλών και Αθηνών, LL.M., Διδάκτωρ Νομικής ΕΚΠΑ, Πρόεδρος Εθνικού Ινστιτούτου Δικαίου Τεχνητής Νοημοσύνης, Προσωπικών Δεδομένων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης “Rythmisis”

Σε πολλές περιπτώσεις, όπως η ηλεκτρονική κατάθεση εγγράφων, η ψηφιακή υπογραφή δικογράφων και η ηλεκτρονική έκδοση πιστοποιητικών δικαστηρίων, η ψηφιοποίηση στον τομέα της Δικαιοσύνης εφαρμόζεται ήδη από το 2019, στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης που τότε ξεκίνησε, διευκολύνοντας δικηγόρους, δικαστές και δικαστικούς υπαλλήλους. Συνεπώς, προτεραιότητα τώρα πρέπει να δοθεί στην τελειοποίηση των υπάρχοντων ηλεκτρονικών συστημάτων, στην εκπαίδευση των χρηστών στην αξιοποίηση τους και στην σταδιακή ενσωμάτωση συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, προσαρμοσμένων στις ανάγκες της Δικαιοσύνης, όπως αυτές προκύπτουν από τους επαγγελματικούς συλλόγους και τις ενώσεις.

Ένα απλό παράδειγμα θα μπορούσε να είναι η πλήρης ψηφιοποίηση του δικαστικού φακέλου, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών εγγράφων που κατατίθενται στις περισσότερες διαδικασίες. Η εφαρμογή δε της τεχνητής νοημοσύνης κατά την διαδικασία αυτή θα είναι ένα πρώτο, τολμηρό βήμα προς τη σύνδεση των δικαστικών διαδικασιών με τις νέες τεχνολογίες. Μια τέτοια παρέμβαση δεν οδηγεί μόνο στη μετάβαση σε ηλεκτρονική μορφή εγγράφων, αλλά και σε αυτόματη ταξινόμηση, ανάλυση και διαχείριση των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτά. Περνάμε έτσι από την εποχή της ψηφιοποίησης, στον επόμενο σταδιακό στόχο, την αυτοματοποίηση.

Στην Ελλάδα, θα ήταν ιδιαίτερα σκόπιμο να υλοποιηθεί μια άσκηση που να καλύπτει σε εύρος όλα τα πρωτοβάθμια τουλάχιστον δικαστήρια και θα έχει ως στόχο να εξετάσει από τη στιγμή της κατάθεσης δικογράφου μέχρι τη δημοσίευση απόφασης σε ποιους τομείς μπορεί να υπεισέλθει η χρήση τεχνητής νοημοσύνης χωρίς να μειώνεται το επίπεδο δικαστικής προστασίας. Ενδεικτικά, η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε δομικά και οργανωτικά θέματα της Δικαιοσύνης, όπως η κατανομή υποθέσεων σε τμήματα και δικαστές, βασιζόμενη στην εμπειρία τους και τον φόρτο εργασίας. Μία ακόμα περίπτωση εφαρμογής τεχνολογίας τεχνητής νοημοσύνης και ιδίως των προγνωστικών μοντέλων, είναι η πρόβλεψη των χρονικών πλαισίων έκδοσης αποφάσεων των δικαστικών διαδικασιών. Συγκεκριμένα, μια τέτοια εφαρμογή μπορεί να αναλύει ιστορικά δεδομένα για να προβλέψει τη διάρκεια κάθε φάσης μιας υπόθεσης, βοηθώντας έτσι στον καλύτερο προγραμματισμό των δικαστηρίων, την συνεχή ενημέρωση των διαδίκων και την αποφυγή καθυστερήσεων. Στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Κίνα, πολλές από τις διαδικασίες έχουν ήδη αυτοματοποιηθεί, όπως ενδεικτικά η Αυστριακή Δικαιοσύνη που χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη για τη διαλογή emails, την ανωνυμοποίηση αποφάσεων, τις προτάσεις οργάνωσης των ψηφιακών φακέλων και την ανάλυση των μεταδεδομένων. Σε όλες βεβαίως τις χρήσεις, η ανθρώπινη εποπτεία των συστημάτων παραμένει κρίσιμη και επιτακτική σύμφωνα και με τις προβλέψεις του Κανονισμού για την Τεχνητή Νοημοσύνη.

Σίγουρα, θα υπάρξουν τεχνικές προκλήσεις και νομικές ανησυχίες όταν τόσο προηγμένες διεργασίες όπως η μηχανική μάθηση ενσωματώνονται στο δικαστικό σύστημα του κράτους. Αξίζει ωστόσο να αδράξουμε την ευκαιρία που μας δίνουν οι παγκόσμιες καινοτομίες, να δουλέψουμε επάνω σε νομικές και τεχνικές λύσεις και να εξετάσουμε έστω και δοκιμαστικά την χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης στις δικαστικές διαδικασίες, αφού η ένταξη τους στη ζωή μας εν γένει είναι αναπόφευκτη.

Να ανοίξει η συζήτηση για δωρεάν πρόσβαση σε νομολογία και νομοθεσία

Μαριάνα Γραβάνη

Μαριάνα Γραβάνη, δικηγόρος Αθηνών, μεταπτυχιακή φοιτήτρια στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Κολούμπια (Columbia Law School, LLM 2024)

Αναμφίβολα, η ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης αποτελεί ένα έργο εν πραγμάτωση· δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί τετελεσμένο, αφού η αδιάκοπη λειτουργία της δικαστικής μηχανής φέρνει στο προσκήνιο τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα και αναδεικνύει συνεχώς νέα και οι τεχνολογίες που μπορούν να τεθούν στις υπηρεσίες της πολλαπλασιάζονται καθημερινά. Ωστόσο, η μεταρρυθμιστική αυτή προσπάθεια οφείλει να εκκινήσει από τις χρόνιες αδυναμίες του ελληνικού συστήματος απονομής της δικαιοσύνης και να τις καταπολεμήσει κατά προτεραιότητα.

Προσεγγίζοντας το ζήτημα από τη σκοπιά ενός νέου δικηγόρου, ένα κοινό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε συνεχώς στην πράξη και που αναδεικνύει τον επείγοντα χαρακτήρα του ψηφιακού μετασχηματισμού είναι η δωρεάν πρόσβαση σε νομολογία και νομοθεσία. Δυστυχώς, η πρόσβαση στους δυο αυτούς κεντρικούς πυλώνες της δικαιοσύνης, δεν έχει πραγματοποιηθεί ακόμη στην χώρα μας, με αποτέλεσμα ένας νέος δικηγόρος να μην μπορεί να αποκτήσει πλήρη εικόνα του ισχύοντος νομικού πλαισίου, της ερμηνείας και της εφαρμογής του από τα ελληνικά δικαστήρια παρά μόνο αν καταστεί συνδρομητής σε κάποια ιδιωτική βάση δεδομένων, καταβάλλοντας ως αντίτιμο κάποιο χρηματικό ποσό – σημαντικό στις περισσότερες περιπτώσεις.

Η πορεία προς το άνοιγμα των δεδομένων της δικαιοσύνης και την συνακόλουθη απελευθέρωση της μέσω της δημιουργίας δημόσιων και προσβάσιμων σε όλους βάσεων δεδομένων συναντά εμπόδια κυρίως στο πεδίο της νομολογίας. Βασικός λόγος είναι συνήθως η αδυναμία ανωνυμοποίησης της εκδοθείσας απόφασης, καθώς η απαλοιφή ορισμένων πραγματικών περιστατικών μπορεί να καταστήσει την κρίση άνευ περιεχομένου. Συγχρόνως, ο όγκος και η ποικιλία των περιεχόμενων στις δικαστικές κρίσεις πληροφοριών καθώς και η ευαισθησία των δεδομένων σε συνδυασμό με την ευκολία διασταυρωμένης παραπομπής δεν εξαλείφει πλήρως τον κίνδυνο ταυτοποίησης.

Για να αρθούν οι οποιεσδήποτε επιφυλάξεις για τη δημιουργία δημόσιων βάσεων δεδομένων, αξιοποιείται ήδη ευρέως στην Αμερική η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), η οποία επιτρέπει σε αλγόριθμους μηχανικής μάθησης να αφαιρούν προσωπικά δεδομένα από εκτενή κείμενα (redaction) ή και να παράγουν κρυπτογραφημένα αποτελέσματα που να εμφανίζουν τυχαία ατομικά στοιχεία μη ανταποκρινόμενα στα αρχικά υποκείμενα. Η μέθοδος αυτή έχει οδηγήσει στην εκτεταμένη δημοσιοποίηση της πλειονότητας των κριθέντων υποθέσεων από ομοσπονδιακά και πολιτειακά δικαστήρια καθώς και την συγκέντρωση τους σε δημόσιες βάσεις δεδομένων. Οι τελευταίες αποτελούν αναμφισβήτητα την αφετηρία για κάθε νομική έρευνα, η χρήση τους διδάσκεται σε όλες τις νομικές σχολές ως εισαγωγικό μάθημα κατά τα πρώτα έτη των νομικών σπουδών («Legal Research») και, φυσικά, οι υπερσύνδεσμοι που παραπέμπουν σε αυτές παραμένουν σταθερά καρφιτσωμένοι ως σελιδοδείκτες στις μηχανές αναζήτησης κάθε νέου και μη νομικού.

Η υιοθέτηση αυτών των νέων τεχνολογιών είναι απαραίτητη για τη δημιουργία ενός σύγχρονου συστήματος απονομής της δικαιοσύνης που διευκολύνει τη νομική σκέψη και πράξη. Στην επιδίωξη ενός πιο δίκαιου νομικού συστήματος, η αξιοποίηση της τεχνολογίας παραμένει μια διαρκής και επιτακτική ανάγκη και θα πρέπει να αποτελέσει κεντρικό άξονα της προσπάθειας ψηφιοποίησης της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα ώστε να ανταποκριθεί στα διεθνή πρότυπα.

Έχει έρθει η στιγμή για τον Ψηφιακό Φάκελο Υποθέσεως;

Μαρία Τασιοπούλου

Μαρία Τασιοπούλου, Ασκούμενη Δικηγόρος, Δικηγορική Εταιρεία Καθηγητή Π. Λαζαράτου

Η “έξυπνη δικαιοσύνη” (smart justice) δεν είναι απλώς μια ακόμη πτυχή της τεχνολογικής εξέλιξης. Παρουσιάζεται ως κοινωνικό αίτημα με σκοπό την ταχύτερη, αποδοτικότερη και όσο το δυνατόν πιο διαφανή και αμερόληπτη απονομή της δικαιοσύνης. Όλα αυτά αποτελούν βασικούς πυλώνες του δικαιώματος κάθε ανθρώπου για χρηστή απονομή της δικαιοσύνης κατά το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ. Η ψηφιακή μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης στον βαθμό που έχει συντελεστεί στην Ελλάδα αλλά και στις υπόλοιπες χώρες έχει συμβάλει σημαντικά στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων και στη μείωση του χρόνου επίλυσης μιας υποθέσεως. Η ταχεία επίλυση των υποθέσεων συνιστά καθοριστικό παράγοντα για την ενδυνάμωση της εμπιστοσύνης των πολιτών στον θεσμό της δικαιοσύνης καθώς και για την εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας δικαίου που ευνοεί την κοινωνική και οικονομική ευημερία.

Προτεραιότητα για τη ψηφιακή μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης αποτελεί, κατά την προσωπική μου άποψη, η δημιουργία ενός Ψηφιακού Φακέλου για κάθε Δικαστική Υπόθεση τόσο για τους πολίτες όσο και για τους δικηγόρους. Με το Ολοκληρωμένο Σύστημα Διαχείρισης Δικαστκών Υποθέσεων (ΟΣΔΔΥ) που υφίσταται για τους τρεις κλάδους της δικαιοσύνης, καθίστανται εφικτές μόνο διαδικαστικές δικαστικές ενέργειες όπως η κατάθεση ενός δικογράφου, η παρακολούθηση της πορείας μιας υποθέσεως, η ανάρτηση των εκθεμάτων των δικαστηρίων κ.α.

Υπάρχει, όμως, έλλειψη ενός ενιαίου Ψηφιακού Φακέλου για κάθε κάθε δικαστική Υπόθεση στον οποίο θα περιλαμβάνονται όλα τα δικόγραφα, οι πράξεις του δικαστηρίου καθώς και ό,τι άλλο σχετίζεται με την εκάστοτε υπόθεση. Στον Ψηφιακό αυτό Φάκελο θα μπορεί να έχει κοινή πρόσβαση κάθε διάδικος της υποθέσεως καθώς και ο πληρεξούσιος δικηγόρος. Μέσω του ηλεκτρονικού αυτού συστήματος οι διάδικοι θα μπορούν να ενημερώνονται αμέσως για κάθε νέα εξέλιξη επί της υποθέσεως τους, να λαμβάνουν άμεσα προσβάση σε κάθε είδους έγγραφα ανεξαρτήτου του τόπου της έδρας του δικαστηρίου -καθιστώντας περιττή τη φυσική μετάβαση- και να παραλαμβάνουν ηλεκτρονικά το αντίγραφο της δικαστικής αποφάσεως. Με ηλεκτρονικό τρόπο θα μπορεί να γίνεται η καταβολή των δικαστικών εξόδων καθώς και η εκτέλεση των αποφάσεων. Με το σύστημα αυτό πέρα από την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων, οι δικηγόροι θα είναι σε θέση να διαχειρίζονται ευχερέστερα και ταχύτερα τις υποθέσεις τους ενώ κάθε πολίτης θα έχει το προσωπικό αρχείο των υποθέσεων του.

Επιπλέον, μέσω ενός μοντέλου Τεχνητής Νοημοσύνης θα μπορούσε να εισαχθεί ένα σύστημα το οποίο θα εξετάζει αν ένα κατατεθέν δικόγραφο πληροί όλα τα τυπικά στοιχεία του παραδεκτού - όπως αυτά ισχύουν ειδικά για κάθε ένδικο βοήθημα- που απαιτούνται για την εκδίκαση μιας υποθέσεως και να ενημερώνει γα τις σχετικές ελλείψεις με σκοπό τη συμπλήρωση τους, όπως και για τον χρόνο λήξης των προθεσμιών. Ως αποτέλεσμα περισσότερες υποθέσεις θα μπορούν να εκδικάζονται κατ΄ουσίαν, συμβάλλοντας στην ουσιαστικότερη απονομή της δικαιοσύνης.

Η ανάγκη για ψηφιοποίηση δομικών διαδικασιών της Δικαιοσύνης – Μία πρώτη πρόταση για την Τεχνητή Νοημοσύνη

Γεώργιος Κ. Κοτλίδας

Γεώργιος Κ. Κοτλίδας, Δικηγόρος & Σύμβουλος Εθνικού Ινστιτούτου Δικαίου Τεχνητής Νοημοσύνης, Προσωπικών Δεδομένων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης “Rythmisis”, LL.M Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου, MA Συστ. Φιλοσοφίας, ΜΑ (υποψ.) Στρατηγικών Σπουδών

Σε έναν κόσμο που η ραγδαία εξέλιξη των ψηφιακών τεχνολογιών προκαλεί δομικές αλλαγές και ανατροπές σε κάθε επαγγελματικό κλάδο, η διαδικασία απονομής Δικαιοσύνης δε μπορεί να μείνει πίσω. Μια τέτοια αδυναμία προσαρμογής στις ταχύτητες που επιφέρουν οι αλλαγές αυτές στην Κοινωνία και την Οικονομία, θα μπορούσε να σημάνει έως και κίνδυνο για την Ασφάλεια Δικαίου και το Κράτος Δικαίου.

Σε ένα πρώτο στάδιο, κρίνεται παραπάνω από χρήσιμη η ολοκλήρωση της μετάβασης των διαδικασιών έκδοσης παντός είδους ενσήμων, δικαστικών και μη, μέσα σε ένα ψηφιακό, και δη εξατομικευμένο, περιβάλλον. Η απόδοση της διαδικασίας αυτής σε ένα αποκεντρωμένο πλαίσιο, όπου (δυνητικά, και όχι αποκλειστικά) ένας δικηγόρος θα μπορεί να προβεί στην έκδοση των απαραίτητων διαδικαστικών ενσήμων σε ελάχιστο χρόνο και ανεξάρτητα από αποστάσεις, μπορεί να μειώσει όγκο εργασίας από τα Δικαστήρια και άλλες υπηρεσίες, και παράλληλα να επιταχύνει και το έργο του ίδιου του δικηγόρου, επιτυγχάνοντας έτσι μια σημαντική διευκόλυνση της απόδοσης Δικαιοσύνης εν συνόλω. Χωρίς, βεβαίως, η παραπάνω διαδικασία να επιβάλει και πλήρη εγκατάλειψη της αρχειοθέτησης σε φυσική μορφή, η οποία μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται, ειδικά ως μέθοδος ασφαλούς διατήρησης αρχείων για περιπτώσεις ανάγκης.

Παράλληλα, απαραίτητη κρίνεται και η ολοκλήρωση της ψηφιοποίησης του αρχείου Δικαστηρίων, παλαιών Υποθηκοφυλακείων και εν γένει κάθε υπηρεσίας στην οποία απαιτείται – νομικά ή de facto – η εκπροσώπηση του Πολίτη από δικηγόρο, προκειμένου να διευθετήσει τις υποθέσεις του. Όπως και ανωτέρω, λόγοι μείωσης του όγκου εργασίας και επιτάχυνσης του δικηγορικού έργου, οδηγούν εύκολα στο να συμπεράνουμε πόσο επωφελής θα είναι μια τέτοια μετάβαση.

Και μιας και έχουμε ήδη εισέλθει με κάθε επισημότητα στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης, και δεδομένων των επισφαλειών και μη-γνωστών κινδύνων από τη χρήση της, ένας πρώτος τομέας πιθανής εφαρμογής της ΤΝ θα μπορούσε να είναι ο χώρος της (εκούσιας) διαμεσολάβησης, ιδίως μεταξύ ιδιωτών και ιδιαίτερα όσον αφορά διαφορές μη-

προσωπικού χαρακτήρα, και κατόπιν συμφωνίας των μερών ως προς τη γνώση χρήσης της τεχνολογίας αυτής. Οι ανυπέρβλητες ταχύτητες με τις οποίες η ΤΝ δύναται να επεξεργαστεί δεδομένα, αλλά και ο (μάλλον) αντικειμενικός χαρακτήρας της επεξεργασίας αυτής, μπορεί, μέσω της ταχείας ποσοτικοποίησης και σύγκρισης δεδομένων, να οδηγήσει σε γρήγορες και δίκαιες συμβιβαστικές λύσεις μεταξύ μερών που δεν επιθυμούν να σπαταλήσουν χρόνο και πόρους σε περιττές διαδικασίες. Σε χώρες του Εξωτερικού έχουν ήδη δοκιμαστεί τα πρώτα τέτοια πειραματικά μοντέλα. Ίσως η Ελλάδα έχει εδώ άλλη μία ευκαιρία να σταθεί στην προμετωπίδα των εξελίξεων.

Γενικότερα, βεβαίως, η όποια μεταρρύθμιση στα ως άνω πλαίσια, θα πρέπει να γίνει με κάθε πρόνοια για την προστασία και διαφύλαξη των προσωπικών δεδομένων κάθε χρήστη και εν γένει κάθε πολίτη, καθώς και τη διαρκή επαγρύπνηση των αρμόδιων αρχών, αλλά και των δικηγόρων ως συλλειτουργών της Δικαιοσύνης, για τη συνεχή ενίσχυση και επικαιροποίηση του σχετικού πλέγματος προστασίας των προσωπικών αυτών δεδομένων

Βαδίζοντας σε αχαρτογράφητα (;) νερά

Θανάσης Δεληγιάννης

Θανάσης Δεληγιάννης, Δικηγόρος Αθηνών και Λουξεμβούργου

Η αναζήτηση της αποτελεσματικότητας στο θεσμό της Δικαιοσύνης αποτελεί ένα διαρκές και ατέρμονο ταξίδι, καθότι, ανεξαρτήτως της προόδου που ενδέχεται να έχει ήδη σημειωθεί, συνεχώς υπάρχει περιθώριο βελτίωσης. Η ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας σε ένα δικαιικό σύστημα αποτελεί μια ριζοσπαστική καινοτομία, η οποία συνδράμει στη διαμόρφωση μιας νέας πραγματικότητας, καλλιεργώντας υψηλές προσδοκίες και μεταμορφώνοντας πλήρως τον τρόπο λειτουργίας ολόκληρης της Δικαιοσύνης ως θεσμού. Παράλληλα, η προσπάθεια αυτή λαμβάνει και τη μορφή της πρόκλησης, καθώς απαιτείται οι παρεμβάσεις να έχουν καίριο χαρακτήρα. Διαφορετικά, οι συνέπειες μιας επιφανειακής προσέγγισης στο προβαλλόμενο ζήτημα, ενδέχεται να προκαλέσουν περισσότερα προβλήματα από αυτά τα οποία αποσκοπούσαν καταρχήν να επιλύσουν.

Κάθε κράτος, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες, υποχρεούται να δημιουργήσει και να επιστρατεύσει τα κατάλληλα μέσα προς αντιμετώπιση των ζητημάτων που καλείται να διαχειριστεί. Στην περίπτωση της Ελλάδας που τα προβλήματα στην απονομή της δικαιοσύνης ποικίλλουν, η απόφαση αξιοποίησης των τεχνολογικών εργαλείων της εποχής αποτελεί, καταρχήν τουλάχιστον, προπομπό ευεργετικών εξελίξεων ιδίως ως προς το χρόνο περάτωσης των επιμέρους πράξεων και της ίδιας της απονομής δικαιοσύνης. Η μεταστροφή αυτή θα επικεντρωθεί σε πρώτο στάδιο, όπως ήδη συμβαίνει άλλωστε, σε τομείς όπως η επέκταση της δυνατότητας ηλεκτρονικής κατάθεσης κάθε μορφής δικογράφου σε κάθε δικαστηριακό τμήμα της χώρας, η ηλεκτρονική επίδοση αυτών αλλά και η ολοκλήρωση του ηλεκτρονικού Κτηματολογίου.

Παρότι η ανάγκη υλοποίησης μεταρρυθμίσεων, όπως οι παραπάνω, είναι επιτακτική, αν αυτές δε θωρακιστούν με δικλείδες ασφαλείας, δε θα επέλθουν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Η επιμόρφωση όλων των λειτουργών της Δικαιοσύνης θα συμβάλει στην αποτροπή της επαγγελματικής περιθωριοποίησης όσων εξ αυτών αδυνατούσαν, ως τώρα, να συμβαδίσουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις αλλά και στην περαιτέρω κατάρτιση και εξέλιξη των υπολοίπων. Παράλληλα, η επένδυση σε υλικοτεχνικές υποδομές θα συνοδεύσει αρμονικά τη διόγκωση του αριθμού των πληροφοριών με ψηφιοποιημένη μορφή, αποτρέποντας κινδύνους σχετιζόμενους με την κυβερνοασφάλεια. Κυρίως όμως, ο ορισμός και η τήρηση προθεσμιών προς εξασφάλιση της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας των ηλεκτρονικών διαδικασιών -παρά τον απρόσωπο χαρακτήρα που λαμβάνει η διεκπεραίωση αυτών- θα αποτρέψουν τη μετεξέλιξη της γραφειοκρατίας από τη σημερινή έγχαρτη μορφή της σε ψηφιοποιημένη.

Αδιαμφισβήτητα, ο ψηφιακός μετασχηματισμός ενός συστήματος δικαιοσύνης αποτελεί σημαντική ανάγκη σε μια εποχή τεχνολογικής φρενίτιδας. Σε μια συνεχώς ψηφιοποιούμενη κοινωνία, η ανάγκη εκσυγχρονισμού του συστήματος απονομής δικαιοσύνης είναι επιβεβλημένη. Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί το αρμονικό ταίριασμα της τεχνολογίας με τις ανάγκες της εκάστοτε έννομης τάξης, μια διαδικασία περίπλοκη και χρονοβόρα. Και είναι βέβαιο πως, στο συγκεκριμένο τομέα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην πλειοψηφία των κρατών δικαίου υπάρχει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης.

e-Δικαιοσύνη: ψηφιακός ή κοινωνικός μετασχηματισμός;

Αργυρώ Ιωαννίδου

Αργυρώ Ιωαννίδου, Δικηγόρος, Νομικός Σύμβουλος LLM. Πανεπιστήμιο της Σορβόνης με τίτλο « Δίκαιο Τεχνολογίας, Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης », Σύμβουλος “Rythmisis”

Η ψηφιοποίηση στη Δικαιοσύνη δε θα πρέπει να γίνει αντιληπτή « μονοδιάστατα » ούτε μονάχα ως ένα απλό « επακόλουθο » της τεχνολογίας. Αντ’αυτού, θα αποτελεί το μέσο και το εργαλείο βάσει του οποίου συντηρούμε ένα κοινωνικό αγαθό και μεριμνούμε ανελλιπώς για την εξέλιξή του, με γνώμονα την ποιοτικότερη, αποτελεσματικότερη, διαφανέστερη και ταχύτερη απόδοση της Δικαιοσύνης.

Για το λόγο αυτό και ακολουθώντας η Ελλάδα την Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη (2024-2028), βασική προτεραιότητα παραμένει η σχέση των προσώπων - φυσικών και νομικών- με τις υπηρεσίες της Διοίκησης. Η αλληλεπίδραση με τις αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μπορεί να πραγματοποιείται πλέον ηλεκτρονικά, και η εξυπηρέτηση των πολιτών θα βασίζεται πλέον σε ψηφιακά μέσα και υπηρεσίες. Ενδεικτικά, υφίσταται ανάγκη - μεταξύ άλλων - για την περαιτέρω ψηφιοποίηση νομικών διαδικασιών (όπως η κατάθεση δικογράφων), η δυνατότητα άμεσης χορήγησης πιστοποιητικών στους πολίτες, η αναγνώριση εγγράφων με ηλεκτρονικές υπογραφές, καθώς και η ηλεκτρονική επίδοση δικογράφων.

Σημαντική καινοτομία και αποσυμφόρηση στο χώρο αυτόν, θα αποτελέσει και η δυνατότητα πρόσβασης στον ηλεκτρονικό δικαστικό φάκελο στον οποίο τα ενδιαφερόμενα μέρη - τα οποία αφού έχουν αποδείξει ότι διαθέτουν είτε άμεσο είτε έμμεσο έννομο συμφέρον στην υπόθεση - θα έχουν τη δυνατότητα μέσω ψηφιακής ταυτοποίησης να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα των δικαστικών φακέλων που τους αφορούν. Σημαντικό βήμα και πρωτοπορία στον ψηφιακό μετασχηματισμό της Δικαιοσύνης είναι οι τηλεματικές δίκες και ακροάσεις. Τα μέρη θα πρέπει μετά τον ψηφιακό μετασχηματισμό της Δικαιοσύνης, να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν την επίλυση δικαστικής διαφοράς μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων. Με τον τρόπο αυτό, θα επιτευχθεί εν μέρει τόσο η αποσυμφόρηση των « φυσικών » δικαστηρίων, ενώ ταυτόχρονα θα επιταχύνεται η απονομή της Δικαιοσύνης. Φυσικά, για την επιτυχία αυτού του μετασχηματισμού ιδιαίτερη μέριμνα θα πρέπει να δοθεί στον ασφαλή - από τεχνικής απόψεως- τρόπο οργάνωσής του. Είναι απαραίτητο ο σχεδιασμός να συμμορφώνεται απέναντι στα νομοθετήματα για τις Νέες Τεχνολογίες και ειδικότερα της Τεχνητής Νοημοσύνης, και να γίνεται με σεβασμό απέναντι στην ιδιωτικότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών.

Αναμφίβολα, η ψηφιακή Δικαιοσύνη αφορά σε μία τεράστια καινοτομία για την Ελλάδα, αλλά για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία εφόσον πετύχει, δε θα μιλάμε πλέον μόνο για ψηφιακό αλλά και για κοινωνικό μετασχηματισμό. Το μοντέλο της Ισπανίας, το οποίο πρόκειται να εφαρμοστεί από το Μάρτιο του 2024 θα αποτελέσει σίγουρα ένα « πιλοτικό » παράδειγμα για το πόσο αποτελεσματικά μπορεί να συνυπάρξουν η Τεχνολογία με τη Δικαιοσύνη.

Η Δικαιοσύνη 2.0 χρειάζεται θεμέλια

Μαρίνα Γ. Νικολακοπούλου

Μαρίνα Γ. Νικολακοπούλου, Δικηγόρος Αθηνών, LLM International Private Law, NKUA

Το σύστημα της δικαιοσύνης είναι εγγενώς συντηρητικό, για αυτό το λόγο είναι και από τους τομείς που ειδικά στην Ελλάδα η ψηφιοποίηση είναι μηδαμινή.

Στην ερώτηση του Δικτύου για τις ανάγκες ψηφιοποίησης της δικαιοσύνης, θα ήταν αφελές να προτείνω δικαστές ρομπότ που λειτουργούν με συστήματα μηχανικής μάθησης και επεξεργαστές φυσικής γλώσσας (NLP) ως βοηθούς τεχνητής νοημοσύνης για δικαστές, ανακριτές και εισαγγελείς. Όχι επειδή τα παραπάνω αποτελούν σενάρια επιστημονικής φαντασίας, αντιθέτως, πρόκειται για εφαρμοσμένες τεχνολογίες· όσο γιατί προκειμένου να φτάσουμε εκεί θα απαιτούνταν ένα τεχνολογικό άλμα που δε θα έλυνε τις κύριες παθογένειες του ελληνικού δικαστικού συστήματος.

Αυτό ίσως ακούγεται παράλογο σε κάποιον που δεν έχει εμπειρία ή συχνή τριβή με τα δικαστήρια, ωστόσο ακόμα και (πόσο μάλλον!) ένας νέος δικηγόρος γνωρίζει καλά την στρεβλωμένη πραγματικότητα, τις μεγάλες ελλείψεις και την ανάγκη για την ψηφιοποίηση των διαδικασιών της δικαιοσύνης.

Αν θέλουμε ρεαλιστικά να δούμε ουσιώδη βελτίωση, έστω και αν αυτή είναι ορισμένα βήματα μπροστά, οφείλουμε να αξιολογήσουμε την παρούσα κατάσταση (as is) της δικαιοσύνης, όπως συμβαίνει στην αρχή κάθε μετασχηματιστικού εγχειρήματος, και να φανταστούμε το που θέλουμε να φτάσει (to be).

Δεν είναι όμως παραβίαση του ορθολογισμού οι ατελείωτες ώρες που πρέπει να περιμένουν οι δικηγόροι έξω από τις δικαστικές αίθουσες για να μάθουν ότι τελικά η δίκη τους θα αναβληθεί λόγω ωραρίου, αντί να έχουν έγκαιρη ηλεκτρονική ενημέρωση; Φανταστείτε δε, ότι μέχρι πριν από 2 χρόνια, προκειμένου κανείς να παρακολουθήσει την πορεία μιας ποινικής υπόθεσης έπρεπε να περιμένει στους τρεις μοναδικούς υπολογιστές που ήταν διαθέσιμοι στην Ευελπίδων.

Η ψηφιοποίηση της πληροφορίας που δείχνει τον αριθμό της υπόθεσης που εκδικάζεται έξω από κάθε δικαστική αίθουσα και η δημοσίευση στο διαδίκτυο, σε πραγματικό χρόνο, της πορείας των πινακίων και των εκθεμάτων των δικαστηρίων, δεν είναι τεχνολογία αιχμής, ούτε αποτελεί ένα ζήτημα που απαιτεί διαβούλευση. Δεν χρειάζεται τίποτα παραπάνω από την εφαρμογή ενός τέτοιου λογισμικού και τη χορήγηση των ψηφιακών μέσων για την/τον γραμματέα του δικαστηρίου που θα ενημερώνει για την πορεία των υποθέσεων, προκειμένου να ελαττωθεί ο αχρείαστος συνωστισμός στις δικαστικές αίθουσες.

Η επόμενη πρόταση σχετικά με την ψηφιοποίηση θα έπρεπε να είναι επίσης αυτονόητη και αφορά την ηλεκτρονική κατάθεση φακέλου και σχετικών εγγράφων σε αστικές και ποινικές υποθέσεις. Με αφορμή την τραυματική εμπειρία του κορωνοιού, η οποία υπήρξε καταλύτης για πολλές αλλαγές, έγιναν κάποια βήματα προς την ηλεκτρονική κατάθεση αγωγής, ωστόσο αυτό δεν μπορεί να υποστηριχθεί από το «ανέβασμα» όλων των σχετικών εγγράφων αλλά ούτε και άλλων δικογράφων όπως ανακοπών, αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων κλ.π. Για την ώρα μόνο ορισμένα αρχικά δικόγραφα όπως π.χ. η αγωγή είναι δυνατόν να κατατίθενται ηλεκτρονικά. Το ίδιο θα έπρεπε να γίνεται ίσως και για την κατάθεση μήνυσης όταν αυτή γίνεται με πληρεξούσιο δικηγόρο.

Όλα τα έγγραφα θα συλλέγονται ηλεκτρονικά και θα υποβάλλονται στο δικαστήριο με ηλεκτρονικά μέσα, όπως USB, κλπ. ή θα ανεβαίνουν στο cloud. Ο φάκελος θα περιλαμβάνει όλα τα σχετικά με την υπόθεση έγγραφα (δικόγραφα, σχετικά, πληρεξούσια κ.α.). Τα παραπάνω θα έχουν σαν αποτέλεσμα να έχει απευθείας πρόσβαση ο αντίδικος χωρίς να χρειάζεται να πηγαίνει δεύτερη φορά στο δικαστήριο, ενώ τα σχετικά έγγραφα θα μεταφέρονται απευθείας στο δεύτερο βαθμό -αν υπάρξει- και δε θα απαιτείται η συλλογή τους από τα υπόγεια του Εφετείου για να κατατεθούν εκ νέου με το δικόγραφο της έφεσης. Γενικότερα η διαχείριση και η οργάνωση του αρχείου απαιτούν βελτίωση, κάτι που θα έκανε και τη ζωή των δικαστών ευκολότερη και το έργο τους παραγωγικότερο. Συνολικά, θα έπρεπε να γίνει συντονισμένη προώθηση της χρήσης και λειτουργίας των ΟΣΔΔΥ προκειμένου να υλοποιηθεί η ψηφιοποίηση των σταδίων κυρίως της πολιτικής και ποινικής δίκης στα στάδια που που δεν απαιτούν φυσική παρουσία των εμπλεκόμενων.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ