Κοσμος

Μήπως να δούμε πιο ψύχραιμα τη νίκη του Μαμντάνι και των Δημοκρατικών συνολικά;

Μια δεύτερη αποτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων της περασμένης Τρίτης, και των συνολικών επιπτώσεών τους στο πολιτικό σκηνικό των ΗΠΑ

Νικόλας Μολφέτας
Νικόλας Μολφέτας
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η νίκη του Μαμντάνι: Μια αποτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων στη Νέα Υόρκη
Ο Ζόραν Μαντάνι και η σύζυγός του Ράμα Ντουουάτζι ψηφίζουν στο Κουίνς της Νέας Υόρκης (Barry Williams / Getty Images)

Η νίκη του Ζοχράν Μαμντάνι, τα «μαθήματα» των εκλογών για τους Δημοκρατικούς και η σημασία των άλλων εκλογικών αναμετρήσεων

Κρίνοντας από τους τίτλους των πρώτων δημοσιευμάτων για την εντυπωσιακή νίκη του Ζοχράν Μαμντάνι, κι από τα σχετικά σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, θα έπρεπε μάλλον να συμπεράνουμε πως είτε ξεκίνησε ένα παγκόσμιο σοσιαλιστικό κύμα που θα σαρώσει τα πάντα (σύμφωνα με κάποιους αριστερούς παρατηρητές), είτε ότι αποκαλύφθηκε το σκοτεινό πρόσωπο του Δημοκρατικού κόμματος, με κομμουνιστές, ισλαμιστές και εχθρούς του δυτικού πολιτισμού (σύμφωνα με κάποιους δεξιούς παρατηρητές). Αλλά ακόμα κι αν αγνοήσουμε τέτοιες ακραίες απόψεις, οι περισσότεροι φαίνεται να συμφωνούν πως πρόκειται για το σημαντικότερο γεγονός των εκλογών της Τρίτης, κι ότι αλλάζει άρδην το πολιτικό σκηνικό των ΗΠΑ, ειδικά εντός των Δημοκρατικών. Μια πιο ψύχραιμη αποτίμηση, όμως, δείχνει πως τίποτε από τα παραπάνω δεν ισχύει.

Καταρχάς, τα όσα συμβαίνουν στη Νέα Υόρκη, παρόλο που δικαιολογημένα τραβούν το φως της δημοσιότητας, δεν είναι ούτε ενδεικτικά των ευρύτερων τάσεων στην Αμερική ούτε επηρεάζουν τις εξελίξεις στον βαθμό που υποθέτουν πολλοί. Είναι μια μητρόπολη με δικά της δημογραφικά, οικονομικά, πολιτιστικά και πολιτικά χαρακτηριστικά, τα οποία τη διαφοροποιούν σημαντικά από την υπόλοιπη χώρα – πόσο μάλλον από τον υπόλοιπο πλανήτη. Και βέβαια ο Ζοχράν Μαμντάνι, ως Δήμαρχος της Νέας Υόρκης, δεν έχει ούτε ex officio ούτε κατά παράδοση κάποια ουσιαστική επιρροή στην εθνική πολιτική σκηνή, παρά το αδιαμφισβήτητο κύρος και τη δημοσιότητα της θέσης.

Η επιρροή των «Δημοκρατικών Σοσιαλιστών» στη νίκη του Ζοχράν Μαμντάνι

Έχει γίνει –δικαίως– μεγάλος θόρυβος για το γεγονός ότι ο Μαμντάνι δηλώνει ευθαρσώς ότι είναι μέλος των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών (Democratic Socialists of America, ή DSA). Δεν πρόκειται για κόμμα, αλλά για πολιτική οργάνωση που αποτελείται κυρίως (αλλά όχι αποκλειστικά) από μέλη του Δημοκρατικού κόμματος, όπως η βουλευτής Αλεξάντρια Οκάζιο Κορτέζ. Σηματοδοτεί λοιπόν η εκλογή Μαμντάνι μια αύξηση της επιρροής αυτής της αριστερής τάσης εντός των Δημοκρατικών;

Μια πρώτη απάντηση έρχεται από δύο φετινά exit poll, του CNN και του Fox News, όπου το 25% των ψηφοφόρων της Νέας Υόρκης αυτοπροσδιορίζονται ως «Δημοκρατικοί Σοσιαλιστές». Αν σκεφτεί κανείς ότι τον Μαμντάνι τον ψήφισαν το 50% των Νεοϋορκέζων, αυτό σημαίνει πως οι μισοί ψηφοφόροι του δεν ταυτίζονται μαζί του ιδεολογικά, αλλά τον επέλεξαν για άλλους λόγους (τους οποίους θα αναφέρουμε αργότερα). Επιπλέον, όμως, πρέπει να δούμε αν αυτό το 25% απαντάται και στην υπόλοιπη χώρα.

Από τα 80.000 μέλη των «Democratic Socialists of America» ολόκληρης της χώρας, τα 11.000 είναι μόνο στη Νέα Υόρκη

Παρόλο που δεν έχουμε κάποια δημοσκόπηση με το ίδιο ερώτημα για το σύνολο των ΗΠΑ, μπορούμε να συγκρίνουμε ενδεικτικά τον αριθμό των εγγεγραμμένων μελών των «Democratic Socialists of America». Από τα 80.000 μέλη που έχουν σε ολόκληρη τη χώρα, τα 11.000 είναι μόνο στη Νέα Υόρκη! Αυτό αντιστοιχεί στο 0,13% του πληθυσμού της πόλης, δηλαδή αναλογία 16 φορές μεγαλύτερη από το αντίστοιχο ποσοστό στην υπόλοιπη χώρα (0,02%). Αν ισχύει η ίδια αναλογία σε επίπεδο ψηφοφόρων, τότε συνολικά στις ΗΠΑ θα έχουμε μόνο 1-2% να ταυτίζονται πλήρως με αυτή την ιδεολογία.

Υπάρχει πάντως και μια πρόσφατη δημοσκόπηση του NBC News, που δείχνει πως το 35% των Αμερικανών που ψηφίζουν Δημοκρατικούς έχει θετική άποψη για τον σοσιαλισμό. Αυτό δεν είναι βέβαια το ίδιο με το να αυτοχαρακτηρίζεται κάποιος «σοσιαλιστής» (αν ήταν, άλλωστε, δεν θα βλέπαμε στο σύνολο της χώρας υψηλότερα ποσοστά από την προοδευτική Νέα Υόρκη!). Επιπλέον, αυτό το ποσοστό δεν έχει αλλάξει σε σχέση με την ίδια εποχή πέρσι, άρα δεν διαφαίνεται κάποια τάση – και σίγουρα είμαστε πολύ μακριά από το να γίνει πλειοψηφικό ρεύμα εντός των υποστηρικτών του κόμματος.

Αυτό ήταν κάτι που επιβεβαίωσε και η βουλευτής Αλεξάντρια Οκάζιο Κορτέζ, προβεβλημένο στέλεχος των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών –αλλά και του Δημοκρατικού κόμματος–, όταν ρωτήθηκε από το κανάλι MSNBC το βράδυ των εκλογών «ποιο είναι το πρόσωπο, η ψυχή του κόμματος» αυτή τη στιγμή: «Αυτή είναι μια παρόμοια συζήτηση που είδα να γίνεται όταν εξελέγην για πρώτη φορά εγώ [σ.σ. το 2018] και, στο τέλος της ημέρας, δεν νομίζω ότι το κόμμα μας χρειάζεται να έχει ένα πρόσωπο. Η χώρα μας δεν έχει ένα πρόσωπο. Είμαστε όλοι μαζί ως μια ομάδα και όλοι καταλαβαίνουμε την “αποστολή”. Η αποστολή μας παντού είναι να στέλνουμε τους πιο δυνατούς μαχητές για την εργατική τάξη, όπου είναι δυνατόν. Σε ορισμένα μέρη, όπως η Βιρτζίνια, για τη θέση του κυβερνήτη θα είναι κάποιος σαν την Άμπιγκεϊλ Σπαμπέργκερ. Στη Νέα Υόρκη, αναμφίβολα, είναι ο Ζοχράν Μαμντάνι».

Σε μια τεράστια χώρα με την ποικιλομορφία των ΗΠΑ, για να έρθει στην εξουσία ένα κόμμα, πρέπει να αφήσει τα «τεστ ιδεολογικής καθαρότητας»

Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι αυτή ήταν απλά μια διπλωματική απάντηση για να μη φανεί ότι ξεκινά μια εσωκομματική έριδα, αλλά η Οκάζιο-Κορτέζ ποτέ δεν φοβόταν τις αντιπαραθέσεις. Εκφράζει εδώ μια άποψη που κερδίζει έδαφος εντός του κόμματος, και που προωθήθηκε πρόσφατα κι από σημαντικούς σχολιαστές με επιρροή, όπως ο Έζρα Κλάιν των Νιου Γιορκ Τάιμς και η Τζεν Ψάκι του MSNBC News: Σε ένα αυστηρά δικομματικό σύστημα, και σε μια τεράστια χώρα με την ποικιλομορφία των ΗΠΑ, για να έρθει στην εξουσία ένα κόμμα, πρέπει να αφήσει κατά μέρος τα «τεστ ιδεολογικής καθαρότητας» και να μην επιβάλλει μια αυστηρή γραμμή που θα ισχύει παντού. Αυτό ήταν κάτι που ίσχυε σε μεγάλο βαθμό παλαιότερα, και είχε βοηθήσει τους Δημοκρατικούς να εκλέγουν γερουσιαστές και κυβερνήτες ακόμα και σε συντηρητικές Πολιτείες.

 Η σημασία των άλλων εκλογικών αναμετρήσεων

Η αναφορά της Οκάζιο-Κορτέζ στις εκλογές της Βιρτζίνια μάς οδηγεί στο επόμενο σημαντικό θέμα που οφείλουμε να αναλύσουμε: Η νίκη του Μαμντάνι όχι απλώς δεν ήταν η μόνη, αλλά δεν ήταν ούτε η πιο σημαντική αυτών των εκλογών. Στην Πολιτεία της Βιρτζίνια, όπου ο κυβερνήτης ήταν Ρεπουμπλικάνος, οι Δημοκρατικοί πήραν τώρα τον έλεγχο με την κεντρώα Άμπιγκεϊλ Σπαμπέργκερ. Το αποτέλεσμα ήταν μεν αναμενόμενο, καθώς αυτή η Πολιτεία παραδοσιακά καταψηφίζει το κόμμα που έχει μόλις πάρει την προεδρία της χώρας, αλλά η Σπαμπέργκερ πέτυχε την εντυπωσιακή διαφορά των 15 μονάδων από την αντίπαλό της, και παράλληλα οι Δημοκρατικοί αύξησαν την οριακή πλειοψηφία που είχαν στην τοπική Βουλή από 51% των εδρών σε 64%. Αυτό είναι πιθανότατα κι ένα μήνυμα δυσαρέσκειας από τους χιλιάδες ομοσπονδιακούς υπάλληλους που ζουν στην Πολιτεία (λόγω γειτνίασης με την πρωτεύουσα Ουάσινγκτον) κι έχουν μείνει απλήρωτοι εδώ κι ένα μήνα, εν μέσω του περιβόητου shutdown. Η νίκη αυτή των Δημοκρατικών είναι σημαντική εκτός των άλλων κι επειδή βάζει τέλος στα σχέδια των Ρεπουμπλικάνων να επαναχαράξουν τις εκλογικές περιφέρειες της Βιρτζίνια προς το συμφέρον τους, κάτι που έγινε ήδη στο Τέξας και σε άλλες Πολιτείες κατ’ εντολή του Τραμπ.

Εξίσου σημαντική ήταν και η νίκη της (επίσης κεντρώας) Μάικι Σέριλ για τη θέση της κυβερνήτη του Νιου Τζέρσεϊ, όπου οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ντέρμπι, και οι Ρεπουμπλικάνοι είχαν την ελπίδα να χτίσουν πάνω στην περσινή επιτυχία του Τραμπ να μειώσουν την απόσταση με τους Δημοκρατικούς στην ίδια Πολιτεία. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον υπήρχε σε κάποιες περιοχές όπου κατοικούν κυρίως πολίτες λατινοαμερικανικής καταγωγής, μια δημογραφική ομάδα που γενικά προτιμά τους Δημοκρατικούς, κι όπου ο Τραμπ είχε καταφέρει να μειώσει τη διαφορά στις 28 μονάδες στις περσινές εκλογές. Τώρα, οι ίδιοι πολίτες έδωσαν τη νίκη στην υποψήφια των Δημοκρατικών με 50 μονάδες, πιθανότατα ως αντίδραση στο βάρβαρο κυνηγητό ομοεθνών τους από την υπηρεσία ICE, η οποία ψάχνοντας για παράτυπους μετανάστες συχνά συλλαμβάνει και Αμερικανούς πολίτες με βάση τα φυλετικά τους χαρακτηριστικά. Αν αυτή η στροφή των Λατινοαμερικανών είναι ευρύτερη, μπορεί εύκολα να ανατρέψει την εκλογική ισορροπία στη χώρα.

Η αναμέτρηση με τις πιο άμεσες επιπτώσεις στην εθνική πολιτική σκηνή ήταν στην Καλιφόρνια

Η αναμέτρηση όμως με τις πιο άμεσες επιπτώσεις στην εθνική πολιτική σκηνή ήταν στην Καλιφόρνια, όπου το δημοψήφισμα που εξήγγειλε το καλοκαίρι ο κυβερνήτης Γκάβιν Νιούσομ εγκρίθηκε με ποσοστό 64%.Το ερώτημα αφορούσε το αν θα πρέπει να γίνει επαναχάραξη των εκλογικών περιφερειών της Πολιτείας, ως απάντηση στην αντίστοιχη ενέργεια του Τέξας, του Μιζούρι, του Οχάιο και της Βόρειας Καρολίνας.

Οι εκλογικές περιφέρειες κανονικά χαράσσονται από τις Πολιτείες κάθε δέκα χρόνια, μετά την απογραφή του πληθυσμού. Ο Τραμπ όμως ζήτησε φέτος από το Τέξας, τη μεγαλύτερη Πολιτεία που ελέγχουν οι Ρεπουμπλικάνοι, να αλλάξει εκτάκτως τη χάραξη, έτσι ώστε να ωφεληθεί το κόμμα τους στις βουλευτικές εκλογές του 2026. Αυτό μάλιστα δεν έγινε με κάποια κρυφή συνεννόηση, αλλά με δημόσια ανάρτηση του Τραμπ! Το παράδειγμα του Τέξας ακολούθησαν και οι Πολιτείες που αναφέραμε παραπάνω, με αποτέλεσμα οι Ρεπουμπλικάνοι να ελπίζουν να κερδίσουν συνολικά κάπου 9 επιπλέον έδρες. Με την «απάντηση» του Νιούσομ, οι Δημοκρατικοί ελπίζουν να μειώσουν αυτό το πλεονέκτημα στις 4 έδρες, κάτι που μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο στην ευαίσθητη ισορροπία του Κογκρέσου. Αυτή τη στιγμή οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν 220 έδρες και οι Δημοκρατικοί 215, αλλά του χρόνου αναμένεται να υπάρξει σημαντική αύξηση στη δύναμη των Δημοκρατικών, όπως γίνεται σχεδόν πάντα στις «ενδιάμεσες εκλογές» για το κόμμα που βρίσκεται στην αντιπολίτευση.

Τέλος, αξίζει να αναφέρουμε επιγραμματικά άλλες δύο αναμετρήσεις που δεν είδαν ιδιαίτερα το φως της δημοσιότητας:

Στο Ανώτατο Δικαστήριο της Πενσυλβάνια, οι δικαστές που είχαν ψηφιστεί από τους Δημοκρατικούς κατάφεραν να παρατείνουν τη θητεία τους. Αυτή η εξέλιξη είναι σημαντική για την περίπτωση που θα υπάρξουν το 2026 ή το 2028 νέες προσπάθειες αμφισβήτησης του εκλογικού αποτελέσματος από τους Ρεπουμπλικάνους (όπως είχε γίνει το 2020), δεδομένης της κρίσιμης σημασίας αυτής της Πολιτείας.

Στον «Βαθύ Νότο», στην τοπική Γερουσία της Πολιτείας του Μισισιπή, οι Ρεπουμπλικάνοι έχασαν την αυξημένη πλειοψηφία που διατηρούσαν επί χρόνια, κάτι που μειώνει την ευελιξία τους σε κάποιες σημαντικές ψηφοφορίες.

Μαμντανί: Μια αποτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων
© Michael M. Santiago/Getty Images

Τα πιθανά «μαθήματα» των εκλογών για τους Δημοκρατικούς

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτές οι νίκες έχουν αλλάξει το κλίμα στο Δημοκρατικό κόμμα, όπου μέχρι πρότινος κυριαρχούσε η απογοήτευση από την επάνοδο του Τραμπ στην προεδρία. Όπως σημειώναμε σε αυτή τη στήλη και τον προηγούμενο μήνα, κάποιες πρόσφατες εξελίξεις, όπως η επιτυχία των μαζικών διαδηλώσεων με το σύνθημα «No Kings», είχαν δείξει πως το κλίμα ίσως αλλάζει. Τα αποτελέσματα των εκλογών επιβεβαιώνουν αυτή την τάση, έστω κι αν δεν έγιναν σημαντικές αναμετρήσεις σε ολόκληρη τη χώρα. Οι Δημοκρατικοί επομένως, τόσο σε επίπεδο στελεχών όσο και σε επίπεδο ψηφοφόρων, πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η περσινή ήττα δεν ήταν «συντριβή» (οι αριθμοί άλλωστε ποτέ δεν έδειξαν κάτι τέτοιο), και δεν είναι αδιανόητη η αντιστροφή της.

Το επόμενο σημαντικό μήνυμα έρχεται από τον ίδιο τον Τραμπ, ο οποίος πρόβαλλε δύο λόγους για την ήττα του κόμματός του: την απουσία του ιδίου από τα ψηφοδέλτια, και το κλείσιμο της κυβέρνησης. Όσον αφορά το πρώτο, υπάρχει όντως ένα φανατικό κοινό που πηγαίνει στις κάλπες μόνο για να ψηφίσει τον Τραμπ, απέχοντας από άλλες ψηφοφορίες. Πρέπει να σημειώσουμε όμως ότι φέτος αφενός είχαμε ιστορικό ρεκόρ συμμετοχής στις ψηφοφορίες για κυβερνήτη της Βιρτζίνια και του Νιου Τζέρσεϊ, αφετέρου στη Νέα Υόρκη ψήφισε σχεδόν διπλάσιος αριθμός πολιτών σε σχέση με το 2021 και το 2017. Αυτά δείχνουν ότι οι νίκες των Δημοκρατικών είναι αποτέλεσμα έντονης κινητοποίησης και δεν μπορεί κανείς να τα απαξιώσει ως μη αντιπροσωπευτικά της άποψης των πολιτών.

Οι νίκες των Δημοκρατικών είναι αποτέλεσμα έντονης κινητοποίησης και δεν μπορεί κανείς να τα απαξιώσει ως μη αντιπροσωπευτικά της άποψης των πολιτών.

Όσον αφορά τώρα την παραδοχή του Τραμπ ότι το περιβόητο shutdown έχει ζημιώσει τους Ρεπουμπλικάνους, είναι ένα (ακούσιο φυσικά) μήνυμα προς τους Δημοκρατικούς ότι άξιζε το ρίσκο που πήραν μπλοκάροντας επί ένα μήνα τον προϋπολογισμό, και δεν πρέπει να κάνουν πίσω τώρα. Προς το παρόν ο Τραμπ συνεχίζει να μη θέλει να συμβιβαστεί, πιέζοντας τους Ρεπουμπλικάνους να αλλάξουν τον κανονισμό της Γερουσίας ώστε να περάσει ο προϋπολογισμός με απλή πλειοψηφία (κατάργηση του “filibuster”), αλλά αυτό φαίνεται απίθανο να γίνει. Τώρα η πίεση από τους πολίτες αυξάνεται, καθώς έχουν αρχίσει να βλέπουν τις υπέρογκες αυξήσεις κόστους της ιατρικής ασφάλισης για το 2026, λόγω της κατάργησης των σχετικών φοροαπαλλαγών. Αυτές ακριβώς οι φοροαπαλλαγές είναι που ζητούν οι Δημοκρατικοί να συμπεριληφθούν στον προϋπολογισμό, προκειμένου να τον ψηφίσουν. Επιπλέον, όμως, αυξάνονται τα προβλήματα στα αεροδρόμια, καθώς όλο και περισσότεροι απλήρωτοι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας απουσιάζουν «λόγω ασθένειας». Μέχρι τις 27 Νοεμβρίου, που όλη η χώρα θα ταξιδεύει για την αργία του Thanksgiving, η πίεση προς την κυβέρνηση θα έχει γίνει ασφυκτική.

Τα επόμενα πιθανά «μαθήματα» έρχονται από την κατανόηση της επιτυχίας του Ζοχράν Μαμντάνι. Ασχέτως του αν θα καταφέρει να υλοποιήσει τις –σοσιαλιστικής κατεύθυνσης– προεκλογικές του υποσχέσεις (κάτι που ομολογουμένως φαίνεται πολύ δύσκολο, έως απίθανο), το γεγονός παραμένει ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι τον επέλεξαν γιατί έδωσε βάρος στα οικονομικά τους προβλήματα. Σύμφωνα με δημοσκόπηση του CNN, το 58% των ψηφοφόρων θεωρούν ως σημαντικότερο πρόβλημα το κόστος ζωής (η εγκληματικότητα ήταν δεύτερη με 22%), κι από αυτούς το 66% ψήφισε τον Μαμντάνι. Η δυσφορία με την ακρίβεια ήταν επίσης από τους βασικούς λόγους νίκης του Τραμπ πέρσι, αλλά η κατάσταση έχει τώρα χειροτερέψει, δίνοντας μια ευκαιρία στους Δημοκρατικούς να επανέλθουν με ένα πιο σαφές –και ρεαλιστικό– οικονομικό πρόγραμμα.

Ο ίδιος ο Μαμντάνι ως πρόσωπο αντιμετωπίζεται από τους ψηφοφόρους ως σύμβολο ανανέωσης, απέναντι σε φθαρμένους και γερασμένους πολιτικούς

Ο Μαμντάνι όμως κέρδισε και για άλλους δύο σημαντικούς λόγους: Έκανε μια πολύ σύγχρονη προεκλογική καμπάνια, με πρωτοποριακή επικοινωνία, που πρέπει να μελετηθεί από το επιτελείο του κόμματος ως παράδειγμα προς μίμηση. Και τέλος, ο ίδιος ο Μαμντάνι ως πρόσωπο αντιμετωπίζεται από τους ψηφοφόρους ως σύμβολο ανανέωσης, απέναντι σε φθαρμένους και γερασμένους πολιτικούς «από τζάκι» σαν τον Κουόμο. Θα είναι εξαιρετικά δύσκολο βέβαια για τους επικεφαλής του κόμματος να δεχτούν ότι πρέπει να δώσουν χώρο σε μια νέα γενιά πολιτικών, αλλά η κατάσταση στο Κογκρέσο έχει φτάσει σε ιστορικά ρεκόρ, με 55 από τους 215 βουλευτές των Δημοκρατικών να είναι άνω των 70 ετών. Τη δεκαετία του 1990 υπήρχαν λιγότεροι από 20 βουλευτές σε αυτή την ηλικία.

 Τέλος, όπως αναφέραμε, το Δημοκρατικό κόμμα πρέπει να προσαρμόσει τους βασικούς ιδεολογικούς του άξονες στις ανάγκες της κάθε τοπικής κοινωνίας, έτσι ώστε να έχει τη μέγιστη δυνατή απήχηση. Η συνεχής παραφιλολογία για τον «επόμενο ηγέτη» του κόμματος (ο οποίος σπάνια στο παρελθόν είχε αναδειχθεί πριν από τη χρονιά των προεδρικών εκλογών, για οποιοδήποτε κόμμα), αποσυντονίζει από τον ουσιαστικό και άμεσο στόχο, που είναι η επανάκτηση του ελέγχου στη Βουλή και η αύξηση των εδρών στη Γερουσία, στις εκλογές που θα γίνουν σε ένα χρόνο από τώρα. Οι προεδρικές εκλογές του 2028 είναι μακριά ακόμα, και για να έχουν οι Δημοκρατικοί καλές πιθανότητες να κερδίσουν τότε, θα πρέπει να κάνουν σκληρή και συστηματική δουλειά ώστε να στρώσουν τον δρόμο, ξεκινώντας από σήμερα.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.

// EMPTY