Κοσμος

Υπάρχει «τραμπισμός» χωρίς τον Ντόναλντ Τραμπ;

Οι Αμερικανοί liberals είναι άραγε υπεραισιόδοξοι όταν λένε ότι ο τραμπισμός θα καταρρεύσει μετά τον Τραμπ;

Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ντόναλντ Τραμπ: Το ένταλμα σύλληψής του, οι διαδηλώσεις, η ενδεχόμενη υποψηφιότητά του για το 2024, ο «τραμπισμός» και οι φατρίες του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.

Ενώ για μια ακόμα φορά ο Ντόναλντ Τραμπ είναι υπόδικος και ενθαρρύνει τους οπαδούς του σε διαδηλώσεις, επιβεβαιώνει την ενδεχόμενη υποψηφιότητά του για το 2024. Αν και τον αψηφούν πολλά στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος —η Nikki Haley, ο Ron DeSantis, ο Μike Pompeo— το κοινό του παραμένει αφοσιωμένο, αν όχι στον Τραμπ ως πρόσωπο, τουλάχιστον στα φερσίματά του, στον αέρα απελευθέρωσης των ενστίκτων που έφερε στο κόμμα. Ο Τραμπ δεν νοιάζεται καθόλου για το Grand Old Party: αν το κόμμα δεν τον στηρίξει με τον τρόπο που απαιτεί, θα κατέβει μόνος του στις εκλογές· ή θα σκαρώσει στα γρήγορα ένα κόμμα, θα το στήσει σαν μια ακόμα επιχείρηση. Αλλά νομίζω ότι δεν υπάρχει τέτοιος κίνδυνος: το GOP έχει παρασυρθεί από την προσωπικότητα του Ντόναλντ Τραμπ αποδεικνύοντας τη σαθρότητα του συντηρητισμού και της συνταγματικότητας. Στο ερώτημα αν υπάρχει «τραμπισμός» χωρίς Τραμπ, η απάντηση των Αμερικανών liberals είναι μάλλον όχι —υπό τον όρον να αποδειχθεί και να διαδοθεί η αλήθεια γύρω από τον μύθο του ως επιχειρηματική ιδιοφυΐα.

Στα μάτια των Ευρωπαίων είναι αδιανόητο να θαυμάζεις έναν δισεκατομμυριούχο επειδή έγινε δισεκατομμυριούχος: οι Ευρωπαίοι ξέρουν ότι, αν και ο πλούτος μπορεί να είναι έντιμος, ο πλούτος τύπου και μεγέθους Τραμπ είναι αποτέλεσμα κερδοσκοπίας. Ωστόσο, πολλοί Αμερικανοί είναι έκθαμβοι μπροστά σε τόση καλοτυχία η οποία δίνει την εντύπωση πως όλα στις ΗΠΑ είναι δυνατά: από το να πάρεις πτυχίο κολεγίου χωρίς να μάθεις τίποτα μέχρι το να παραβιάζεις τους νόμους χωρίς να πάθεις τίποτα. Ο Ντόναλντ Τραμπ ικανοποιεί το λαϊκό αίσθημα της υπέρβασης της νομιμότητας, της εύκολης επιτυχίας, της κατεργαριάς. Θα μπορούσε ένας άλλος υποψήφιος για την προεδρία να εκλεγεί με την ίδια ιδεολογική πλατφόρμα και παρόμοια ρητορεία;

Μερικοί Ρεπουμπλικανοί, όπως ο Ed Gillespie από τη Βιρτζίνια, προσπάθησαν να μιμηθούν τον Τραμπ, ενώ όλοι ανεξαιρέτως συντάχθηκαν με τη θορυβώδη εκστρατεία του Make America Great Again με την οποία φυσικά κανείς δεν διαφωνεί. Αλλά ο Τραμπ δεν συνοψίζεται σε θέσεις, σε πρόγραμμα και σε πλατφόρμα: είναι ένα παραμορφωμένο σύμβολο της αμερικανικότητας, το οποίο, αν και έχει παρατηρηθεί πολλές φορές στην αμερικανική ιστορία, φαινόταν παρελθόν. Αυτή τη φορά, το εμπρηστικό ύφος άσκησης της πολιτικής μαζί με το υπόβαθρο filthy rich συνδυάστηκε με κάποιο σκοτεινό χάρισμα —συχνά, στην πολιτική, η πλήρης απουσία χαρίσματος ισοδυναμεί με χάρισμα: το φαινόμενο παρατηρείται και στη λαϊκή τέχνη, στο κιτς, στις κινηματογραφικές ταινίες cult. O εν λόγω συνδυασμός συνέπεσε με μια συγκυρία στην οποία οι Ρεπουμπλικανοί ενδιαφέρονται λιγότερο από ποτέ για το κράτος δικαίου: αν συγκρίνουμε το Ρεπουμπλικανικό κόμμα επί Ρόναλντ Ρέιγκαν και επί Ντόναλντ Τραμπ θα παρατηρήσουμε αυτή τη θεμελιώδη διαφορά· ο Ρέιγκαν ήταν μαριονέτα των μεγάλων επιχειρήσεων αλλά δεν αδιαφορούσε για τη συνταγματική νομιμότητα. Τότε, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα ήταν αφοσιωμένο στον Νόμο και στην Τάξη· και μολονότι ο Ρέιγκαν είχε στοιχεία φαιδρότητας —αν ο Τραμπ προέρχεται από τη Reality TV, ο Ρέιγκαν προερχόταν από τα B-movies— η διαγωγή του ήταν γενικά ευπρεπής και σίγουρα δεν έχτιζε το GOP γύρω από τον εαυτό του.

Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα περιλαμβάνει πολλές φατρίες και πτέρυγες. Κατά τον 19ο αιώνα, ανάμεσά τους ήταν οι Half-Breeds (οι «ημίαιμοι») οι οποίοι θεωρούνταν, με τα κριτήρια εκείνης της εποχής, μετριοπαθείς που ζητούσαν αξιοκρατία· στις δεκαετίες 1870-1880 είχαν αποκτήσει κάποια δύναμη ως εσωκομματική αντιπολίτευση στους λεγόμενους Stalwarts, τους «φανατικούς». Μια άλλη πτέρυγα ήταν οι Ριζοσπάστες που υποστήριζαν την άμεση και ολοκληρωτική κατάργηση της δουλείας και αργότερα τα πολιτικά δικαιώματα για τους απελευθερωμένους σκλάβους κατά την περίοδο της Ανασυγκρότησης. Αν και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα ήταν το κόμμα του Λίνκολν, ο Λίνκολν δεν θεωρούνταν «ριζοσπαστικός»: αντιπολίτευση στους Stalwarts, που ευνοούσαν την κομματική άλωση του κράτους μέσω της ρουσφετολογίας, ασκούσαν περισσότερο οι λεγόμενοι Roosevelt Republicans που συσπειρώθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα γύρω από τον πρόεδρο Theodore Roosevelt. Ο Roosevelt, αφού προώθησε τo πρόγραμμα «Square Deal» με στόχο τον έλεγχο  των επιχειρήσεων, την προστασία των καταναλωτών και τη διατήρηση των φυσικών πόρων, απομακρύνθηκε από τους Ρεπουμπλικανούς και η προοδευτική πτέρυγα του κόμματος παρήκμασε.

Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, οι μετριοπαθείς ή φιλελεύθεροι Ρεπουμπλικανοί αναφέρονταν ως «The Eastern Establishment» ή «Rockefeller Republicans» (από τον Νέλσον Ροκφέλερ): ανάμεσά τους ήταν ο πρόεδρος Dwight D. Eisenhower. Η δύναμή τους να μειώθηκε στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα και πολλοί Ρεπουμπλικανοί τύπου Ροκφέλερ αντικαταστάθηκαν από συντηρητικούς και μετριοπαθείς Δημοκρατικούς, όπως τα μέλη των συνασπισμών Blue Dog ή των Νεοδημοκρατών.

Στον 21ο αιώνα, οι Ρεπουμπλικανοί αυτοπροσδιορίζονται είτε ως συντηρητικοί (που εκπροσωπούνται στο Κογκρέσο από την Ρεπουμπλικανική Επιτροπή Μελέτης κι από την Ομάδα Ελευθερίας), είτε ως μετριοπαθείς (που εκπροσωπούνται στο Κογκρέσο από την Ομάδα Διακυβέρνησης των Ρεπουμπλικανών), είτε ως ελευθεριακοί (που εκπροσωπούνται στο Κογκρέσο από το Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο Ελευθερίας). Γύρω από τον Ντόναλντ Τραμπ σχηματίστηκε η φατρία που προκάλεσε τη δημιουργία μιας αντι-τραμπικής τάσης.

Το Ρεπουμπλικανικό κόμμα είχε διχαστεί κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Μπαράκ Ομπάμα, αλλά όχι επειδή ο Ομπάμα είναι «μαύρος» όπως νομίζουν πολλοί Ευρωπαίοι: επρόκειτο για μια ολόκληρη συγκυρία. Το λεγόμενο κατεστημένο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος παρέμεινε πιστό στο Σύνταγμα, ενώ το κίνημα Tea Party υιοθέτησε αντισυστημικές θέσεις: οι Ρεπουμπλικανοί «της κεντρικής οδού» που επικρατούσαν επί δύο δεκαετίες υποχώρησαν μπροστά στους χριστιανούς συντηρητικούς και στους ελευθεριακούς. Εξυπακούεται ότι αυτές οι κατηγορίες εμφανίζουν αλληλοεπικαλύψεις κι ότι υπάρχουν κι άλλοι τρόποι για να οριστούν— όπως, για παράδειγμα, με κριτήριο τη στάση τους έναντι του Τραμπ ή έναντι της απομονωτικής/διεθνιστικικής πολιτικής ή έναντι της ιδέας των ΗΠΑ ως χριστιανική ή κοσμική δημοκρατία. Οι φατρίες αποκτούν συχνά ευφάνταστα ονόματα —Faith and Flag, Committed Conservatives, Populist Right, Ambivalent Right— και περιλαμβάνουν δεξαμενές σκέψης και ομάδες εκπροσώπησης στα νομοθετικά όργανα.

Όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως «συντηρητικοί» στο εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού κόμματος εμπνέονται από πολιτικούς του 20ού αιώνα όπως τον γερουσιαστή Robert A. Taft, τον πολιτικό επιστήμονα Russell Kirk —συγγραφέα, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «The Conservative Mind»— και τον γνωστό δημοσιογράφο William F. Buckley Jr που ήταν ένας από τους πιο καλλιτεργημένους υπερσυντηρητικούς. Οι βασικές ιδέες των συντηρητικών ήταν και παραμένει η πλήρης επιχειρηματική ελευθερία μαζί με την απόρριψη του συνδικαλισμού, της υψηλής φορολογίας και των κυβερνητικών ρυθμίσεων. Οι συντηρητικοί ζητούν τη μείωση των κρατικών δαπανών, λιγότερη ρύθμιση της οικονομίας, ελεύθερο εμπόριο και (τουλάχιστον μερική) ιδιωτικοποίηση της Κοινωνικής Ασφάλισης, ενώ προωθούν τις οικογενειακές αξίες. Οι συντηρητικοί γενικά αντιτίθενται στην πολιτική των θετικών διακρίσεων, υποστηρίζουν τις αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες και είναι αντίθετοι στον έλεγχο των όπλων. Μέλη της συντηρητικής πτέρυγας έχουν επικριθεί ότι δεν κατανοούν το περιβαλλοντικό πρόβλημα και ότι ενθαρρύνουν την άρνηση της κλιματικής αλλαγής σε αντίθεση με τη γενική επιστημονική συναίνεση, καθιστώντας τους Ρεπουμπλικανούς εξαίρεση μεταξύ των συντηρητικών κομμάτων στον κόσμο.

Όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως συντηρητικοί χριστιανοί επιδιώκουν να εφαρμόσουν τις χριστιανικές διδασκαλίες στην πολιτική επηρεάζοντας τη νομοθεσία: το όραμά τους είναι μια χριστιανική δημοκρατία στα πρότυπα των Πουριτανών του 17ου αιώνα. Η χριστιανική δεξιά, ένας άτυπος συνασπισμός γύρω από έναν πυρήνα ευαγγελικών Προτεσταντών και Ρωμαιοκαθολικών (οι οποίοι στο πέρασμα του χρόνου έχουν κινηθεί προς τα δεξιά), καθώς και μεγάλου αριθμού Αγίων των Τελευταίων Ημερών (Μορμόνοι), έχει τις ρίζες του στις απαρχές της αμερικανικής πολιτικής· στα τέλη του 20ού αιώνα, η χριστιανική δεξιά έγινε αξιοσημείωτη δύναμη και πρωτοστάτησε στην αναθεώρηση του δικαιώματος στην άμβλωση, καθώς και κατά του γάμου των ομοφυλοφίλων — σήμερα η πλειοψηφία του Ρεπουμπλικανικού κόμματος προβάλλει παρόμοιες αντιρρήσεις.

Στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, ο fusionism —ο συνδυασμός του παραδοσιακού και του κοινωνικού συντηρητισμού με τον πολιτικό και οικονομικό δεξιό-ελευθερισμό— ήταν απαραίτητος για την ανάπτυξη του κινήματος των libertarians, της τρίτης πτέρυγας των Ρεπουμπλικανών. H φιλοσοφία τους συνδέεται στενά με τον Frank Meyer —συγγραφέα του «In Defense of Freedom: A Conservative Credo»— και τον Barry Goldwater ο οποίος εκπροσωπούσε το συντηρητικό-ελευθεριακό κίνημα της δεκαετίας του 1960, τη δεξιά απόκριση στα κοινωνικά κινήματα εκείνης της περιόδου. Οι ελευθεριακοί συντηρητικοί στον 21ο αιώνα ζητούν μείωση των φόρων και των κανονισμών, την κατάργηση της κοινωνικής πρόνοιας την οποία θεωρούν σοσιαλιστική και προστασία του συνταγματικού δικαιώματος της οπλοφορίας. Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική, οι ελευθεριακοί συντηρητικοί ευνοούν τον μη παρεμβατισμό. Η ελευθεριακή συντηρητική πτέρυγα του κόμματος διασταυρώνεται με το κίνημα του Tea Party κι αν δεν ταυτίζεται μαζί του είναι για προσωπικούς λόγους, για ατομικές φιλοδοξίες.

Μια ακόμα τάση είναι οι νεοσυντηρητικοί (neocons) που προωθούν παρεμβατική εξωτερική πολιτική για την εξαγωγή της δημοκρατίας διεθνώς. Πολλοί νεοσυντηρητικοί είχαν αναγνωριστεί παλαιότερα ως φιλελεύθεροι ή συνδέονταν με τους Δημοκρατικούς: γενικά, η  ενεργός διεθνής πολιτική είναι χαρακτηριστικό περισσότερο των Liberals παρά των συντηρητικών. Οι νεοσυντηρητικοί δέχονται τη μονομερή στρατιωτική δράση όταν πιστεύουν ότι εξυπηρετεί έναν ηθικά έγκυρο σκοπό όπως η διάδοση της δημοκρατίας και η αντιμετώπιση εξωτερικών εχθρών.

Υπάρχει και μια μειοψηφία «κεντριστών», γνωστή ως «οικονομικά συντηρητική, κοινωνικά φιλελεύθερη», που έχει συρρικνωθεί από τη δεκαετία του 1990. Είναι κεντροδεξιοί σε δημοσιονομικά ζητήματα και μετριοπαθείς έως φιλελεύθεροι σε κοινωνικά ζητήματα. Ενώ μερικές φορές συμμερίζονται τις οικονομικές απόψεις άλλων Ρεπουμπλικανών —π.χ. ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, χαμηλότερους φόρους, ελεύθερο εμπόριο, μεταρρύθμιση της πρόνοιας— οι μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανοί διαφέρουν στο ότι ορισμένοι υποστηρίζουν τις «θετικές διακρίσεις», τους γάμους ομοφυλοφίλων, τις υιοθεσίες από ομόφυλα ζευγάρια, την πρόσβαση στην άμβλωση, τον έλεγχο των όπλων, περισσότερες περιβαλλοντικές ρυθμίσεις και μέτρα κατά της κλιματικής αλλαγής, λιγότερους περιορισμούς στη νόμιμη μετανάστευση, διευκολύνσεις για την απόκτηση ιθαγένειας και έρευνα για εμβρυϊκά βλαστοκύτταρα. Στον 21ο αιώνα, ορισμένοι πρώην Ρεπουμπλικανοί μετριοπαθείς έχουν μεταπηδήσει στο Δημοκρατικό Κόμμα. Παραμένουν μέλη του Ρεπουμπλικανικού κόμματος μερικοί εκπρόσωποι αυτής της τάσης όπως η γερουσιαστής Lisa Murkowski από την Αλάσκα, η Susan Collins από το Mέιν, ο Charlie Baker από τη Μασαχουσέτη, ο Larry Hogan από το Mέριλαντ, ο Phil Scott από το Βερμόντ και ο Chris Sununu από το Nιού Χάμσαϊρ. Ένας από τους πιο υψηλόβαθμους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς στην πρόσφατη ιστορία ήταν ο Κόλιν Πάουελ, υπουργός Εξωτερικών στην πρώτη κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους: αν και ο Πάουελ (που πέθανε τον Οκτώβριο του 2021) έφυγε από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα τον Ιανουάριο του 2021 μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο, είχε κινηθεί προς τους Δημοκρατικούς από το 2008.

Σήμερα, η κυρίαρχη φατρία στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι οι τραμπιστές. Μια δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 2021 έδειξε ότι το 46% των Ρεπουμπλικανών θα άφηνε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα για να ενταχθεί σε ένα αμιγώς τραμπικό κόμμα: δεν ξέρω αν μπορούμε να πάρουμε στα σοβαρά αυτό το αποτέλεσμα, ξέρω όμως ότι η παρουσία του Τραμπ ξεκαθάρισε το τοπίο μεταξύ δεξιάς και αριστεράς κι ότι το Ρεπουμπλικανικό κόμμα συσπειρώνει πλέον την πλειοψηφία των λευκών χριστιανών της υπαίθρου. Αυτός ο πληθυσμός φοβάται τη «Μεγάλη Αντικατάσταση», απεχθάνεται τις ελίτ των πανεπιστημίων γοήτρου και πιστεύουν ότι τα κινήματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν υπονομεύσει την κοινωνική συνοχή και την αξιοκρατία.

Πράγματι το GOP είναι διχασμένο μεταξύ των φατριών υπέρ του Τραμπ («Trump Boosters», «Die-hard Trumpers» και «Infowars GOP») και των φατριών κατά του Τραμπ («Never Trump» και «Post-Trump G.O.P.») τις οποίες ενέπνευσε ο γερουσιαστής John McCain ο οποίος αρνήθηκε να τον υποστηρίξει ως Ρεπουμπλικανό υποψήφιο στις προεδρικές εκλογές του 2016. Αν ο McCain εκπροσωπούσε τις παλιές αξίες του Eisenhower —πατριωτισμό, αίσθημα τιμής, ειλικρίνεια, αφοσίωση στη νομιμότητα— οι τραμπικές ομάδες υιοθετούν την πλατφόρμα του Tea Party αλλά χωρίς να αποδέχονται τα πρόσωπα που σχετίζονται με το εν λόγω κίνημα.

Oι Αμερικανοί liberals είναι άραγε υπεραισιόδοξοι όταν λένε ότι ο τραμπισμός θα καταρρεύσει μετά τον Τραμπ; Η απάντηση είναι ναι. Aν δούμε την ιστορία της αμερικανικής πολιτικής θα επισημάνουμε πολλές ομοιότητες με πολιτικούς του παρελθόντος —o Andrew Jackson, o Al Smith, o William Howard Taft είναι πρόχειρα παραδείγματα.