Βιβλιο

Για το τομάρι ενός μπάτσου

11640-26573.jpg
Θανάσης Μήνας
ΤΕΥΧΟΣ 277
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
5957-13744.jpg

«Τι λούκι» του Ζαν Πατρίκ Μανσέτ, μτφ. Γιάννης Καυκιάς, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, σελ. 220

Δημοσιευμένο για πρώτη φορά από τo Gallimard το 1975, είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά το 1996 από το «Στάχυ» και είχε μεταφερθεί στον κινηματογράφο (1981) από τον Αλέν Ντελόν – «Για το τομάρι ενός μπάτσου» στην ελληνική του μετάφραση. Το «Τι λούκι!» στάζει από τη μαύρη ειρωνεία του Μανσέτ, περισσότερο ίσως από κάθε άλλο βιβλίο του – μολονότι δεν συγκρίνεται ούτε με το «Μελαγχολικό μπλουζ της Δυτικής Ακτής» ούτε με την «Πρηνή θέση του σκοπευτή» (αμφότερα από την Άγρα). Το enfant terrible του νεότερου γαλλικού αστυνομικού (polar), που αποτέλεσε το σύνδεσμο ανάμεσα στο αμερικανικό νουάρ και τη σύγχρονη «πολιτικοκοινωνική» σχολή του αστυνομικού, σαρκάζει εδώ τα κλισέ του είδους και συγχρόνως αυτοσαρκάζεται κι ο ίδιος. Πίσω από τον κυνισμό του, βεβαίως, ελλοχεύει μια γερή δόση πίκρας. Πίκρας και απαισιοδοξίας για την ίδια τη γενιά του, τη γενιά του Γαλλικού Μάη, που είχε ήδη αρχίσει να βαδίζει σε στραβό δρόμο.

Είθισται τα βιβλία του Μανσέτ να μην έχουν «αίσιο» τέλος. Ακόμη κι όταν στο τέλος οι «κακοί» φεύγουν από τη μέση, το happy end είναι παραπλανητικό. Στον κόσμο του Μανσέτ δεν νοούνται νικητές και ηττημένοι. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι που κινούνται ανάμεσα στην απώλεια και την παραίτηση. Οι τελευταίες λέξεις του Ταρπόν είναι χαρακτηριστικές: «Είμαι πάνω απ’ όλα κουρασμένος».   

«Η κόκκινη Μασσαλία» Maurice Attia, μτφ. Ρίτα Κολαΐτη, εκδ. Πόλις, σελ. 548

 Μετά τον ανταρτοπόλεμο στην Κάσμπα του Αλγερίου, η δράση στο νέο μυθιστόρημα του Maurice Attia μεταφέρεται στη Μασσαλία του 1967. Ο έντιμος μέχρι βλακείας ισπανικής καταγωγής αστυνόμος Πάκο Μαρτίνεθ, που γνώρισες στο «Μαύρο Αλγέρι», καλείται να εξιχνιάσει μια σειρά από φόνους που πιθανότατα έχουν πολιτικά κίνητρα. Οι έρευνές του τον οδηγούν στο πανεπιστημιακό περιβάλλον, γεγονός που δίνει την ευκαιρία στο συγγραφέα να σκιαγραφήσει τα γκρουπούσκουλα της ριζοσπαστικής αριστεράς – τροτσκιστές, μαοϊκοί, γκεβαρικοί,  λουξενμπουργκιστές, αναρχικοί διαφόρων αποχρώσεων, καταστασιακοί και φρικιά που ακούνε Coltrane, Phaoroah Sanders και Albert  Ayler, σε μια Γαλλία που βράζει παραμονές της έκρηξης του Μάη. Κι απέναντί τους, αυτοί που κινούνται στις σκιές, οι ακροδεξιοί του ΟΑΣ που μετά την ήττα τους στην Αλγερία αφομοιώθηκαν μετά χαράς από το σύστημα, οι παρακρατικοί του γκολισμού κι οι σμπίροι τους, οι ποινικοί εγκληματίες που κατόπιν εντολής ρίχνουν για παραδειγματισμό βιτριόλι στο πρόσωπο εργαζομένων – σου θυμίζει κάτι; Συνεχίζοντας από εκεί όπου σταμάτησε στο «Μαύρο Αλγέρι», περιγράφει μια Γαλλία «που πλήττει» την εποχή του Βιετνάμ και του «Πολέμου των Έξι Ημερών», λίγο μετά από τα γεγονότα της Αλγερίας και λίγο πριν την εξέγερση του ’68. Η αφήγησή του έχει ρυθμό καταιγιστικό. Ως προς το ύφος, ο Attia έχει κληρονομήσει «κάτι» από τους trοis grands του νεότερου γαλλικού αστυνομικού. Έχει την οργή του Ρενάλ, τη μελαγχολία του Ιζό και τον κυνισμό του Μανσέτ. Γεμάτο από σινεφίλ αναφορές, από το “Vertigo” και τον «Τρελό Πιερό» ως τον καλύτερο Ζαν Γκαμπέν, πολιτικοποιημένο κατά τη σύγχρονη «μεσογειακή» άποψη για το είδος αλλά και φόρος τιμής στο κλασικό νουάρ, είναι ένα από τα πιο συναρπαστικά αστυνομικά μυθιστορήματα των τελευταίων χρόνων.

 

«Η μαθητεία» Ραφαέλ Μαζάν, μτφ. Κλερ Νεβέ, εκδ. Μελάνι, σελ. 146

Με 12 μυθιστορήματα έως τώρα στο ενεργητικό του, ο 45χρονος Ραφαέλ Μαζάν είναι όνομα του αστυνομικού στην πατρίδα του, καίτοι αμετάφραστος μέχρι πρότινος στα ελληνικά. Η «Μαθητεία», που περισσότερο φέρνει σε νουβέλα, είναι σκληρό κείμενο κι ίσως ορισμένοι το βρουν ακόμα και  αμοραλιστικό. «Πίστεψέ με, πάντα υπάρχει ένας καλός λόγος για να δολοφονήσει κάποιον» λέει αποφθεγματικά και με περίσσιο κυνισμό ο αστυνομικός-ήρωας του βιβλίου, ο οποίος παίρνει το νόμο στα χέρια του και, φρονώντας ότι επιτελεί ιεραπόστολικό έργο, τελικά μετατρέπεται σε κατά συρροή δολοφόνο. Μια τέτοια προσέγγιση ωστόσο θα ήταν επιφανειακή. Ο Μαζάν δεν συνηγορεί υπέρ κανενός εκδικητή ή δικαιωμένου μπάτσου. Τουναντίον, τονίζει ότι είναι πολύ λεπτή η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις πρακτικές της αστυνομίας και τη δράση του οργανωμένου εγκλήματος – σαν να λέει ότι αξίες όπως η ηθική και η δικαιοσύνη ποδοπατούνται κι από τις δυο πλευρές. Δυνατό ανάγνωσμα για αναγνώστες με γερό στομάχι.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ