- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Ο Ηλίας Μαγκλίνης γεννήθηκε στην τροπική Κινσάσα του Κονγκό το 1970 και μεγάλωσε στο παραλιακό προάστιο της Γλυφάδας. Όταν ήταν μικρός είχε δει τα «Σαγόνια του Καρχαρία» του Σπίλμπεργκ. Από τότε αγαπάει πολύ τους καρχαρίες και διαβάζει συνέχεια για αυτούς. Μετακόμισε στη Μεγάλη Βρετανία και τη Σκωτία για σπουδές, αλλά επέστρεψε στην Ελλάδα. Σήμερα ζει στο Μετς μαζί με τη γυναίκα του και τις τέσσερις γάτες τους. Στη δημοσιογραφία μπήκε μέσω του περιοδικού «Διαβάζω» και τον πρόωρα χαμένο Ηρακλή Παπαλέξη. Πάντα ήθελε να γίνει συγγραφέας. Έχει γράψει δύο βιβλία –το δεύτερο η «Ανάκριση» έχει μεταφραστεί στα αγγλικά και στα σέρβικα– και έχει δημοσιεύσει κάμποσα διηγήματα. Εδώ και καιρό κάθε μέρα γράφει τις σελίδες ενός βιβλίου, που, όπως λέει, έχει μέλλον ακόμα για να τυπωθεί. Είναι αρχισυντάκτης στο «Τέχνες και Γράμματα» της εφημερίδας «Καθημερινή». Του ζητήσαμε να διαλέξει μια φωτογραφία και να μας διηγηθεί την ιστορία της.
«Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη το 1950, στην έρημο της Νεβάδα. Μια παρέα νεαρών Ελλήνων σε μια απέραντη στρατιωτική περιοχή που περιλαμβάνει τη θρυλική για τους ουφολόγους Περιοχή 51, καθώς και το πεδίο πυρηνικών δοκιμών.
Οι νεαροί της φωτογραφίας είναι δεκαεννιά-είκοσι χρόνων, μαθητές της Σχολής Ικάρων, απεσταλμένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες για εντατική πτητική εκπαίδευση, το δε αυτοκίνητο είναι μάρκας Στουντεμπέικερ – η εταιρεία χρεοκόπησε εδώ και πολλές δεκαετίες. Σύμφωνα με τα ελάχιστα που είχα καταφέρει να αλιεύσω από το λιγομίλητο πατέρα μου, ο οποίος στέκεται πρώτος από δεξιά, με τα χέρια στις τσέπες και το σκούρο παντελόνι, το αυτοκίνητο είχε αγοραστεί μεταχειρισμένο, με χρήματα όλων των συμμαθητών για τις λιγοστές τους εξόδους από τη βάση, στο Λας Βέγκας ή σε κάποιο τοπικό ντράιβ ιν, εκεί μάλιστα φορώντας τις πιτζάμες τους.
Η ιστορία είναι αυτή: Τον Απρίλιο του 1949, 55 μαθητές της 22ης Σειράς της Σχολής Ικάρων στάλθηκαν στην Αμερική για να “πάρουν τα φτερά τους”. Είχαν προηγηθεί οι Ίκαροι της 21ης Σειράς, το 1948, η οποία είχε και ένα νεκρό στην εκπαίδευσή της. Από τους 55 της 22ης Σειράς που ξεκίνησαν από την Ελλάδα, “τα φτερά τους” πήραν μόλις 13 – ανάμεσα σε αυτούς και ο πατέρας μου. Στην πορεία της εκπαίδευσης, οι αυστηροί, απαιτητικοί Αμερικανοί εκπαιδευτές, βετεράνοι του Β΄ Παγκοσμίου, με καταρρίψεις γερμανικών και ιαπωνικών καταδιωκτικών στο ενεργητικό τους, “έκοβαν” όσους έκριναν ότι παρουσίαζαν προβλήματα ως χειριστές μαχητικών αεροσκαφών. Αυτό σήμαινε ότι κάθε τόσο κάποιοι επέστρεφαν στην Ελλάδα με το ηθικό στα γόνατα και οι αποχαιρετισμοί με όσους παρέμεναν υπήρξαν σπαραξικάρδιοι: τα παιδιά αυτά είχαν δεθεί μεταξύ τους με ένα μοναδικό τρόπο. Το διαπίστωσα, πάνω από μισό αιώνα μετά, στην κηδεία του πατέρα μου, όταν είδα τα “παιδιά”, κάποια της φωτογραφίας, να έρχονται απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας για να τον συνοδεύσουν στην τελευταία του πτήση.
Οι δεκατρείς που άντεξαν παρέμειναν στην Αμερική κάτι περισσότερο από δώδεκα μήνες. Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη από το δεύτερο μισό της εκπαίδευσης. Το πρώτο μέρος, που ουσιαστικά συνιστούσε μύηση στην πτήση, είχε ολοκληρωθεί στο Σαν Αντόνιο, στο Τέξας. Το αμερικανικό έθιμο έλεγε πως όποιος πετούσε το πρώτο του σόλο, οι υπόλοιποι το γιόρταζαν πετώντας τον με τα ρούχα στη μεγάλη πισίνα που διέθετε η βάση. Στη Νεβάδα, και για την ακρίβεια στην αεροπορική βάση Νέλις, οι Ίκαροι μεταφέρθηκαν για το δεύτερο σκέλος της εκπαίδευσης, όπου οι συνθήκες διαβίωσης δεν ήταν τόσο ιδανικές, όμως εκεί πέταξαν το θρυλικό ελικοφόρο καταδιωκτικό Μάστανγκ Ρ-51, επιδιδόμενοι και σε “ασκήσεις αποφυγής”, παράτολμους ελιγμούς μέσα στα φαράγγια του Γκραντ Κάνιον.
Οι ιστορίες τους από την Αμερική περιλαμβάνουν και Αμερικανίδες ή νεαρές Μεξικανές, συνήθως στο πίσω κάθισμα της Στουντεμπέικερ, δίσκους 78 στροφών του Μπένι Γκούντμαν και του Τόμι Ντόρσεϊ, επισκέψεις σε ντάινερ Ελληνοαμερικανών, καθώς και στα στούντιο της 20th Century Fox. Αφού επέστρεψαν, ορκίστηκαν ανθυποσμηναγοί στο Τατόι, κάποιοι (όπως ο πατέρας μου) στάλθηκαν στον πόλεμο της Κορέας, επέζησαν για να πετάξουν μετά αεριωθούμενα, μερικοί σκοτώθηκαν πολύ νωρίς σε κάποια τους πτήση – όπως συμβαίνει σε κάθε Σειρά της Σχολής Ικάρων. Τους αποκαλούσαν πάντως “Αμερικανούς” έως τα γεράματά τους.
Ήμουν δεκαέξι χρονών όταν ανακάλυψα αυτή τη φωτογραφία με το double exposure στη δεξιά της πλευρά – μαζί με πολλές άλλες παρόμοιες.
Παραμένει ένα από τα πολλά, σπάνια και ακριβά, ψηφιδωτά της προσωπικής μου μυθολογίας.»