Έχω κόψει τις συναυλίες χρόνια τώρα – είναι «κάπως» το να κουνιέσαι στο ρυθμό πολύ ουάου ενώ πονάει η μέση σου, ή ακόμα και το να τσεκάρεις το κινητό μπας κι έπαθαν τίποτα τα παιδιά σου. Από την άλλη, τα παιδιά, δικά σου ή ξένα, πηγαίνουν με τρέλα σε συναυλίες από τα 12, όπως πήγαινες κι εσύ, ή εγώ, αν εσύ ειδικά απείχες.
Ίσως επειδή έχω φάει τη συναυλία με το κουτάλι, δεν έχω σύνδρομο στέρησης: όταν κάποιος μου λέει «πάω στην Τάδε συναυλία» δεν σκέφτομαι «αχ πώς ψοφάω!» γιατί όλα έχουν τα όριά τους. Το να παρακολουθείς τι συμβαίνει στη μουσική μέσω YouTube/Internet είναι χάλια, οπότε μία στις τόσες βρίσκομαι κάπου, οπουδήποτε, και ακούω live μουσική μαζί με άλλο κόσμο. Γκρινιάρικα στην αρχή (τραβάτε με κι ας κλαίω), σιγά-σιγά κολλάω – αν μου αρέσει η μουσική, εννοείται. Αν μου αρέσει η μουσική ξεχνάω τη μέση μου, ότι πεινάω/διψάω/νυστάζω, και πού να είναι η τουαλέτα, και τι δουλειά έχω εδώ πέρα. Όπως όλος ο κόσμος.
Υπάρχουν δύο διαφορετικές σχολές για τη μουσική και το γράψιμο: του συγγραφέα Augusten Burroughs, «δεν ακούω ποτέ μουσική όταν γράφω» και του Φρίντριχ Νίτσε (στα γερμανικά έχει 800 γράμματα αυτό το όνομα!), Νίτσε λοιπόν, «η ζωή χωρίς μουσική είναι ένα λάθος». Γενικά πάω από τη μία σχολή στην άλλη, όπως σε πολλούς τομείς, ανάλογα με τη φάση και τη διάθεση.
Τέλος πάντων, μου είπε ένας φίλος ότι οι Jamming Funkers εμφανίζονται σε σούπερ πάρτι γιορτάζοντας τα 4 χρόνια τους, στις 20/2 στο Holly Wood Stage στον Άγιο Δημήτριο, και είναι πολύ καλοί, τους είχα δει στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης σε ένα Blender Festival πριν… 2 ή 3 χρόνια. Τα κορίτσια (Κλεοπάτρα-Αθηνά) που τραγουδάνε έχουν ωραίες φωνές, οι μουσικοί είναι όλοι επιπέδου (εδώ συμπληρώνει ο καθένας ό,τι θεωρεί «επίπεδο», από Βάγκνερ μέχρι Boys and Noise. Που λέει ο λόγος). Είναι σούπερ, τι άλλο να πω; Ψάχτε τους σε Facebook, YouTube, είναι κομπλέ απ’ όλα, σε τρία λεπτά (ακρόασης) έχετε πάρει μια ιδέα.
Πολύ καλοί με εντελώς άλλο στιλ είναι και οι Novo, το «σπιτικό» γκρουπ του café-bar-restaurant Κόκκινη Σβούρα: εξαιρετικοί μουσικοί με ατέλειωτο ρεπερτόριο, pop/rock ή μάλλον rock/pop στη βάση τους, και πολύ ταιριαστοί με το ίδιο το μαγαζί… που είναι κι αυτό ωραίο, post-modern κομψό, με νόστιμα πιάτα χειροποίητα, σπιτικά όπως και το συγκρότημα. Ό,τι φάγαμε ήταν πολύ σπέσιαλ, τα μεζεδάκια δηλαδή (βολεύει να πάρεις ένα μπουκάλι κρασί με μεζέδες – ακόμα και τάπας, των οποίων όμως δεν είμαι φίλος. Ούτε και μουτζαχεντίν: ας ζήσουνε και τα τάπας, απλώς προτιμάω τα spring rolls και ακόμα περισσότερο τη μηλόπιτα της «Σβούρας»… με κρασί, γιατί όχι;) Δεν είναι ακριβό, με 15-17 ευρώ το άτομο είσαι μια χαρά, αλλά σας λέω, δεν φάγαμε και ολόκληρο το Χαλάνδρι, για τους Novo πήγαμε και καλά κάναμε (κρατιέμαι τόση ώρα αλλά ναι: είναι, τι άλλο, σούπερ!)
Μετά… πήγα καλεσμένη (από καλό φίλο) στο Μέγαρο Μουσικής, στον «Τριστάνο και Ιζόλδη» του Ρίχαρντ Βάγκνερ από την Εθνική Λυρική Σκηνή – είναι αριστούργημα, μία από τις «ελαφρύτερες» δουλειές του Βάγκνερ, που δεν φημίζεται για την ελαφράδα του. Ο Βάγκνερ (1) είναι ο αγαπημένος του Νίκου Καρβέλα και (2) ήταν τρομερός Σαρδανάπαλος – τα έφτιαχνε στη ζούλα με τις γυναίκες των κολλητών του. Το (1) το θυμάμαι από μια συνέντευξη που ΔΕΝ μου έδωσε τελικά ο Καρβέλας πριν 100 χρόνια, στην οποία μιλούσε ΜΟΝΟΝ για τον Βάγκνερ. Το (2) επειδή το διάβασα στη Wikipedia, εννοείται. Ήταν υπέροχα στο Μέγαρο, και μου φάνηκε σαν να έβλεπα μια άλλη Ελλάδα, των 90s ή 00s, με γούνες, χρυσαφικά και τσάντες υπερ-μάρκες, με εισιτήρια από 30-60 ευρώ – για μία όπερα που κρατάει 5 ώρες δεν είναι και πολλά, αλλά για το σημερινό Έλληνα είναι ποσόν. Τέλος πάντων είναι μια ανακούφιση ότι υπάρχει το Μέγαρο (ακόμα κι αν είναι χρεωμένο, όπως λένε) – σε κάνει να αισθάνεσαι ότι υπάρχει ακόμα αυτή η άλλη Ελλάδα, όπως και ότι όλα είναι πιθανά. Που δεν είναι, αλλά γιατί να μη το πιστεύεις;
Info: Jamming Funkers, «Holly Wood Stage», Λ. Βουλιαγμένης 289, Άγιος Δημήτριος, 210 9700418, 6942 657651
Novo, «Κόκκινη Σβούρα», Αγίου Γεωργίου 17, Χαλάνδρι, 211 0125454
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Βασ. Σοφίας & Κόκκαλη, 210 7282333