- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
«Κρατήσου γερά» μου λέει ο Χρήστος Ζαμπούνης και βάζει μπρος τη μηχανή του. Τον αγκαλιάζω σφιχτά, «είπαμε να κρατηθείς, όχι να μου την πέσεις!» μου φωνάζει. Γελάμε και οι δυο, διασχίζουμε τη νυχτερινή Αθήνα, πειράζουμε στο δρόμο αγόρια και κορίτσια, μιλάμε με οδηγούς που τον αναγνωρίζουν και κατευθυνόμαστε προς την γκαλερί της Ρεβέκκας Καμχή. Ήταν βράδυ και οι εκδόσεις «Φερενίκη», παρουσίαζαν ένα βιβλίο αφιερωμένο στον Άγγελο Δρούλια, μια μυθική μορφή των 80s, ένα πολυτάλαντο αγόρι που έλαμψε στις παρέες μας και τώρα είναι άγγελος πραγματικός.
Αχ, τα 80s! Την ίδια στιγμή που η γενιά του Πολυτεχνείου αναλάμβανε την εξουσία, μια άλλη γενιά, η γενιά του πολυτεχνίτη και ερημοσπίτη, αναλάμβανε να διδάξει τι είναι μόδα, τι είναι in, τι είναι out, τι γίνεται στο Παρίσι, τι γίνεται στη Νέα Υόρκη. Δεν υπήρχαν κινητά, ίντερνετ, βίντεο, κανάλια τηλεόρασης, ψηφιακές κάμερες. Η πληροφορία αργούσε να φτάσει και, όταν έφτανε, δεν είχε τρόπο να διαδοθεί. Έτσι άρχισαν να γίνονται αλλεπάλληλα πάρτι, όπου άνθρωποι που είχαν ταξιδέψει στο εξωτερικό συναντιόντουσαν μες στους καπνούς και τις μυτιές για να ανταλλάξουν πληροφορίες, έντυπα, φωτογραφίες, δίσκους βινυλίου, προγράμματα θεάτρων, περιοδικά, μέχρι και ρούχα και παπούτσια. «Μπορείς να μου φέρεις μια κολόνια Armani από τη Ρώμη;» ρώταγες τον τυχερό φίλο που μπορούσε να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Κι όταν στην έφερνε ψεκαζόσουν από την κορυφή ως τα νύχια και πήγαινες στο πάρτι να στριμωχτείς ανάμεσα σε γνωστούς και φίλους, «αγάπη μου, τι ωραία που μυρίζεις! τι κολόνια είναι αυτή;» «Η καινούργια του Armani».
Τα πάρτι ήταν σαν να μπαίνεις σήμερα στο ίντερνετ και να μιλάς με φίλους, να αγοράζεις ή να πουλάς, να μαθαίνεις τι γίνεται στον κόσμο. Τότε όμως έπρεπε να ήσουν εκεί, αυτοπροσώπως. Έπρεπε να σηκωθείς, να κάνεις μπάνιο, να ντυθείς με τα πιο μοντέρνα ρούχα σου, να κάνεις μαλλιά και μακιγιάζ, να βάλεις κι ένα φτερό για εντύπωση. Και το σπουδαιότερο, να πας στο σωστό πάρτι, εκεί που θα είναι οι πιο ενημερωμένοι, οι πιο μοντέρνοι και συγχρόνως οι πιο όμορφοι, οι πιο ερωτικοί, οι πιο διαθέσιμοι.
Μύκονος 1979. Billy Bo και Άγγελος Δρούλιας.
Τέτοια πάρτι οργάνωνε ο Άγγελος. Με την ίδια δεξιοτεχνία που συνδύαζε πολύχρωμα μαντίλια, έφτιαχνε και ένα πολύχρωμο πάρτι. Εκεί μπορούσες να δεις από τη σταρ του σινεμά μέχρι το τεκνό απ’ την Κυψέλη. Κι αν ήθελες να μιλήσεις με κάποιον και ντρεπόσουν, ήταν ο Άγγελος εκεί, με τα καφτάνια και τα στρογγυλά γυαλιά, άλλοτε σαν Μαχάτμα Γκάντι και άλλοτε σαν Κωνσταντίνος Καβάφης να σε πιάσει από το χέρι «πάμε να σου γνωρίσω τη Μάουζι Τσαλδάρη, αγαπούλα μου. Έλα χρυσό μου, cool, be happy!»
Βλέπω τη Μάουζι να ανεβαίνει τα σκαλιά της γκαλερί και την ακολουθώ. Στον πρώτο όροφο ένας μπουφές με όλα τα καλά και κομψές φιάλες από λάδι, προσφορά του Φιλίπ Πολί, που είναι Ιταλός και ξέρει από καλό λάδι. Το δοκιμάζω, είναι εξαιρετικό, Phillipos είναι η επωνυμία, το περισσότερο το εξάγει. «Φέτος», μου λέει, «είναι καλή χρονιά». Πέφτω πάνω στη Ρεβέκκα. Φοράει μια υπέροχη ινδιάνικη φούστα. Αγκαλιές, φιλιά, δίπλα η κόρη της, η Ανατολή. Θυμάμαι το τραγούδι «Ανατολή σε λέγανε κι άγγελοι σε νταντεύανε» που στη συγκεκριμένη περίπτωση κυριολεκτεί, αφού τη μικρή τη ντάντευε ο Άγγελος.
Ο Άγγελος Δρούλιας είχε επιμεληθεί το styling της διαφήμισης της εταιρίας Guess, με τον Αντώνη Φραγκάκη και την Claudia Schiffer.
«Κουκλίτσα μου!» «Αγαπούλα μου» «Τι κάνεις χρυσό μου;» «Μια χαρά σε βλέπω, μωρό μου». Λέξεις παλιακές, χαμένες στο βάθος του χρόνου, που ανασύρονται σαν σύνθημα και παρασύνθημα μιας παρέας που τα έχει δει όλα κι απόψε έχει μαζευτεί για ένα πάρτι-μνημόσυνο και για μια πρόχειρη καταμέτρηση. Δεν έχει έρθει ακόμα ο κόσμος, «πάντοτε αργούν, αγάπη μου» μου λέει η έμπειρη Ρεβέκκα. Ευκαιρία να την πέσω στον μπουφέ, σκέφτομαι, ορμάω, μπουκώνομαι με κεφτεδάκια και ντολμαδάκια, «κάνε μου χώρο στο τραπέζι να βάλω αυτή την πιατέλα» ακούω από πίσω μου μια αυταρχική φωνή. Γυρίζω, είναι η Φαίνη Ξύδη, ντυμένη με κατακόκκινο παλτό, με ένα υπέροχο καπέλο και μια πιατέλα μελιτζανοσαλάτα στα χέρια. «Φαίνη μου, αγάπη μου, τι κάνεις;» «Πέρασα μια περιπέτεια με την υγεία μου αλλά τώρα είμαι καλά. Άνοιξέ μου αυτά τα κουτιά» και μου δείχνει τέσσερα πακέτα με φρυγανιές. Τις τακτοποιεί γύρω από την πιατέλα. Την παρακολουθώ και θέλω να της πω ότι μας γνώρισε ο Άγγελος, αλλά εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται ο Τάκης Τσαντίλης και αρχίζουν να μιλάνε.
Τους αφήνω να τα πουν και ξαναπέφτω με τα μούτρα στον μπουφέ. Με την άκρη του ματιού μου βλέπω να μπαίνει ο Τάσος Μελετόπουλος. Αυτός πια κι αν έχει να θυμηθεί πάρτι στο «Εργοστάσιο»! Με τον Άγγελο είχαν κάνει ένα homage στον Dali. Εκεί ακούστηκε η θρυλική Έλενα να λέει στην Αλίκη Βουγιουκλάκη: «Δεν μπορώ να σας βάλω στις γυναικείες τουαλέτες, είναι μέσα η κυρία Μελίνα Μερκούρη». Και η Αλίκη να απαντά «καλά, λοιπόν, τότε κι εγώ θα πάω στις αντρικές!» Και μετά να πετάγεται αλαφιασμένος ένας τύπος και να λέει στο φίλο του: «Μαλάκα, πρέπει να την έχω ακούσει πάρα πολύ. Είδα πριν από λίγο την Αλίκη Βουγιουκλάκη εκεί μέσα! Και όπως έβγαινα, είδα και μία που ήταν ίδια η Μελίνα Μερκούρη! Α, δεν πάω καλά…»
Ενώ δοκιμάζω την καταπληκτική μελιτζανοσαλάτα της Φαίνης, ο Βασίλης Ζούλιας σκύβει στο αυτί μου και μου λέει, «αν ήταν άλλες εποχές, το πάρτι θα γινόταν στις τουαλέτες. Τώρα θα περιοριστούμε στον μπουφέ». Γέλια, αγκαλιές, φιλιά, πάντα όταν συναντάω τον Βασιλάκη χαίρομαι και θυμάμαι την εποχή που ήμασταν συγκάτοικοι στην Πλουτάρχου, στο Κολωνάκι. Εκεί, σε ένα πάρτι, αφού έχω δοκιμάσει όλες τις γνωστές ουσίες, χτυπάει το κουδούνι και πάω ν’ ανοίξω. Είναι ο Άγγελος Δρούλιας με το μακιγιέρ Δημήτρη Ζουρντό. Πάνω στα «χρυσό μου» και στα «αγαπούλα μου» πέφτω νεκρός μπροστά στα πόδια τους. Ο Ζουρντός αρχίζει να τσιρίζει, ο Άγγελος «cool, cool, love, peace» και ευτυχώς που η έμπειρη Ματούλα Καρρέρε μαζί με τον Βασιλάκη με πήραν παραμάσχαλα και με έκαναν βόλτες πάνω-κάτω στο δωμάτιο μέχρι που συνήλθα. Για να καταλάβεις, οι κάλτσες μου είχαν λιώσει από το πολύ πέρα-δώθε. Περνάει ο Κωνσταντίνος Τζούμας, πάντοτε κομψός, και μου ρίχνει μια φιλική επιτιμητική ματιά σαν να μου λέει «μετά την εκδήλωση τρώνε, όχι πριν, αυτά είναι basics». Σταματάω το μπούκωμα, πηγαίνω κοντά του, έχει πιάσει κουβέντα με τον Αντώνη Φραγκάκη και τον Γιώργο Τσεμπερόπουλο, τους χαιρετάω και τους τρεις, είναι άνθρωποι που γνώρισαν καλά τον Άγγελο εδώ στην Αθήνα, στη Νέα Υόρκη, στη Μύκονο.
Αθήνα 1994. Τάκης Τσαντίλης, Άγγελος Δρούλιας, Καλλιόπη.
Στα θρυλικά 80s, το AIDS είχε αρχίσει να θερίζει, οι σεξουαλικές σχέσεις περιορίστηκαν, όλη η καταπιεσμένη σεξουαλική ενέργεια έπρεπε να εκτονωθεί κάπου. Έτσι στα πάρτι, μια γενιά ολόκληρη, με δυνατή μουσική και ποτά, δόξασε το εφήμερο, έμαθε τι σημαίνει one night stand και έκαψε τους εγκεφάλους και τα συκώτια της χαμογελώντας μπροστά σε Polaroid. Άξιζε τον κόπο όλο αυτό; Ως επιζών θα πω πως δεν γινόταν αλλιώς. Όλα έπρεπε να έρθουν όπως ήρθαν.
Η αίθουσα έχει γεμίσει, «να αρχίσουμε;» λέει ο Ζαμπούνης, «πρώτα οι κυρίες». Η Χριστίνα Πολίτη μιλάει για το ταλέντο του Άγγελου να γίνεται αμέσως φίλος με όποιον συναντούσε. Η Καλλιόπη θυμάται τη γενναιοδωρία του, η Ρεβέκκα την καλλιτεχνική του πλευρά, η Μπαστιά την παιδικότητά του. Ο Κωνσταντίνος Τζούμας μιλάει για τον αντιφατικό χαρακτήρα του. «Natural, χρυσό μου» του έλεγε. «Όλα natural. Ούτε ναρκωτικά ούτε τίποτα» και ύστερα αν έβλεπε να κυκλοφορεί κάνα joint (έτσι έλεγαν τον μπάφο εκείνη την εποχή), έλεγε «ε, ένα joint δεν πειράζει, είναι κι αυτό natural!» Ο Αλέκος Συσσοβίτης και ο Αντώνης Φραγκάκης, δύο άνθρωποι που βοήθησε πολύ ο Άγγελος, μίλησαν και αυτοί με ζεστά λόγια, ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος μας διηγήθηκε ένα σπαρταριστό επεισόδιο στα gay baths της Νέας Υόρκης, ενώ ο Βασίλης Ζούλιας παραδέχτηκε, «τα 80s ήταν σκληρά για πολλούς, και για μένα, με βαριά χρήση ναρκωτικών, συλλήψεις και απόπειρες αυτοκτονίας. Κάποια στιγμή σταμάτησα, μπήκα σε ένα πρόγραμμα απεξάρτησης και προσπαθούσα να πείσω τον Άγγελο να σταματήσει κι αυτός. “Μα εγώ, χρυσό μου, δεν είμαι σαν κι εσένα, εγώ δεν πηδάω από μπαλκόνια…” κι εγώ του έλεγα: Denial is not a river in Egypt… μα είχε διαλέξει το δρόμο του και ήταν πια μονόδρομος». Ο Τάκης Τσαντίλης, που φιλοξένησε για χρόνια τον Άγγελο στο σπίτι του και ήταν φίλος του στενός, είπε πως μαζί του η ζωή ήταν ένα ατελείωτο πάρτι και πως όταν έχει δυσκολίες θυμάται τα λόγια του. «Χρυσό μου, μην κολλάς. Όλα θα περάσουν».
Ιούλιος 1987. Κατά τη διάρκεια του styling της διαφήμισης «Café Bravo»
Τελευταία μίλησε η αδελφή του, η Αγγελική Δρούλια, επιμελήτρια του λευκώματος, «είστε όλοι φίλοι του Άγγελου και θα μιλήσω με τα λόγια του: “Επιτέλους χρυσό μου και ένα πάρτι για μένα!” Έτσι θα έλεγε αν ερχόταν σήμερα σ’ αυτό το πάρτι». Έπειτα θυμήθηκε ένα περιστατικό λίγο πριν τις τελευταίες του στιγμές. Γύρισε και είπε στη νοσοκόμα: «Συγνώμη, αγάπη μου, αυτά τα σεντόνια, αυτές τις κουρτίνες, δεν μπορείτε να τα βγάλετε και να βάλετε κάτι πιο χρωματιστό; Παθαίνω depression όταν τα βλέπω!».
Η εκδήλωση τελείωσε, βγάζω φωτογραφίες με τη Χριστίνα Πολίτη και την Μπέττυ Λιβανού και μετά με όποιον συναντάω μπροστά μου. Βγαίνω στο μπαλκονάκι να καπνίσω, μαζί με την Άβετ Σφακιανάκη, που φρόντισε με υπομονή και επιμονή τον Άγγελο στα τελευταία του. Έρχεται στην παρέα μας και ο Άλκης Παναγιωτίδης, στην αίθουσα ακούγονται τραγούδια 80s διαλεγμένα από τη Ρεβέκκα, κανείς δεν χορεύει, όλοι έχουν στήσει πηγαδάκια γύρω από τον μπουφέ και συζητάνε. Ακούγονται δυσοίωνες λέξεις, «πέθανε», «άρρωστος», ανησυχητικές λέξεις, «σύνταξη», «λεφτά», φιλικές «θυμάσαι», «ίδιος», «αγαπούλα».
Όταν έσβησαν τα πάρτι της δεκαετίας του ’80 και ήρθανε τα 90s με την τεχνολογία τους, ο Άγγελος συνέχιζε να καλεί, να οργανώνει events, αλλά μάταια. Όλοι ζούσαν το νεοπλουτίστικο όνειρο και η φράση που άκουγες παντού ήταν «να βρεθούμε στο καινούργιο μας σπίτι, να κάνουμε μια μακαρονάδα και να δούμε τηλεόραση». Μπαίναμε αργά αλλά σταθερά στον αστερισμό του καναπέ και της μπιρίμπας. Πήγαινε στα σπίτια και έβλεπε αυτούς που πριν λίγα χρόνια ξεσκίζονταν στο χορό, να λένε την απαγορευμένη φράση «βαριέμαι σήμερα να βγω». «Χρυσό μου, Ελλάδα είμαστε, φως, ήλιος, πάμε μια βόλτα…» Δεν άντεξε για πολύ. Έκανε fade out κι έφυγε.
«Όλοι κοιτάνε την πόρτα, περιμένουν τον Άγγελο να εμφανιστεί» ακούω να λέει ο Δημήτρης Ξανθούλης στον Θοδωρή Βαρβία. Γιατί ο Άγγελος, δεν ήταν η ψυχή της παρέας, ήταν ο εμψυχωτής, ο animateur, σκηνοθετούσε την παρέα. Κι όταν εμφανίζονταν όλοι ήταν σίγουροι πως θα τους ταιριάξει με τον κατάλληλο άνθρωπο, θα τους δώσει τον κατάλληλο ρόλο να παίξουν. Όμως απόψε είναι η πρώτη και τελευταία φορά που δεν θα έρθει στο πάρτι. Ήδη τα κινητά έχουν αρχίσει να χτυπάνε, αρχίζουν τα χασμουρητά, «να βρεθούμε», «να τα πούμε». Ποια παρέα να ενώσει και ποια πληροφορία να μεταδώσει;
|
1994. Cathedral Club, «Επιτέλους, ένα πάρτι για μένα». Πάρτι γενεθλίων του Ά.Δρούλια με Ειρήνη Μομφεράτου, Ηλία Ψινάκη και Σάκη Ρουβά. Στον κύκλο, με την ιδιοκτήτρια των Follie-Folli Καίτη Κουτσολιούτσου.
Παίρνω το λεύκωμα, το λάδι Phillipos, φιλάω όποιον μπορώ και βγαίνω έξω. «Όπως παλιά» μου λέει ο Χρήστος Ζαμπούνης και καπνίζει το πούρο του. «Όπως παλιά» συμφωνώ. Κάνω με τα δάχτυλα το σήμα της νίκης, «love, peace» του λέω και χάνομαι στη νύχτα, ενώ από πάνω, από την γκαλερί ακούγεται το «I love to love».
Info: Το λεύκωμα «Άγγελος Δρούλιας - Μια ζωή φως» σε επιμέλεια Αγγελικής Δρούλια κυκλοφορεί από τις εκδ. Φερενίκη, €15
Κεντρική Φωτό: Παρίσι 1971. Με τον Ντέμη Ρούσσο και τον Βαγγέλης Παπαθανασίου, Aphrodite’s Child.
Ευχαριστούμε τις εκδόσεις Φερενίκη για την παραχώρηση του φωτογραφικού υλικού