- CITY GUIDE
- PODCAST
-
10°
«Σε τούτα τα Βαλκάνια/ σε τούτο τον αιώνα/ συνάντησα τους φίλους μου/ μια νύχτα του χειμώνα» τραγουδάει ο Σαββόπουλος και η A.V. έψαξε να συναντήσει τους Βαλκάνιους φίλους μετανάστες για να μάθει πώς ζουν, τι σκέφτονται, τα προβλήματά τους. Αφορμή στάθηκε το «γεωπολιτικής» αξίας φεστιβάλ «Transitions 1. Balkans», που διοργανώνει η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Στην Αθήνα ζουν 500.000 περίπου Βαλκάνιοι από τις γύρω χώρες. Είναι η πόλη με τους περισσότερους Βαλκάνιους στον κόσμο. Αυτές είναι οι γειτονιές, οι συνήθειες, οι ιστορίες και οι αγωνίες τους.
Αθήνα-Βουκουρέστι: 18 ώρες δρόμος
Κοιτούσα τη βιτρίνα με τις τυρόπιτες και σκεφτόμουν ότι μια ζεστή, αλμυρή τυρόπιτα θα μπορούσα να την ανταλλάξω μόνο με δύο παρόμοιες, όταν ο Τραϊάν με τράβηξε για να μου δείξει τα παραδοσιακά ρουμανικά προϊόντα του Carpathian Bakery, που βρίσκεται στη Μιχαήλ Βόδα 102-104.
Κοζονάκ, τσουρέκια που φτιάχνονται μόνο κατόπιν παραγγελίας, γεμιστά με καρύδια που έρχονται από τη Ρουμανία, κακάο, παπαρουνόσπορος, λουκούμι, ό,τι θέλεις από αυτά ή και όλα αυτά μαζί. Και κουλούρια τύπου πρέτσελ, με αλάτι, που στο Βουκουρέστι οι άνθρωποι τα αγοράζουν το πρωί πηγαίνοντας στη δουλειά. Ο Τραϊάν είναι 23 χρόνων και βρίσκεται οικογενειακώς στην Ελλάδα από το 2000. Μιλάει άπταιστα ελληνικά, αν και όταν ήρθε δεν ήξερε λέξη. «Ξεκίνησα από τετάρτη δημοτικού αλλά στην αρχή αισθανόμουν πολύ άσχημα. Μου μιλούσαν και δεν καταλάβαινα τι μου έλεγαν. Κάποιες φορές είχα βάλει και τα κλάματα. Ήμουν πολύ τυχερός, όμως, γιατί από την πρώτη μέρα ένα παιδί μού είπε να πάω να κάτσω μαζί του στο ίδιο θρανίο και να γίνουμε φίλοι. Αλλά και όλη η τάξη ήταν εντάξει μαζί μου, με φώναζαν για μπάλα, στα πάρτι. Με εκείνο το παιδί που σου λέω είμαστε και σήμερα κολλητοί, σπουδάζει στην Κρήτη και μιλάμε κάθε μέρα». Ο Τραϊάν σπουδάζει στα ΤΕΙ Χαλκίδας Διοίκηση Επιχειρήσεων, είναι Παναθηναϊκός και οι περισσότεροι φίλοι του είναι Έλληνες. Με καταγωγή από την πόλη Σουτσάβα, κοντά στο Ιάσιο, λέει ότι η φήμη πως «οι ξένοι κάνουν φασαρίες έχει ησυχάσει πια», ότι στο σπίτι πολλές φορές ξεχνιούνται και μιλάνε ελληνικά αλλά οι γονείς του βλέπουν σχεδόν μόνο ρουμάνικη τηλεόραση, ότι πρέπει να πάω οπωσδήποτε εκεί πιο δίπλα, στο Mici (Παρασίου 38, πλ. Αττικής) να φάω mici, το ρουμάνικο κεμπάπ. «Στη Ρουμανία όλοι τρώμε mici με ψωμί, μουστάρδα και μπίρα, είναι must».
Οι κατώτεροι μισθοί στις χώρες των Βαλκανίων (μεικτά) είναι: Ελλάδα: €586*, Βουλγαρία: €159, Ρουμανία: €179, Κροατία: €400, Σλοβενία: €783 (Eurostat, β΄ εξάμηνο 2013. Η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία δεν ανακοινώνει στοιχεία για τις άλλες χώρες των Βαλκανίων.* Επί 14)
«Περίμενα οι Έλληνες να είναι πιο ανοιχτοί»
Είχαμε ραντεβού στον Άγιο Παντελεήμονα και έφτασα πρώτος. Άναψα τσιγάρο κάτω από το φοίνικα και, σκεπτόμενος ότι οι Ρουμάνες έχουν τη φήμη ότι είναι πολύ ωραίες γυναίκες, αναρωτιόμουν αν η πρόεδρος της ρουμανικής κοινότητας θα δικαίωνε αυτή τη φήμη. Έτσι ήταν τα πράγματα.
Η Νικουλίτσα Γκίτσα, Νίνα για τους φίλους, δικηγόρος και πρόεδρος της κοινότητας «Ο Άγιος Στέφανος ο Μέγας» (Σεπολίων 14, πλ. Αττικής, 693 8036361), αποδείχτηκε και πολύ δυναμική. Ψάχναμε καφετέρια που να επιτρέπεται το κάπνισμα και πηγαίναμε εκείνη μπροστά κι εγώ από πίσω. Τελικά, βρήκαμε μία πίσω από την πλατεία και οι θαμώνες έδειξαν ενθουσιασμό. Μεγαλωμένη στο Βουκουρέστι, ήρθε στην Αθήνα πριν από 17 χρόνια μαζί με το σύζυγό της και τη δύο ετών, τότε, κόρη της, η οποία σήμερα είναι 19 και φοιτήτρια Ιατρικής, ενώ η μικρότερη πάει Α΄ Λυκείου. «Πριν έρθω είχα μια διαφορετική εικόνα, την οποία είχα σχηματίσει μέσα από τα βιβλία και η αλήθεια είναι ότι απογοητεύτηκα λίγο. Περίμενα οι Έλληνες να είναι λιγάκι πιο ανοιχτοί». Λέει ότι επίσημα στην Ελλάδα ζουν 50.000 Ρουμάνοι, οι 45.000 στην Αθήνα. Ανεπίσημα είναι περίπου 150.000. Η διαφορά στα νούμερα έχει να κάνει με τη μαύρη εργασία και την έλλειψη εργασίας. Οι Ρουμάνοι και οι Βούλγαροι, καθώς είναι πολίτες της ΕΕ, μπορούν να έρχονται ελεύθερα, χωρίς βίζα, και να μένουν για τρεις μήνες. Στη συνέχεια, αν θέλουν να παραμείνουν για εργασία, θα πρέπει στη λήξη των τριών μηνών να πάρουν τη σχετική βεβαίωση, προσκομίζοντας στις αρχές μια δήλωση του εργοδότη στον οποίο εργάζονται και ένα συμβόλαιο κατοικίας. Η δήλωση του εργοδότη προϋποθέτει ότι υπάρχει εργοδότης και κολλάει ένσημα. Λέει ότι μετά από τόσα χρόνια εδώ δεν ξέρει ποια είναι η πραγματική της πατρίδα, ότι οι δύο λαοί μοιάζουν πολύ, και στα καλά και στα κακά, ότι οι Ρουμάνοι εργάζονται κυρίως σε οικοδομικές εργασίες και στον τουρισμό και ότι λόγω της κρίσης και των συνεπειών της στην οικοδομή οι πιο πολλοί άντρες είναι άνεργοι και τα σπίτια συντηρούνται, πλέον, από τις γυναίκες.
Αρκετά πρακτορεία στην Αθήνα πραγματοποιούν καθημερινά ταξίδια με πούλμαν από και προς τις χώρες κύριας μετανάστευσης προς την Ελλάδα, αλλά μπορεί να ταξιδέψει όποιος θέλει. Ενδεικτικά: Αθήνα - Τίρανα €30, μετ' επιστροφής €50, 12 ώρες ταξίδι (Ψαρρών 4, πλ. Καραϊσκάκη, Μεταξουργείο, 210 5203350). Αθήνα - Σόφια €50, μετ' επιστροφής €100, 12 ώρες ταξίδι (Καρόλου 10, Μεταξουργείο, 210 5249952). Αθήνα - Βουκουρέστι €50, με επιστροφή €100, 18-20 ώρες δρόμος (Αχαρνών 57, 210 8834212).
Τα στερεότυπα για τους Αλβανούς
Στην οδό Τζωρτζ 10, στην πλατεία Κάνιγγος, εκδίδεται η εβδομαδιαία αλβανική εφημερίδα «Gazeta Athina». Η εκδότριά της, Ήρα Λόντο, στην Ελλάδα από το ’99, από τα 14 της, με καταγωγή από την πόλη Δρόπολη, έχει να το λέει: «Την “Gazeta Athina” την ξεφυλλίζει στην αλβανική τηλεόραση και ο Μπασκίμ Χότζα, ο οποίος είναι κάτι σαν τον Γιώργο Παπαδάκη».
Η ύλη της εφημερίδας περιλαμβάνει οποιαδήποτε νομοθεσία αφορά τους μετανάστες, πρακτικά θέματα για εργαζόμενους και επιχειρηματίες, συνεντεύξεις «με ανθρώπους που πέτυχαν». Η Ήρα λέει ότι η κρίση χτύπησε πρώτα τους μετανάστες και έχουν φύγει πολλοί. Κάποιοι έφυγαν μαζί με τα παιδιά τους, που είχαν γεννηθεί ή μεγαλώσει εδώ, και τα παιδιά δεν μπόρεσαν να προσαρμοστούν. Κάποιοι άλλοι πηγαινοέρχονται, «στο πηγαινέλα είναι οι περισσότεροι, όπου και για όσο μπορέσουν να βρουν δουλειά». Λέει ότι τα πρώτα χρόνια της αλβανικής μετανάστευσης, το ’91 που άνοιξαν τα σύνορα, ήταν μάλλον εύκολα, αλλά από το ’97 με τον εμφύλιο στην Αλβανία και πολύ κόσμο να έρχεται στην Ελλάδα, η κατάσταση δυσκόλεψε και δημιουργήθηκε ένα αρνητικό στερεότυπο για τους Αλβανούς. «Πλέον, τα πράγματα έχουν και πάλι αλλάξει. Έχει διαφοροποιηθεί και η νοοτροπία των Αλβανών. Έχει έρθει μια νέα γενιά, μοντέρνα και ακομπλεξάριστη, που μοιάζει πολύ και αντιμετωπίζει τα ίδια προβλήματα με την ελληνική νέα γενιά. Έχουν σπουδάσει, έχουν τα πτυχία τους και είναι άνεργοι. Η διαφορά με τους Έλληνες συνομηλίκους τους είναι ότι εκείνοι έχουν τη διέξοδο του εξωτερικού, όχι όμως και οι Αλβανοί, καθώς χρειάζεται διαβατήριο χώρας της ΕΕ για να μετακινείσαι άνετα και ελεύθερα». Λέει ότι «θέλουμε να ξεκινάμε τη συζήτηση από το πώς σε λένε και το τι κάνεις και όχι από το πού είσαι», ότι «η αλβανική κοινότητα είναι μια γέφυρα για να λυθούν τα προβλήματα που έχουν οι δύο χώρες μεταξύ τους», ότι «το κακό στερεότυπο για τους Αλβανούς λίγο πολύ έχει φύγει γιατί τα χρόνια περάσανε και γνωριστήκαμε καλύτερα».
Οι Βαλκάνιοι μετανάστες που ζουν στην Ελλάδα
Αλβανία: 323.764, Βοσνία-Ερζεγοβίνη: 296, Κροατία: 186, Μαυροβούνιο: 109, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας: 1.267, Σερβία: 2.496, Σλοβενία:* 1 (Γενική Γραμματεία Πληθυσμού και Κοινωνικής Συνοχής, Υπ. Εσωτερικών, Φεβρουάριος 2014, Δεν περιλαμβάνονται οι πολίτες της ΕΕ* Η ίδια η Σλοβενία αυτοχαρακτηρίζεται ως χώρα της Κεντρικής Ευρώπης).
Για μπίρα στη ρουμάνικη ντίσκο
Ένας φίλος είχε ακούσει για τη Ro-Mania, τη ρουμάνικη ντίσκο στην πλατεία Αττικής (Αδμητού 10), και είχε φαγωθεί: «Πάμε να δούμε πώς είναι». Φτάσαμε Σάββατο γύρω στις 2 μετά τα μεσάνυχτα και απ’ έξω κάθονταν καμιά δεκαριά τύποι με μεγάλους σβέρκους. Κάνα δυο απ’ αυτούς μας είπανε καλησπέρα.Στο μέσα μέρος μια μικρή πίστα όπου κορίτσια με μίνι φούστες χόρευαν ρουμάνικα, κάτι σαν έξαλλο ελληνικό λαϊκο-ποπ, λίγοι άντρες, μάλλον οι περισσότεροι κάθονταν απ’ έξω, και η ελληνική αντιπροσωπεία: πέντε-έξι τύποι, ο πιο μικρός 50 χρονών, όλοι μόνοι τους και όλοι έδειχναν να έχουν περάσει από τον ιππόδρομο. Πήραμε από μια μπίρα και κάτσαμε στο μπαρ, μετά πήραμε και άλλη μπίρα, μετά και τρίτη, και ο φίλος άρχισε να ζεσταίνεται. «Να ανέβω στην πίστα;» «Ανέβα» «Έλα κι εσύ» «Βαριέμαι» «Ε, δεν πάω ούτε γω». Κάτι είπε στη σερβιτόρα, κάτι του είπε κι εκείνη, αλλά ο φίλος άρχισε να κάνει πολλές ερωτήσεις και η σερβιτόρα πήγε από την άλλη πλευρά. Μετά κάτι είπε και σε μια άλλη κοπέλα, αλλά εκείνη δεν του απάντησε τίποτα. Φαίνεται πως η αντιπροσωπεία είχε προλάβει να μας βγάλει το όνομα, αλλά συμφωνήσαμε να ξαναπάμε.
Η είσοδος για εξαρτημένη εργασία περιορίζεται συνεχώς, καθώς η σχετική διαδικασία τελεί υπό την αποστολή γνώμης των φορέων όπως ο ΟΑΕΔ, η ΓΣΕΕ κ.λπ., οι οποίοι, λόγω των υψηλών ποσοστών ανεργίας, γνωμοδοτούν αρνητικά. Εξαίρεση αποτελούν οι εργάτες γης (Αποκεντρωμένη Διοίκηση Αττικής).
Το αλβανικό σχολείο της Πλατείας Αττικής
Τηλεφώνησα στη Λίρα Μπακάλι και μου είπε να την πάρω στο σταθερό, αλλά σε κάνα δεκάλεπτο, γιατί μιλούσε με Αλβανία. Έχει μια σύνδεση με 1 ώρα κινητό στην Ελλάδα, 400 λεπτά σε σταθερό στην Αλβανία και απεριόριστα κινητά και σταθερά σε Αμερική και Καναδά, μόνο με 24 ευρώ το μήνα. Σκέφτηκα ότι θα πρέπει να κάνω κάποιο λάθος με τη δική μου σύνδεση.
Με καταγωγή από το Μπεράτι, 130 χλμ. από τα Τίρανα, ήρθε στα 27 της, το ’91, με τον άντρα της. «Στην Αλβανία ήμουν δασκάλα αλλά ο άντρας μου δεν είχε δουλειά. Μέναμε και στο σπίτι με πολύ κόσμο, πεθερό, πεθερά, κουνιάδους, και είπαμε να έρθουμε Ελλάδα, να μαζέψουμε κάποια χρήματα και να γυρίσουμε να αγοράσουμε ένα σπίτι, να ζούμε μόνοι μας. Τελικά, το αγοράσαμε εδώ το σπίτι, στην πλατεία Αμερικής». Οι δουλειές που έκανε η Λίρα στην Ελλάδα ήταν είτε ως καθαρίστρια σε σπίτια είτε πρόσεχε ηλικιωμένους. Η πρώτη γιαγιά στην οποία δούλεψε, που τη λέγανε Ειρήνη, ήταν εκείνη που τη βοήθησε να μάθει ελληνικά. Της έλεγε «πιάτο» και η Λίρα το σημείωνε σε ένα τετράδιο. «Πιρούνι», «ποτήρι», «κουβέρτα». Και σιγά-σιγά, και με την τηλεόραση, έμαθε. Τώρα δεν έχει δουλειά. Ο γιος της είναι 15 και πάει στην τρίτη Γυμνασίου και η κόρη της 21, σπουδάζει Εφαρμογή Ξένων Γλωσσών στη διοίκηση και το εμπόριο, στην Ηγουμενίτσα, και τώρα είναι στη Ρώμη με Εράσμους. Οι αλβανικές οικογένειες στο σπίτι μιλάνε αλβανικά, όμως τα παιδιά «δεν ξέρουν να διαβάζουν και να γράψουν ένα γράμμα στη γιαγιά». Έτσι, η Λίρα αποφάσισε να κάνει μαθήματα γραφής και ανάγνωσης και τα τελευταία δύο χρόνια έχει περίπου 10 με 15 παιδιά, κάθε Σάββατο, στο Εργαστήρι Πολιτισμού, στην Αλκαμένους 11 (πλ. Αττικής). Τέτοια σχολεία υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα, αλλά η Λίρα λέει ότι θα περίμενε μια μεγαλύτερη βοήθεια, και από την ελληνική και από την αλβανική πολιτεία, για να γίνεται το πράγμα πιο οργανωμένα. Τη ρώτησα αν θα την πείραζε αν η κόρη της παντρευόταν με Έλληνα, ή ο γιος της όταν μεγαλώσει. «Τι να με πειράζει; Γείτονες είμαστε, τόσα χρόνια γίναμε και φίλοι».
Το 40% με 50% των μαθητών στα σχολεία του κέντρου είναι παιδιά μεταναστών, λέει ο Γιάννης Φάσσαρης, πρόεδρος της Α΄ ΕΛΜΕ και καθηγητής Βιολογίας-Χημείας στο 42ο Γυμνάσιο, στη Μιχαήλ Βόδα. Τα περισσότερα παιδιά ξέρουν ελληνικά είτε γιατί έχουν πάει εδώ δημοτικό είτε έχουν πάει στα διαπολιτισμικά σχολεία, τα οποία στην Αθήνα είναι 3 δημοτικά και 3 γυμνάσια.
Από τη Σόφια με υποτροφία
Η Μαρίνα Νικόλοβα είναι Βουλγάρα και ερευνήτρια στο Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ). Αυτή την περίοδο κάνει μια έρευνα για τους Ουκρανούς μετανάστες στην Ελλάδα και λέει ότι είναι πάρα πολύ ανήσυχοι για όσα συμβαίνουν στη χώρα τους. Φαντάσου να ήσουν στη θέση τους.
Εκείνη ήρθε με υποτροφία το ’98, με τον Έλληνα σύζυγό της κλείνουν φέτος 15 χρόνια γνωριμίας και έχουν δύο παιδάκια, έξι ετών και πεντέμισι μηνών. Το 2011 έκανε έρευνα για τους μετανάστες από τη Βουλγαρία στην Ελλάδα και έχει συμπεράνει ότι ο μεταναστευτικός πληθυσμός έχει αλλάξει. Τα πρώτα χρόνια και κυρίως μετά το ’97 και τη μεγάλη οικονομική κρίση στη Βουλγαρία, όπου ο πληθωρισμός ανέβαινε συνεχώς και οι τιμές στα ράφια άλλαζαν από τη μια μέρα στην άλλη, ο κόσμος ερχόταν σχεδόν απελπισμένος για μια δουλειά. Τώρα το κίνητρο μπορεί να είναι σπουδές ή μια καριέρα σε ένα επάγγελμα πέρα από τις εποχιακές εργασίες γης, τις οικοδομές, τις οικιακές εργασίες. Πάντως, έχει να το λέει ότι στη Βιέννη, για παράδειγμα, μπορεί να δεις ένα Βούλγαρο στην όπερα ή μια Βουλγάρα στο γκισέ του αεροδρομίου, ενώ στην Ελλάδα η αντιμετώπιση είναι διαφορετική, σα να μη δίνονται ευκαιρίες, αν και αυτό μπορεί να οφείλεται και στη σύνθεση του μεταναστευτικού πληθυσμού, ο οποίος αλλάζει μεν, αλλά σιγά-σιγά. Τέλος πάντων, δεν καταλήξαμε. Στην απογραφή του 2011 είχαν καταμετρηθεί 75.000 Βούλγαροι. Πολλοί από αυτούς έφυγαν. Στο Balkan, το παραδοσιακό βουλγάρικο εστιατόριο (Ακομινάτου 13, 210 5230717), δεν έχει πάει ποτέ, η έξοδός της είναι κάθε Σάββατο πρωί στην «Τεχνόπολις» που έχει και παιδική χαρά και είναι κοντά στο σπίτι της. Η Μαρίνα λέει ότι οι Βούλγαροι έχουν καλή εικόνα για τους Έλληνες, ότι οι άνθρωποι όταν γνωρίζονται περνάνε καλά μεταξύ τους, ότι το σύστημα είναι που κάποιες φορές κάνει τα πράγματα να μη λειτουργούν σωστά.
Στην Αθήνα από το 1999 κυκλοφορεί κάθε Πέμπτη η εφημερίδα «Βουλγαρία σήμερα», με ειδήσεις στα βουλγάρικα κυρίως αλλά και στα ελληνικά. Πολλές ειδήσεις από τη Βουλγαρία στα ελληνικά θα δείτε στο www.grreporter.info/gr/
Το βασανιστικό θέμα της υπηκοότητας
Η Ίνα Ντρέαϊ, με καταγωγή από τα Τίρανα, είναι 25 χρονών. Ήρθε στην Ελλάδα στα 6 της. Έκανε εδώ δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, πανεπιστήμιο. Αν και πέρασε από όλες τις βαθμίδες της ελληνικής παιδείας, δεν μπορεί να αποκτήσει την ελληνική υπηκοότητα μετά το «πάγωμα» του νόμου Ραγκούση.
Αν δεν συμπληρώσει τα απαραίτητα ένσημα, για να ανανεώσει την άδεια παραμονής της, θα πρέπει να τα αγοράσει. Κι αν δεν έχει χρήματα θα της πουν να γυρίσει πίσω στην Αλβανία. Η Ίνα δουλεύει σε μια εταιρεία μέχρι τις 5 και τα απογεύματα, από τις 7, σε μια καφετέρια στην πλατεία Βικτωρίας, μαζεύοντας χρήματα για μεταπτυχιακό στη Γερμανία ή τη Σουηδία. Με κέρασε καφέ στην καφετέρια, έλεγε ότι είναι βασανιστικό το θέμα με την υπηκοότητα και ότι θα ήθελε να έχει δικαίωμα ψήφου ώστε να έχει λόγο για ό,τι γίνεται στη χώρα που ζει. Τα ελληνικά της Ίνας είναι πολύ καλύτερα από τα αλβανικά της και αυτό είναι ένα θέμα για το οποίο δέχονται κριτική οι μετανάστες δεύτερης γενιάς, κυρίως από όσους έχουν μείνει πίσω, δηλαδή ότι ξεχνάνε ή απαρνιούνται την καταγωγή και την κουλτούρα τους. Για το θέμα αυτό η Ίνα είχε γράψει πριν από δυο τρία χρόνια στην ATHENS VOICE: «Πρόσφατα ήρθε μια ξαδέλφη μου και με επισκέφτηκε στην Αθήνα αμέσως μετά την κατάργηση της βίζας, και καθώς την ξεναγούσα και της εξιστορούσα διάφορα γεγονότα, συνειδητοποίησα ότι παρόλο που εγώ νομίζω ότι μπορώ να εκφράζομαι στη μητρική μου γλώσσα, στα αλβανικά εν προκειμένω, οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν απόλυτα τι τους λέω. Κι εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πόσο δύσκολο είναι να κρατήσεις αναλλοίωτα κάποια σημαντικά πράγματα της δικής σου κουλτούρας και να μην τα αφήνεις να αλλοιωθούν με την πάροδο του χρόνου γιατί, καλώς ή κακώς, όταν ζεις σε μια άλλη κοινωνία με διαφορετικά ήθη και έθιμα και προσπαθείς να ενσωματωθείς, για να καταφέρεις κάποια στιγμή να αφομοιωθείς, είναι δύσκολο να ισορροπήσεις ανάμεσα σε δύο κουλτούρες και μάλλον επιλέγεις την κουλτούρα της χώρας στην οποία ζεις προκειμένου να μη διαφέρεις από τους υπόλοιπους. Πάντα θα υπάρχουν και άνθρωποι οι οποίοι θα σε κατακρίνουν για αυτή τη στάση σου, αλλά κάποιος που δεν έχει βιώσει την ανάγκη να ανήκει σε μια κοινωνική ομάδα και να είναι αποδεκτός δεν μπορεί να σε καταλάβει απόλυτα, ούτε όμως έχει το δικαίωμα να σε “κατηγορεί” ότι ξέχασες τη μητρική σου γλώσσα».
Στις αρχές της δεκαετίας του '90 μετανάστευσαν στο εξωτερικό περίπου 1,45 εκατομμύρια Αλβανοί, σε σύνολο πληθυσμού 3 εκατομμυρίων. Πρόκειται για το μεγαλύτερο κύμα μετανάστευσης στην Ευρώπη σε αναλογία με τον πληθυσμό (Παγκόσμια Τράπεζα).
Διαβάστε επίσης Δύο Βαλκάνιοι καλλιτέχνες στην Αθήνα και «Transitions 1.Balkans»,ένα φεστιβάλ αφιερωμένο στη Βαλκανική σκηνή στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών