- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση για το πώς καθορίζονται οι τιμές των γεωργικών προϊόντων διατροφής σε όλο το μήκος της αλυσίδας τροφίμων
Η Επιτροπή, αφού απαγόρευσε τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και βελτίωσε τη συνεργασία των παραγωγών, παρουσιάζει σήμερα το τρίτο στοιχείο για τη βελτίωση της δικαιοσύνης στην αλυσίδα τροφίμων, με την εισαγωγή μεγαλύτερης διαφάνειας όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο καταγράφονται οι τιμές σε όλο το μήκος της αλυσίδας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε σήμερα πρόταση με την οποία θα καταστήσει διαθέσιμες κρίσιμες πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο καθορίζονται οι τιμές των γεωργικών προϊόντων διατροφής σε όλο το μήκος της αλυσίδας τροφίμων.
Από τις διαφορές στις τιμές αγοράς και πώλησης είναι δυνατόν να αντληθούν πληροφορίες για τα ενδιάμεσα έξοδα (όπως η μεταφορά, η ασφάλιση, η αποθήκευση κ.λπ.) μεταξύ πωλητή και αγοραστή. Η μεγαλύτερη διαφάνεια μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερες επιχειρηματικές αποφάσεις και να βελτιώσει τα χρηστά συναλλακτικά ήθη μεταξύ των σταδίων της αλυσίδας τροφίμων. Η δυνατότητα έγκαιρης και ευχερούς πρόσβασης σε πληροφορίες σχετικά με τις εξελίξεις στην αγορά είναι επίσης καίριας σημασίας για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του ανταγωνισμού στις παγκόσμιες αγορές.
Ο Επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Φιλ Χόγκαν δήλωσε τα εξής: «Η ενίσχυση της θέσης των γεωργών στην αλυσίδα τροφίμων αποτελεί προτεραιότητα για την Επιτροπή. Η βελτίωση της διαφάνειας της αγοράς θα προσφέρει τη δυνατότητα ισότιμης πρόσβασης στις πληροφορίες για τις τιμές και μεγαλύτερη σαφήνεια σχετικά με αυτές, γεγονός που θα καταστήσει την αλυσίδα τροφίμων μας πιο δίκαιη και πιο ισορροπημένη. Οι νέοι αυτοί κανόνες θα συμπληρώσουν την οδηγία που εκδόθηκε πρόσφατα για την απαγόρευση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών και τη βελτίωση της θέσης των ασθενέστερων και μικρότερων παραγόντων της αλυσίδας τροφίμων, η δε καθιέρωσή τους αντανακλά την πολύ σημαντική δημόσια υποστήριξη που υπάρχει σε ολόκληρη την ΕΕ για την ενίσχυση του ρόλου του γεωργού στην αλυσίδα τροφίμων.»
Ενώ υπάρχουν πολυάριθμες διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τις εξελίξεις στις γεωργικές αγορές (τιμές, όγκοι παραγωγής, αποθέματα κ.λπ.), είναι σχεδόν ανύπαρκτες οι πληροφορίες σχετικά με άλλες βασικές αγορές της αλυσίδας τροφίμων, και συγκεκριμένα τις αγορές που αφορούν τους γεωργούς και τους καταναλωτές σε επίπεδο μεταποίησης τροφίμων και λιανικής πώλησης. Αυτή η ασυμμετρία της πληροφόρησης μεταξύ γεωργών και λοιπών παραγόντων της αλυσίδας τροφίμων θέτει τους γεωργούς σε εξαιρετικά μειονεκτική θέση στην αγορά και διαβρώνει την εμπιστοσύνη στα χρηστά συναλλακτικά ήθη. Αυτή η έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τις εξελίξεις της αγοράς από τους μεταποιητές και τους λιανοπωλητές έχει χαρακτηριστεί ως «μαύρο κουτί» της αλυσίδας γεωργικών τροφίμων και με τη σημερινή πρόταση ανοίγει το κουτί αυτό.
Τα προτεινόμενα μέτρα θα καλύπτουν τους τομείς του κρέατος, των αβγών, των γαλακτοκομικών προϊόντων, των οπωροκηπευτικών, των αροτραίων καλλιεργειών, της ζάχαρης και του ελαιολάδου. Τα εν λόγω μέτρα βασίζονται σε υφιστάμενα συστήματα και διαδικασίες συλλογής δεδομένων που βρίσκονται ήδη σε λειτουργία και χρησιμοποιούνται από τις επιχειρήσεις και τα κράτη μέλη για την υποβολή στην Επιτροπή πληροφοριών σχετικά με την αγορά, με ευρύτερη πλέον εμβέλεια. Κάθε κράτος μέλος θα είναι υπεύθυνο για τη συλλογή των δεδομένων σχετικά με τις τιμές και την αγορά. Η Επιτροπή συνιστά στα κράτη μέλη να επιλέγουν την πλέον αποδοτική από οικονομική άποψη προσέγγιση και να μη στοχεύουν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις για να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος. Τα κράτη μέλη θα κοινοποιούν τα δεδομένα στην Επιτροπή, η οποία με τη σειρά της θα δημοσιεύει τις πληροφορίες για την παρακολούθηση στην οικεία πύλη δεδομένων για τα γεωργικά τρόφιμα και στα παρατηρητήρια της αγοράς της ΕΕ. Είναι εξαιρετικά σημαντικό οι πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη να είναι ακριβείς και έγκαιρες.
Σύμφωνα με τις διαδικασίες της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας, η πρόταση δημοσιεύεται για δημόσια διαβούλευση διάρκειας 4 εβδομάδων. Στη συνέχεια η πρόταση θα εκδοθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και προβλέπεται να αρχίσει να ισχύει έξι μήνες μετά την έκδοσή της.