Αρχειο

Μία νύχτα στον Σωκράτη Μάλαμα

Η Κατερίνα Παναγοπούλου πέρασε μία βραδιά με πολλή βροχή, πολύ σπρώξιμο, πολύ καπνό και πολύ όμορφα τραγούδια

4781-128427.jpg
Κατερίνα Παναγοπούλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
12550-37598.jpg

Παρασκευή 22.20 στην Ζωοδόχου Πηγής, έξω να βρέχει καταρρακτωδώς και μπροστά από το Casablanca συνωστισμένα περίπου 50 άτομα. Κοίτα που ο κόσμος δεν πτοήθηκε όχι μόνο από την οικονομική κρίση, ούτε καν από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, σκέφτομαι, και προσπαθώ να εντοπίσω την παρέα μου. Βλέπω τη φίλη μου στριμωγμένη να προσπαθεί να χωθεί μπροστά από έναν ψηλό νεαρό (τα έχουμε αυτά τα πλεονεκτήματα εμείς οι του 1,65) χωρίς να την πάρει χαμπάρι. Όπως έμαθα μετά από λίγο περίμεναν εκεί ήδη ένα 10λεπτο και η ουρά δεν έλεγε να μικρύνει. Ένα τέταρτο μετά από πολύ σπρώξιμο καταφέραμε να φτάσουμε στην είσοδο και να πούμε το όνομα στο οποίο είχε κλειστεί το τραπέζι. Μας έδωσαν δύο εναλλακτικές: κάτω στην πλατεία (πλην όμως 4 άτομα να κάτσουμε στοιβαγμένοι σε τραπέζι στην ουσία για 2) ή πάνω (4 άτομα σε τραπέζι στην ουσία για 3). Διαλέξαμε τη δεύτερη βερσιόν γιατί η αναμονή της εισόδου δεν άφηνε περιθώρια για άλλο στραπατσάρισμα. Γύρω στις 23.10 ο Σωκράτης Μάλαμας εμφανίζεται στη σκηνή συνοδευόμενος από τα συνήθη ουρλιαχτά που συνοδεύουν από Ρουβά μέχρι Κατσιμίχα κι ενώ ήδη ακούγονταν οι πρώτες νότες από το τραγούδι «Σήματα καπνού» από τον τελευταίο του δίσκο «Το πέρασμα». Πίνει μία γουλιά από το ουίσκι του (καλά τόση ώρα στα παρασκήνια, με το που ανέβηκε στη σκηνή του ήρθε να πιει;), τραβάει μία ρουφηξιά από το τσιγάρο του και ξεκινάει. Και τότε είναι που θυμήθηκα να τσεκάρω γύρω μου.

Φευ, καμία έκπληξη… Οι περισσότεροι θαμώνες με ένα τσιγάρο ανά χείρας κάπνιζαν σαν να μην γνωρίζουν ούτε καν τι σημαίνει αντικαπνιστικός νόμος, ενώ πάνω σε κάθε τραπέζι ήταν αραδιασμένα 1 με 2-3 τασάκια. Εδώ καπνίζει ο τραγουδιστής στη σκηνή σκέφτομαι, ο κόσμος μας πείραξε; «Συγνώμη, αφού καπνίζουν όλοι, θα καπνίσω κι εγώ, μην μιλήσεις!» με απειλεί η Ε. Μετά από ένα 20λεπτο περίπου έρχονται να μας πάρουν παραγγελία, ενώ λίγο αργότερα ξαναέρχονται γιατί (ένα τέταρτο μετά) διαπίστωσαν ότι το μπουκάλι κρασί που είχαμε παραγγείλει –για την ιστορία κτήμα Παναγιωτοπούλου- είχε τελειώσει και μας αντιπρότειναν άλλο, το οποίο και δεχτήκαμε. Μισή ώρα αργότερα φτάνουν τα μπουκάλια μαζί με τη ζεστή ποικιλία: 3 κεφτεδάκια, 4 ντολμαδάκια, χαλούμι κτλ σε κάτι χαριτωμένα πιατάκια του καφέ. Όχι του γλυκού, του καφέ, αυτά που μπαίνουν κάτω από το φλιτζάνι. Μετά από λίγο έρχεται πλάι μου ένα ευγενέστατο γκαρσόνι και με ρωτάει πρόσχαρα: «όλα εντάξει; Θέλετε κάτι;». «Τι να σου πω τώρα!» σκέφτομαι να του πω, αλλά αντ’ αυτού απαντάω «όχι, όχι όλα μια χαρά!». Εντωμεταξύ η νύχτα προχωράει με υπέροχες μελωδίες: «Μια βόλτα στα βαθιά μαζί σου», «Ένα» «Τα παιδιά μες στην πλατεία» «Ο κήπος».

Το κοινό που αποτελείται από άτομα όλων των ηλικιών τραγουδάει χαρούμενα και συμμετέχει ενεργά σε αυτό που εκτυλίσσεται στη σκηνή. «Τσιγάρο ατέλειωτο βαρύ η μοναξιά μου» τραγουδάει ο Μάλαμας, με ένα τσιγάρο ατέλειωτο βαρύ και οι θαμώνες στο χέρι. Και ενώ η ώρα περνάει φτάνει η στιγμή της μεγάλης επιτυχίας: «Πριγκηπέσα». Μία εύσωμη νεαρή κυρία από την πλατεία σηκώνεται όρθια πάνω στην καρέκλα της- όχι πάνω στο τραπέζι ευτυχώς (και για εμάς και για το τραπέζι) και αρχίζει να λικνίζεται στο ρυθμό του τραγουδιού. Και αμέσως στο δικό μας τραπέζι «πέφτουν» δύο απορίες. Πρώτον, πώς γίνεται σχεδόν πάντα αυτές που χορεύουν στα τραπέζια να μην έχουν σωματικά προσόντα που να τους επιτρέπουν να κάνουν κάτι τέτοιο και δεύτερον πώς «ξέπεσε» η συγκεκριμένη θαμώνας από τον Πανταζή στον Μάλαμα; Η νύχτα συνεχίζεται και το κέφι ανεβαίνει όλο και πιο πολύ. Γιατί εκτός από τα δικά του αγαπημένα τραγούδια, ο Μάλαμας ερμηνεύει και τραγούδια του φίλου και συνεργάτη του Θανάση Παπακωνσταντίνου ή τραγούδια που έχει γράψει ο ίδιος αλλά έχει ερμηνεύσει υπέροχα η Μελίνα Κανα («Θα βάλω τα μεταξωτά», «Ο διάφανος», «Μάντης Τειρεσίας»).

Γύρω στις 00.00 ο τραγουδιστής δίνει σήμα για διάλειμμα το οποίο κρατάει 20-25 λεπτά κι εμείς βρήκαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε χωρίς να χρειάζεται να ουρλιάζουμε ο ένας στα αυτιά του άλλου. Και εκεί διατυπώθηκε και η τρίτη απορία. Άσχετο, αλλά πώς γίνεται πάντα μα πάντα είτε στο θέατρο, είτε σε κλαμπ, είτε σε μουσική σκηνή οι γυναικείες τουαλέτες να είναι τίγκα και οι αντρικές άδειες; Με την απορία να αιωρείται, το πρόγραμμα ξανάρχισε και ήταν ακόμα πιο κεφάτο από το πρώτο μέρος. Λίγο πριν το τέλος ο Μάλαμας κάθισε με την κιθάρα του πάνω στο σκαμπό και άρχισε να ερμηνεύει τραγούδια άλλων συνθετών: «Όμορφη πόλη» του Θεοδωράκη, «Καίσαρας» του Ζερβουδάκη σε στίχους Καβαδία, «Δε χωράς πουθενά» από τις Τρύπες, «Στα είπα όλα» του Μιλτιάδη Πασχαλίδη …

Το πρόγραμμα τελείωσε στις 3.00, ο Μάλαμας παρά το μπιζάρισμα και τις παρακλήσεις του κοινού δε βγήκε για ανκόρ, λίγο πριν είχαμε πληρώσει 175 ευρώ στον λογαριασμό και φύγαμε για το σπίτι. Ευτυχώς η βροχή είχε σταματήσει και η Αθήνα είχε αυτή τη γλυκιά αίσθηση που έχει πάντα πολύ αργά τη νύχτα. Ήσυχη, απαλά φωτισμένη, ρομαντική. Ή τουλάχιστον έτσι θέλαμε να τη βλέπουμε εμείς.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ