Το Χαϊκού της «Ζωής» του αλάθητου
«Το αχνό ροδάκινο
χαμογελά
στο κόκκινο μήλο». (Οι ωραίες και τρυφερές δεν φοβούνται τις εκτυφλωτικά ωραίες).
Του Σεραφείμ Πειραι-ώς τον ουρανό
«Ασημένια πλάτη
σκυφτός ιππέας
κολυμβά πηδώντας». (Για όσους γονατισμένοι ικετεύουν τον έρωτα).
Του Αδώνεως – Μανωλίδου
«Λευκό το σπέρμα
ερυθριά στο ρεύμα
της ωορρηξίας». (Λέγεται για έρωτες ηρωικούς και άγονους).
Του Για(ν)η, με έ(ν)α
«Ανάσκελη θάλασσα
λαμπρά αιδοία
τυφλός ουρανός». (Για εκείνους που δήθεν από υπεροψία δεν βλέπουν αυτά που πρέπει να δουν).
Του σωτήριου Αλέξη
«Έναστρος κόλπος
αιδοίον φέγγος
κοχυλάκι βουϊζει». (Για όσες κλείνουν την πόρτα του μπάνιου για να μην ακούγονται).
Του Αντωνίου του μεγαλοπείσμονα
«Γλωσσίτσα μ’ δίκλωνη
γιοφύρια χτίζεις
αραχντοϋφαντα». (Για όσες λένε ψέματα, ενώ πιστεύουν πως λένε την αλήθεια).
Και το στερνό για την art της Λαγκάρντ
«Επάνω κάτω
εμπρός και πίσω
αυλοί χαράς ηχούνε». (Για εκείνες που εναρμονίζονται με το κινούμενο σώμα τους).
Αφορμή για το παρόν στάθηκαν δύο πηγές.Τ α «Εικοσιένα Χαϊκού» του Γιώργη Γιατρομανωλάκη απ’ τις εκδόσεις Άγρα και του sex symbol της πρώτης φοράς κρατιστεράς αποκαλύψεων του Ιωά(ν)η για τον πλούτο, τον χρόνο και την ποίηση.
Τολμώ δε να σημειώσω ότι τα χαϊκού μπορούν να γίνονται ακόμη πιο απλά. Όχι με τρεις σειρές αλλά με τρεις λέξεις. Και αποτολμώ παρουσιάζοντας μικρό παράδειγμα:
Αν: «Παλιά λίμνη
ένας βάτραχος μέσα πηδά
ήχος νερού…»
τότε γιατί όχι «γκιόλα ή γούρνα ή λότσκα
μπάκακας
πλατς»;