Smart Life

Σαρωνικός, η πατρίδα των Κούρων που άλλαξαν την ιστορία της γλυπτικής

Από το μάρμαρο στη μνήμη

Ηλιάνα Κωνσταντακάτου.
Ηλιάνα Κωνσταντακάτου
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Κούροι: Βαλομάνδρας και Κροίσος, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών
Κούροι: Βαλομάνδρας και Κροίσος, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών © Απόστολος Χατζηδήμου

Οι Κούροι του Σαρωνικού: Όταν το μάρμαρο μιλά

Υπάρχουν τόποι που κουβαλούν μνήμες πιο βαθιές από τις δικές μας ζωές. Στον Σαρωνικό, κάτω από τους λόφους του Ολύμπου και του Πανείου, εκεί που η γη ακουμπά το φως της Αττικής και βλέπει προς το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου, αναπαύτηκαν κάποτε μορφές νέων ανδρών. Σώματα από μάρμαρο, λαξευμένα με τόλμη και αφοσίωση, στάθηκαν πάνω σε μαρμάρινα βάθρα και τάφους για να θυμίζουν στους περαστικούς ότι η νιότη και η ομορφιά δεν χάνονται, αλλά γίνονται σύμβολα αιώνια. Αυτοί ήταν οι Κούροι.

Η γη αυτή, που σήμερα φιλοξενεί παραθαλάσσιες πόλεις, μεσαιωνικούς οικισμούς, αρχαίους ελαιώνες και αμπέλια και παλιά υποστατικά, υπήρξε πατρίδα μερικών από τα σημαντικότερα έργα της αρχαϊκής γλυπτικής. Από την Ανάβυσσο και τη Βαλομάνδρα έως τα Καλύβια και τον Όλυμπο, βρέθηκαν οι Κούροι που άλλαξαν την ιστορία της τέχνης. Άλλοι στεγάζονται σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, άλλοι έμειναν ξενιτεμένοι στο Μόναχο και στη Νέα Υόρκη, όλοι όμως κουβαλούν επάνω τους τη σφραγίδα της Σαρωνικής γης.

Αντίγραφα Κούρων: Αριστόδικος, Βαλομάνδρας και Κροίσος, Δημαρχείο Σαρωνικού, Καλύβια
Αντίγραφα Κούρων: Αριστόδικος, Βαλομάνδρας και Κροίσος, Δημαρχείο Σαρωνικού, Καλύβια © Απόστολος Χατζηδήμου

Η τέχνη των Κούρων

Οι πρώτοι κούροι, γύρω στα 650 π.Χ., ήταν ακόμη δέσμιοι της αιγυπτιακής επιρροής. Τα σώματα σμιλεύονταν με αυστηρό κανόνα: το ύψος χωρισμένο σε τετράγωνα, τα μέλη σχεδόν μηχανικά. Ήταν αγάλματα στατικά, αυστηρά μετωπικά. Μα οι Έλληνες γλύπτες δεν αρκέστηκαν στη μίμηση. Σιγά σιγά άρχισαν να παρατηρούν το πραγματικό σώμα, τους μυς, την κίνηση, την ισορροπία. Κάθε νέος κούρος ήταν ένα βήμα πιο κοντά στον ρεαλισμό, μια δοκιμή να αποδοθεί το ανθρώπινο όπως είναι.

Το χαμόγελο που συχνά βλέπουμε, το λεγόμενο «αρχαϊκό μειδίαμα», δεν είναι απλώς στολίδι. Είναι η προσπάθεια να μπει ψυχή σε ένα πρόσωπο που αλλιώς θα ήταν άψυχο. Τα μαλλιά, είτε πλεγμένα σε σειρές είτε κομμένα κοντά, δείχνουν την αλλαγή των εποχών. Οι μύες που αρχίζουν να φουσκώνουν, η ελαφρά στροφή του κορμού, όλα αυτά φανερώνουν έναν καλλιτέχνη που θέλει να δείξει ότι το μάρμαρο μπορεί να αναπνεύσει.

Κι έτσι, από τον άκαμπτο κούρο της Νέας Υόρκης φτάνουμε στον Αριστόδικο. Ένα σώμα έτοιμο να κινηθεί, μια μορφή που αποτυπώνει την κορυφαία στιγμή πριν την έκρηξη της κλασικής τέχνης. Είναι σαν να βλέπουμε την ίδια την ιστορία να αλλάζει μέσα στο μάρμαρο.

Κούρος Αριστόδικος, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών
Κούρος Αριστόδικος, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών © Απόστολος Χατζηδήμου

Οι ανακαλύψεις – όταν το χώμα μιλά

Ο κούρος της Νέας Υόρκης (περ. 590- 580 π.Χ.) ανήκει στα πρωιμότερα σωζόμενα δείγματα της αττικής γλυπτικής και αποτυπώνει τις πρώτες προσπάθειες των καλλιτεχνών να αποδώσουν την ανθρώπινη μορφή σε μνημειακή κλίμακα. Λαξευμένος από ναξιώτικο μάρμαρο, στέκει με το ένα πόδι προτεταμένο και τα χέρια κολλημένα στο πλάι, στάση που θα κυριαρχήσει σε όλο τον 6ο αιώνα π.Χ. Παρά την αυστηρότητα και τον «αντιρεαλιστικό» χαρακτήρα του, η γεωμετρική οργάνωση του σώματος και οι συμμετρικές ανατομικές λεπτομέρειες χαρίζουν στο άγαλμα ξεχωριστή διακοσμητική δύναμη. Έτσι, ο πρώιμος αυτός κούρος δεν εντυπωσιάζει τόσο για την πιστότητα προς το φυσικό πρότυπο, όσο για την καθαρότητα των μορφών και τη γλυπτική του αυστηρότητα, που σηματοδοτούν την απαρχή μιας μεγάλης καλλιτεχνικής πορείας.

Ο Κούρος της Βαλομάνδρας (570–550 π.Χ.) στέκει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της μέσης αρχαϊκής περιόδου, όταν η γλυπτική αναζητούσε τρόπους να ξεπεράσει την αυστηρή γεωμετρικότητα και να πλησιάσει τη ζωντανή κίνηση. Βρέθηκε το 1900 στα Καλύβια Αττικής και από τότε φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, σχεδόν ακέραιος, με ύψος 1,79 μ. Η μορφή του, νευρώδης και συμμετρική, αποκαλύπτει ακόμη την προέλευση από τετράπλευρους όγκους, αλλά ταυτόχρονα οι καμπύλες γίνονται πιο στρογγυλεμένες και οι λεπτομέρειες πιο φυσικές. Στο πρόσωπο με τους φλογόσχημους βοστρύχους και στο σώμα που αφήνει να διαφανεί η αίσθηση κίνησης, ο θεατής αναγνωρίζει την προσπάθεια του γλύπτη να υπερβεί την ακινησία και να δώσει στο μάρμαρο πνοή. Ο κούρος αυτός μαρτυρεί τη συνύπαρξη διαφορετικών καλλιτεχνικών ρευμάτων στην Αττική γύρω στο 560 π.Χ., λίγο πριν η αττική γλυπτική βρει την ώριμη φωνή της στην πορεία προς τον κλασικισμό.

Κούρος Βαλομάνδρας, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών
Κούρος Βαλομάνδρας, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών © Απόστολος Χατζηδήμου

Ο κούρος του Μονάχου (540–530 π.Χ.), που βρέθηκε στον Λαυρεωτικό Όλυμπο, αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα έργα της ύστερης αρχαϊκής περιόδου και φυλάσσεται σήμερα στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Με ύψος που ξεπερνά τα δύο μέτρα, η μορφή του εντυπωσιάζει με την αθλητική της διάπλαση: πλατείς ώμοι, δυνατά άκρα και κορμός που αποδίδεται με φυσικότητα, πλησιάζοντας το ανθρώπινο πρότυπο περισσότερο από πολλούς παλαιότερους κούρους. Η κοντή κόμμωση και το αυστηρό βλέμμα ενισχύουν τον αίσθημα ρεαλισμού, ενώ η στάση παραμένει πιστή στην τυπολογία των κούρων με το ένα πόδι προτεταμένο. Ο κούρος αυτός, άλλοτε ταφικό μνημείο, σήμερα δεσπόζει στο κέντρο της μεγάλης αίθουσας της Γλυπτοθήκης, όπου η επιβλητική αλλά και ευγενική του παρουσία συνεχίζει να μαρτυρά την καλλιτεχνική πρόοδο που οδήγησε από την αρχαϊκή αυστηρότητα στην κλασική αρμονία.

Κούρος του Μονάχου, Γλυπτοθήκη Μονάχου
Κούρος του Μονάχου, Γλυπτοθήκη Μονάχου © Απόστολος Χατζηδήμου

Ο Κροίσος της Αναβύσσου (530–520 π.Χ.) είναι από τα λαμπρότερα δείγματα της αρχαϊκής γλυπτικής και ταυτόχρονα μια συγκινητική στήλη μνήμης για έναν νέο που χάθηκε στη μάχη. Η οικογένειά του ύψωσε το άγαλμα πάνω στον τάφο του στην Ανάβυσσο, χαράσσοντας στη βάση το επίγραμμα: «Στάσου (διαβάτη) και κλάψε κοντά στον τάφο του νεκρού Κροίσου, που τον αφάνισε κάποτε ο μανιασμένος Άρης, όταν πολεμούσε ανάμεσα στους πρώτους». Το χαμόγελο στο πρόσωπό του, το ζωντανό στήθος και η κίνηση που μοιάζει να ανασαίνει κάνουν τη μορφή του πιο ανθρώπινη από κάθε παλαιότερο κούρο, σαν να ήθελε ο γλύπτης να κρατήσει ζωντανό τον νεαρό πολεμιστή. Κι ακόμη, οι κόκκινες πινελιές στα μαλλιά, στα μάτια και στα γράμματα της επιγραφής θυμίζουν πόσο λαμπρό θα έλαμπε το άγαλμα στον τάφο του ήρωα, αιώνια μαρτυρία θάρρους, μνήμης και θρήνου. Το άγαλμα βρέθηκε το 1937 στην Ανάβυσσο της Αττικής και σήμερα φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, όπου εξακολουθεί να συγκινεί με την επιβλητική του παρουσία.

Κούρος της Αναβύσσου, Κροίσος, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών
Κούρος της Αναβύσσου, Κροίσος, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών © Απόστολος Χατζηδήμου

Ο Αριστόδικος (περ. 500 π.Χ.), ένας από τους τελευταίους επιτύμβιους κούρους της Αττικής, βρέθηκε το 1944 στα Καλύβια από το άροτρο ενός αγρότη, ύστερα από αιώνες που έμενε θαμμένος στη γη. Σχεδόν ακέραιο, το άγαλμα ύψους 1,94 μ. από παριανό μάρμαρο φανερώνει το τελικό στάδιο της αρχαϊκής γλυπτικής: τα χέρια απομακρύνονται από το σώμα, ο κορμός στρέφεται ελαφρά προς τη μία κατεύθυνση και το κεφάλι προς την άλλη, δίνοντας την αίσθηση ενός σώματος που κινείται πραγματικά. Τα κοντά μαλλιά, βαμμένα κάποτε κόκκινα, και οι λεπτομέρειες της μορφής του τον ξεχωρίζουν από τους παλαιότερους κούρους. Στη βάση του είναι χαραγμένο το όνομα του νεκρού, «Ἀριστόδικος», διασώζοντας για πάντα τη μνήμη του. Λίγο μετά την κατασκευή του, ο νόμος της Αθήνας απαγόρευσε τέτοιου είδους μνημεία, κι έτσι ο Αριστόδικος έμεινε ως ο τελευταίος κρίκος σε μια μακρά αλυσίδα επιτύμβιων κούρων. Μια στιγμή όπου η αρχαϊκή τέχνη αγγίζει τα όρια του ρεαλισμού πριν παραχωρήσει τη θέση της στο κλασικό ιδεώδες.
Κάθε ανακάλυψη είναι ένα κομμάτι παζλ που φανερώνει όχι μόνο τη γλυπτική, αλλά και τον τρόπο που οι αρχαίοι αντιμετώπιζαν τον θάνατο, τη μνήμη, την ομορφιά.

Κούρος Αριστόδικος
Κούρος Αριστόδικος © Απόστολος Χατζηδήμου

Οι Κούροι και η γέννηση του ιδανικού

Οι κούροι στέκουν ως ορόσημα σε μια κοινωνία που, λίγο πριν από τη γέννηση της δημοκρατίας, αναζητούσε νέα πρότυπα και νέες αξίες. Το ανδρικό γυμνό δεν αποτυπώνει ένα πραγματικό πρόσωπο, αλλά έναν ιδανικό νέο, φορέα της αρετής και της δύναμης. Η γύμνια του δεν είναι απλώς αισθητική επιλογή είναι σύμβολο του «καλοῦ κἀγαθοῦ», της ενότητας σωματικής ομορφιάς και ηθικής αρετής, που καθιστούσε τον πολίτη άξιο τόσο για τον αθλητισμό όσο και για τον πόλεμο. Στην ίδια στιγμή, οι ντυμένες κόρες –με τον πλούτο των ενδυμάτων τους– αντανακλούν τη σεμνοτυφία και τον εγκλεισμό της γυναικείας μορφής, σε μια κοινωνία που είχε στον άνδρα τον κατεξοχήν φορέα της δημόσιας μνήμης.

Η τέχνη των κούρων υπήρξε το μεγάλο εργαστήριο της ελληνικής γλυπτικής. Στα σώματά τους δοκιμάστηκαν οι αναλογίες, η ισορροπία και η συμμετρία, ενώ η αυστηρή στάση τους σταδιακά μαλάκωσε, προετοιμάζοντας το πέρασμα προς τη φυσικότητα του κλασικού αιώνα. Μέσα από αυτούς τους λίθινους νέους, η κοινωνία ύψωσε τα δικά της ιδανικά: το θάρρος στη μάχη, την ευγενική καταγωγή, τη σωματική ρώμη και την ηθική αρτιότητα. Γι’ αυτό και οι βάσεις με τα ονόματα, όπως στον Αριστόδικο ή στον Κροίσο, δεν είναι τυπικές σημειώσεις, αλλά η στιγμή που το μάρμαρο αποκτά φωνή και συνδέει το ιδεώδες με τον άνθρωπο. Χωρίς αυτή την άσκηση στο «μέτρο» και την αναλογία, δεν θα υπήρχαν τα αριστουργήματα του Παρθενώνα που ακόμη σήμερα συγκινούν.

Κούρος Μονάχου
Κούρος Μονάχου © Απόστολος Χατζηδήμου

Μια πρόσκληση στον σημερινό περιηγητή

Σήμερα, στον Σαρωνικό δεν συναντά κανείς τους αρχαίους Κούρους του τόπου. Τρία αντίγραφά τους κοσμούν τον 1ο όροφο του Δημαρχείου Σαρωνικού στα Καλύβια, δίνοντας μια ενιαία εικόνα της παρουσίας τους. Κι όμως, αν σταθεί κανείς λίγο πιο προσεκτικά στον τόπο, θα νιώσει ότι η γη κρατά ακόμη μυστικά. Σημαντικά κομμάτια της έχουν μείνει αλώβητα από τη σύγχρονη πραγματικότητα. Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ο Αριστόδικος στέκει «πρώτος μεταξύ ίσων», ο Κροίσος σε κοιτά με εκείνο το χαμόγελο που δεν ξέρεις αν είναι χαρά ή λύπη, ενώ ο Κούρος της Βαλομάνδρας φανερώνει, πίσω από την πόρτα της αίθουσας, το βήμα της τέχνης προς το μέλλον. Εκεί, η αίθουσα των Κούρων σε ταξιδεύει νοερά στην πατρίδα τους, που ίσως ακόμη κρύβει κι άλλα μυστικά.

Ο αρχαίος δρόμος των προσκυνητών, με κατεύθυνση το Σούνιο, ένωνε την Αθήνα με τη θάλασσα και περνούσε μέσα από κοινότητες του Σαρωνικού. Πλάι στους δρόμους, οι Κούροι στέκονταν ως σιωπηλά σημάδια μνήμης, όχι μόνο για να θυμίζουν τους νεκρούς, αλλά για να υψώνουν το πρότυπο του ιδανικού νέου: όρθιοι, αγέρωχοι, συνοδοιπόροι στο ταξίδι του οδοιπόρου. Ο Σαρωνικός υπήρξε πατρίδα μερικών από τους ομορφότερους Κούρους, και αυτό του χαρίζει μια μοναδική πολιτιστική ταυτότητα που ακόμη και σήμερα συγκινεί. Οι μορφές αυτές διηγούνται ότι η ομορφιά είναι μια μορφή μνήμης, και ότι η μνήμη αυτή γίνεται αιώνια όταν στηρίζεται στην ανάγκη να χαρίσεις κάτι πολύτιμο στο μέλλον.

Κιτέζα Λαγονησίου, Καλύβια, Πύργος Μελισσουργού
Κιτέζα Λαγονησίου, Καλύβια, Πύργος Μελισσουργού © Κλαίρη Μουσταφέλου

Στον σημερινό περιηγητή, η γη του Σαρωνικού προσφέρει την ίδια εμπειρία. Ανάμεσα στη θάλασσα και το βουνό, στα μονοπάτια και στους τόπους που διατηρούν τον χαρακτήρα τους, ο ταξιδιώτης αισθάνεται πως η ιστορία δεν είναι ξεθωριασμένη. Είναι ακόμη παρούσα, χαραγμένη στο τοπίο. Κι όμως, η γοητεία του τόπου δεν βρίσκεται μόνο σε όσα έχουν αποκαλυφθεί, αλλά και σε όσα μένουν να βγουν στο φως. Η γη κρατά κρυμμένους θησαυρούς που περιμένουν να ανακαλυφθούν, υπενθυμίζοντας ότι ο Σαρωνικός δεν είναι απλώς μια σελίδα του παρελθόντος, αλλά ένας ζωντανός πολιτιστικός προορισμός που συνεχίζει να μας εκπλήσσει.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ