Πολιτικη & Οικονομια

Catch-22

Iδεολογικό catch-22: όποιος αντιτίθεται στην πολιτική του Ισραήλ θεωρείται, από την εβραϊκή κοινότητα, αντισημίτης.

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 240
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
44325-99831.jpg

Iδεολογικό catch-22: όποιος αντιτίθεται στην πολιτική του Ισραήλ θεωρείται, από την εβραϊκή κοινότητα, αντισημίτης. Οι περισσότεροι Εβραίοι (ή όλοι, σχεδόν;) δείχνουν υπερβολική ευθιξία σε ό,τι αφορά την εθνική και θρησκευτική τους ταυτότητα∙ εξίσου εύθικτοι είναι οι Άραβες που, κατά κάποιον τρόπο, έχουν διαδεχτεί τους Εβραίους στον ρόλο του παγκόσμιου παρία. Η προκατάληψη που έχουν υποστεί οι Εβραίοι μέσα στους αιώνες απευθύνεται τώρα στους Άραβες, που, στα μάτια των Δυτικών, ταυτίζονται με τους μουσουλμάνους. (Οι δε μουσουλμάνοι ταυτίζονται με τους αιμοσταγείς φονταμενταλιστές, πράγμα που θυμίζει, αναπόφευκτα, το συλλογικό φαντασιακό για τους κομουνιστές-σφαγείς με-τα-κονσερβοκούτια). Στην πραγματικότητα, λιγότερο από το 15% των μουσουλμάνων είναι Άραβες. Αν έχει κάποια σημασία, ο ογκωδέστερος μουσουλμανικός πληθυσμός βρίσκεται στην Ινδονησία: έτσι κι αλλιώς, η μεσανατολική διένεξη δεν έχει άμεση σχέση με τη θρησκεία∙ για χίλια χρόνια οι μουσουλμάνοι ζούσαν δίπλα στους Ισραηλίτες∙ ζούσαν σχεδόν αρμονικά με ανθρώπους που χαρακτηρίζονταν από συνδυασμούς θρησκευμάτων και χρωμάτων∙ για παράδειγμα, με χριστιανούς Άραβες, Κόπτες και Καθολικούς. Από τότε που κατέφτασαν οι Βρετανοί στην περιοχή, τα πράγματα άρχισαν να πηγαίνουν στραβά∙ μετά την αποχώρησή τους, πήγαν ακόμα χειρότερα. Παρ’ όλ’ αυτά, κανείς δεν αναφέρεται σήμερα στις απαρχές της κρίσης, στο πώς οι μεγάλες δυνάμεις –η Βρετανία μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και οι ΗΠΑ αργότερα– διαμόρφωσαν τον σιωνιστικό εξτρεμισμό από τη μία πλευρά και τον μουσουλμανικό από την άλλη. Σήμερα δεν βλέπουμε παρά το σήμερα, το θολό σήμερα.

Tο 1953 η CIA ανέτρεψε τη δημοκρατικά (όσο δημοκρατικά γινόταν στο συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο) εκλεγμένη κυβέρνηση του Μοχάμεντ Μοσαντέχ στο Ιράν για να αποκαταστήσει τον Σάχη, το τυραννικό καθεστώς του οποίου οδήγησε στη λεγόμενη «ιρανική επανάσταση», δηλαδή σε μια επικίνδυνα σκοταδιστική θεοκρατία. Μέχρι τότε, οι Βρετανοί εκμεταλλεύονταν το ιρανικό πετρέλαιο και διοικούσαν τα εδάφη που ονομάζονταν Παλαιστίνη από τη ρωμαϊκή εποχή, μετά την ήττα των Εβραίων ζηλωτών τον 2ο αιώνα. Η Παλαιστίνη ήταν βρετανικό προτεκτοράτο, απομεινάρι της οθωμανικής αυτοκρατορίας: το 1933 ανακηρύχθηκε σε κράτος∙ τα σύνορά του ήταν διαφορετικά από αυτά που διεκδικούν σήμερα οι Παλαιστίνιοι. Με λίγα λόγια, οι Βρετανοί έπαιζαν ένα είδος παζλ από τα γραφεία τους: συνένωναν και χώριζαν τα οθωμανικά βιλαέτια χωρίς να πολυσκέφτονται τις επιθυμίες και τις ανάγκες των πληθυσμών. Και ενώ υπόσχονταν ανεξαρτησία στους Άραβες, εγγυώνταν  εδαφική κυριαρχία στο σιωνιστικό κίνημα. Το αποτέλεσμα, ένα ακόμα catch-22. Στο μεταξύ, τοποθετούσαν κυβερνήσεις ανδρεικέλων στην ευρύτερη περιοχή με συνέπεια πολλοί Άραβες ηγέτες να ερωτοτροπήσουν με τον Χίτλερ∙ όσο για τους Εβραίους, που πίστευαν ότι το ναζιστικό καθεστώς θα απελάσει 500.000 Γερμανο-εβραίους με προορισμό την Ιερουσαλήμ, βρέθηκαν αποδεκατισμένοι.

H εγκατάσταση Εβραίων προσφύγων και εποίκων είχε καταστροφική επίδραση στη ζωή των Αράβων: ήδη, το 1931, γύρω στις 20.000 αραβικές οικογένειες είχαν εκδιωχθεί από τη γη τους∙ η δε βρετανική διοίκηση ευνοούσε σκανδαλωδώς το εβραϊκό κεφάλαιο, πράγμα που κατέληξε στον έλεγχο της υποδομής (δρόμους, ορυκτά της Νεκράς Θάλασσας, ηλεκτρισμό, λιμάνια) από την πλευρά των σιωνιστών. Η απώλεια γαιών και η καταστολή οδήγησαν στις εξεγέρσεις των Παλαιστινίων από το 1936 μέχρι το 1939, κατά τις οποίες οι Βρετανοί κατέστρεψαν μεγάλο κομμάτι της Χάιφα και χρησιμοποίησαν τους σιωνιστές ως εκτελεστές: εκείνη την εποχή, οι Παλαιστίνιοι ήταν τα θύματα της δρακόντειας βρετανικής κυριαρχίας και της «αποικιακής αστυνομίας» η οποία στρατολογούσε σιωνιστές. Μέσα σ’ αυτό το συγκείμενο άνθισε ο ισραηλινός μιλιταρισμός και αναδείχθηκαν εξτρεμιστές στρατιωτικοί, όπως ο Μοσέ Νταγιάν που διέπρεψε στον πόλεμο των έξι ημερών το 1967.

Eίναι αλήθεια ότι μια από τις αιτίες της σύγκρουσης ήταν πολιτισμική: η αραβική, αγροτική κοινωνία, που περιείχε στοιχεία φεουδαρχίας και θεοκρατίας, αντιστεκόταν στη δυτικοποίηση: στην πραγματικότητα όμως, η δυτικοποίηση δεν ήταν παρά η αντικατάσταση της βρετανικής αποικιοκρατίας από τη σιωνιστική. Στην αρχή, αντίθετα από ό,τι συμβαίνει σήμερα, η αντίδραση των Παλαιστινίων δεν ήταν βίαιη: πολιτική ανυπακοή, γενικές απεργίες, άρνηση πληρωμής φόρων, άρνηση δελτίων ταυτότητας, μποϊκοτάζ και διαδηλώσεις. Οι Παλαιστίνιοι έφτασαν στην ένοπλη δράση σταδιακά και εξαιτίας των εμπόρων όπλων που επενέβησαν στη διένεξη μέσω των πολιτικών τους ηγεσιών. Ο εξοπλισμός τους έφερε τους Ισραηλινούς σε δύσκολη θέση αλλά δεν έλυσε κανένα πρόβλημα στη Μέση Ανατολή.

Εξάλλου, παρά τη συμπάθεια που προκαλούν, οι Παλαιστίνιοι είναι μόνοι τους στον κόσμο. Οι αραβικές χώρες –η καθεμία με τον τρόπο της– προασπίζουν τα δικά τους συμφέροντα∙ εξάλλου, μιας και το ισραηλινό κράτος υποστηρίζεται από την παγκόσμια δεξιά, οι αραβικές χώρες, ως «δεξιές», συναντώνται με τις ΗΠΑ και εφαρμόζουν την παραδοσιακή, ψυχροπολεμική συνταγή: απάτες, βία, νεποτισμός, μηχανορραφίες, ύποπτες κινήσεις των μυστικών υπηρεσιών και των εμπόρων όπλων. Η αμερικανική εύνοια εξαγοράζεται με ευθυγράμμιση στην εξωτερική της πολιτική ανεξάρτητα αν αυτή είναι εντελώς αλλοπρόσαλλη, όπως συνέβη, π.χ. στο Αφγανιστάν το 1979 όταν οι Αμερικανοί υποστήριξαν τους Ταλιμπάν οι οποίοι έγιναν στη συνέχεια στόχος  του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας». Ο μοναδικός σταθερός φίλος των ΗΠΑ είναι το Ισραήλ και οι ΗΠΑ του ανταποδίδουν την αφοσίωση.

O «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» αποτελεί πρόφαση για άσκηση τρομοκρατίας από την πλευρά των ΗΠΑ και του Ισραήλ: στα φιλο-ισραηλινά μέσα ενημέρωσης οι Παλαιστίνιοι ταυτίζονται αυτή τη φορά με τη Χαμάς, η οποία, παρά την παραστρατιωτική της φύση, κερδίζει δημοτικότητα στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη. Ελλείψει άλλης δραστήριας παλαιστινιακής αρχής, κτίζει νοσοκομεία και σχολεία και προσφέρει προνόμια στα μέλη της. Και παρ’ όλ’ αυτά, η Χαμάς δεν εκπροσωπεί όλους τους Παλαιστινίους∙ εξάλλου, είτε τους εκπροσωπεί, είτε όχι, υπάρχει∙ άρα, δικαιούται να συμμετέχει σε οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις. Ο Ρόμπερτ Μάλλεϋ, πρώην μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων της κυβέρνησης Κλίντον και νυν της κυβέρνησης Ομπάμα, προτείνει την απο-δαιμονοποίησή της επιμένοντας ότι μόνον οι ειρηνικές και τίμιες διαπραγματεύσεις θα εξασφαλίσουν μακροχρόνια εκεχειρία. Το αποτέλεσμα της στάσης του είναι θορυβώδεις αντιδράσεις από όλο το πολιτικό φάσμα και τα media: oι δημοσιογράφοι του CNN προφέρουν τη λέξη «Χαμάς» όπως θα πρόφεραν τη λέξη «σκατά». Αν ο Ομπάμα και η Χίλαρι Κλίντον ακούσουν τον Μάλλεϋ –και τον πρώην πρόεδρο Τζίμι Κάρτερ– θα βρεθούν επίσης σ’ ένα catch-22, πράγμα που θα αποτελέσει την πρώτη τους πολιτική δοκιμασία. Μια δοκιμασία που δεν πέρασε ο Μπιλ Κλίντον, η πολιτική του οποίου στη Μέση Ανατολή ήταν, απλούστατα, για χαζούς. 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ