Βιβλιο

Νύχτες στη Φορμόλη

Έχω κλειστεί μέσα σε ένα ντουλάπι, διαβάζω και ακούω μουσικές

atk_0452.jpg
Γιάννης Νένες
ΤΕΥΧΟΣ 512
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
87340-195656.jpg

● ● ● Έχω κλειστεί μέσα σε ένα ντουλάπι, διαβάζω και ακούω μουσικές. Κάθε τόσο βαράνε μηνύματα· ρωτάει ο κόσμος αν είμαι ζωντανός.

● ● ● Διαβάζω τη «Φορμόλη», πολύ ταιριαστός τίτλος, του Κωστάκη Ανάν που μόλις κυκλοφόρησε από την babelart. Ο Κωστάκης έχει ένα κυνικό, ανάλαφρο χιούμορ σαν έφηβου λίγο πριν την ενηλικίωση, η οποία ποτέ δεν έρχεται. Του αρέσουν τα λογοπαίγνια, καθώς αφηγείται φαινομενικά προσωπικές, απλές ιστορίες στις οποίες συμβαίνουν σαν αναλαμπές, σουρεαλιστικές παρεκτροπές. Αφού σου κάψει ελαφρώς τον εγκέφαλο, επανέρχεται με ένα σκανταλιάρικο ύφος στην αφηγηματική λογική μέχρι την επόμενη παράγραφο; σελίδα; κεφάλαιο; δεν ξέρεις από πού θα σου έρθει κάποιος απολαυστικός σολοικισμός, ένα παραποιημένο όνομα, μία άχρηστη παρέκκλιση από το κανονικό κείμενο, ένα τιλτ, σαν κόμικ. Στη «Φορμόλη» μιλάει σε πρώτο πρόσωπο, υποδυόμενος ένα δάσκαλο δημοτικού σχολείου με μαμά πρώην χίπισσα και νυν MILF και τον γκόμενό της, οι οποίοι μεταφέρουν το νεκρό παππού στο χωριό για να τον θάψουν. Με διάθεση και σκηνές που θυμίζουν Leningrad Cowboys, και ανάμεσα στα έξαλλα, dirty, ροκ εν ρολ σκίτσα και καλλιτεχνική επιμέλεια του Sotos Anagnos, ο Κωστάκης, συνοδηγός στη νεκροφόρα, διηγείται ιστορίες.

image 

● ● ● Λέει, λοιπόν, ο Ανάν: «Μπαίνεις σε δημόσια υπηρεσία και ζητάς ευγενικά να τα κάνεις όλα πουτάνα. Η κοπέλα στις πληροφορίες σε στέλνει στο γραφείο 314 στον τρίτο όροφο, όπου γριά υπάλληλος μιλάει στο τηλέφωνο. Επιχειρείς να τη διακόψεις, αποτυγχάνεις, δέκα λεπτά αργότερα κλείνει το τηλέφωνο και σε ρωτάει τσαντισμένη αν πέρασες πρώτα από το πρωτόκολλο, εσύ λες όχι με απολογητικό ύφος, γριά σε στέλνει πρωτόκολλο, μετά γραφείο 5, μετά ταμείο και στο τέλος πάλι εδώ. Πας πρωτόκολλο, θλιμμένη υπάλληλος γράφει αριθμό σε χαρτάκι και σου το δίνει χωρίς να σε κοιτάξει ποτέ. Πηγαίνεις γραφείο 5, παίρνεις χαρτάκι προτεραιότητας, περιμένεις 45 λεπτά, έρχεται η σειρά σου, άντρας υπάλληλος με βρωμερή μασχάλη σε ρωτάει ποιος σε έστειλε εδώ, δεν θυμάσαι, υπάλληλος βρίζει αόριστα, αλλά τέλος πάντων, σου κάνει τη χάρη να σε εξυπηρετήσει. Λες ευχαριστώ χωρίς να υπάρχει λόγος, κατεβαίνεις στο ταμείο, τεράστια ουρά, ρωτάς τον τελευταίο «για να τα κάνετε όλα πουτάνα περιμένετε;», σου γνέφει κουρασμένα ναι, περνάνε ώρες, έρχεται μεσημέρι, το ταμείο κλείνει, οι πολίτες διαμαρτύρονται, οι υπάλληλοι λένε ότι δε φταίνε εκείνοι, τα παράπονά σας στον υπουργό. Πολίτες φεύγουν βρίζοντας και θα ξαναέρθουν αύριο να στηθούν από τις 6 το πρωί στην ουρά, γιατί η προθεσμία για να τα κάνεις όλα πουτάνα λήγει μεθαύριο. Τέλος της ιστορίας. Συμπέρασμα: Δεν είναι αυτός ο σωστός τρόπος για να τα κάνεις όλα πουτάνα».

● ● ● Σε ένα σουρεαλισμό νόμιζα θα με παρασύρει και «Η Μελαμψή Παρθένος» του Λένου Χρηστίδη, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Στο οπισθόφυλλο υπόσχεται θαμμένα μυστικά σ’ ένα μικρό ελληνικό νησί, στο καλοκαίρι της δυσαρέσκειας. Το τρομερό αντικείμενο που θα άλλαζε τη ροή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Το Αμήχανο Παπί. Το Κρύο Ξίδι. Η Στοίβα Άοσμων Νεκρών Πλασμάτων. Το Πλάγιο Δάνειο. Η Μηχανή του Χρόνου. Το Λάτιν στην Αρχαία Ελλάδα. Το Τόπι. Εξόριστοι, ναζί, νεοναζί, αλκοολικοί, ναρκομανείς, νεκρομάντεις, χίπστερς, νεορεμπέτες, σούπερ ήρωες με βρώμικες κάπες, μούσια, γατάκια, προφητείες, χριστοπαναγίες, ζώδια, ψεκασμοί, μαγικοί ρούνοι, έξυπνα καδρόνια, όλα όσα συνθέτουν τη μαγευτική εικόνα του αιγαιοπελαγίτικου κάλλους.

image

● ● ● Ακριβώς έτσι, all over the place, είναι μέσα στο μυαλό μου το βιβλίο και οι σκηνές του, που μοιάζουν περισσότερο με ένα ημερολόγιο διακοπών στην Αντίπαρο –συγγνώμη, Αντίκαρο (όλα συμβαίνουν σε τόπο σχεδόν υπαρκτό)– των ηρώων του, μίας παρέας ανάμεσα στην punk, την jazz και το ρεμπέτικο, με εμμονή στις ναρκο-αναφορές αλλά κι αυτές σαν αξεσουάρ καλοκαιρινής θυμηδίας. Σελίδες επί σελίδων που κάνουν πλάκα στο πώς χορεύει στο κλαμπ του νησιού ο ντόπιος-καμάκης ή διάφοροι άλλοι γραφικοί τύποι με παρατσούκλια, με το ζόρι κρυμμένα μυστικά που ποτέ δεν προκαλούν το ενδιαφέρον για να βρεθούν, αερολογίες, σημειώσεις και διάλογοι που δεν οδηγούν πουθενά, σκηνές που σβήνουν με έναν ύπνο, απλώς, μετά από μεθύσι. Από την άλλη βέβαια, υπάρχει και ένα περίπλοκο παιχνίδι με λέξεις και καταστάσεις φορεμένες σε μία μαύρη τρύπα του χρόνου που θα μπορούσαν να είναι ιδανικά συστατικά για ένα σενάριο καλοκαιρινής κωμωδίας.

● ● ● Βρίσκω μία χαρακτηριστική παράγραφο. Σελ.125: «…Το φρίσμπι δεν είναι το πιο κουλ αντικείμενο, και η ενασχόληση, ακόμα ίσως και η δεξιοτεχνία στο χειρισμό του, δε συνιστά επ’ ουδενί λόγω γαμότητα κανενός είδους.

«Το φρίσμπι είναι το Απόλυτο Κακό» είπε ο Ηλίας συνοψίζοντας τα παραπάνω. Είχε χαμηλώσει το βιβλίο του, τόσο ώστε να μπορεί να κατασκοπεύει τους αθλητές.

«Δεν είναι λίγο σκληρό αυτό;» προσπάθησε ο Βασίλης να κάνει το συνήγορο του Απόλυτου Κακού.

«Ναι» συμφώνησε η Πανδώρα. «Προσπαθούν να ρίξουν τους νέους στο φρίσμπι για να μη σκέφτονται».

«Τι να σκεφτούν;» Ο Βασίλης δεν καταλάβαινε γιατί γίνεται τόσο θέμα.

«Ότι το φρίσμπι είναι μία μαλακία». Την Πανδώρα δεν την ενδιέφερε το θέμα, αλλά ήταν πάντα υπέρ του καλού τρολαρίσματος.

«Είναι ο Βερζεβούλης» γύρισε και του είπε ο Ηλίας ανέκφραστα.

«Σοβαρά τώρα;»

«Μα δε βλέπεις;»

Κοίταξαν όλοι πολύ προσεκτικά.

Ήταν δύο τύποι που πετούσαν ο ένας στον άλλο ένα φρίσμπι. Η Πανδώρα άρχισε να βλέπει καθαρότερα την άποψη του Ηλία. Ο Βασίλης δεν ήταν έτοιμος ακόμα.

Οι δύο τύποι πέταξαν ο ένας στον άλλο το φρίσμπι για κάμποση ώρα, μετά υπερθερμάνθηκαν κι έφυγαν. Και πάλι ησυχία».

● ● ● Χμ. Τώρα που το ξαναβλέπω, μια χαρά είναι το βιβλίο για να το διαβάζει κανείς ξάπλα στην άμμο, χωρίς να νοιάζεται για τίποτα. Καλοκαίρι έχουμε.

● ● ● Και δεν πειράζει· ακόμα και τα καλύτερα ταλέντα έχουν ανάγκη από διακοπές, έστω και Γενάρη μήνα.

● ● ● Είπα «διακοπές» δυνατά, μέσα στη νύχτα, και θυμήθηκα την (τρίτη κατά σειρά) διπλή συλλογή «The bright side of the road 3» που κυκλοφορεί ο Γιώργος Μουχταρίδης με τη Feelgood και τη σφραγίδα του Pepper 96,6. Τριάντα έξι τραγούδια απόλυτου road trip, ανοιχτά παράθυρα, ήλιος, μαύρα γυαλιά, παραράμ κ.λπ. Ο Μουχταρίδης έχει το αλάθητο ένστικτο να αναγνωρίζει τη μουσική του ιδανικού ραδιοφωνικού ήχου. Παρά την ηλιόλουστη διάθεση του τίτλου όμως, ο ίδιος κρύβει μία σοφή, σωστή, τόσο-όσο, μελαγχολία. Αυτή είναι που κάνει και την ειδοποιό διαφορά στις συλλογές που ετοιμάζει (και στο μουσικό στίγμα του Pepper 96,6 που διευθύνει, άλλωστε). Η διάθεσή του έχει κλασικές pop και folk καταβολές, καθαρές ακουστικές γέφυρες από κιθάρα, λαμπρά ευδιάκριτα πνευστά και ένα άρωμα ethnic (αναμνηστικό tattoo από την εποχή του Kosmos) που έρχεται σε στιγμές για να του αλατο-pepperώσει την playlist. Από τις καραχιτάρες όπως το «Take me to church» του Hozier μέχρι ηλεκτρικά τάνγκο των Gotan Project, βραδινούς Tindersticks, ιταλικούς ελιγμούς με Ornella Vanoni, γυναικείες βραχνάδες τύπου Amy Winehouse και Katerine Duska, ακόμα και αποκλειστικά κομμάτια όπως η σικάτη, gipsy swing διασκευή στα Ήσυχα Βράδια (των Μ.Κριεζή - Λ.Παπαδόπουλου, το είχε τραγουδήσει η Αρλέτα).

image

● ● ● Ωραίος ο ήλιος. Αλλά για λίγο ακόμα, ας μείνω εγώ εδώ, στη σκοτεινή γωνιά μου να παραφυλάω δίσκους και βιβλία που περνάνε πετώντας.

(panikoval500@gmail.com)

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ