Πολιτικη & Οικονομια

Τι να σπουδάσουν τα παιδιά;

Οι απαντήσεις που δεν σπάνε τα καλούπια

img_2428_1.jpg
Χρύσα Σοφιανοπούλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
4477673.jpg
© EUROKINISSI / ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

«Το μόνο που θέλω να κάνω είναι να ζωγραφίζω» μου είπε στο τέλος βουρκωμένη η μαθήτρια που μόλις τελείωνε την Α’ Λυκείου. Είχα προκαλέσει κατά κάποιο τρόπο το βούρκωμα. Αλλά δεν μπορούσα να μην διαφωνήσω με την ένσταση που κατέθεσε ένας συνάδελφος όταν του διηγήθηκα τη συζήτηση. «Μήπως δεν πρέπει να φέρνει κανείς τα παιδιά αυτής της ηλικίας αντιμέτωπα με τέτοια διλήμματα;» είχε αναρωτηθεί. Πρέπει, απαντώ. Αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε όλοι όσοι έχουμε μερίδιο ευθύνης στην εκπαίδευση (ίσως και στην παιδεία, θα διόρθωνε ο Μαρωνίτης).

Η συζήτηση έγινε τον περασμένο μήνα, λίγο πριν τελειώσουν τα μαθήματα και αρχίσουν οι εξετάσεις. Μαθητές της Α’ Λυκείου ενός δημόσιου σχολείου της Αθήνας, όλο ζωντάνια χιούμορ – καυστικό ενίοτε – όμορφα παιδιά. Ήθελαν να με εντυπωσιάσουν με τις γνώσεις τους, κάποια ίσως να μ’ έβλεπαν και λίγο αφ’  υψηλού. Έδειχναν πολύ ευχαριστημένα από το σχολείο τους, τα βιβλία, το πρόγραμμα και την ύλη των μαθημάτων. Κι όταν τους ρώτησα πώς σκέφτονται τη ζωή τους σε δυο χρόνια, μετά το σχολείο, άρχισαν οι κλισέ απαντήσεις.  Φροντιστήρια, πανελλήνιες, πανεπιστήμιο, αγορά εργασίας. Από το σημείο αυτό και ύστερα τα ζωντανά παιδιά μεταμορφώθηκαν σε σχεδόν άψυχα όντα χωρίς προσωπική άποψη, βούληση, ενθουσιασμό. Χωρίς πάθος. Και όλα με την ίδια ακριβώς άποψη. «Παιδιά - καλούπια» σκέφτηκα.

Η συνάντηση εκείνη ήρθε πάλι στο νου μου όταν, με αφορμή τις πανελλήνιες εξετάσεις, μια εφημερίδα ζήτησε από γνωστούς έλληνες καθηγητές ξένων πανεπιστημίων να προτείνουν στα παιδιά τι να σπουδάσουν. Καταξιωμένοι καθηγητές, με σημαντικό δημοσιευμένο ερευνητικό έργο. Φωτεινά μυαλά. Που κατά τη γνώμη μου, τουλάχιστον αυτή τη φορά, απάντησαν λανθασμένα στο ερώτημα: αντί να εμπνεύσουν τα παιδιά, επιδόθηκαν σε ένα είδος επαγγελματικού προσανατολισμού με άξονα την επιστήμη τους. Έχοντας στο μυαλό μου τη δική μου συζήτηση, αναρωτήθηκα τι θα μπορούσαν να αποκομίσουν εκείνα τα παιδιά από τις απαντήσεις τους.  Από εκείνη την εμπειρία ξέρω ότι η μοναδική απάντηση που θα τα άγγιζε ήταν του καθηγητή που μίλησε για «πάθος» και «πόθο». Αντιγράφω από την απάντησή του: «Αν πρέπει να ζήσεις με αυτό που σπούδασες μια ζωή τότε καλύτερα να το αγαπάς γιατί αλλιώς θα είναι ένα πολύ κακό συνοικέσιο».

Αυτό προσπάθησα να πω στους «δικούς μου» μαθητές. Τους προκάλεσα. Και τα καλούπια έσπασαν. Ξετυλίχθηκαν σιγά-σιγά όλα τα όνειρα που «τρίζουν». Από τις σπουδές στο εξωτερικό έως την Καλών Τεχνών, που όμως είναι «ασύμβατη με την αριστεία κατά τα κοινωνικά πρότυπα» όπως μου είπε μια μαθήτρια. Αποκαλύφθηκαν οι επιθυμίες των γονέων που κυριαρχούν πάνω σε εκείνες των παιδιών, αποκαλύφθηκε η ανία για τα μαθήματα του σχολείου. Και όταν κάποια στιγμή μου είπαν ότι τα μαθήματά τους δεν έχουν καμία σχέση με την καθημερινή ζωή, θυμήθηκα έναν καθηγητή από τον πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας, τον  Ζμπίγκνιεβ Μαρτσίνιακ, να λέει σε ένα συνέδριο ότι «το να διδάσκεις παιδιά είναι σαν να εκπαιδεύεις ζώα. Δεν θέλουν να μάθουν διότι δεν καταλαβαίνουν τη χρησιμότητα της γνώσης».  

Αυτό ζήτησαν κάποια στιγμή τα παιδιά, να συνδεθεί η γνώση με τη ζωή τους. Με εξέπληξαν ζητώντας περισσότερη Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή και ξένες γλώσσες καθώς και μαθήματα επιλογής όπως Μουσική και Κοσμολογία. Τι τους λείπει λοιπόν; Ίσως το σθένος, η αισιοδοξία και ο αυτοέλεγχος όπως λέει ο Πολ Ταφ, συγγραφέας του ανατρεπτικού βιβλίου How children succeed. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι μη γνωσιακές δεξιότητες, όπως η επιμονή και η περιέργεια, είναι ισχυροί παράγοντες πρόβλεψης της μελλοντικής επιτυχίας. Τα σχολεία ξέρουν να πιέζουν τα παιδιά για καλύτερους βαθμούς στις εξετάσεις. Είναι όμως πολύ πιο δύσκολη η ανεύρεση τρόπων για να βοηθήσουν τα παιδιά να αναπτύξουν το σθένος τους και την παθιασμένη αφοσίωση σε κάποιο στόχο.

Σταχυολογώ από τις απαντήσεις των ελλήνων καθηγητών στην εφημερίδα: «Στη φιλοσοφία δεν υπάρχει αυτό που σε άλλες επιστήμες ονομάζουμε έρευνα αιχμής, υπάρχουν όμως νέα ενδιαφέροντα πεδία φιλοσοφικού αναστοχασμού όπως η Βιοηθική, η Κοινωνική Οντολογία (...)», «Η οικονομική επιστήμη οδηγεί σε σταδιοδρομίες μεγάλης ποικιλίας, εύρους και βάθους», «(...)χρειάζεται μια γερή Γενική Παιδεία η οποία ως βάση εγγυάται την οικείωση και την αναπροσαρμογή στις εκάστοτε  νέες συνθήκες». Και σκέφτεται κανείς αν θα μπορούσαν να σπάσουν έτσι τα καλούπια. Αν θα μπορούσε η άριστη μαθήτρια με τα έτοιμα σχέδια για Οικονομικές Σπουδές και Διοίκηση Επιχειρήσεων που θα την οδηγούσαν με ασφάλεια στην αγορά εργασίας, να παραδεχτεί ότι «το μόνο που θέλω να κάνω είναι να ζωγραφίζω».

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ