Ταξιδια

Γιάννενα, η πόλη των ασημουργών

Η παράδοση της τέχνης της αργυροχοΐας, το παρόν και το μέλλον της

33446-75562.JPG
Ευγενία Μίγδου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
326806-674981.jpg

«Η πόλη των ασημουργών σάς καλωσορίζει», γράφουν οι πινακίδες στις εισόδους της πόλης των Ιωαννίνων, η οποία ανάμεσα στα πολλά και σημαντικά στοιχεία που συγκροτούν την πολιτισμική της ταυτότητα, επέλεξε την «τέχνη» της ασημουργίας για να αυτοπροσδιοριστεί. Η μακραίωνη και διαχρονική παράδοση της αργυροχοϊκής δραστηριότητας στην περιοχή, τα φημισμένα και διακριτά έργα και αντικείμενα, οι σχολές, οι περιώνυμοι δάσκαλοι και μάστορες, αλλά και οι σύγχρονοι τεχνίτες, ασημιτζήδες και τζοβαερτζήδες, συνεχιστές της παράδοσης, που επιμένουν παρά την πτωτική δυναμική και τους χαλεπούς καιρούς να διατηρούν τα εργαστήρια και τα μαγαζιά με τις πλούσιες προθήκες τους, χαρίζουν στην πόλη τη μαλαματένια της αίγλη.

Η ιστορία της αργυροχοΐας στην περιοχή έχει μακραίωνο παρελθόν και θεωρείται συνέχεια της βυζαντινής κοσμηματικής και μεταλλοτεχνίας, «τέχνες» που συνδέονταν με το εκκλησιαστικό τελετουργικό και τις ανάγκες των βυζαντινών Δεσποτών για πολύτιμα μεταλλικά έργα.Από τους υστεροβυζαντινούς χρόνους, ταΓιάννενα λόγω της νευραλγικής τους θέσης και της υποστήριξης των τοπικών ηγεμόνων, αναπτύσσονταν, διέθεταν οικονομική ευρωστία και άκμαζαν, χωρίς να ανακοπούν από την οθωμανική κατάκτηση.Τον 17ο αιώνα μαρτυρείται ήδη έντονη δραστηριότητα των «Κουγιουμτζήδων» σε χωριό των Ιωαννίνων.  Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου, η πόλη έγινε πρωτεύουσα ενός μεγάλου και ισχυρού πασαλικιού για να εξελιχθεί σε σημαντικό εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο. Οι συνθήκες ευνόησαν περαιτέρω την καλλιέργεια της αργυροχοΐας πουγνώρισε μεγάλη άνθηση. Ο ίδιος ο Αλή Πασάς, όχι απλά ήταν συλλέκτης πολύτιμων αντικειμένων ο ίδιος, αλλά ίδρυσε εκείνη την εποχή αργυροχοϊκά εργαστήρια μέσα στο παλάτι και συγκέντρωσε σε αυτά τους καλύτερους τεχνίτες. Την περίοδο του Αλή (1788-1822) οι τεχνίτες αριθμούσαν τους 55, ενώ τα έργα τους προωθούνταν όχι μόνο στην εσωτερική αγορά, αλλά στην ευρωπαϊκή Δύση, και στον βαλκανικό κόσμο της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Πέρα από τα Γιάννενα, ωστόσο, η τέχνη άνθισε και σε άλλα αργυροχοϊκά κέντρα της Ηπείρου, όπως στους Καλαρρύτες (Τζουμέρκα), Κόνιτσα, Μέτσοβο, Ζαγόρι, Άρτα, κ.τ.λ. Ιδιαίτερα οι Καλαρρυτινοί αργυροχόοι, υπό την προστασία του Αλή Πασά, έδωσαν ξεχωριστή ώθηση στην τέχνη. Κορυφαίοι μάστορες του «μαλαμοκαπνισμένου» ή «σαβατλίδικου είδους», που αφήσανε από την πλευρά τους λαμπρή παρακαταθήκη, ήταν οι πρώτοι που έχοντας γνώση της αξίας τους, αριθμούσαν και υπέγραφαντα έργα τους με το όνομα και τον τόπο καταγωγής τους. Χαρακτηριστική η υπογραφή του αρχι-χρυσοχόου και δασκάλου αργυροχοΐας στην αυλή του Αλή, Αθανάσιου Τζημούρη πάνω σε επικάλυμμα ευαγγελίου: «Εκατασκευάσθη και κατασκευάζονται εις Καλλαρύτες, χωρίον των Ιωαννίνων διά χειρός Αθανασίου Τζημούρη»). Καλαρρυτινοί ήταν άλλωστε, και οι Βούλγαροι, του διάσημου σήμερα οίκου Bulgari, που δραστηριοποιείται από τον 19ο αι. στην Ιταλία.

Ασήμι

Το κατεξοχήν έως και κατ’ αποκλειστικότητα χρησιμοποιούμενο μέταλλο ήταν το ασήμι ακόμη και στις πιο πολυδάπανες παραγγελίες βαρύτιμων έργων από ισχυρά θρησκευτικά κέντρα. Το καθαρό ασήμι προοριζόταν για τα εκλεκτά έργα, τα «λαγαρά». Ακολουθούσαν, τα φτωχότερα σε βαθμούς: καλά και συνηθισμένα. Το χρυσάφι και το ασήμι ήταν για τον λαϊκό τεχνίτη το ίδιο. Τόσο οι ίδιοι όσο και ο λαός με τη λέξη χρυσάφι χαρακτήριζαν και το μάλαμα και το ασήμι. Εξ’ού και οι τεχνίτες εκτός από ασημιτζήδες λέγονταν και χρυσικοί.

Στα έργα, εκκλησιαστικά (δισκοπότηρα, λειψανοθήκες, αργυροεπένδυτοι σταυροί, επενδύσεις ευαγγελίων, θυμιατήρια, κλπ.) και κοσμικά (κοσμήματα, σκεύη, είδη προσωπικής χρήσης, οπλισμός,κ.α.), εφαρμόζονταν όλες οι γνωστές τεχνικές: εγχάρακτη, έκτυπη ή φουσκωτή, συρματερή ή φιλιγκράν, διάτρητη ή σεγαριστή, σαβάτ, χυτή, σμάλτινη. Συχνά συνυπάρχουν δυο και τρεις τεχνικές.

Ως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, ο μάστορας, ο ολοκληρωμένος δηλαδή τεχνίτης κατείχε όλες τις τεχνικές και συμμετείχε σε όλες τις φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας. Η γνώση και η πρακτική κατάρτιση απαιτούσε πειθαρχία, κόπους και πολλά χρόνια σκληρής μαθητείας. Μονάχα έτσι μπορούσε να φέρει κανείς τον «τίτλο» του «μάστορα» που έχαιρε μεγάλης κοινωνικής αναγνώρισης, καταξίωσης και φήμης. Τα κατοπινά χρόνια, μέχρι τις μέρες μας, οι τεχνίτες εξειδικεύονται και ως προς την τεχνολογία και ως προς την γνώση και την οργάνωση της παραγωγής.

ΚΕΠΑΒΙ, Πρατήριο Λιανικής Πώλησης Ασημικών

ΚΕΠΑΒΙ – ο κλάδος των ασημουργών σήμερα

Η αργυροχοΐα είναι σήμερα ένας από τους ελάχιστους εναπομείναντες ζωντανούς κλάδους της παραδοσιακής ελληνικής λαϊκής τέχνης, που έχει συνεχιστές και παράγει έργα. Σε μια σύντομη περιήγησή μου στο Κέντρο Παραδοσιακής Βιοτεχνίας (ΚΕΠΑΒΙ), στον παραλίμνιο της πόλης, όπου από το 2005 λειτουργούν εργαστήρια αργυροχοΐας και το Πρατήριο Λιανικής Πώλησης Ασημικών, ενημερώθηκα από τον κ. Φαίδωνα Ηλία, πρόεδρο του Σωματείου Ασημουργών Ιωαννίνων «Η Γιαννιώτικη Τέχνη», ότι σήμερα υπάρχουν περί τα 100 εργαστήρια στην πόλη (από το 1960 έως το 1980 ήταν γύρω στα 300), ενώ εντός των εγκαταστάσεων του ΚΕΠΑΒΙ – παρότι υπάρχουν υποδομές για 60 εργαστήρια –  λειτουργούν μονάχα 20. Ακόμα και το ενοίκιο των 150 ευρώ, σε συνθήκες κρίσης, είναι δυσβάσταχτο για τους τεχνίτες της πόλης, που επλήγησαν τις τελευταίες δεκαετίες, ιδιαίτερα από το 1990 και εντεύθεν, εξαιτίας του ανοίγματος των αγορών, των αθρόων και ανεξέλεγκτων εισαγωγών, αλλά και της αδιάκοπης αντιγραφής και σφετερισμού των παραδοσιακών σχεδίων και διακοσμητικών μοτίβων τους, που έφτασαν «να αναπαράγονται μέχρι και στην Κίνα ακόμα και σε μολύβι.»

Εργαστήριο εντός του ΚΕΠΑΒΙ

Εργαστήριο εντός του ΚΕΠΑΒΙ

Ρωτώντας τον κ. Ηλία που έμαθε την «τέχνη» μου απάντησε «από τον πατέρα μου». Πράγματι, η τεχνική γνώση και η κατάρτιση μεταφέρεται από πατέρα σε γιο, μέσω των γενεών, σε μια αδιάλειπτη ιστορική αλληλουχία. Δεν υπάρχουν επαγγελματικές σχολές. Ωστόσο, η συνέχιση και η ανάπτυξη της ασημουργίας στα Γιάννενα τον 20ο αι.,οφείλεται σε μεγάλο βαθμό, πέρα από τα εργαστήρια των μαστόρων που παρείχαν παλαιότερα πρακτική άσκηση και γνώση στον μαθητευόμενο ή εργασία στον ημιειδικευμένο τεχνίτη, στην ίδρυση και λειτουργία της Σχολής Αργυροχοΐας Γεωργίου Σταύρου από το 1930 ως το 1940, και όσων την διαδέχτηκαν κατόπιν.Το 1959 ιδρύθηκε η Σχολή που εποπτευόταν από τον Εθνικό Οργανισμό Ελληνικής Χειροτεχνίας και στη συνέχεια (από το 1975) εποπτευόταν από τον ΟΑΕΔ. Από εκεί αποφοίτησε και ο πατέρας του κ. Ηλία, όπως και άλλοι αργυροχόοι της πόλης, που μεταφέρουν σήμερα την παράδοση και τηντεχνική εμπειρίαστους νεότερους. Σε μια κρίση όπως αυτή που βιώνουμε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, είναι ζητούμενο οι επαγγελματικές σχολές και η στροφή των νέων σε παραγωγικά επαγγέλματα. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για το μέλλον ενός ζωντανού – και όχι μονάχα μουσειακού - ακόμα κλάδου, όπως της αργυροχοΐας, που έχει ιδιαίτερη ταυτότητα, μακραίωνο παρελθόν, και οφείλει να έχει και μέλλον.

«Θησαυροφυλάκιο»

Στο κάστρο των Ιωαννίνων, στο Ιτς Καλέ (εσωτερική ακρόπολη) βρίσκεται το «Θησαυροφυλάκιο» (παράρτημα του Βυζαντινού Μουσείου), όπου και στεγάζεται έκθεση αργυροχοΐας,η οποία περιλαμβάνει δύο κυρίως συλλογές αργυρών αντικειμένων, που αποτελούν δωρεές του Αρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος (1873-1956) και Κ. Ιωαννίδη (γόνου γνωστής οικογένειας αργυροχόων, 1907-1965). Πρόσφατα η έκθεση εμπλουτίστηκε με τη δωρεά πολύτιμων κοσμημάτων και άλλων αντικειμένων.Στα αντικείμενα που εκτίθενται εδώ, εκκλησιαστικά και κοσμικά διακρίνεται ανάγλυφα η ικανότητα των ηπειρωτών ασημουργών σε όλα τα είδη της αργυροχοΐας, καθώς και σε όλες τις τεχνικές. Την έκθεση συμπληρώνει ένα εργαστήριο αργυροχοΐας, το οποίο συγκροτήθηκε με τη βοήθεια του Σωματείου Ασημουργών Ιωαννίνων.

Η έκθεση Γιαννιώτικης ασημουργίας στη Μόσχα 

Τον περασμένο Ιούλιο, ο Δήμος Ιωαννίνων σε συνεργασία με την Μητρόπολη Ιωαννίνων, την υποστήριξη της Περιφέρειας Ηπείρου, τη συνεργασία της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και του ΚΕΠΑΒΙ, καθώς και την συμμετοχή ιδιωτών και ιδρυμάτων, στο πλαίσιο του Έτους Ελλάδας – Ρωσίας, διοργάνωσαν έκθεση με τίτλο: «Η τέχνη του ασημιού των Ιωαννίνων. Η ασημουργία στα Ιωάννινα στο πέρασμα των αιώνων», η οποία εγκαινιάσθηκε στις 15/7 στο Μουσειακό – Εκθεσιακό Συγκρότημα της Περιφέρειας Μόσχας «Νέα Ιερουσαλήμ». Η έκθεση όχι μόνον έτυχε θερμής υποδοχής (5000 επισκέπτες έως την 1η Σεπτεμβρίου), αλλά διατυπώθηκε αίτημα για δίμηνη παράτασή της. Ως εκ τούτου οι αρμόδιοι φορείς σκέπτονται να περιοδεύσει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι η πρώτη φορά που οι φορείς της πόλης έλαβαν εξωστρεφή πρωτοβουλία  σε σχέση με την αργυροχοΐα, γεγονός που δεν μπορεί παρά μόνο να ενισχύσει και να αναδείξει το πολιτιστικό της προφίλ, να αφυπνίσει εκ νέου το ενδιαφέρον για την παράδοση, το παρόν και το μέλλον της ασημουργίας, να τονώσει τον τουρισμό και την πληττόμενη πανταχόθεν τοπική αγορά της. Η φήμη της γιαννιώτικης ασημουργίας «σηκώνει» εξωστρέφεια, συμμετοχές σε διεθνείς εκθέσεις, κινητικότητα, δημιουργία με μέλλον. 

UNESCO

Να προστεθεί συμπληρωματικά, ότι τον Φεβρουάριο του 2016, ο βουλευτής Γιάννης Καραγιάννης σε ερώτησή του στον υπουργό Πολιτισμού Αρ. Μπαλτά, έθεσε τηνπροοπτική ένταξης της γιαννιώτικης αργυροχοΐας στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας (UNESCO 2003).

Αργυρά κουταλοπήρουνα με μοτίβο τον δικέφαλο

Αργυροποίκιλτη πιστόλα

Βιτρίνα καταστήματος στα Γιάννενα

Καλαμάρι (τέλη 18ου αρχές 19ου αι.)

Λεπτομέρεια πόρπης γυναικείας ζώνης

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ